Σάββατο 7 Ιούλη 2018 - Κυριακή 8 Ιούλη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΔΝΤ - ΤτΕ
Οι αντιλαϊκές δεσμεύσεις ξεσκεπάζουν τα κυβερνητικά παραμύθια

Eurokinissi

Με αφετηρία τον σκληρό πυρήνα με τα αντιλαϊκά μέτρα και των τριών μνημονίων, μαζί με το «δίδυμο» πακέτο της περιόδου 2019 - 2020 (περαιτέρω κατακρεούργηση των συντάξεων και του αφορολόγητου ορίου), συνεχίζονται οι διεργασίες σχετικά με «εκκρεμότητες» και τις «εξειδικεύσεις» της πρόσφατης αντιλαϊκής συμφωνίας. Τα ζητήματα αυτά αναμένεται να τεθούν στη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ την ερχόμενη Πέμπτη.

Σε αυτό το φόντο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δρομολογεί τον «τύπο» και τις «εξειδικεύσεις» στο «ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο», που θα περιλαμβάνει τριμηνιαίες «αξιολογήσεις», ενώ ταυτόχρονα το «ευέλικτο» πλαίσιο θα «ανανεώνεται ανά εξάμηνο», ανάλογα βέβαια με τις συνθήκες που θα επικρατούν κάθε φορά και τις εκάστοτε προτεραιότητες της αντιλαϊκής πολιτικής, με γνώμονα την ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων. Υπό διαμόρφωση βρίσκεται και η χρονική διάρκεια του προγράμματος της εποπτείας, που αναμένεται να έχει αρχική διάρκεια 2 ετών αλλά και με σενάρια που βλέπουν 4ετή ενισχυμένη «παρακολούθηση», μέχρι και το 2022.

Από την πλευρά του ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), σχετικά με την εποπτεία του «ειδικού λογαριασμού για το μαξιλάρι ρευστότητας», ετοιμάζει έναν μηχανισμό εποπτείας και με «επαρκή ευελιξία» όσον αφορά τη χρήση του ταμειακού αποθέματος. Μάλιστα ο επικεφαλής του ESM, Κλ. Ρέγκλινγκ, τις προάλλες χαρακτηριστικά τόνισε: «Η Ελλάδα έχει δεσμευθεί να συνεχίσει τη μεταρρυθμιστική πορεία. Διαφορετικά, κάποια από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που συμφωνήθηκαν πρόσφατα ενδέχεται να αποσυρθούν. Επίσης, η Ελλάδα γνωρίζει ότι θα είναι υπό τη μόνιμη παρακολούθηση και αξιολόγηση των αγορών και των επενδυτών, ακριβώς όπως και οι άλλες χώρες που ήταν σε πρόγραμμα».

Επιπλέον, στη βάση των «θετικών αξιολογήσεων» θα αποδίδονται στο ελληνικό κράτος τα κέρδη που έχουν αποκομίσει οι κεντρικές τράπεζες των κρατών της Ευρωζώνης από τα «ακούρευτα» ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου μετά την αναδιάρθρωση του 2012, ως ένα ακόμα «κίνητρο» διασύνδεσης με την κλιμάκωση των αναδιαρθρώσεων της επόμενης περιόδου.

Αφετηρία για τα επόμενα το 3ο μνημόνιο

Οι φρούδες ελπίδες που επιχειρούν να καλλιεργήσουν και να συντηρήσουν κυβερνητικοί παράγοντες περί αναστροφής κάποιων «μεταρρυθμίσεων», όπως για τις συντάξεις, μοναδικό στόχο έχουν τη διαμόρφωση κλίματος αναμονής και υπομονής σε τμήματα του λαϊκού πληθυσμού, με φόντο βέβαια τα «ανέκδοτα» για το «τέλος των μνημονίων».

Την ίδια ώρα, τα πρωτογενή πλεονάσματα έχουν συμφωνηθεί για την περίοδο μέχρι το 2060, ενώ η κυβερνητική επιχειρηματολογία «μπάζει από παντού», καθώς προσκρούει στις συμφωνημένες δεσμεύσεις, όπως αυτές αποτυπώνονται και σε μια σειρά από επίσημα κείμενα, εκθέσεις και συμφωνίες με τους «θεσμούς» του κουαρτέτου.

