ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 12 Ιούνη 2021 - Κυριακή 13 Ιούνη 2021
Σελ. /48
Να ανεβάσουμε τη συλλογική ικανότητα της «τέχνης να λες την αλήθεια»

Το Συνέδριο γίνεται σε μια περίοδο που επιβεβαιώνεται ακόμα περισσότερο αυτό που ο Μαρξ αναφέρει ως έναν από τους σπουδαιότερους νόμους του καπιταλισμού, ότι η εργατική τάξη (ε.τ.) παράγοντας σε μεγαλύτερη αναλογία κεφάλαιο αναπαράγει σε ακόμα μεγαλύτερη αναλογία όχι μόνο τα μέσα της υποδούλωσης και της καταπίεσής της, αλλά και τα μέσα που κάνουν περιττές όλο και μεγαλύτερες μάζες εργατών. Αυτός ο νόμος αποτελεί συγχρόνως συνέπεια αλλά και όρο ανάπτυξης του καπιταλισμού και ασκεί τεράστια επίδραση στην κατάσταση της ε.τ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Οταν στα τέλη του Μάη η «Microsoft» εξαγόρασε την ελληνική start up «Softomotive», συμφωνία που επίσης παρουσιάστηκε με «διθυράμβους» από την κυβέρνηση, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ζητήσει από τους εργαζόμενους να υπογράψουν τις «εθελούσιες» απολύσεις τους, με τη μετατροπή των συμβάσεων αορίστου χρόνου σε ορισμένου, οι οποίες λήγουν ύστερα από 6 ή 12 μήνες.

Πίσω ακόμα από τις διακηρύξεις για «ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους» κρύβεται ο στόχος να επεκταθεί η τηλεργασία - τηλεκμετάλλευση, να διευκολύνονται οι επενδύσεις στον ελάχιστο δυνατό χρόνο, χωρίς τα εναπομείναντα «εμπόδια» - περιβαλλοντικούς όρους, ενώ στην Παιδεία η τηλεκπαίδευση αξιοποιείται ακόμα και για την καταστολή των μαθητικών αγώνων. Σε πρόσφατες διαφημίσεις στην τηλεόραση προβάλλονταν οι δυνατότητες της τεχνολογίας 5G, ώστε οι μαθητές διαφορετικών χωρών να μπορούν να μοιράζονται σχολικές εμπειρίες, όταν η πλειοψηφία των σχολικών τάξεων δεν έχει καν διαδραστικούς πίνακες και σύνδεση σε αυτόματο internet, ενώ την ίδια στιγμή η τηλεκπαίδευση αποκάλυψε ότι πολύ μεγάλο ποσοστό των μαθητών δεν έχει την απαραίτητη υποδομή ή μια σύνδεση της προκοπής.

Παρ' όλ' αυτά δεν είναι καθόλου αυτονόητο στην πλειοψηφία των εργαζομένων ότι όσο περισσότερο αναπτύσσεται ο καπιταλισμός τόσο λιγότερο ικανοποιεί ο εργάτης τις σύγχρονες ανάγκες του. Οι εργαζόμενοι τείνουν να πιστεύουν το αντίθετο.

Από αυτήν την πλευρά για κάθε κομμουνιστικό κόμμα μπαίνουν δύσκολα καθήκοντα. Ξέρουμε καλά ότι χωρίς την καθημερινή πάλη εναντίον όλων των μέτρων που τείνουν να χειροτερεύουν την κατάσταση της ε.τ., αυτή δεν θα μπορέσει ποτέ να κινητοποιήσει και να οργανώσει τις δυνάμεις της για να ανατρέψει τον καπιταλισμό. Συγχρόνως όμως η ε.τ. δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι με την οικονομική της πάλη παλεύει ενάντια στα αποτελέσματα και όχι στις αιτίες τους, ότι καθυστερεί την προς τα κάτω κίνηση, δεν αλλάζει όμως την κατεύθυνσή της, ότι χρησιμοποιεί καταπραϋντικά φάρμακα που δεν γιατρεύουν όμως την αρρώστια.

Μόνο λοιπόν η οικονομική πάλη, χωρίς την πολιτική, δεν μπορεί να υπηρετήσει αυτό που έχει ανάγκη σήμερα ο λαός μας. Γι' αυτό και οι καπιταλιστές και οι υπηρέτες τους δίνουν τιτάνιο αγώνα για να διαψεύσουν τη μαρξιστική θεωρία της εξαθλίωσης της ε.τ. μέσα στον καπιταλισμό.

Πώς λοιπόν θα απαντήσουμε στα άπειρα ιδεολογήματα της αστικής τάξης με τα οποία καθημερινά βομβαρδίζεται ένας εργαζόμενος;

Πώς δουλεύει μια Οργάνωση για μια αποτελεσματική παρέμβαση των συντρόφων στους χώρους δουλειάς; Θέτει σαν κύρια προϋπόθεση στους μαζικούς χώρους να δουλεύουμε καλά με τη στήλη της «άποψής μας» και γενικά την καθημερινή αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη», ώστε να δεθεί οργανικά και η συνδικαλιστική ανακοίνωση; Είναι ο κανόνας ή η εξαίρεση αυτός ο τρόπος δουλειάς; Πώς αλλιώς η όποια επιτυχία σε κάποια μάχη με την εργοδοσία και το αστικό κράτος θα οδηγεί στην ταξική πολιτική συνειδητοποίηση, ώστε να αποφεύγεται η εύκολη οπισθοχώρηση;

Τι στόχους βάζει λοιπόν μια Οργάνωση εκπαιδευτικών; Τι συζητάμε στα καθοδηγητικά όργανα, στις συνεργασίες, στην αποτίμηση μιας χρονικής περιόδου; Η μάχη της αξιολόγησης π.χ. πρέπει να προχωρήσει με την πολιτική μάχη της ανάδειξης της σχέσης οικονομίας - Παιδείας, την αναπόδραστη σύνδεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης με το αυτόνομο σχολείο. Και αυτό χωρίς καλή γνώση της αρθρογραφίας του «Ριζοσπάστη» δεν θα γίνει...

Υπηρετώντας το σκοπό της πολιτικής πάλης ο κομμουνιστής εκπαιδευτικός, ο ριζοσπάστης εκπαιδευτικός, δεν μπορεί παρά να θέτει τον εαυτό του στην αποκάλυψη των αντικειμενικών νομοτελειών που καθορίζουν την κίνηση της φύσης και της κοινωνίας, να αποκαλύπτει τις πραγματικές αιτίες των κρίσεων, των πολέμων, των εμποδίων και των μηχανισμών που εμποδίζουν την κοινωνία να απολαύσει ολόπλευρα τον πλούτο που παράγει.

Μολονότι έχει τεθεί σε προηγούμενα Συνέδρια, δεν έχει προχωρήσει όσο θα έπρεπε ο στόχος να μην αποξενώνεται ο σχεδιασμός, ο έλεγχος των αποτελεσμάτων της δουλειάς των Οργανώσεων από τη μορφωτική παρέμβασή μας στη νεολαία, την ανάπτυξη απευθείας δεσμών με αυτήν.

Μπορούμε να κάνουμε πολύ μεγαλύτερα βήματα για να έρχεται μια πείρα πώς δουλέψαμε στο χώρο της Εκπαίδευσης με το «κόκκινο Αερόστατο», το «Και όμως κινείται», την ΚΟΜΕΠ; Πώς θα βοηθήσουμε τους συντρόφους που δεν τα δουλεύουν; Για τα μαθήματα της Ιστορίας, των κοινωνικών επιστημών υπάρχουν τόσα βιβλία να αξιοποιήσουμε, όπως η έκδοση για το 1821, βιβλία της «Σύγχρονης Εποχής» για τη Γαλλική Επανάσταση, εκλαϊκευτικές εκδόσεις για τη μετάβαση στον καπιταλισμό («Η Ευρώπη στο προσκήνιο») κ.ά. Εδώ αντικειμενικά η ευθύνη των ΤΕ είναι μεγάλη.

Από αυτήν την πλευρά εκτιμώ ότι στις προσυνεδριακές Θέσεις υπάρχει μια πολύ μικρή αναφορά για το ρόλο και την παρέμβαση των εκπαιδευτικών. Προτείνω στο πρώτο κείμενο στο τέλος της θέσης 41 να προστεθεί το εξής: «Κρίσιμη είναι η στάση του προοδευτικού, του κομμουνιστή εκπαιδευτικού να συμβάλει με επιστημονικό τρόπο στην ταξική ερμηνεία της κοινωνικής δραστηριότητας, να εστιάσει την προσοχή του στη διαμόρφωση προϋποθέσεων ώστε απ' όλα τα μαθήματα να ξεπροβάλλει η πίστη στη δυνατότητα του ανθρώπου να γνωρίσει και να αλλάξει τον κόσμο. Στην παρέμβαση και στην επικοινωνία του με μαθητές και γονείς να μπολιάσει την απαιτητικότητα για την Παιδεία που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του 21ου αιώνα».


Νίκος Δάρδαλης
Μέλος του Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής των Εκπαιδευτικών Αττικής του ΚΚΕ

Εκπαίδευση και ανάπτυξη των στελεχών και ιδεολογική μόρφωση: Σοβαροί κρίκοι για την επαναστατική εξέλιξη του Κόμματος

Το πρώτο κείμενο των Θέσεων, κατά τη γνώμη μου, είναι μια πρώτη θετική απάντηση της ΚΕ στους προβληματισμούς που θέτει το περιεχόμενο του ίδιου του κειμένου.

Σε μεγάλο βαθμό είναι ένα αντικειμενικό καθρέφτισμα της κατάστασης, του επιπέδου του Κόμματος σήμερα, μπροστά στις προοπτικές που ανοίγονται και πρέπει να βρεθούμε έτοιμοι.

Το 21ο Συνέδριο, όπως κάθε δραστηριότητα, κάθε πράξη μας, αποτελεί μέρος του συνολικότερου σχεδίου μας προς υλοποίηση. Είναι ένα ερώτημα πόσο το κατανοούμε αυτό στελέχη, μέλη, οπαδοί και φίλοι του Κόμματος, και αντίστοιχα την ευθύνη που αναλογεί στον καθένα μας. Είναι ένα ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε, εκ των πραγμάτων, με βάση το κείμενο.

Η εκπαίδευση και η ανάπτυξη των στελεχών γίνεται κομβικό ζήτημα για την πορεία και την επαναστατική εξέλιξη του Κόμματος. Το ζήτημα αυτό, που όπως το έχουμε εντοπίσει εμείς, το έχει εντοπίσει και ο αντίπαλος, είναι πολυσύνθετο.

Ο αντίπαλος δεν επιδρά άμεσα, κάποιες φορές μπορεί να συμβεί κι αυτό, αλλά κυρίως στο πλαίσιο συνολικά του συστήματός του. Επιδρά με τη διαμόρφωση των συνθηκών ζωής μας, επιδρά στον τρόπο και στην οργάνωση της σκέψης μας, τελικά στη συνείδησή μας.

Ποιο είναι όμως το απαραίτητο στοιχείο για την κατάλληλη εκπαίδευση - ανάπτυξη των στελεχών;

Είναι η θεωρητική - ιδεολογική κατάρτιση; Είναι! Είναι η πείρα από την κομματική, πολιτική, συνδικαλιστική παρέμβασή του; Είναι! 'Η είναι το να βγάζει τα απαραίτητα συμπεράσματα από την πείρα της κομματικής, πολιτικής, συνδικαλιστικής παρέμβασής του, μέσα από τη θεωρητική - ιδεολογική κατάρτισή του; Είναι και αυτό!

Ομως, κατά τη γνώμη μου, είναι και κάτι άλλο που πρέπει να δούμε. Αυτό είναι ο χαρακτήρας. Που η διαμόρφωσή του γίνεται σε μεγάλο βαθμό πριν έρθει σε επαφή με τα παραπάνω απαραίτητα στοιχεία. Εδώ φαίνεται και το νόημα της δουλειάς μας στις νεότερες ηλικίες, αλλά και στη συνέχεια, η βοήθεια στην ΚΝΕ από μεριάς του Κόμματος.

Πρέπει να αποκτήσουμε καθοδηγητικό πνεύμα ασυμβίβαστο με τις δυσκολίες. Συχνά παραπονιόμαστε ότι «ο πήχης είναι ψηλά» ή απ' την άλλη όταν ο πήχης είναι χαμηλά, δεν επισημαίνουμε πάντα ότι κακώς είναι εκεί. Δείχνοντας πάντως συχνά δυσκολία να τον περάσουμε και στις δύο περιπτώσεις.

