Αυτό κατέθεσε χτες στη δίκη των πολιτικών μηχανικών, που κατηγορούνται για την κατάρρευση του κτιρίου, ο Βασίλειος Παπαδόπουλος, ο αδελφός του οποίου περιλαμβάνεται στη λίστα των θυμάτων. Το τι ακριβώς έγγραφα έψαχναν οι ιδιοκτήτες δεν το γνώριζε ο μάρτυρας, γεννήθηκαν όμως ερωτηματικά για το εάν επρόκειτο μόνο για υπηρεσιακά έγγραφα ή άλλου είδους, όπως για παράδειγμα τα σχέδια του κτιρίου που οι επιχειρηματίες της ΡΙΚΟΜΕΞ δεν ήθελαν να τα δουν άλλα, πέρα από τα δικά τους, μάτια.
Ενταση δημιουργήθηκε κατά την κατάθεση του μάρτυρα, όταν ερωτηθείς από την υπεράσπιση αν σε φωτογραφία που έχει ήδη κατατεθεί στο δικαστήριο φαίνονται τα υπόγεια, πριν απαντήσει ο ίδιος, ο εισαγγελέας είπε ότι δε φαίνονται στη συγκεκριμένη φωτογραφία. Η υπεράσπιση διαμαρτυρήθηκε έντονα, λέγοντας ότι η εισαγγελική έδρα κατευθύνει τη μαρτυρική κατάθεση.
Ο Β. Παπαδόπουλος είπε ότι όταν είχε δει το κτίριο εξωτερικά πριν το σεισμό αποκόμισε την εντύπωση ότι ήταν σε άθλια κατάσταση. Υπήρχαν αυθαίρετες κατασκευές, είχαν χτιστεί ακόμα και τα μπαλκόνια, ενώ βλέποντας τις κολόνες μετά το σεισμό είπε ότι δεν έκαναν ούτε για κοτέτσι. Τέλος, υποστήριξε ότι οι ιδιοκτήτες πιθανόν να γνώριζαν την επικινδυνότητα του κτιρίου, ενώ επέρριψε ευθύνες στους μηχανικούς που το κατασκεύασαν. Μεταφέροντας εξάλλου τη μαρτυρία γείτονα που είδε την κατάρρευση, είπε ότι σε δευτερόλεπτα έγινε μπάζα και σκόνη.
Ο Εμμανουήλ Τσίτουρας, ο πατέρας του οποίου βρήκε το θάνατο στα χαλάσματα, είπε ότι το κτίριο κατέρρευσε κάθετα, σαν να είχε μια βόμβα στα θεμέλιά του. Οταν δε οι άνδρες της ΕΜΑΚ είδαν τις κολόνες που είχε, τράβαγαν τα μαλλιά τους. Το μπετόν θρυμματιζόταν μόλις το ακούμπαγαν. Σε άλλο σημείο της κατάθεσής του κατηγόρησε τους ιδιοκτήτες πως ενώ γνώριζαν τις κακοτεχνίες είχαν τοποθετήσει βαριά μηχανήματα στο δεύτερο όροφο.