Μεταξύ αυτών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την πρόσφατη «έκθεση συμμόρφωσης» επιβεβαιώνει την παραπέρα κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, με στόχο βέβαια την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων. Γίνεται επίσης σαφής αναφορά στην πλήρη δέσμευση των ελληνικών αρχών να συνεχίσουν να εφαρμόζουν με αποφασιστικότητα την οικονομική και δημοσιονομική πολιτική σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οικοδομώντας πάνω στις «μεταρρυθμίσεις» του 3ου μνημονίου.

Την ίδια ώρα, και με τη «βούλα» της Κομισιόν επιβεβαιώνεται ότι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων σε ό,τι αφορά το «μισθολογικό κόστος» θα «πρέπει να διασφαλιστεί τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να επιτευχθεί βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη», αποκαλύπτοντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι τα περί αύξησης του κατώτατου μισθού είναι φούμαρα. Αφού οι όποιες υποσχέσεις συνδέονται με τις «αντοχές» και «ανάγκες» των επιχειρηματικών ομίλων. Εξάλλου, όπως χαρακτηριστικά τονίζει, «θα είναι επίσης σημαντικό να εφαρμοστεί το πλαίσιο για τον κατώτατο μισθό, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4172/2013», το νόμο Βρούτση δηλαδή, που η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με την εφαρμογή του θα... επαναφέρει τους μισθούς.

Εξάλλου, η Κομισιόν επιβεβαιώνει τη μονιμότητα των αντιλαϊκών μέτρων της προηγούμενης περιόδου και με ρητή αναφορά στις περικοπές των συντάξεων (από το 2019) και του αφορολόγητου ορίου (από το 2020). Οπως χαρακτηριστικά τονίζεται, «η Ελλάδα πρέπει να στηριχτεί στην πρόοδο που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια του προγράμματος του ESM και να ενισχύσει τα θεμέλια για μια βιώσιμη ανάκαμψη, κυρίως μέσω της συνέχισης και ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησαν με το πρόγραμμα και μέσω της διασφάλισης ότι θα προστατευτούν οι στόχοι των μεταρρυθμίσεων που υιοθετήθηκαν».

Αποκαλυπτικό είναι και το παράρτημα της συμφωνίας με τίτλο «Οι ειδικές δεσμεύσεις της Ελλάδας που θα διασφαλίσουν τη συνέχιση και ολοκλήρωση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων τη μετα-προγραμματική περίοδο». Αυτό αποτελεί τον «οδικό χάρτη» για την περίοδο μέχρι το 2022. Χαρακτηριστικά, οι δεσμεύσεις για τον κατώτατο μισθό περιλαμβάνονται στον άξονα «Αγορές εργασίας και προϊόντων», μαζί με μέτρα όπως την απλοποίηση των αδειοδοτήσεων για επενδύσεις, καθώς, όπως οι ίδιοι ουσιαστικά ομολογούν, πρόκειται για ζητήματα που συνδέονται με την ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου.

«Χωρίς παρέκκλιση» οι αντιλαϊκές δεσμεύσεις

Αλλά και το ΔΝΤ, στη «Δήλωση Συμπερασμάτων», όπου περιγράφει τα «πρώτα ευρήματα» της πρόσφατης αποστολής του κλιμακίου του στην Αθήνα, σημειώνει την ανάγκη της αντιλαϊκής κλιμάκωσης. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, οποιαδήποτε καθυστέρηση στις «μεταρρυθμίσεις» (π.χ. αφορολόγητο, συντάξεις) «θα υπέσκαπτε σε σημαντικό βαθμό την αξιοπιστία των παραδοχών για την ελάφρυνση του χρέους που έχουν συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους». Τονίζεται ακόμη ότι «οποιαδήποτε προσαρμογή του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι συνετή και να εναρμονίζεται με τα κέρδη και την ανταγωνιστικότητα, με στόχο να διατηρηθεί η δυναμική της ανάκτησης της απασχόλησης και να αποφευχθεί οποιαδήποτε απώλεια ανταγωνιστικότητας».