Αυτό όμως που προηγείται τελικά είναι η απόφαση ότι «θα τον περάσω τον πήχη, θα προσπαθήσω γι' αυτό», και αυτό να είναι δεδομένο, ανεξάρτητα σε ποιο ύψος τελικά μπαίνει. Αυτό πρέπει να το κατακτάμε ως στελέχη και την ίδια ώρα να το διαμορφώνουμε σε νεότερους και παλιότερους. Αυτό θα μας ενισχύει για να δρούμε σαν μια γροθιά, να δρούμε ο καθένας έχοντας πλάτες, την αυξημένη συλλογική ευθύνη των Οργάνων. Οταν έχει συμβεί στο παρελθόν, έχουμε δει αποτελέσματα.

Η πείρα που έχει συσσωρευτεί δείχνει την ανάγκη να αξιοποιήσουμε με θάρρος στελέχη και μέλη, για στήριξη και βοηθητική δουλειά, που να πλαισιώνουν τις ΤΕ και τα Γραφεία τους. Να ξεφύγουμε, όσο είναι δυνατό, από την πολυχρέωση που αναπόφευκτα, αρκετές φορές, οδηγεί στο να αφήνουμε στην άκρη σοβαρούς, απαραίτητους τομείς δουλειάς.

Ο φαύλος κύκλος «δεν έχουμε τις κατάλληλες δυνάμεις, δεν μπορεί να ενισχυθεί η δουλειά μας - η δουλειά μας δεν ενισχύεται, γιατί δεν έχουμε το κατάλληλο δυναμικό» πρέπει να σπάσει και θα σπάσει, ακόμα κι αν ματώσουμε.

Διαθέτοντας όμως, για την υπόθεση αυτή, την κατάλληλη διάθεση, που να προκύπτει από το αντικειμενικό της στρατηγικής μας, και όχι να πνίγεται η προσπάθειά μας αυτή στην τυπική και ρουτινιάρικη καθημερινή διεκπεραίωση των κομματικών ζητημάτων.

Αν αρχίσουμε να ξεπερνάμε όπως η ΚΕ, σε σημαντικό βαθμό, το να απορροφούμαστε από την καθημερινότητα και την πίεσή της, προσαρμόζοντας στη συνέχεια δημιουργικά τη δράση μας με βάση την επικαιρότητα, χωρίς να εγκαταλείπουμε την εξυπηρέτηση του συνολικότερου σχεδιασμού μας, θα έχουμε κάνει ένα σοβαρό συνολικό βήμα.

Δεν είναι τυχαία η προσπάθεια της «Σύγχρονης Εποχής» με εκδόσεις που διαπαιδαγωγούν μέσα από το παράδειγμα της ζωής και δράσης στελεχών του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος της χώρας μας και διεθνώς.

Από τον «Καμό», τον μπολσεβίκο Γεωργιανό επαναστάτη, που πέρασε δυο χρόνια κάνοντας τον τρελό στο τρελοκομείο για να καταφέρει να αποδράσει, τον Τζερζίνσκι, τον Ιταλό Τζερμανέτο, τον ηρωικό Τέλμαν, τον Γάλλο Μαρτί, που ως ναύτης έδρασε στις συνθήκες του Α' Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού Πολέμου και της Οκτωβριανής Επανάστασης, κ.ά. 'Η τους δικού μας, που αναφέρονται στην έκδοση «Δεν αναγνωρίζω κανένα νόμο σας. Ούτε το κράτος σας...», με τα 28 μέλη της ΚΕ, όπως ο Μπελογιάννης, ο Κτιστάκης, ο Λιγδόπουλος, ο Αναστασιάδης και τόσοι άλλοι. Στελέχη που ήταν από διανοούμενοι που πέρασαν με το μέρος της εργατικής τάξης και το Κόμμα της, μέχρι εργατόπαιδα, που πριν μπορεί να αλήτευαν κιόλας, να φτάνουν να δίνουν και τη ζωή τους.

Με το πρόσφατο φευγιό του σ. Μαΐλη, του σ. Μπούτα, αλλά και άλλων συντρόφων, συνειδητοποιώ πιο βαθιά, με όσα έγραφαν στον «Ριζοσπάστη» κυρίως νεότεροι σύντροφοι, το στίγμα που πρέπει να αφήνουμε πίσω μας, το εκτόπισμα που πρέπει να έχουμε στη δράση μας, παίρνοντας σήμερα τα αντίστοιχα παραδείγματα και εμείς.

Είναι γνωστό ότι χωρίς καύσιμο το αυτοκίνητο όσο και να το σπρώξεις δεν πάει μακριά, θα μείνει παρακάτω. Καύσιμο για μας είναι η ιδεολογία μας, η μόρφωσή μας με αυτή, αφομοιώνοντας ιστορικά συμπεράσματα και συνδυάζοντάς τα με τα πολιτικά καθήκοντα και τη δράση μας.

Αυτό είναι απαραίτητο για να αποκτήσουμε σε μεγαλύτερο βαθμό τη δυνατότητα να είμαστε δεμένοι με τα προβλήματα του λαού, που τα ζούμε και εμείς. Αλλά ταυτόχρονα να στεκόμαστε ψηλότερα απ' αυτά, κατανοώντας, εμπνεόμενοι απ' το μέλλον, τη σημερινή πραγματικότητα, για να την ξεπεράσουμε.

Στη διαδικασία αυτή μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη συλλογικά εκτιμημένη πείρα από τη δράση μας, είτε σε κεντρικό επίπεδο είτε σε κάθε Τομέα και ΚΟΒ. Φυσικά, πρέπει πρώτα να βρίσκει περισσότερο χώρο και χρόνο, στα Οργανα και τις ΚΟΒ, η εκπαίδευση και η προσπάθεια της αποτύπωσης των συμπερασμάτων της δράσης.

Το ανέβασμα της ιδεολογικής μας μόρφωσης πρέπει να παίρνει υπόψη την πολύ παλιά απόσπαση της πνευματικής από την πρακτική εργασία, αλλά και τις νέες δυσκολίες που προκύπτουν. Αυτό το συναντάμε και με την εξής μορφή στις δυνάμεις μας: «Δεν χρειάζεται να ξέρω την ιδεολογία και την πολιτική μας σε βάθος για να δράσω, και μάλιστα αποτελεσματικά». Αυτό είναι ένας εμπειρισμός που δύσκολα ξεπερνιέται όταν αποκτηθεί ως αντίληψη.

Φοράμε τα καλά μας, δίνουμε τη μάχη για την επιτυχία του Συνεδρίου!


Βασίλης Θεοδωρόπουλος
Μέλος του Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής Αιτωλοακαρνανίας του ΚΚΕ

Για τις σχέσεις της Ελλάδας και των χωρών της ΝΑ Μεσογείου

Στο δεύτερο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ γίνεται αναφορά στην προσπάθεια της αστικής τάξης της Ελλάδας να αναβαθμίσει τον γεωπολιτικό της ρόλο συμμετέχοντας ενεργά στους στρατιωτικούς και πολιτικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και ΕΕ, ενώ τονίζει και την φιλοδοξία της να αναβαθμίσει τις θέσεις της σε Βαλκάνια και Νοτιοανατολική Μεσόγειο, όπου έχει μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Με το παρόν κείμενο γίνεται προσπάθεια να φωτιστούν πλευρές αυτής της προσπάθειας πιο ειδικά για την περιοχή της ΝΑ Μεσογείου.

Η περιοχή της Μέσης Ανατολής και της ΝΑ Μεσογείου έχει μεγάλη γεωγραφική σημασία, αποτελεί πέρασμα εμπορευμάτων και αγωγών Ενέργειας, περιοχή πλούσια σε υδρογονάνθρακες. Τις τελευταίες δεκαετίες, χώρες όπως τα ΗΑΕ (Ντουμπάι) αποτελούν σημείο εισόδου και επανεξαγωγής προϊόντων τόσο για χώρες της περιοχής όσο και γειτονικών αφρικανικών και ασιατικών. Ταυτόχρονα, αναπτύσσονται τομείς όπως η έρευνα και οι νέες τεχνολογίες με χαρακτηριστικά παραδείγματα το Ισραήλ (σύμφωνα με τη «Wall Street Journal» από το 2015 το Τελ Αβίβ βρίσκεται στην τρίτη θέση των 12 σημαντικότερων πόλεων όπου αναπτύσσεται υψηλή τεχνολογία) και τα ΗΑΕ που είναι η πρώτη αραβική χώρα που έστειλε διαστημικό σκάφος στον πλανήτη Αρη.

Αρκετές χώρες της περιοχής, όπως Σαουδική Αραβία (ΣΑ) και ΗΑΕ, μεταρρυθμίζουν την οικονομία τους επενδύοντας στη βιομηχανία, στις τηλεπικοινωνίες, στον τουρισμό, στο εμπόριο και τα logistics. Οι τιμές του πετρελαίου και οι εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία επιδεινώνουν την κατάσταση πολλών χωρών της περιοχής, αυξάνοντας την ανεργία και τη φτώχεια, όπως σε Λίβανο και Ιορδανία, οδηγούν σε αλλαγές όπως η εισαγωγή φορολογικού συστήματος στη ΣΑ. Ταυτόχρονα αναπτύσσονται νέες σχέσεις και συμμαχίες που συνδέονται άμεσα με ζητήματα της οικονομίας και οξύνουν ανταγωνισμούς και αντιθέσεις (παράδειγμα: η σύναψη σχέσεων μεταξύ ΗΑΕ - Ισραήλ οδήγησε στην απευθείας σύνδεση Ισραήλ - ΗΑΕ μέσω του λιμανιού της Χάιφα, σύνδεση που χαρακτηρίστηκε ιστορική για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες στην περιοχή και ταυτόχρονα όξυνε ανταγωνισμούς και αντιθέσεις όπως με την αγορά του ιδιωτικοποιημένου λιμανιού της Χάιφα μεταξύ Τουρκίας και ΗΑΕ).

Οι αλλαγές στην οικονομία οδηγούν σε ανάπτυξη εργατικών και λαϊκών κινητοποιήσεων όπως των εκπαιδευτικών και άλλων κλάδων στην Ιορδανία, τις λαϊκές κινητοποιήσεις και συγκρούσεις σε Λίβανο και Ιράκ. Την κατάσταση αυτή αξιοποιούν εσωτερικές και εξωτερικές δυνάμεις για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων (δες «Αραβική Ανοιξη»).

Η περιοχή παραμένει πεδίο σφοδρών αντιπαραθέσεων, μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ - ΝΑΤΟ και Ρωσίας - Κίνας, αλλά και μεταξύ τοπικών δυνάμεων όπως Τουρκία - Ιράν - ΣΑ και Ισραήλ, τόσο στα μέτωπα των πολεμικών συγκρούσεων (Συρία, Λιβύη) όσο και στις υπόλοιπες χώρες. Στο Ιράκ, παρά την έντονη παρουσία αμερικανικών δυνάμεων έχει σοβαρή παρέμβαση το Ιράν, όπου, εκτός των άλλων, παίζει σημαντικό ρόλο στον ενεργειακό τομέα μέσω εξαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ έχει σημαντική παρουσία στις κατασκευές και στις εξαγωγές δομικών υλικών. Η Τουρκία θεωρείται στρατηγικός οικονομικός εταίρος με ισχυρή σχετικά παρουσία στην ιρακινή αγορά και σημαντικό ρόλο στις εξαγωγές πετρελαίου. Η Κίνα έχει επενδύσει κυρίως στον πετρελαϊκό τομέα (το Ιράκ είναι ο δεύτερος σημαντικότερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας) και επιδεικνύει έντονη κινητικότητα για την ανάληψη έργων στο πλαίσιο της ανασυγκρότησής του. Ταυτόχρονα αποτελεί τον μεγαλύτερο εξαγωγέα και εισαγωγέα προϊόντων στην ΣΑ. Είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Ισραήλ (το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών αυξήθηκε κατά 402% την τελευταία δεκαετία, φτάνοντας περίπου τα 14 δισ. δολ. το 2018). Η Αίγυπτος είναι λήπτρια μεγάλης ευρωπαϊκής αναπτυξιακής βοήθειας (την περίοδο 2007-2013 έλαβε 1 δισ.) ενώ κορυφαίοι επενδυτές είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, το Βέλγιο. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν στρατιωτικές βάσεις όπως του Ηνωμένου Βασιλείου στην Κύπρο, της Ρωσίας στη Συρία, των ΗΠΑ σε Ιράκ, Συρία, Περσικό Κόλπο, της Τουρκίας στο Κατάρ και της Κίνας στο Τζιμπουτί.

