Εκδήλωση με θέμα «Δύο χρόνια πανδημίας: Χάθηκε η εμπιστοσύνη στην επιστήμη;» στο Φοιτητικό Στέκι
Ξεκινώντας από το ερώτημα που έθετε η εκδήλωση, ο Γ. Σιδέρης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Υγείας και Πρόνοιας της ΚΕ και ειδικευόμενος γιατρός στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο «Αττικόν», αναφέρθηκε στο ζήτημα του προσανατολισμού της επιστήμης, σε κάθε φάση ανάπτυξης της κοινωνίας και σε αυτήν τη βάση στο πώς η «εμπιστοσύνη» στην επιστήμη είναι φαινόμενο πολυσύνθετο.
Αναφερόμενος ειδικότερα στο πώς τα παραπάνω ισχύουν στην περίπτωση της Ιατρικής, επισήμανε τη μείωση ωρών και το περιεχόμενο διδασκαλίας των φυσικών επιστημών, τονίζοντας πως «καθόλου αδιάφορο δεν μας είναι το ταξικό ένστικτο που αναγνωρίζει πως το κράτος, το αστικό στη συγκεκριμένη περίπτωση, και η κυβέρνηση της ΝΔ δεν έχουν στόχο να προστατεύσουν τη ζωή του λαού».
Στάθηκε στο πώς διάφορα πρωτόκολλα καθορίζονται από το κοινωνικοοικονομικό σύστημα. «Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα μήνα πριν από την πανδημία οι 70άρηδες ήταν ικανοί να δουλεύουν αλλά κατά τη διάρκειά της έγιναν ηλικιωμένοι και ευπαθείς ομάδες», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Εχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι και έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι τα επιστημονικά δεδομένα υποτάσσονται στην πολιτική της κάθε αστικής κυβέρνησης», υπογράμμισε, αναφερόμενος σε συγκεκριμένα παραδείγματα απόψεων που διαχύθηκαν, χωρίς ωστόσο να στηρίζονται σε έρευνες, επιστημονικές εργασίες και δεδομένα, τονίζοντας πως «η εμπιστοσύνη του λαού μας έχει κλονιστεί προς την επιστήμη και γι' αυτό φταίνε οι καπιταλιστές αλλά και οι επιστήμονες που την υπέταξαν στο κέρδος, στις πολιτικές των κυβερνήσεων και στον καπιταλισμό. Από αυτό πηγάζει η όποια αμφισβήτηση των επιστημονικών ευρημάτων. Να λοιπόν ποιος ενισχύει και τροφοδοτεί τον ανορθολογισμό, τον αντιεπιστημονισμό, τον σκοταδισμό», τόνισε ανάμεσα σε άλλα.
Ο Κυρ. Ιωαννίδης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Παιδείας της ΚΕ, ξεκίνησε την παρέμβασή του αναδεικνύοντας τον σύνθετο χαρακτήρα του ερωτήματος - θέματος της συζήτησης.
Αναφερόμενος σε αστικά ιδεολογήματα που αποκρύπτουν τον ταξικό χαρακτήρα της ανάπτυξης της επιστήμης σημείωσε: «Τι συμβαίνει λοιπόν; Υπάρχει ο φόβος ή και η αμφισβήτηση της επιστήμης από τη μια μεριά και από την άλλη η αισιόδοξη άποψη ότι όλα θα τα λύσει η επιστήμη, άρα πρέπει να την εμπιστευόμαστε; Μήπως υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ τους; Ναι, υπάρχει. Είναι ότι βλέπουν τον καπιταλισμό ως την τελευταία λέξη της ανθρωπότητας.
Οπως καταλαβαίνετε, το ζήτημα αυτό δεν είναι υπόθεση κάποιων ειδικών. Αφορά ένα κρίσιμο ζήτημα: Ποια είναι η αιτία των προβλημάτων του κόσμου και ποια η διέξοδος απ' αυτά;», σημείωσε και πρόσθεσε: «Δεν είμαστε άοπλοι μπροστά σε αυτήν τη μάχη των ιδεών. Μάλιστα, για να είμαστε ακριβείς, είμαστε πολύ καλά οπλισμένοι, δηλαδή έχουμε στη διάθεσή μας ένα ολόκληρο οπλοστάσιο θέσεων και κυρίως ενός τρόπου, μιας μεθόδου ανάλυσης και ερμηνείας της πραγματικότητας που μπορεί να δώσει απάντηση με το βλέμμα στο μέλλον, στα μεγάλα "γιατί" των νέων, της εργατικής τάξης, της ανθρωπότητας συνολικότερα».
Περιγράφοντας την καρδιά του προβλήματος, ο ομιλητής τόνισε πως «ο καπιταλισμός αναπτύσσει την επιστήμη μόνο στον βαθμό που του δίνει κέρδος, οικονομικό και πολιτικό.