Παράλληλα, ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ Μ. Σεντένο, αναφορικά με το προνομοθετημένο μέτρο για τη νέα καρατόμηση των συντάξεων και για τα μηνύματα επανάπαυσης και προσμονής που επιχειρεί να καλλιεργήσει η κυβερνητική προπαγάνδα, χαρακτηριστικά υπογράμμισε μέσα στη βδομάδα: «Δεν θα κρίνω προθέσεις πολιτικής (...). Αναμένω ότι η Ελλάδα δεν θα παρεκκλίνει από τις προηγούμενες δεσμεύσεις της και, ταυτόχρονα, θα χρησιμοποιήσει το φάσμα των πολιτικών επιλογών που ανακύπτουν από την έξοδο του προγράμματος με έξυπνο και υπεύθυνο τρόπο. Το πισωγύρισμα δεν αποτελεί επιλογή».

Συνέχιση των ανατροπών για «μακρά χρονική περίοδο»

Η κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και των αναδιαρθρώσεων με «συνέχιση της δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής προσπάθειας για μια μακρά χρονική περίοδο» αποτελεί το «κλειδί» για τη μακροπρόθεσμη «βιωσιμότητα» του κρατικού χρέους, επισημαίνεται και στην έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) για τη «Νομισματική Πολιτική», η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στην αρχή της βδομάδας.

Η προοπτική αυτή προϋποθέτει μεταξύ άλλων τη «βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας» των επιχειρηματικών ομίλων («άνοιγμα» αγορών και δικτύων μεταφοράς Ενέργειας κ.ά.), μια «επιθετική πολιτική προσέλκυσης στρατηγικών ξένων άμεσων επενδύσεων», δραστικό περιορισμό της μάζας των «κόκκινων» τραπεζικών δανείων, αλλά και τη διαμόρφωση μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής που «θα είναι φιλικότερο προς την ανάπτυξη», στην κατεύθυνση δηλαδή των φορολογικών και άλλων κινήτρων που έρχονται να τονώσουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου.

Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, η απόφαση στο πρόσφατο Γιούρογκρουπ «θα έχει σημαντική συμβολή στην ομαλή έξοδο στις αγορές και στη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας», καθώς οι αποφάσεις, όπως ουσιαστικά επισημαίνουν, κινούνται σε μνημονιακές ράγες.

Ειδικότερα, η έκθεση καταγράφει ότι:

  • Προβλέπεται «ενισχυμένη εποπτεία με όρους αιρεσιμότητας, που θα αποτρέψει τον εκτροχιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής και την εγκατάλειψη των μεταρρυθμίσεων». Σε αυτό το επίπεδο, η ΤτΕ εστιάζει στις ανά τρίμηνο «αξιολογήσεις», τονίζοντας ότι οι εκθέσεις των «θεσμών» θα δημοσιοποιούνται και θα «αξιολογούνται» στην πράξη από την «αντίδραση των αγορών, η οποία θα είναι αδρός δείκτης της καθυστέρησης ή της προόδου».
  • Εξασφαλίζεται «βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα». Την ίδια ώρα, «για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα αποτελεί κλειδί η συνέχιση της δημοσιονομικής και μεταρρυθμιστικής προσπάθειας για μια μακρά χρονική περίοδο».

Ο μνημονιακός «κορσές» προκύπτει και από σενάρια που εξετάζει η ΤτΕ. Σε ένα από αυτά, η αύξηση των επιτοκίων κατά μία εκατοστιαία μονάδα (π.χ. λόγω των εξελίξεων στις διεθνείς χρηματαγορές), σε συνδυασμό με «χαλάρωση της δημοσιονομικής προσπάθειας» κατά 0,7% του ΑΕΠ, «οδηγεί σε αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου πέραν των ορίων που προβλέπονται για τη βιωσιμότητα του χρέους μετά το 2032».


Α. Σ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