Τετάρτη 16 Φλεβάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΡΙΕΤΙΕΣ
Πρόκληση ο «χαρτοπόλεμος» ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ με φόντο τους δεκάδες αντεργατικούς νόμους τους

Σε έναν προκλητικό για τους εργαζόμενους «χαρτοπόλεμο» ανακοινώσεων επιδόθηκαν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, μπας και κουκουλώσουν τις ευθύνες τους για τους μισθούς που παραμένουν στα Τάρταρα, με αφορμή την απορριπτική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την προσφυγή του ΣΕΒ σχετικά με την καταβολή των τριετιών στον κατώτατο μισθό.

Θυμίζουμε ότι προχτές το ΣτΕ απέρριψε για τυπικούς λόγους την αίτηση που είχαν υποβάλει ο ΣΕΒ και άλλες εργοδοτικές ενώσεις και με την οποία ζητούσαν να ακυρωθεί η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας της 18ης Φλεβάρη 2019, με την οποία δίνονταν οδηγίες για την εφαρμογή του νέου κατώτατου μισθού (650 ευρώ μεικτά), με τον συνυπολογισμό των τριετιών που είχαν συμπληρωθεί μέχρι τον Φλεβάρη του 2012. Στην πραγματικότητα δηλαδή η αυτονόητη αυτή απόφαση του ΣτΕ, που πάρθηκε ύστερα από 32 ολόκληρους μήνες που η εγκύκλιος προσβλήθηκε από τους βιομηχάνους, απεφάνθη ότι η τελευταία είναι καθαρά «ερμηνευτική», επομένως δεν μπορεί να την προσβάλει. Προσθέτει μάλιστα ότι οι υποδείξεις της «δεν είναι καθεαυτές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και δεν αποτελούν νομική δέσμευση γι' αυτούς». Ετσι, όσοι εργαζόμενοι είχαν κατοχυρώσει τουλάχιστον μία τριετία μέχρι το 2012 μπορούν να παίρνουν κανονικά τις προβλεπόμενες προσαυξήσεις στον μισθό τους.

Την απόφαση αυτή για τις τριετίες έσπευσε να εκμεταλλευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με την Ε. Αχτσιόγλου να ισχυρίζεται ότι η απόφαση του ΣτΕ «συνιστά μία σημαντική δικαίωση των προσπαθειών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ του κόσμου της μισθωτής εργασίας». Παίρνοντας την «πάσα», το υπουργείο Εργασίας απάντησε χτες ότι και η κυβέρνηση της ΝΔ «είχε παρέμβει από το 2019 στο ΣτΕ υπέρ της επίδικης εγκυκλίου, τασσόμενη εναντίον της προσφυγής των εργοδοτικών ενώσεων». Και ότι «η θέση αυτή επαναλήφθηκε πρόσφατα σε ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, με αφορμή την απόφαση για αύξηση του κατώτατου μισθού».

Με αντεγκλήσεις όπως οι παραπάνω, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση επιχειρούν να ξεπλύνουν τις ευθύνες τους για την κατάντια του κατώτατου μισθού, ο οποίος, δέκα ολόκληρα χρόνια μετά την απαράδεκτη και αντεργατική ΠΥΣ αρ. 6 του 2012, βρίσκεται στα 663 ευρώ μεικτά, αντί των 751 ευρώ που ήταν τότε! Το δε νομοθετικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν και τα δύο κόμματα δίνει το δικαίωμα στους εργοδότες να αμφισβητούν όχι μόνο τις τριετίες, αλλά και μια σειρά από επιδόματα (π.χ. γάμου).

Τι δεν λένε ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, ή τι επιχειρούν να κρύψουν μέσα και από τον χτεσινό τους «χαρτοπόλεμο»; Οτι αυτό το νομοθετικό πλαίσιο που χτίζεται από το 2012, και όλες οι κυβερνήσεις από τότε το κρατούν σαν «κόρη οφθαλμού» για λογαριασμό της εργοδοσίας, προβλέπει ότι ο κατώτατος μισθός αποφασίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση και όχι ως αποτέλεσμα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Και μάλιστα ότι η βασική αρχή που καθορίζει το ύψος του είναι η «παραγωγικότητα», η «ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων» και συνολικά η κατάσταση της οικονομίας.

Ειδικά για τις τριετίες, μνημονιακός νόμος (που παρέμεινε ενεργός και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ) προβλέπει το πάγωμά τους, δηλαδή ο χρόνος προϋπηρεσίας των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό έχει πάψει να υπολογίζεται μετά τον Φλεβάρη του 2012. Αρα η συζήτηση με αφορμή την απόφαση του ΣτΕ αφορά μόνο τους εργαζόμενους που είχαν μία τουλάχιστον τριετία μέχρι το 2012. Και, δέκα ολόκληρα χρόνια μετά (δηλαδή τρεις τριετίες και πλέον), οι νέοι εργαζόμενοι ή όσοι μέχρι τότε δεν είχαν καμία τριετία, εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτοί, δεν λαμβάνουν καμία προσαύξηση στον μισθό τους. Ο χρόνος εργασίας και άρα προϋπηρεσίας έχει «παγώσει» για όλους αυτούς το 2012, με αποτέλεσμα οι αποδοχές τους να μετρούν πραγματικές απώλειες πάνω από 30%.

Αυτήν την αθλιότητα, την οποία διατήρησαν μέχρι σήμερα ανέγγιχτη και είναι συνυπεύθυνοι γι' αυτήν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, αξιοποιούν οι εργοδότες για να επιβάλλουν ακόμα χειρότερους όρους εργασίας και αμοιβής, την ώρα που η ακρίβεια και οι ανατιμήσεις εξανεμίζουν το εισόδημα των εργαζομένων.

Τελικά, οι μόνοι που δικαιώνονται είναι οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα τους που παλεύουν για το ξήλωμα των αντεργατικών νόμων που συμπιέζουν από διάφορες μεριές τον μισθό τους, για ΣΣΕ με αυξήσεις και κατοχύρωση εργασιακών δικαιωμάτων.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