Η αστική τάξη της Ελλάδας φιλοδοξεί να αναβαθμίσει τις θέσεις της στην περιοχή τόσο με τη σύναψη οικονομικών σχέσεων και ανάπτυξη ελληνικών επενδύσεων όσο και με την προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων από κεφάλαια της περιοχής στην Ελλάδα. Ενισχύει την στρατιωτική της παρουσία μέσω διμερών συμφωνιών και με αποστολή στρατιωτικών μονάδων («Πάτριοτ» στη ΣΑ, πλοία στον Περσικό Κόλπο).

Στο οικονομικό επίπεδο, ελληνικές εταιρείες εξάγουν στην ευρύτερη περιοχή αγροτικά προϊόντα, προϊόντα χημικής βιομηχανίας, μετάλλου και φάρμακα (δες πίνακα). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Λίβανος όπου η Ελλάδα παραμένει διαχρονικά ένας εκ των πρώτων 4 εμπορικών εταίρων του, η τρίτη μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Αντίστοιχα οι εισαγωγές προς την Ελλάδα είναι κύρια σε πετρελαϊκά προϊόντα. Το 2018-2019 το Ιράκ υπήρξε ο σημαντικότερος προμηθευτής μας σε πετρέλαιο υποσκελίζοντας τη Ρωσία. Εισαγωγές γίνονται και σε άλλα προϊόντα όπως τρόφιμα, αγροτικά, βιομηχανικά προϊόντα, χαρτί.

Στο τομέα των επενδύσεων οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν μεγάλη δραστηριότητα σε μια σειρά χώρες με πιο έντονη την παρουσία στην Αίγυπτο, όπου το συνολικό των επενδυμένων ελληνικών κεφαλαίων εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 779 εκατ. Ορισμένες από τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι οι ΤΙΤΑΝ, Alumil, Κεραμουργεία Β. Ελλάδος. Στα ΗΑΕ εκτιμάται ότι δραστηριοποιούνται περίπου 300 ελληνικές επιχειρήσεις σε τομείς όπως η κτηματαγορά, το εμπόριο, οι επισκευές αυτοκινήτων, επαγγελματικές - επιστημονικές - τεχνικές δραστηριότητες, σε πληροφορική - επικοινωνίες. Σε Ιράκ και ΣΑ υπάρχει έντονη παρουσία ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών. Στο Κατάρ δραστηριοποιούνται οι εταιρείες ΑΚΤΩΡ, ΤΕΡΝΑ, J-P ΑΒΑΞ, DS STEEL και ΑΡΧΙΡΟΔΟΝ σε έργα υποδομής. Πρόσφατα ψηφίστηκε στη Βουλή σύμβαση για τη βιομηχανική συνεργασία με το Κουβέιτ, η οποία εκτιμάται ότι θα δώσει δυνατότητα σε ελληνικές εταιρείες να πάρουν σημαντικό μερίδιο από κατασκευαστικά έργα εκεί μέχρι το 2035.

Η ελληνική διπλωματία κάνει έντονη προσπάθεια σύναψης οικονομικών σχέσεων και προσέλκυσης επενδύσεων προς την Ελλάδα με συναντήσεις, συνέδρια, φόρα κ.λπ... Είναι χαρακτηριστικό το ενδιαφέρον Ισραηλινών επενδύσεων όπως για την ΕΛΒΟ και το real estate στη Θεσσαλονίκη. Οι καταγεγραμμένες άμεσες επενδύσεις από το Ισραήλ στην Ελλάδα συγκεντρώνονται στους κλάδους ακινήτων, τουριστικών υποδομών, ξενοδοχείων και χρηματοπιστωτικών - ασφαλιστικών δραστηριοτήτων. Αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομίας των ΗΑΕ, το απόθεμα των Αμεσων Εμιρατινών επενδύσεων στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο 2016 έφτασε σε 156 εκατ. δολάρια, σε τομείς όπως το φάρμακο, υποδομές, ναυπηγεία, γεωργία, παραγωγή Ενέργειας, τουρισμό, εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, κατασκευών, κεραμευτικής βιομηχανίας, χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, πληροφορικής - επικοινωνιών.

Συμπερασματικά. Η ελληνική αστική τάξη «βλέπει» την περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου ως πεδίο επενδύσεων, ως μεγάλη αγορά. Αυτό καθορίζει τη συνολική της στάση και αποτελεί παράγοντα όξυνσης των ανταγωνισμών τόσο με την Τουρκία όσο και με άλλες δυνάμεις. Κινείται σε όλα τα επίπεδα, μέσω ελληνικών επενδύσεων στην περιοχή, με την αύξηση των εξαγωγών προς τις χώρες και ταυτόχρονα με την προσέλκυση όσο το δυνατό περισσότερων επενδύσεων προς την Ελλάδα και την σύναψη συμμαχιών. Η στρατιωτική παρουσία έρχεται να ενισχύσει την παρουσία της ως δύναμης στην περιοχή, με στόχο να παίξει ακόμα πιο πολύπλευρο ρόλο.

Σημείωση: Τα στοιχεία προέρχονται από τις εκθέσεις των ΟΕΥ του υπουργείου Εξωτερικών


Οδυσσέας Μαάιτα
Μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Περιοχής Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ

Ο ανταγωνισμός ΕΕ, ΗΠΑ, Κίνας στις νέες τεχνολογίες και η κατεύθυνση της έρευνας στην ΕΕ

Στο 2ο κείμενο περιγράφεται ο ανταγωνισμός μεταξύ ΕΕ, ΗΠΑ, Κίνας και στη θ.3 η τάση προστατευτισμού των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, που είναι η επίσημη εμπορική πολιτική της ΕΕ από το 2015. Παρακάτω σκιαγραφούνται πλευρές αυτής της πολιτικής, πώς εκφράζεται στο πρόγραμμα Horizon Europe και την επίδραση στην έρευνα. Το παρόν κείμενο στοχεύει να βοηθήσει στον προσυνεδριακό διάλογο, στην περαιτέρω ανάλυση πλευρών της πολιτικής της ΕΕ και στην επιχειρηματολογία μας.

Η προσπάθεια της ΕΕ για αναβάθμιση της θέσης της στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα «Απόκτηση ηγετικού ρόλου», όπως συνήθως αναφέρεται, βασίζεται στην απόφαση του 2015 να ακολουθήσει μια «Ανοικτή στρατηγική αυτονομία» («Open Strategic Autonomy») χαράσσοντας αυτόνομη πολιτική από τις ΗΠΑ και την Κίνα και υποστηρίζοντας πιο δυναμικά τα συμφέροντά της. Αυτή η τάση είναι δυναμική, έχει πισωγυρίσματα και αντιφάσεις, καθώς δεν περικλείει το σύνολο των συμφερόντων της ΕΕ (ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις), όμως τουλάχιστον την περίοδο 2021 - 2024 είναι επικρατούσα. Επίσης υπάρχει και συντελείται αντιφατικά μαζί με την περαιτέρω διείσδυση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων σε ξένες αγορές στο πλαίσιο των αλληλεξαρτήσεων στον καπιταλισμό.

Η πραγματικότητα είναι ότι η ΕΕ στον παγκόσμιο ανταγωνισμό θέλει να μειώσει την παραγωγική/οικονομική εξάρτηση από Κίνα, Αμερική στο βιομηχανικό και από Ρωσία στον ενεργειακό τομέα. Η αυτονομία στην παραγωγή προϋποθέτει αυτονομία σε πρώτες ύλες, Ενέργεια και εργατικό δυναμικό.

Αυτονομία στις πρώτες ύλες σημαίνει ότι οι πρώτες ύλες που αγοράζει η ΕΕ από ξένα μονοπώλια πρέπει να μένουν στην ιδιοκτησία της ΕΕ μετά το τέλος της ζωής των προϊόντων, ώστε να μειωθεί το ποσοστό αγοράς νέων υλών και να αυξηθεί το ευρωπαϊκό αποθεματικό πρώτων υλών, να ξαναμπούν στην παραγωγή. Ετσι, διακηρυγμένοι στόχοι της ανακύκλωσης και της κυκλικής οικονομίας στοχεύουν να παραμείνουν οι πρώτες ύλες στην ΕΕ και να επαναχρησιμοποιηθούν, μειώνοντας μεσοπρόθεσμα την εξάρτηση από Κίνα, Νότια Αμερική για σπάνιες γαίες και πρώτες ύλες. Για παράδειγμα, στις μπαταρίες για την ηλεκτροκίνηση θέλουν την ανακύκλωση των στρατηγικών υλικών, τα οποία διαχειρίζονται μονοπώλια από άλλες χώρες και των οποίων οι τιμές θα αυξηθούν στο μέλλον. Δεν πρόκειται για μια ολοκληρωμένη στρατηγική ανακύκλωσης, καθώς για πολλά υλικά δεν «συμφέρει» η ανακύκλωσή τους με σημερινές τιμές.

Στον τομέα της Ενέργειας, η ΕΕ είναι εξαρτημένη για πετρέλαιο και αέριο από ΗΠΑ και Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα υπερτερεί στην εξέλιξη των ΑΠΕ και συστημάτων υδρογόνου. Γι' αυτό προκρίνεται η λύση των ΑΠΕ και του υδρογόνου για αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων με πρόσχημα την απανθρακοποίηση και την κλιματική αλλαγή. Το υδρογόνο μπορεί να αντικαταστήσει το πετρέλαιο σε εφαρμογές όπου η ηλεκτροκίνηση δεν είναι συμφέρουσα, αστικά λεωφορεία, εμπορικούς στόλους (αεροπλάνα, ταξί). Η ενεργειακή αυτονομία της ΕΕ σημαίνει παραγωγή Ενέργειας μέσω ΑΠΕ και αποθήκευση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σε υδρογόνο. Εάν το καταφέρουν πρώτοι, θα ενισχύσουν και τους αντίστοιχους ενεργειακούς περιορισμούς στον ευρωπαϊκό χώρο, ώστε να αποκτήσουν πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών.

Τρίτον, υπάρχουν σενάρια επιστροφής μεσαίων βιομηχανιών σε ευρωπαϊκό έδαφος, όσο μειώνεται το εργατικό κόστος στην Ευρώπη και αυξάνεται στην Κίνα. Επιπλέον κίνητρα, όπως δασμοί από τον εμπορικό πόλεμο που μαίνεται, η καλύτερη στελέχωση και η εγγύτητα στην ευρωπαϊκή αγορά προωθούν στην υλοποίηση τέτοιων σεναρίων. Επίσης, υπάρχει ο εφικτός φόβος για την επανάληψη του φιάσκου με την τεχνολογία των φωτοβολταϊκών, που η ανάπτυξή τους χρηματοδοτήθηκε στην Ευρώπη αλλά τελικά επικράτησαν στην αγορά τα κινεζικά μονοπώλια έναντι των ευρωπαϊκών. Για να επιτευχθεί όμως μια τέτοια παραγωγική αυτονομία, με βάση το υπάρχον «εργατικό κόστος», μονόδρομος είναι η αυτοματοποίηση και η ψηφιοποίηση της παραγωγής. Ετσι με ελάχιστο προσωπικό γίνεται δυνατή η παραγωγή στην Ευρώπη και η επιστροφή παραγωγικών μονάδων από την Κίνα, υψηλής τεχνολογίας και παραγωγικότητας, όχι όλων των εγκαταστάσεων.

Πώς παρουσιάζεται όμως στους Ευρωπαίους ερευνητές στο στρατηγικό σχέδιο Horizon Europe η ενίσχυση της έρευνας και τεχνολογίας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων με 100 δισ. ευρώ προς αυτήν την κατεύθυνση; Εδώ χρειάζονται εύηχοι τίτλοι, όπως πράσινη ανάπτυξη, καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, ανακύκλωση, 4η βιομηχανική επανάσταση, ψηφιακός μετασχηματισμός.