Γι' αυτό και μιλάμε για τάση προς σχετική στασιμότητα, δηλαδή στασιμότητα σε σχέση με τις δυνατότητες και τη δυναμική που δημιουργεί το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, σε σχέση με το τι θα μπορούσε να παραχθεί ποσοτικά και ποιοτικά, αν η κοινωνία ξεφορτωνόταν το κέρδος ως κίνητρο παραγωγής».
«Ολα αυτά επιβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει ταξικά ουδέτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων γενικά και της επιστήμης ως άμεσης παραγωγικής δύναμης ειδικότερα.
Επιβεβαιώνουν ότι η επιστήμη αναπτύσσεται μέσα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου σε κάθε ιστορική περίοδο τρόπου παραγωγής. Δεν αναπτύσσεται ταξικά ουδέτερα, ανεξάρτητα από τους στόχους της εκάστοτε άρχουσας τάξης και την πορεία της ταξικής πάλης.
Επομένως, δεν κινδυνεύουμε ως κοινωνία από την επιστήμη, αλλά από την καπιταλιστική αξιοποίησή της, τις προτεραιότητες που θέτει, τις ιεραρχήσεις της», τόνισε ο Κυρ. Ιωαννίδης, προσθέτοντας: «Υπερασπιζόμαστε την επιστήμη σημαίνει ότι την αντιμετωπίζουμε ως αυτό που ακριβώς είναι: Η προσπάθεια του ανθρώπου να βάλει λογική τάξη, να βρει τις σχέσεις ανάμεσα σε έναν άπειρο κόσμο που αλλάζει συνεχώς.
Το πραγματικά νέο δεν μπορεί να είναι η άρνηση του ανθρώπου να γνωρίσει τον κόσμο.
Πώς λοιπόν να μην αμφισβητείς την επιστήμη συνεχώς επιστημονικά;
Αλλά και πώς να μη θυμάσαι τα λόγια του Μπρεχτ που μας μιλάει για την αμφιβολία την ομορφότερη απ' όλες, σαν οι φοβισμένοι αδύναμοι σηκώνουν το κεφάλι και παύουν να πιστεύουν στων τυράννων τους τη δύναμη!
Και αυτός ο δρόμος περνάει από τη δική μας προσπάθεια και συμβολή. Για τη δημιουργική ανάπτυξη του μαρξισμού - λενινισμού στη διαδικασία της γνώσης, στη θεμελίωση βασικών επιστημονικών εννοιών, στην επιστημονική πρόοδο».
«Ο σοσιαλισμός στην εποχή μας μπορεί να δώσει απάντηση στις νεανικές αναζητήσεις, στις αγωνίες, στη δημιουργικότητα, στην όρεξη για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.
Εκεί θα βρίσκει νόημα ο σκοπός της επιστήμης, που είναι να συμβάλλει στο ξελάφρωμα της ανθρώπινης ύπαρξης από τον μόχθο, την άγνοια και τον σκοταδισμό», σημείωσε.
Παρέμβαση στην εκδήλωση έγινε από τον Cristian Ferrer, Γραμματέα των Κολεκτίβων Νέων Κομμουνιστών στην Ισπανία.
Ο ομιλητής παρουσίασε την κατάσταση των πανεπιστημίων στην Ισπανία που, όπως περιέγραψε, ήδη πριν από την τρέχουσα υγειονομική και οικονομική κρίση, χαρακτηριζόταν από χρόνια υποχρηματοδότηση και προσπάθεια να περάσουν αντιδραστικά μέτρα.
«Αυτές οι διεργασίες βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη ακριβώς πριν από την έναρξη της πανδημίας και όχι μόνο δεν σταμάτησαν με τη διακοπή της φυσικής παρουσίας στα αμφιθέατρα, αλλά αντίθετα εντάθηκαν», τόνισε. Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στο Βασιλικό Νομοθετικό Διάταγμα που αποτέλεσε προάγγελο μιας σειράς μέτρων που καταλήγουν σε ένα νέο νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια.
Οπως είπε, η πιο ολέθρια πλευρά του αφορά στη δημιουργία «πτυχίων δύο ταχυτήτων» στα πανεπιστήμια, με το 20 έως 40% των πιστωτικών τους μονάδων από πρακτική εργασία, για την οποία θα δημιουργηθεί μια νέα σύμβαση εργασίας που επιδεινώνει τις εργασιακές σχέσεις και τις απολαβές των φοιτητών. Υπογράμμισε πως αυτός ο νόμος «επιτίθεται στη συμμετοχή των φοιτητών και ενισχύει τον ρόλο του Κοινωνικού Συμβουλίου - όργανο συμμετοχής των επιχειρήσεων στη διοίκηση των πανεπιστημίων», ενώ με τον «Νόμο της Πανεπιστημιακής Συνύπαρξης» που ψηφίστηκε τον Μάη, ποινικοποιούνται μια σειρά από διαδηλώσεις εντός των πανεπιστημίων.