Σάββατο 21 Ιούνη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 31
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Πρωτότυπο γλωσσολογικό μυθιστόρημα

«Οι γλώσσες σού ανταποδίδουν το ενδιαφέρον που τους δείχνεις. Σου λένε ένα σωρό ιστορίες για να σε προτρέψουν να πεις κι εσύ τη δική σου. (...)Οι ξένες λέξεις έχουν καρδιά. Τις συγκινεί και η πιο απλή φράση που είναι γραμμένη στη γλώσσα τους (...)». Απλές αλήθειες, από την προτελευταία σελίδα του, συνοψίζουν το διττό χαρακτήρα του τελευταίου βιβλίου του Βασίλη Αλεξάκη «Οι ξένες λέξεις» (εκδόσεις «Εξάντας»), το οποίο ήδη και δικαίως απέσπασε τους επαίνους της γαλλικής κριτικής. Πρόκειται για άκρως πρωτότυπο, μυθιστορηματικής μορφής - με αυτοβιογραφικά στοιχεία - γλωσσολογικό βιβλίο. Βιβλίο, το οποίο με την παραστατικότητα, την απλή γλώσσα, τη συναισθηματική θέρμη, το πικρό αλλά και παιγνιώδες χιούμορ του «μυεί», μέσω πολλών λέξεων, τον αναγνώστη σε μια ξένη γλώσσα, που κινδυνεύει να χαθεί. Τη σάνγκο, που μιλιέται από 3 περίπου εκατομμύρια μαύρων της Κεντρικής Αφρικής, αλλά δε διδάσκεται στα σχολεία, καθώς η επίσημη και μόνη διδασκόμενη γλώσσα είναι η ...αποικιοκρατική γαλλική.

Εκδηλο ήταν το ενδιαφέρον γι' αυτό το βιβλίο, στο κατάμεστο (προχτές) θέατρο του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Μετά από προλόγισμα του διευθυντή του Ινστιτούτου, ο συγγραφέας διηγήθηκε ότι η ιδέα γι' αυτό το βιβλίο ξεκίνησε από την «απορία του για το αν μπορεί στην ηλικία του να μάθει μια ξένη γλώσσα». Συζήτησε στο Παρίσι με έναν εθνολόγο και ένα γλωσσολόγο και τελικώς διάλεξε να μάθει τη σάνγκο, με τη βοήθεια λεξικού. Για να τη μάθει όπως μιλιέται ταξίδεψε στην Κεντρική Αφρική. Η επαφή του με τη σάνγκο τον «ξανάκανε» έφηβο, σαν τότε που μάθαινε γαλλικά και σαν νήπιο, τότε που η μάνα του του μάθαινε την «ξένη», για κάθε μικρό παιδί, μητρική του γλώσσα, τα ελληνικά. Μιλώντας τη σάνγκο με τον Μαύρο δάσκαλό του, μίλησε για πρώτη φορά χωρίς να ταραχτεί για το θάνατο του πατέρα του. Η «ανακάλυψη» αυτής της έντονα μουσικής, με ισοτονισμό όλων των συλλαβών σε κάθε λέξη, και πολύ «σωματικής» γλώσσας, του έδωσε την ιδέα να γράψει γι' αυτήν και μέσω πολλών λέξεών της μια δική του μυθ-ιστορία.

«Η πρώτη λέξη που έμαθα στα σάνγκο είναι μπαμπα, ο "μπαμπάς". Δε δυσκολεύτηκα να τη συγκρατήσω. "Ο πατέρας μου" μεταφράζεται "μπαμπα τι μπι". Η κτητική αντωνυμία "μου" δε συναντάται σ' αυτή τη γλώσσα, γιατί "μπι" σημαίνει "εγώ". "Μπαμπα τι μπι" θα πει στην κυριολεξία "ο πατέρας του εαυτού μου". "Κοντορο" σημαίνει "χωριό" και "χώρα". (...) "Κοντορο τι μπι" είναι η Ελλάδα». Ετσι, από την πρώτη κι όλας σελίδα του βιβλίου, αρχίζει η «μύηση» του αναγνώστη στα σάνγκο.

Χαρακτηριστικά αποσπάσματα του βιβλίου διάβασε η ηθοποιός Μάνια Παπαδημητρίου. Η παρουσίασή του έκλεισε με παραστατική απόδοση από τον ηθοποιό Κωνσταντίνο Τζούμα, ενός υπονοηματικού, χιουμοριστικού κειμένου του συγγραφέα, καθώς και με προβολή της πικρόγευστης, μικρού μήκους ταινίας του «Είμαι κουρασμένος».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