Πώς μεταφράζεται η «αυτονομία» από την ΕΕ στην έρευνα και τεχνολογία μεταξύ 2021 - 2027; Η «προώθηση μιας ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας με ανάληψη ηγετικού ρόλου στην ανάπτυξη... αναδυόμενων τεχνολογιών...» είναι στις 4 προτεραιότητες της ΕΕ στο Horizon Europe και συνδέεται άρρηκτα με τη «βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων» και τη «μετατροπή της Ευρώπης στην πρώτη κυκλική, κλιματικά ουδέτερη και βιώσιμη οικονομία που θα βασίζεται στις ψηφιακές τεχνολογίες». Αυτό σημαίνει ότι η συντριπτική πλειοψηφία της ευρωπαϊκής έρευνας σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα τα επόμενα 6 χρόνια θα έχει ως μπούσουλα τον παραπάνω στρατηγικό στόχο, είτε χρηματοδοτηθεί κατευθείαν από το Horizon Europe ή από περιφερειακά κοινοτικά προγράμματα. Η ανισόμετρη ανάπτυξη μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών ερευνητικών κέντρων - ιδρυμάτων έχει ενταθεί και θα δυσκολέψει η δυνατότητα εξασφάλισης χρηματοδότησης σε σειρά χωρών της ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Στο 7ο κοινοτικό πλαίσιο π.χ., το 10% της χρηματοδότησης κατέληξε σε 20 κέντρα.

Εύκολα συνειδητοποιεί κανείς ότι οι ερευνητές δεν μπορούν να επιλέξουν ελεύθερα την έρευνα που κάνουν, αναγκάζονται να την κατευθύνουν σε αυτό τον «στενό κορσέ», να την καμουφλάρουν προς αυτήν την κατεύθυνση ή να μείνουν χωρίς χρηματοδότηση, άνεργοι, χωρίς δυνατότητα να εργασθούν στο επιστημονικό τους αντικείμενο. Ερευνητικά προγράμματα, διδακτορικά, επιστημονικά συνέδρια κινούνται στην παραπάνω κατεύθυνση, επιτελώντας ερευνητικό έργο που θα είναι αποσπασματικό, μη ολοκληρωμένο και μακριά από τις πραγματικές απαιτήσεις των καιρών. Στην ουσία κατασπαταλιούνται δισ. ευρώ, χρόνια έρευνας και εργασίας των ερευνητών για να μπορέσουν τα ευρωπαϊκά μονοπώλια να αντέξουν στο διεθνή ανταγωνισμό.

Οι ερευνητές στην Ελλάδα και στην Ευρώπη πρέπει καταρχήν να συνειδητοποιήσουν τη σύνδεση της έρευνας με τις πολιτικές στοχεύσεις της ΕΕ. Εμείς μπορούμε να συμβάλουμε ώστε να απευθυνθούμε στους ερευνητές με ορολογία που τους είναι αντιληπτή, «στη γλώσσα τους», ώστε να κατανοηθούν τα στενά πλαίσια της έρευνας που μας έχουν τεθεί στον καπιταλισμό. Εντέλει ότι στον καπιταλισμό οι στόχοι για την έρευνα βάζουν εμπόδια και φρενάρουν τη δυνατότητα για επιστημονικές και τεχνολογικές ανακαλύψεις που θα βοηθούσαν την κοινωνία να αναπτυχθεί.

Συνολικά, η ΕΕ προετοιμάζεται για τη σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας στα τέλη της δεκαετίας με τη διαφαινόμενη αλλαγή στην κορυφή της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, στο παραγωγικό/οικονομικό της σκέλος. Οι ερευνητές στην Ευρώπη πρέπει να χειραφετηθούν ιδεολογικά από την πολιτική της ΕΕ, να μη γίνουν ουρά της αντίδρασης και να στηρίξουν επιστημονικά τη σύγχρονη εργατική τάξη στην πάλη της για την εξουσία.


Π. Ν.
Κομματική Οργάνωση Εξωτερικού του ΚΚΕ

Σχετικά με την παρέμβασή μας στους Υποψήφιους Διδάκτορες

Αρχικά, συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του Κόμματός μας.

Εχοντας υπόψιν τον κεντρικό άξονα του Συνεδρίου που αφορά το πώς θα γίνει ακόμα πιο διακριτός ο ρόλος του ΚΚΕ στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα ως ισχυρής οργανωμένης ιδεολογικοπολιτικής εργατικής - λαϊκής πρωτοπορίας, ως ο φορέας νέων ιδεών της επαναστατικής κοινωνικής προοπτικής, θα ήθελα να μεταφέρω κάποιες σκέψεις μου σχετικά με την κατάσταση και την δουλειά μας στους νέους ερευνητές - υποψήφιους διδάκτορες (ΥΔ).

Οι ΥΔ είναι νέοι ερευνητές που κάνουν τα πρώτα τους βήματα στον χώρο της έρευνας και ήδη από το ξεκίνημα έρχονται αντιμέτωποι με μια σειρά δυσκολιών. Πρώτη και κύρια η χρηματοδότησή τους. Για το 38,7% όσων ολοκλήρωσαν την διατριβή τους το 2019, η κύρια πηγή χρηματοδότησης ήταν προσωπικές αποταμιεύσεις και βοήθεια από την οικογένειά τους*. Σαν δεύτερη πηγή χρηματοδότησης (31,3%) εμφανίζονται οι υποτροφίες από Ιδρύματα στην Ελλάδα. Ηδη, από αυτό το πρώτο στοιχείο, καταλαβαίνουμε ότι η ερευνητική εργασία σχεδόν 4/10 ΥΔ δεν αμείβεται καν! Μάλιστα, αυτή η εργασία πολλές φορές επιχειρείται να συγκαλυφθεί υπό το πέπλο των «σπουδών» από Διοικήσεις Ιδρυμάτων, Καθηγητές κ.α. για να αποφύγουν τις οποιεσδήποτε υποχρεώσεις τους απέναντι σε εργαζόμενους ερευνητές. Ακόμα, οι περισσότεροι ΥΔ που χρηματοδοτούνται μέσω υποτροφιών παραμένουν ανασφάλιστοι, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των υποτροφιών δεν περιέχουν πρόβλεψη για ασφάλιση, ενώ όσοι αμείβονται με Τίτλο Κτήσης για την εργασία τους στα πλαίσια ερευνητικών προγραμμάτων δεν συμπληρώνουν επαρκή αριθμό ενσήμων για να θεωρηθούν ασφαλισμένοι. Εν τέλει, οι μόνοι που έχουν ασφάλιση είναι όσοι έχουν μπλοκάκι, οι οποίοι την πληρώνουν από τα έσοδά τους. Αν μαζί με τα παραπάνω βάλουμε και την παντελή έλλειψη ωραρίου, τις ανύπαρκτες άδειες, γενικά την απουσία οποιουδήποτε κατοχυρωμένου εργασιακού δικαιώματος, θα δούμε να σχηματίζεται αδρά η εικόνα της εκμετάλλευσης στον χώρο αυτό.

Η παρέμβαση του Κόμματος και η αύξηση των οργανωμένων μας δυνάμεων στους ΥΔ είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη γνώμη μου, διότι:

Αποτελούν σημαντικό αριθμητικά κομμάτι των εργαζομένων των Ιδρυμάτων.

Ενα μέρος τους αποτελεί τους αυριανούς ακαδημαϊκούς δασκάλους.

Οσοι δεν πάρουν τον ακαδημαϊκό δρόμο θα ενταχθούν ως νέοι εργαζόμενοι στην παραγωγή. Αύξηση στους κομμουνιστές ερευνητές μεταφράζεται σε αυριανή αύξηση στους κομμουνιστές εργαζόμενους.

Σημαντικό κομμάτι της στρατηγικής της αστικής τάξης παράγεται και υλοποιείται στα Πανεπιστήμια. Είτε αυτό αφορά έρευνα σε τεχνολογίες (π.χ. έρευνα με γνώμονα το επιχειρηματικό κέρδος, πατέντες, ερευνητικά για ΝΑΤΟ, FRONTEX κ.λπ.) είτε αφορά θεωρητικές επεξεργασίες με σκοπό την ιδεολογική παρέμβαση.

Η θέση τους και η γνώση τους πάνω στο επιστημονικό αντικείμενό τους τους καθιστά σημαντικούς στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Σαν κομμουνιστές έχουμε χρέος να παρεμβαίνουμε και να οργανώνουμε τον αγώνα από το πιο μικρό έως το πιο μεγάλο ζήτημα που απασχολεί τους ΥΔ, φωτίζοντας όμως την αιτία του, το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής αλλά και την διέξοδο, τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Η παρέμβαση σε ένα τέτοιο κομμάτι εργαζομένων έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και απαιτείται προσπάθεια από μεριάς μας αλλά και αρκετά καλή γνώση των εξελίξεων στις επιστήμες. Αφενός, σε σημαντική μερίδα των ΥΔ επικρατούν αντιλήψεις όπως ότι είναι «μεταπτυχιακοί σπουδαστές» και ότι οι δυσκολίες είναι προσωρινές αφού το διδακτορικό τους θα κρατήσει για λίγα χρόνια. Εδώ οφείλουμε και εμείς να γίνουμε πιο πειστικοί για την ανάγκη αγώνα, ότι τα φαινόμενα εκμετάλλευσης δεν περιορίζονται μόνο στο διδακτορικό, αλλά συνεχίζονται σε όποιο δρόμο και αν ακολουθήσουν. Πρέπει να γίνουμε πιο ικανοί να τους παρακινούμε να συμμετέχουν στους συλλόγους και στα σωματεία τους, να διαπαιδαγωγούνται αγωνιστικά. Φυσικά, οφείλουμε να βρούμε τρόπους να γνωρίσουμε όλο και περισσότερους συναδέλφους, να έχουμε καλή εικόνα για κάθε Σχολή. Ακόμα, να μην διστάζουμε να ενημερώσουμε για κατακτήσεις των αγώνων μας. Στο ΕΜΠ ο Σύλλογος ΥΔ με πρωτοβουλία των δυνάμεών μας, με παρεμβάσεις και κινητοποιήσεις έχει καταφέρει πράγματα όπως καταβολή δεδουλευμένων, ενώ ακόμα οι συστηματικές κινητοποιήσεις μας στη διοίκηση την ανάγκασαν να στείλει επίσημο ερώτημα στο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων σχετικά με την ασφάλιση των ΥΔ. Φυσικά, ο Σύλλογος δεν συσπειρώνει παρά λίγους συναδέλφους και απαιτείται η ανατροπή αυτής της κατάστασης. Παράλληλα, πρέπει να ανοίγουμε τη συζήτηση με τους συναδέλφους μας σχετικά με το περιεχόμενο της έρευνας, ποιος το καθορίζει, πώς αξιοποιείται σήμερα και γιατί ο σοσιαλισμός είναι το μόνο σύστημα στο οποίο τα πορίσματα της έρευνας χρησιμοποιούνται για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και όχι για το κυνήγι του μέγιστου δυνατού κέρδους. Πρέπει να έχουμε υπόψιν εδώ ότι έχουμε να κάνουμε με εργαζόμενους που δεν είναι αποξενωμένοι από την εργασία τους, αντίθετα, τις περισσότερες φορές κάνουν κάτι που τους αρέσει, όπως επίσης, ότι όσοι εξ αυτών αμείβονται δεν είναι με τον κατώτατο μισθό, παρόλο που δουλεύουν χωρίς δικαιώματα. Θεωρώ πως κλειδί που ανοίγει την συζήτηση είναι το κατά πόσο ζούμε σύμφωνα με το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων.

Σε μια εποχή που προωθείται ακόμα περισσότερο ο εναγκαλισμός της ερευνητικής δραστηριότητας με τα επιχειρηματικά συμφέροντα (π.χ. σύσταση spin-off εταιρειών από τα Πανεπιστήμια) και όπου γενιές νέων εργαζομένων - ερευνητών καλούνται να δουλέψουν ολοένα και με χειρότερους όρους, απαιτείται να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο την παρέμβασή μας σε αυτό το δυναμικό των πανεπιστημίων. Θεωρώ ότι στην κατεύθυνση αυτή έχουν γίνει θετικά βήματα με σχετική αρθρογραφία στον «Ριζοσπάστη» αλλά και την πρόσφατη έκδοση του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ που θα πρέπει να την διακινήσουμε και να την συζητήσουμε με τους συναδέλφους μας και κατ' ιδίαν αλλά και με εκδηλώσεις. Ακόμα, το αμέσως επόμενο διάστημα πρέπει να καταλήξουμε για τη μορφή της συνδικαλιστικής οργάνωσης που θα καλύπτει τους ΥΔ, οι οποίοι την στερούνται σε μεγάλο βαθμό. Στην περίπτωση που συσταθεί σωματείο ερευνητών ανά Ιδρυμα, με μαζικές καμπάνιες να βγούμε μπροστά και να πείσουμε για την ανάγκη οργάνωσης σε αυτό, να εξασφαλίσουμε την πρωτοβουλία των κινήσεων, να διασφαλίσουμε ότι θα έχει ταξικά χαρακτηριστικά.

Με συντροφικούς χαιρετισμούς.

