Το λύκειο που το 1991 αριθμούσε 300-350 παιδιά, σήμερα είναι περιορισμένο στα 200. Αποτέλεσμα της αντιεκπαιδευτικής κυβερνητικής πολιτικής, που διώχνει τα παιδιά από το λύκειο για τις «αποθήκες» των ΤΕΕ ή την πρόωρη αναζήτηση εργασίας.
Το 37% των μαθητών είναι αλλοδαποί. Φυσικά δε διδάσκονται καθόλου τη μητρική τους γλώσσα. Χωρίς καλά καλά να βοηθηθούν για να μάθουν τα στοιχειώδη της, καλούνται να ανταποκριθούν και στις αυξημένες ανάγκες μιας κατά βάση ξένης, της ελληνικής. Το εγχείρημα είναι για όλους δύσκολο. Για τα ίδια τα παιδιά, για τα Ελληνόπουλα συμμαθητές τους, για τους καθηγητές τους.
Και η σύζυγός του είναι εκπαιδευτικός. Επομένως έχουν τη γνώση να βοηθήσουν το παιδί στα μαθήματά του. «Και πάλι, δώσαμε προχτές 50.000 δρχ. για βοηθήματα. Σκέψου τη σκοτούρα για γονείς που δεν είναι εκπαιδευτικοί, που δεν ξέρουν...». «Που δεν έχουν χρήματα για βοηθήματα και φροντιστήρια», του ανταπάντησα και συμφώνησε.
Με την «έξοδο» των μαθητών είχαν περισσέψει αίθουσες. Τώρα όμως το υπουργείο παραπαιδείας προωθεί τη λειτουργία του λυκείου «μου» με το συστεγαζόμενό του, σε μία βάρδια. Ετσι προπαγανδίζει ότι καταργεί σταδιακά την απογευματινή βάρδια. Χωρίς καθηγητές, χωρίς αίθουσες. «Θα ξανανοίξουμε τις αίθουσες στο υπόγειο, τις θυμάσαι;». Απάντησα πως ναι. Κι εμείς κάναμε εκεί μάθημα. Μέχρι το 1990-'91 έχωναν εκεί κάτω εκ περιτροπής τμήματα της Α΄ λυκείου. Οι «παλιοί» της Β΄ και της Γ΄ «προβιβάζονταν» στο ισόγειο και στους πάνω ορόφους.