* ΕΚΤ (2020), Στατιστικά στοιχεία για τους διδάκτορες που αποφοίτησαν από τα ελληνικά ΑΕΙ το 2019, Αθήνα: Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (https://metrics.ekt.gr/publications/442)


Κωνσταντίνος Τσιτσεκλής
ΚΟΒ ΕΜΠ (Βιομηχανίας) Αττικής του ΚΚΕ

Για το 1ο κείμενο των Θέσεων

Είναι σημαντικό όλοι μας, παίρνοντας υπόψη τις ολοένα αυξανόμενες δυσκολίες της περιόδου, να αντιληφθούμε τι περνάει από το χέρι μας για να τις υπερβούμε, όσο μπορούμε, ώστε να μας βρει η επόμενη μέρα πιο δυνατούς.

Στέκομαι στο ζήτημα της αποτελεσματικότητας στη δουλειά μας. Ειδικά στην εργατική δουλειά μάς τυραννάει χρόνια ένας τρόπος δουλειάς που μας συμπαρασύρει σε μια γενική παρέμβαση, χάνοντας πολλές φορές το κύριο που στις κλαδικές ΚΟΒ πρέπει να είναι η δουλειά με άξονα το χώρο δουλειάς και όχι γενικά τον κλάδο. Προφανώς η ΚΟΒ, το συνδικάτο θα μιλήσει για το σύνολο του κλάδου. Ομως, το σχέδιο δεν μπορεί να μπαίνει γενικά και αόριστα αλλά να πατάει μέσα στην επιχείρηση. Η ιεράρχηση των χώρων πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη ότι για να είμαστε αποτελεσματικοί χρειάζεται να έχουμε δυνάμεις από μέσα, άρα πρέπει να προσανατολίζουμε δυνάμεις στους χώρους που μας ενδιαφέρει. Σε κάθε μεγάλο χώρο δουλειάς που έχουμε δυνάμεις πρέπει να στήνουμε πυρήνα, με ευθύνη και κλαδικών και εδαφικών δυνάμεων, με βασικό εργαλείο τη χαρτογράφηση, με σχέδιο παρέμβασης και απέξω και από μέσα, με ιεράρχηση των αιτημάτων και επιλογή των μορφών με βάση το τι μας βοηθάει στη δουλειά μας.

Η θεματική συζήτηση για μια επιχείρηση ή έναν κλάδο σε μία κλαδική ΚΟΒ βοηθάει την Οργάνωση να γνωρίσει καλύτερα το χώρο της, να εστιάσει και να οργανώσει τη δουλειά της στα κύρια ζητήματα, να δει τις δυνάμεις της και του αντιπάλου, να σκεφτεί και να βάλει ένα πιο ολοκληρωμένο σχέδιο.

Επίσης, είναι πολύ σημαντικό ζήτημα διαπαιδαγώγησης και βοήθειας στην ωρίμαση των συντρόφων, ειδικά των πιο νέων, να επιμένουμε στη συγκεκριμένη καθοδήγησή τους και τα βήματα που μετράνε μέσα, ανεξάρτητα από το πού είναι χρεωμένοι, αν είναι στελέχη ή όχι. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα κατανοητό σε πολλούς συντρόφους στην ΚΝΕ που μπαίνουν σε χώρους δουλειάς και έρχονται αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα. Πέρα λοιπόν από την ατομική ευθύνη του καθενός, το πρωταρχικό καθήκον και η ευθύνη βαραίνει την καθοδήγηση στο να του δώσει τα εφόδια και τη βοήθεια να ανταποκριθεί. Είναι, δηλαδή, κατά βάση καθοδηγητικό ζήτημα στο αν ένας σύντροφος κάνει απλώς κομματική δουλειά όπως την καταλαβαίνει με την πείρα που διαθέτει και όχι ενταγμένη σε κάποιο σχέδιο συνολικής παρέμβασης ή αν θα τον καθοδηγήσουμε στο να γίνει σταδιακά πρωτοπόρος στο χώρο του, θα αποκτά διευρυμένο κύρος κ.λπ.

Μέσα από μια τέτοιου είδους καθοδήγηση κάθε σύντροφος θα μπορεί να αντιλαμβάνεται και τη δική του προσωπική συμβολή στην αλλαγή συσχετισμών, στην επίδραση της πολιτικής του Κόμματος στη συνείδηση σε πιο πλατιές μάζες αλλά και στο σχέδιο των Οργάνων και την επεξεργασία των επιχειρημάτων, της διαπάλης, στην ανάγκη αυτομόρφωσης.

Χωράει μεγάλη βελτίωση ο συντονισμός των κομματικών δυνάμεων σε κλαδικό και εδαφικό επίπεδο. Πέφτει μεγαλύτερο βάρος στην κλαδική δουλειά, στο πώς θα βοηθήσει τη δουλειά της εδαφικής ΚΟΒ να αποκτήσει καλύτερο περιεχόμενο, να προσανατολίσει τις δυνάμεις που διαθέτει να κάνουν δουλειά εκεί που πρέπει, με το σχέδιο και την επιχειρηματολογία που έχουμε κλαδικά επεξεργαστεί και όχι με την πεπατημένη δουλειά που συνήθως στενεύει σε μη παραγωγικές ηλικίες.

Το να βρούμε τον εργαζόμενο εκεί που μένει, εκεί που πάει το παιδί του σχολείο, εκεί που αντιμετωπίζει όλα τα υπόλοιπα προβλήματα μετά τη δουλειά μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην καλύτερη επαφή. Σε αυτό έχει μεγάλη αξία να αξιοποιηθούν τα μητρώα των σωματείων τα οποία μπορούν να ξεκολλήσουν τη δουλειά μας φέρνοντάς μας σε επαφή με εργαζόμενους που έχουν κάνει ένα βήμα και έχουν οργανωθεί στο μαζικό τους φορέα, δεν ξεκινάμε από την αρχή. Ετσι αποκτάει σκοπό και νόημα και η εξόρμηση με τον «Ριζοσπάστη» στη γειτονιά.

Ενα άλλο ζήτημα που συνεχώς μας προβληματίζει στην εργατική δουλειά και υπάρχει στα μυαλά πολλών συντρόφων, ιδιαίτερα των συνδικαλιστών, είναι η σχηματοποίηση που λέει: Συνδικαλιστική παρέμβαση, δουλειά στα σωματεία - στενή συζήτηση με τους εργαζόμενους μόνο σε αυτά που τους καίνε - ανάπτυξη αγώνων γύρω από αυτά - βλέπουμε ποιος ξεχωρίζει και το λέμε στην ΚΟΒ να κάνει δουλειά μαζί του γιατί δεν υπάρχει χρόνος ή στην καλύτερη τον καθοδηγούμε για τα ζητήματα του συνδικάτου και μετά από πίεση τους δίνουμε κανέναν «Ριζοσπάστη» ή κανένα κουπόνι μέσα στην Οικονομική Εξόρμηση.

Αυτός ο τρόπος δουλειάς, αν και τον έχουμε απορρίψει ως μη αποτελεσματικό, πολλές φορές κυριαρχεί. Κατά τη γνώμη μου η βασική αφετηρία αυτού του τρόπου σκέψης έχει να κάνει με δύο παράγοντες: 1. Είναι προϊόν πίεσης των άλλων δυνάμεων που κάνουν προσπάθεια να ταυτίσουν τα σωματεία που πλειοψηφούμε με το Κόμμα. Ετσι συνειδητά ή υποσυνείδητα αφήνουμε την κομματική παρέμβαση για μετά, στο περιθώριο της συνδικαλιστικής παρέμβασης, κάπου που δεν μας ακούνε οι πολλοί εργαζόμενοι ή για να την κάνει κάποιος άλλος ώστε να μην ταυτιστεί ο σύντροφος συνδικαλιστής με αυτόν που κάνει την κομματική παρέμβαση. Αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στους δείκτες οικοδόμησης. Ο πρωτοπόρος εργάτης δεν αντιλαμβάνεται την ανάγκη οργάνωσής του στο Κόμμα αφού «τα ζητήματα τα λύνουμε με το σωματείο». 2. Υπάρχει μια στρεβλή αντίληψη καταμερισμού δουλειάς στους συντρόφους λες και χωρίζουν σινικά τείχη τη συνδικαλιστική και την κομματική δουλειά. Βέβαια αυτό έχει και την αντίθετη ανάγνωση, που λέει ότι τα κομματικά μέλη που δεν είναι εκλεγμένοι σε σωματεία υποτιμούν τη δουλειά στο μαζικό φορέα, δεν έχουν την ίδια έγνοια με τους εκλεγμένους κ.λπ.

Απεναντίας, εκεί που μπορέσαμε και δέσαμε καλύτερα ένα ολοκληρωμένο σχέδιο οικοδόμησης μέσα σε ένα χώρο δουλειάς, είχαμε μετρήσιμα αποτελέσματα πολύ πιο γρήγορα από άλλους χώρους που παλεύουμε χρόνια. Σε αυτό το σχέδιο βασική ευθύνη έχει η ΤΕ που πέρα από τη βελτίωση της καθοδηγητικής δουλειάς πρέπει να πρωτοστατήσει με συγκεκριμένη χρέωση σε επιχειρήσεις και οπαδούς που δουλεύει.

Αρα λοιπόν κλείνοντας, ένα το κρατούμενο είναι οι συνθήκες στις οποίες δρούμε, είναι όμως καθοριστικό και πώς βελτιώνουμε την ποιότητα της καθοδηγητικής δουλειάς μας ώστε να είμαστε πιο αποτελεσματικοί και να εμπνέουμε πλατιές μάζες εργαζομένων ακόμα και αν δεν είναι σε θέση σήμερα να πάνε την υπόθεση μέχρι τέλους.


Χάρης Φλουρής
ΚΟΒ Βιομηχανίας Ηρακλείου, μέλος της Επιτροπής Περιοχής Κρήτης του ΚΚΕ

Μεγαλύτερες απαιτήσεις για ολόπλευρη και ζωντανή καθοδηγητική δουλειά

Βασικό καθήκον, όπως απορρέει και από τις Θέσεις του 21ου Συνεδρίου του Κόμματός μας, είναι η στήριξη και η καλή συγκρότηση των ΤΕ, των ΚΟΒ, και αντίστοιχα στη νεολαία, των ΤΣ και των ΟΒ.

Χρειάζεται καταρχήν καλή λειτουργία των ίδιων των οργάνων, σε πρακτικό επίπεδο (σταθερές συνεδριάσεις, προετοιμασία οργάνου κ.λπ.) και ενίσχυση της συζήτησης, με τέτοιο τρόπο που να προσανατολίζεται πάνω στην ουσία και όχι να περιορίζεται σε στεγνά καθήκοντα, να λύνονται ζητήματα, τελικά να βγαίνουν οι βασικές κατευθύνσεις στήριξης των ΟΒ.

Αυτό προϋποθέτει και την κατάλληλη προετοιμασία των συντρόφων. Δεν μπορούν να λυθούν όλα μέσα σε μία συνεδρίαση ενός οργάνου και πόσο μάλλον όταν οι καθοδηγητικές ανάγκες που προκύπτουν στην καθημερινή δράση και παρέμβαση είναι πολύ απαιτητικές. Αρα λοιπόν χρειάζεται και ατομική στήριξη και συνεργασία με τους καθοδηγητές και τα στελέχη.

Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να ανέβει και το αίσθημα ευθύνης σε επίπεδο ΤΣ. Να κατανοηθεί στην πράξη και στην αντίστοιχη καθοδηγητική προσπάθεια η έννοια του καταμερισμού, του «αναλαμβάνω δουλειά στο χώρο ή στο μέτωπο που έχω ευθύνη». Ετσι μπορούν να ξεπεραστούν δυσκολίες, ώστε κάθε στέλεχος να προσπαθεί να παρέμβει, να παίξει καθοριστικό ρόλο, να πάρει διορθωτικά μέτρα και με την αντίστοιχη βοήθεια να φτάσει στο στόχο. Πολλές φορές, στο φόρτο της καθημερινότητας, της ταυτόχρονης ενασχόλησης με πολλά, θολώνει ο στόχος, αδυνατίζει το αίσθημα της ευθύνης, χάνεται η συνέχεια στην παρέμβαση.

Επίσης σωστά απασχολεί το Κόμμα το ζήτημα πώς διαμορφώνονται τα νέα στελέχη, πώς έχουμε καθοδηγητικά στον προσανατολισμό μας να ετοιμάζουμε νέους κομμουνιστές, πρωτοπόρους. Απαιτείται να μπορούν να αναλάβουν να καθοδηγήσουν τόσο τις δυνάμεις μας, αλλά να γίνουν και οι ίδιοι καθοδηγητές μαζών, νέων που προβληματίζονται, ριζώνοντας το Κόμμα και την Οργάνωση σε κάθε χώρο. Να είναι πρωτοπόροι στο ίδιο τους το επιστημονικό αντικείμενο, μέσα στη σχολή και στον χώρο δράσης τους, φωτεινό παράδειγμα μαχητικότητας και έμπνευσης.

Επιπλέον δεν μπορούμε να αφαιρούμαστε από το ότι οι νέοι κομμουνιστές δεν έχουμε ιδιαίτερη πολιτική και κοινωνική πείρα, σε συνθήκες που η ιδεολογική παρέμβαση του αντιπάλου μεγαλώνει. Αρα είναι βασικό να φροντίζουμε πρώτα και κύρια οι ίδιοι οι καθοδηγητές να μελετάμε, να παιδευόμαστε να βγάλουμε πείρα και συμπεράσματα, να αφομοιώνουμε την πείρα του Κόμματος για να οξύνουμε το ταξικό μας κριτήριο. Να βοηθάμε έτσι τους συντρόφους μας, μέλη ΤΣ και ΟΒ, να κατανοούν τις εξελίξεις και τις θέσεις μας, να είναι σε θέση να δίνουν απαντήσεις στα αδιέξοδα που το ίδιο το σύστημα καλλιεργεί.

Μια άλλη πλευρά των θέσεων στην οποία θέλω να σταθώ, είναι η καλή γνώση του χώρου ευθύνης και η εξειδίκευση της πολιτικής μας. Αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την αποτελεσματική και στοχευμένη παρέμβασή μας. Γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορούμε, από καλύτερη θέση να ανοίγουμε δρόμους, να πιάνουμε τον παλμό και τον προβληματισμό, να ξεπερνιούνται δισταγμοί, π.χ. ότι η ενασχόληση και ανάδειξη ενός συγκεκριμένου - ειδικού ζητήματος είναι έκπτωση από την πολιτική μας. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα και η πείρα των Ιατρικών σχολών, ειδικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αξιοποιήσαμε την κατάσταση στα νοσοκομεία για να αναδείξουμε ζητήματα στους φοιτητές. Συνδέσαμε τη σημερινή μας δράση με την επαγγελματική μας προοπτική. Για παράδειγμα αναδείξαμε το πρόβλημα των ελλείψεων γιατρών και της εντατικοποίησης στα δημόσια νοσοκομεία και από τη σκοπιά της μη δυνατότητας γιατρών - καθηγητών να ανταποκριθούν στο εκπαιδευτικό τους έργο, σε μαθήματα και κλινικές. Αναδείξαμε τις καθυστερήσεις και τους ανταγωνισμούς στον εμβολιασμό και σε ό,τι αφορά τις συνέπειες στους φοιτητές της Ιατρικής που είναι σε κλινικά έτη. Ανοίξαμε ζητήματα που αφορούν την δήθεν «ουδετερότητα της επιστήμης» με αφορμή τις παλινωδίες της κυβέρνησης στη διαχείριση της πανδημίας κ.α.

Αυτός ο τρόπος δουλειάς είχε ξεκινήσει πριν την πανδημία, με τη στήριξη των Κομματικών Οργανώσεων του κλάδου, ανταλλάσσοντας πείρα, συζητώντας συχνά. Ετσι μπορεί να εμπλουτιστεί η δράση μας, να απαντάει στη μονομέρεια και στην ξερή εφαρμογή γενικών κατευθύνσεων, που μπορεί να μην αγγίζουν, να μην εμπνέουν και τα μέλη μας σε κάθε φάση. Αποκτούμε επίσης καλύτερη δυνατότητα ώστε να αγγίξουμε το ενδιαφέρον νέων που μπορεί να μην έχουν ξανάρθει σε επαφή με τις θέσεις του Κόμματος ή αντίστοιχα να μη συμφωνούν γενικά με το Κόμμα. Να αναπτύσσουμε μια πρώτη βάση συμφωνίας.

Σε αυτό καθοριστικό ρόλο θα παίξει η ενίσχυση της συζήτησης μέσα στην ΟΒ, η κατάκτηση της κατεύθυνσης ότι δρούμε συλλογικά ως ομάδα στο χώρο ευθύνης μας. Εχουμε αποκτήσει θετική πείρα από το διάστημα της πανδημίας. Δώσαμε βάρος στο πώς λειτουργούν οι ΟΒ με αντίστοιχη δουλειά, προετοιμασία και με ιδιαίτερη προσοχή και προσανατολισμό από τα στελέχη. Μας απασχόλησε πώς από τη λειτουργία της ΟΒ οι σύντροφοί μας βγαίνουν πιο σίγουροι για την επιλογή που έχουν κάνει, δηλαδή να δρουν μέσα από τις γραμμές της ΚΝΕ, να γίνουν κομμουνιστές. Να αυξάνει η θέλησή τους να πείθουν και άλλους να κάνουν την ίδια επιλογή. Κάθε μέλος της ΚΝΕ να μπορεί, χωρίς δισταγμό, να βγαίνει στο προσκήνιο, να αναλάβει δουλειά και ευθύνη, να έχει τον πρώτο λόγο στο χώρο που παρεμβαίνει και επηρεάζει. Ο κάθε σύντροφος να είναι η ΚΝΕ και το ΚΚΕ μέσα σε κάθε σχολή - έτος - εργαστήριο - παρέα - οικογένεια.

Ολα τα παραπάνω μπορούν και πρέπει να κατακτηθούν πιο ολοκληρωμένα ως τρόπος δουλειάς. Αντίστοιχα απαιτείται να αξιολογούμε και σωστά όλη μας τη δραστηριότητα. Να αξιοποιούμε τους ποιοτικούς και αντικειμενικούς δείκτες που έχουμε (στρατολογία, «Οδηγητής», «Ριζοσπάστης», αλλαγή συσχετισμού κ.λπ.) σαν βάση διεξαγωγής συμπερασμάτων. Με συγκεκριμένα στοιχεία να αξιολογούμε το εύρος και το βάθος της παρέμβασής μας. Με βάση αυτά να βελτιωνόμαστε διαρκώς, να εξασφαλίζουμε στέρεες βάσεις και αλάνθαστο κριτήριο για τη δουλειά μας.

Να εκπληρώνουμε το καθήκον να δυναμώνει το Κόμμα και η ΚΝΕ σε κάθε χώρο. Να υπάρχουν όλο και περισσότεροι κομμουνιστές σε ένα χώρο, να εξασφαλίζεται η συνέχεια της παρέμβασης ειδικά σε χώρους όπως τα Πανεπιστήμια που οι δυνάμεις ανανεώνονται συνεχώς. Να μας πονάει και να μας καίει το αν δυναμώνουν οι πολιτικοί δεσμοί μας, η πίστη ότι αυτός ο κόσμος μπορεί να αλλάξει και θα τον αλλάξουμε εμείς όπου και αν δρούμε. Με την υπεροχή των ιδεών μας και την ακλόνητη δράση μας.


Ελλη Σωτηροπούλου
Μέλος του Γραφείου Περιοχής Ηπείρου - Κέρκυρας - Λευκάδας της ΚΝΕ

Σχετικά με τη δουλειά μας στην Τοπική Διοίκηση

Οι Θέσεις της ΚΕ εξοπλίζουν γερά το κομματικό δυναμικό στο να αντιληφθούμε γιατί το επόμενο διάστημα θα αποτελέσει μια «πιο σύνθετη και δύσκολη φάση» της ταξικής πάλης. Βοηθούν να αντικρίσουμε ολοκληρωμένα τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς που οξύνονται παγκόσμια, με ξεχωριστή ένταση και στην περιοχή μας. Αυτό δεν αποτελεί ακαδημαϊκό ζήτημα μελέτης κάποιων ειδικών. Επηρεάζει άμεσα την καθημερινότητα της λαϊκής οικογένειας. Η αστική τάξη της χώρας, προκειμένου να πλασαριστεί καλύτερα στους ανταγωνισμούς των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και να αναβαθμίσει τη δική της γεωστρατηγική θέση στην περιοχή, επιχειρεί και θα επιχειρήσει ακόμα πιο έντονα να «βγάλει από τη μύγα ξίγκι», να αυξήσει την εκμετάλλευση στους χώρους δουλειάς, να περιορίσει ακόμα περισσότερο τις όποιες κρατικές δαπάνες κατευθύνονται προς τα λαϊκά στρώματα, έτσι ώστε οι επιχειρηματικοί όμιλοι να ανακτήσουν την κερδοφορία τους και να μπορούν να παζαρεύουν από καλύτερες θέσεις. Ταυτόχρονα, στο «δούναι και λαβείν» με τους ισχυρούς, μετατρέπει κάθε γωνιά της χώρας σε στρατιωτικό φυλάκιο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, όπως έχουν δείξει με αποκαλυπτικό τρόπο οι εξελίξεις και στην περιοχή της Μαγνησίας. Ολα τα παραπάνω συνοδεύονται από μια εντεινόμενη αντιδραστικοποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος: Από τους περιορισμούς στη συνδικαλιστική δράση και στο απεργιακό δικαίωμα έως την καταστολή και την αστυνομοκρατία, από την ψηφιακή παρακολούθηση από κράτος και εργοδότες έως την ένταση της ιδεολογικής χειραγώγησης στους χώρους Εκπαίδευσης.

Ηθελα να σταθώ κάπως ξεχωριστά στα ζητήματα που αφορούν την Τοπική Διοίκηση, γιατί μέσα στο γενικότερο πλαίσιο που περιγράφουν οι Θέσεις θα έχουμε και εδώ να αντιμετωπίσουμε πολύ σύνθετα και απαιτητικά καθήκοντα, και όσον αφορά τους εργαζόμενους στους χώρους αυτούς και όσον αφορά γενικότερα την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, ως αποδέκτες των «υπηρεσιών» δήμων και Περιφερειών. Εχουμε ισχυρούς αντιπάλους απέναντί μας, που δουλεύουν πλατιά την αντίληψη ότι επειδή οι δήμοι βρίσκονται αντικειμενικά πιο κοντά στην καθημερινότητα του λαού, μπορούν δήθεν να αποτελέσουν και πεδίο εφαρμογής φιλολαϊκών πολιτικών. Εχουμε όμως και ισχυρά όπλα για να αντιπαρατεθούμε: Την καλά επεξεργασμένη αντίληψη του Κόμματος ότι τα όργανα της Τοπικής Διοίκησης αποτελούν αποφασιστικούς και αξεχώριστους κρίκους του συνολικού μηχανισμού του αστικού κράτους, και τη δράση μας σε αυτήν την κατεύθυνση όλο το προηγούμενο διάστημα.

Ορισμένες πλευρές της αντιπαράθεσης που νομίζω ότι μπορούμε και πρέπει να ενισχύσουμε, ιδιαίτερα στη μαζική μας παρέμβαση:

  • Το γεγονός ότι η Τοπική Διοίκηση, πρώτα και κύρια οι δήμοι, έπαιξαν τις τελευταίες δεκαετίες τον ρόλο του «λαγού» στην επέκταση και παγίωση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων. Στο όνομα των έκτακτων και εποχικών αναγκών δημιουργήθηκε το άθλιο καθεστώς των συμβασιούχων, συχνά για τις πιο χειρωνακτικές και σωματικά επίπονες εργασίες, με τους συμβασιούχους να αποτελούν ομήρους διαφόρων μηχανισμών γύρω από τους δημάρχους και τους διάφορους ντόπιους κομματάρχες. Πρέπει να συνεχίσουμε να βρισκόμαστε στην πρωτοπορία της πάλης των συμβασιούχων για μόνιμη και σταθερή εργασία, αλλά και να εξασφαλίσουμε τη στήριξη του αγώνα τους τόσο από τους μόνιμους εργαζόμενους στους δήμους, όσο και από τα λαϊκά στρώματα συνολικότερα, που συχνά επηρεάζονται από το φαρμάκι των δήθεν «αχρείαστων» και «τεμπέληδων, υπεράριθμων» εργαζομένων στους δήμους.
  • Δεύτερη πλευρά. Το ότι οι δήμοι αποτέλεσαν ένα πειραματικό εργαστήρι για να προχωρήσει πιο εύκολα στη ζωή η κεντρική πολιτική κατεύθυνση της αστικής τάξης για ιδιωτικοποίηση σημαντικών πλευρών του κρατικού μηχανισμού, ακόμα και πλευρών που θεωρούνταν ότι αποτελούν τον «σκληρό πυρήνα» του κράτους. Το πέρασμα αρμοδιοτήτων στους δήμους, δίχως τη διοχέτευση αντίστοιχων κρατικών κονδυλίων, δεν μπορούσε προοπτικά παρά να οδηγήσει σε φαινόμενα όπως αυτά που συναντάμε με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα τελευταία. Το παράδειγμα της δημοτικής αρχής Νότιου Πηλίου και της ιδιωτικοποίησης 23 υπηρεσιών υποδομής, που επηρεάζουν άμεσα την καθημερινή ζωή της λαϊκής οικογένειας, δεν είναι το μόνο. Πολύ εύγλωττο παράδειγμα είναι και η αδυναμία των παραχωρησιούχων να κρατήσουν ανοιχτές τις Εθνικές οδούς, την ώρα που οι αντίστοιχες υπηρεσίες στις Περιφέρειες έχουν πρακτικά διαλυθεί. Χρειάζεται αποφασιστική ανάδειξη των ενόχων, του γιατί η ενίσχυση της κερδοφορίας των εργολάβων δεν αποτελεί μονόδρομο για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών στον 21ο αιώνα.
  • Το πέρασμα αρμοδιοτήτων στους δήμους, κάτω από τα εύηχα συνθήματα περί «αποκέντρωσης» και «δημοκρατικού ελέγχου», πέρα από το στρώσιμο του δρόμου για ιδιωτικοποιήσεις είχε και ένα ακόμα σημαντικό αποτέλεσμα: Τις αυξήσεις στα δημοτικά τέλη. Το ζήτημα αυτό γίνεται προσπάθεια να χωνευτεί βαθιά στη λαϊκή συνείδηση, να γίνει «δεύτερη φύση» η αντίληψη ότι αν θες ποιοτικές υπηρεσίες πρέπει να πληρώσεις, ότι «δεν μπορεί το κράτος ή ο δήμος να τα καλύπτει όλα». Στην αντιπαράθεση στο ζήτημα αυτό μετράει η επίδραση που έχει στα μυαλά η σκόπιμη υπονόμευση, από τις αστικές κυβερνήσεις, των κρατικών λειτουργιών που αφορούν τα λαϊκά στρώματα, ώστε αυτές να φαίνονται πια σαν κάτι το ανέφικτο. Μετράει και η επίδραση της αντεπανάστασης στις χώρες του σοσιαλισμού, που κάνει δυσκολοθώρητο το ζήτημα της προοπτικής.
  • Πιο απαιτητικό στην αντιπαράθεση, στην κατανόηση μέσα στον λαϊκό κόσμο είναι το ζήτημα του γιατί η αστική τάξη επιλέγει να ενισχύσει τους μηχανισμούς της Τοπικής Διοίκησης, ότι δεν πρόκειται για κάποια διεύρυνση της δημοκρατικότητας. Η αντιδραστικοποίηση του κρατικού μηχανισμού στο σύνολό του βαδίζει χέρι - χέρι με την ανάγκη που έχει η αστική τάξη να γίνει αυτός ο μηχανισμός πιο ευλύγιστος, να ανταποκρίνεται πιο γρήγορα στις προτεραιότητες των επιχειρηματικών ομίλων. Π.χ. η κατανομή κοινοτικών και κρατικών κονδυλίων μέσα από το ΕΣΠΑ μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματικά για την αστική τάξη μέσα από Περιφέρειες και δήμους. Το τελικό αποτέλεσμα δεν θα έχει την παραμικρή διαφορά για τη λαϊκή οικογένεια.
  • Τέλος, στενά δεμένο με τα παραπάνω είναι το αναγκαίο ξεσκέπασμα του ρόλου που παίζουν στην προώθηση των αντιδραστικών αλλαγών στην Τοπική Διοίκηση και στην ενσωμάτωση της λαϊκής συνείδησης οι διάφοροι θεσμοί της λεγόμενης «κοινωνικής οικονομίας» / ΜΚΟ. Ενα πλατύ δίκτυο εκμαυλισμού συνειδήσεων, προώθησης ελαστικών μορφών εργασίας ή και απλήρωτης, δήθεν «εθελοντικής» εργασίας, καλλιέργειας αυταπατών για ανθρώπινο και «πράσινο» καπιταλισμό. Με πρωταγωνιστικό ρόλο στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και διαφόρων παρατρεχάμενων του οπορτουνιστικού χώρου. Ο ρόλος των ΜΚΟ στο ζήτημα της χρησιμοποίησης καυσίμων από απορρίμματα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς μια φαινομενικά ριζοσπαστική φρασεολογία οδηγεί σε ανώδυνα για το σύστημα μονοπάτια.

Εχουμε κάνει σημαντική δουλειά σε αυτά τα ζητήματα όλο το προηγούμενο διάστημα. Είμαστε εξοπλισμένοι με την πρωτοπόρα θεωρία και τις επεξεργασίες του Κόμματος. Εχουμε όλα τα εχέγγυα για να γίνουμε ακόμα καλύτεροι.


Εύη Γ. Καρυδάκη
Μέλος της Τομεακής Επιτροπής Μαγνησίας του ΚΚΕ

Οι απαιτήσεις της δουλειάς μας στα ΕΠΑΛ

Τα τελευταία χρόνια στα ΕΠΑΛ της Πάτρας έχουμε συνολικά μία πολύ βελτιωμένη παρέμβαση. Γενικά η πλειοψηφία των μαθητών, των παιδιών στα οποία παρεμβαίνουμε, είναι από περιοχές που τις χαρακτηρίζει φτώχεια και ανεργία. Πολλοί από μικρή ηλικία αναγκάζονται να δουλεύουν για να βοηθούν οικονομικά την οικογένειά τους, να έχουν το χαρτζιλίκι τους. Εχουν έντονους προβληματισμούς για το μέλλον τους, για τη ζωή τους μετά το σχολείο. Ιδιαίτερα ζητήματα αντιμετωπίζουν οι μαθήτριες, καθώς οι γυναίκες στο περιβάλλον τους, στη γειτονιά τους, έχουν παιδιά από μικρή ηλικία ή παντρεύονται αμέσως μετά το σχολείο. Αυτό επιδρά συνολικά στα σχέδιά τους για το πότε θα δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια.

Η επίδραση που έχει πάνω σε αυτά τα παιδιά το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά και ο τρόπος που είναι διαμορφωμένο το αστικό σχολείο, τους οδηγεί εύκολα στην αντίληψη ότι είναι νέοι «δεύτερης κατηγορίας». Η παραίτηση που δείχνουν από τη μόρφωση, η δυσκολία να συγκροτήσουν τη σκέψη τους, οι χαμηλές σχολικές τους επιδόσεις, σβήνουν κάθε όνειρο για σπουδές στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

Στον Μαθητικό Τομέα της Πάτρας έχει συσσωρευτεί σημαντική πείρα από την προσπάθειά μας να παρέμβουμε στον χώρο των ΕΠΑΛ, να στηρίξουμε αυτούς τους μαθητές. Σημαντικό στοιχείο είναι η ενασχόληση με την παρέμβαση της ΟΒ μέσα στη ζωή του σχολείου, αλλά και η σταθερή καθημερινή επαφή με τους μαθητές έξω από αυτό. Προσαρμόζουμε τον σχεδιασμό μας αξιοποιώντας τη συζήτηση που αναπτύσσεται στο μάθημα, στην παρέα ή με βάση τα ερωτήματα που καλούνται να απαντήσουν οι μαθητές. Παρέμβαση όχι «φορεμένη» από τα πάνω, αλλά προσαρμοσμένη στα ιδεολογήματα που κυριαρχούν στον χώρο και επηρεάζουν και τον τρόπο σκέψης των μαθητών. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να είμαστε στην καρδιά των εξελίξεων. Το γεγονός ότι απευθυνόμαστε σε μαθητές δεν σημαίνει ότι το μόνο που τους απασχολεί είναι το σχολείο. Οπως αναφέραμε και παραπάνω, έχουν πιο σύνθετους προβληματισμούς, που διαμορφώνονται από την ίδια τους τη ζωή.

Για παράδειγμα, η κρίση στις οικογένειες αυτών των μαθητών έχει άμεσες επιπτώσεις, που το αντιλαμβάνονται και οι ίδιοι. Αυτό σου δίνει τη δυνατότητα να πείσεις πιο εύκολα ότι ο καπιταλισμός σαπίζει, σε αντίθεση με τον σοσιαλισμό, που αποτελεί αναγκαιότητα.

Οπως αντίστοιχα, θέματα που ανοίγαμε για τον πόλεμο και το Προσφυγικό. Οι μαθητές έδειχναν ενδιαφέρον, καθώς στη σύνθεση των ΕΠΑΛ υπάρχουν πολλά παιδιά μεταναστών, που έχουν βιώσει και τα ίδια τον ρατσισμό και μπορούν να αντιληφθούν καλύτερα γιατί οι λαοί ξεριζώνονται από τις χώρες τους.

Αλλο ζήτημα που ανοίγουμε είναι η θέση μας για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και τα εργασιακά δικαιώματα. Σωστά επιμένουμε να διαμορφώνουμε τη συζήτηση με βάση την ειδικότητα που έχει επιλέξει ο κάθε μαθητής, να επιμένουμε στο αντικείμενο σπουδών, να κάνουμε προσπάθεια να μεταφέρουμε εικόνα από τις εργασιακές συνθήκες που συντελούνται στον αντίστοιχο κλάδο. Αυτό επιβεβαιώνεται ακόμα περισσότερο τώρα με την πανδημία στις ειδικότητες της Υγείας, όπου οι μαθητές προβληματίζονται για το μέλλον που τους ετοιμάζουν στον χώρο δουλειάς τους, βλέποντας την κατάσταση στα νοσοκομεία.

Πρέπει όμως να μην ξεχνάμε ότι είναι μαθητές, και έτσι χρειάζεται να τους αντιμετωπίζουμε. Σε καμία περίπτωση δεν δεχόμαστε ότι είναι νέοι «δεύτερης κατηγορίας» και κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να σπάσουμε αυτήν την αντίληψη. Ως κομμουνιστές πρωτοστατούμε στους αγώνες, αλλά πρέπει με καλύτερους όρους να πρωτοστατούμε και στη γνώση. Η αλληλεγγύη, τα στοιχεία συντροφικότητας, η επιμονή που δείχνουμε σε αυτούς τους μαθητές είναι σημαντικά στη διαμόρφωση της σκέψης τους. Δομές του δήμου, όπως το Λαϊκό Φροντιστήριο, αλλά και η προσωπική ενασχόληση αποτελούν ισχυρό όπλο ώστε να πείσεις αυτά τα παιδιά ότι μπορούν και πρέπει να διαβάζουν, να σπουδάσουν, να έχουν στόχους για τη ζωή τους και για το μέλλον τους.

Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι η διαδικασία αποφοίτησης ενός νέου από τα ΕΠΑΛ και η μετάβασή του στον νέο χώρο, είτε σπουδών είτε κατάρτισης είτε δουλειάς, είναι κι αυτή πολύ σημαντική. Επειδή οι περισσότεροι δεν περνάνε σε κάποια σχολή του Πανεπιστημίου, τους παροτρύνουμε να συνεχίσουν σε κάποιο ΙΕΚ, με βάση τα ενδιαφέροντά τους, να σκεφτούν συνολικά, ως ενήλικες πια, τη ζωή τους.

Ολοκληρώνοντας, χρειάζεται παρέμβαση που να αφορά ό,τι εμποδίζει τους μαθητές να μορφώνονται ολοκληρωμένα και έχει να κάνει με ελλείψεις σε υλικοτεχνικό εξοπλισμό στα εργαστήρια, με την ανάγκη για αναβάθμιση και αντικατάστασή του με σύγχρονο, με ελλείψεις σε καθηγητές και βιβλία, με κατάργηση ειδικοτήτων, που ειδικά στα ΕΠΑΛ εμφανίζονται πιο έντονα. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε αιτήματα και πλαίσιο πάλης ανά σχολείο και ιδιαίτερες διεκδικήσεις για τους μαθητές των ΕΠΑΛ. Ετσι σπάει στην πράξη η αντίληψη ότι, για παράδειγμα, η κατάληψη γίνεται για να χάσουμε μάθημα. Σπάει ο φόβος σε ένα τμήμα μαθητών που φοβάται να βγει μπροστά, να συγκρουστεί, να ηγηθεί των κινητοποιήσεων. Φόβος και ανασφάλεια που τους έχει δημιουργήσει το σύστημα, το σχολείο το ίδιο. Νιώθουν πιο σίγουροι, πιο δυνατοί, πιο αποτελεσματικοί. Τα τελευταία χρόνια στην Πάτρα έχει αυξηθεί ο αριθμός των μαθητών από τα ΕΠΑΛ που συμμετέχουν στη Συντονιστική Επιτροπή, που ηγούνται σε μαθητικές πορείες, που εκλέγονται ως αγωνιστές στα μαθητικά συμβούλια.

Συνολικά από την προσπάθειά μας βγαίνει ότι έχουμε πολλά βήματα ακόμα να μετρήσουμε, ώστε η παρέμβασή μας στον χώρο των ΕΠΑΛ να είναι ολοκληρωμένη και αποτελεσματική.

Χρειάζεται να «τριφτούμε» περισσότερο με πλευρές που απασχολούν τα παιδιά αυτά, να πιάνουμε τον παλμό, τα ζητήματα που πρέπει να λύσουμε, τον τρόπο που σκέφτονται. Η δραστηριότητά μας πρέπει να «πατάει» στη ζωή και στα ενδιαφέροντα των ΕΠΑΛιτών, να τους δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχουν, να συμβάλλουν. Να καταλαβαίνουν γιατί ειδικά αυτοί, ως νέα βάρδια της εργατικής τάξης, είναι σημαντικοί στον αγώνα που δίνουμε καθημερινά για να αλλάξουμε τον κόσμο.

Πολλές φορές έχουμε δει ότι παίζει σημαντικό ρόλο το προσωπικό παράδειγμα του ΚΝίτη που παρεμβαίνει στον συγκεκριμένο χώρο, λειτουργεί ως πρότυπο, δίνει ώθηση στη δουλειά μας, στην προσπάθεια που κάνουμε να εμφυσήσουμε σε αυτά τα παιδιά την αγάπη για τη μόρφωση, για τη δημιουργική έκφραση.

Τέλος, παίζει σημαντικό ρόλο το επίπεδο συμφωνίας να μη μένει στάσιμο, αλλά να ανανεώνεται και να εμπλουτίζεται συνεχώς. Γιατί οι φάσεις που περνάει ένας νέος από τη μαθητική στην ενήλικη ζωή είναι διαφορετικές και πολύπλοκες. Επομένως πρέπει να δείχνουμε ιδιαίτερη φροντίδα και επιμονή, καθώς τίποτα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο.


Στάθης Κεντρής
Μέλος του Γραφείου του Συμβουλίου Περιοχής Δυτικής Ελλάδας της ΚΝΕ

Πεισμώνουμε περισσότερο ώστε να γίνουμε καλύτεροι

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του Κόμματος. Θα ήθελα να σταθώ σε δύο πλευρές όσον αφορά την καθοδηγητική μας δουλειά. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στις Θέσεις «σε συνθήκες μικρής αποτελεσματικότητας της κομματικής δουλειάς, περιορισμένης συμμετοχής λαϊκών δυνάμεων στην οργανωμένη δράση, είναι κρίσιμο να καλλιεργηθεί ένα καθοδηγητικό πνεύμα ασυμβίβαστο με τις δυσκολίες». Χρειάζεται η Τομεακή Επιτροπή και το Γραφείο της να βοηθήσει ώστε να διασφαλίζεται η σωστή λειτουργία των Γραφείων. Δηλαδή να γίνεται στα Γραφεία καλύτερη συζήτηση όσον αφορά το ολοκληρωμένο σχέδιο παρέμβασης. Αυτό έχει πολλές πλευρές, τη διαπάλη με τις άλλες δυνάμεις στην περιοχή, την ιεράρχηση των χώρων παρέμβασης και γιατί τους ξεχωρίζεις, τον σταθερό έλεγχο της δουλειάς μας στους χώρους οικοδόμησης. Πώς λοιπόν συνολικά κάνουμε βήματα στην εξειδίκευση της στρατηγικής μας στο χώρο δράσης μας.

Αλλο ζήτημα είναι αυτό της μονομέρειας στη δράση μας, δηλαδή μπορεί ένα Γραφείο ΚΟΒ να επεξεργαστεί σχέδιο παρέμβασης σε ένα χώρο αν δεν ξέρει τη θέση μας και τις επεξεργασίες μας πάνω στο θέμα; Για παράδειγμα, στην περιοχή έχουμε συζητήσει για το παραλιακό μέτωπο αλλά πόσο αυτό έχει φτάσει αναλυτικά σε όλα Οργανα της ΚΟ; Πώς μπορεί λοιπόν η ΚΟΒ να παρεμβαίνει και να ανοίξει το ζήτημα στο χώρο ευθύνης της ολοκληρωμένα; Χρειάζεται να επιμείνουμε πολύ περισσότερο στη συζήτηση στην ΚΟΒ, να μη μένουμε απλά σε ένα «καθηκοντολόγιο», να μη βλέπουμε τη δουλειά μας σε κουτάκια, αποσπασμένη, δηλαδή ότι τώρα έχουμε ιδεολογικό μάθημα, την άλλη θα δούμε τρέχοντα χωρίς να εντάσσουμε σε αυτήν τη δουλειά συμπεράσματα, ιδεολογήματα του αντιπάλου και πώς τα σπάμε, τι ρόλο παίζει στη συνείδηση του κόσμου που παρεμβαίνουμε η κυρίαρχη ιδεολογία και πώς εμείς απαντάμε - στεκόμαστε απέναντι σε αυτά. Είναι λοιπόν πρώτιστο καθήκον το ανέβασμα του ιδεολογικού - πολιτικού επιπέδου της ΚΟΒ. Είναι καθήκον μας να κατανοηθεί ότι για να μπορέσει η Οργάνωση να ανταποκριθεί σε οποιεσδήποτε συνθήκες πρέπει να έχει κατακτηθεί η βαθιά γνώση της στρατηγικής μας, να κατανοεί το κάθε μέλος του Κόμματος το γιατί κάνουμε ό,τι κάνουμε, να συζητιέται η πείρα και να βγάζουμε συμπεράσματα από αυτήν. Αυτό δεν είναι ευθύνη της ΚΟΒ να το εξασφαλίσει αλλά δική μας.

Από το προηγούμενο Συνέδριο μέχρι σήμερα μπορούμε να πούμε ότι έχουμε μετρήσει βήματα σε ζητήματα διαπάλης, έχει ξεπεραστεί ως ένα βαθμό το να μεταφέρεται στις εισηγήσεις σαν είδηση το τι λένε οι άλλες δυνάμεις αλλά γίνεται προσπάθεια να μπαίνουν ιδεολογήματα των άλλων δυνάμεων και πώς εμείς απαντάμε. Δεν φτάνει όμως μόνο αυτό, δεν αρκεί, για παράδειγμα, σήμερα σε αντιπαράθεση με την κυβέρνηση για τα ζητήματα της Υγείας να προβάλλεις μόνο την ταξικότητα, χρειάζεται να φωτίζεις και τη στρατηγική, δηλαδή, ναι, η πολιτική που εφαρμόζεται είναι ταξική αλλά είναι έτσι επειδή η λειτουργία του καπιταλισμού είναι έτσι, η Υγεία για παράδειγμα λειτουργεί με βάση το κέρδος γι' αυτό δεν καλύπτει τις ανάγκες του λαού σήμερα...

Τα τελευταία χρόνια γίνεται μία καλύτερη προσπάθεια παρέμβασής μας σε κάθε μικρό ή μεγάλο πρόβλημα στην κατεύθυνση της ανάδειξής του, της συσπείρωσης δυνάμεων κ.λπ. Μια πείρα θα έλεγα ότι έχουμε συσσωρεύσει τον τελευταίο χρόνο με αφορμή την πανδημία σε ζητήματα που αφορούν την Υγεία. Ζήτημα που χρειάζεται να μας απασχολήσει περισσότερο είναι πώς η δράση μας δεν θα διακατέχεται από αποσπασματικότητα αλλά από κλιμάκωση και συνέχεια. Χρειάζεται από εμάς σε κάθε ζήτημα που σηκώνουμε καλή επεξεργασία των αιτημάτων μας, του πλαισίου πάλης. Το πλαίσιο πάλης πρέπει να είναι διευρυμένο με αιτήματα, να πιάνει πλευρές της ζωής του άλλου χωρίς όμως να μπερδεύουμε το πού απευθύνεται, σε ποια χρονική στιγμή, αλλά και ποιος φορέας, σύλλογος ή σωματείο το βγάζει.

Για παράδειγμα, όταν σηκώσαμε το ζήτημα σε μια δομή Υγείας στην περιοχή, δεν μείναμε μόνο στο να μην κλείσει αλλά και στο πώς θα επανδρωθεί ώστε να λειτουργεί με βάση την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών της περιοχής, μετέπειτα το συνδέσαμε συνολικά με ζητήματα Υγείας στην περιοχή που αφορούσαν και τα σχολεία και χώρους άθλησης αλλά και τους μεγάλους εργασιακούς χώρους του δήμου. Αυτό μας βοήθησε και να μη στενέψει ο αγώνας και να συσπειρώσουμε πιο πλατιά κόσμο από συλλόγους γονέων, αθλητικούς συλλόγους κ.ά.

Ενα δύσκολο ζήτημα που χρειάζεται συλλογική επεξεργασία αλλά και καλή γνώση του χώρου είναι το πώς θα διαμορφώνεις πλαίσιο πάλης που σε μία κλιμάκωση θα δείχνει την ανάγκη των συνολικών ανατροπών, δεν θα μένει από τη μία σε ένα γενικό σύνθημα τύπου «για την εργατική εξουσία» και να θεωρούμε ότι το λύσαμε αλλά ούτε από την άλλη στενεύοντάς το, χωρίς καμία προοπτική. Αυτά τα ζητήματα ειδικά στις εδαφικές Οργανώσεις δεν είναι λυμένα. Πιο συγκεκριμένα, χρειάζεται από μας περισσότερη απαιτητικότητα στο πώς συζητάμε στις Κομματικές Οργανώσεις, στις κομματικές ομάδες, πώς βοηθάμε στη βελτίωση της λειτουργίας τους, στο περιεχόμενο. Δεν βοηθάει το να πας με ένα έτοιμο πλαίσιο πάλης χωρίς επεξεργασία από την αντίστοιχη ομάδα, χωρίς να κατανοείται αυτό που προβάλλεις, γιατί το προβάλλεις.

Βασική αδυναμία που έχουμε εντοπίσει το προηγούμενο διάστημα είναι το πώς γίνεται κατανοητός ο ρόλος του κομμουνιστή στο κίνημα, πώς ξεπερνάμε φαινόμενα όπως από τη μία η μείωση της απαιτητικότητας λόγω επιπέδου συνείδησης του κόσμου, πού απευθυνόμαστε, με αποτέλεσμα να μειώνουμε αιτήματα και από την άλλη να ξεπεράσουμε την αγωνία που μας πιάνει ορισμένες φορές να μπούνε όλα σε μία ανακοίνωση για ένα συγκεκριμένο θέμα, με αποτέλεσμα να βγαίνουν ανακοινώσεις φορέων λες και είναι ανακοινώσεις της Κομματικής Οργάνωσης.

Τέλος, να μην υποτιμήσουμε «σκαμπανεβάσματα» ορισμένων συντρόφων που είναι χρεωμένοι στη δουλειά με τους φορείς στο κίνημα λόγω συνθηκών και οπισθοχώρησης του κινήματος. Το έχουμε εντοπίσει τον τελευταίο χρόνο και χρειάζεται άμεσα να πάρουμε μέτρα όπως η ενίσχυση της εξαγωγής συμπερασμάτων και όχι μία γενικόλογη περιγραφή των συνθηκών. Θα πρέπει να επιμείνουμε να μπορούμε καθοδηγητικά να ξεχωρίζουμε τις αδυναμίες των συντρόφων, πού πρέπει να επιμείνουμε με βάση αυτές, να φροντίζουμε να ενισχύονται ολόπλευρα οι δυνάμεις μας. Να μην υποτιμάμε τη δυναμική της παρέμβασής μας ακόμα και αν γίνεται με αδυναμίες, το είδαμε αυτό για παράδειγμα όταν μπροστά στις κινητοποιήσεις για τα ζητήματα τις Υγείας, μας αναγνώριζε κόσμος από τη δουλειά που είχαμε ανοίξει το Σεπτέμβρη στα σχολεία δρώντας ενισχυτικά στη δουλειά μας.

Αυτή η δυναμική είναι που πρέπει να μας πεισμώνει περισσότερο ώστε να γινόμαστε καλύτεροι.


Νάντια Κυριαζίδου
Μέλος Γραφείου της Τομεακής Επιτροπής Νοτίων Συνοικιών Αττικής του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