Κυριακή 23 Απρίλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 26
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ
Κλεμμένοι θησαυροί στο Μουσείο της Νέας Υόρκης...

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (του ανταποκριτή μας Χρ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ).- Την Τετάρτη 5/4, το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης ανατοποθέτησε για δημόσια θέα, για πρώτη φορά έπειτα από 50 και πλέον χρόνια, τη μεγάλης ιστορικής σημασίας Συλλογή του Σεσνόλα, αποτελούμενη από 600 αρχαία κυπριακά έργα -κολοσσιαία αγάλματα, μια μεγάλη σαρκοφάγο και άλλα - χρονολογούμενα από το 2500 π. Χ. ως το 300 μ. Χ. Με τις νέες αυτές πινακοθήκες, όπως ανακοινώθηκε, ολοκληρώθηκε η δεύτερη φάση ανανέωσης της ελληνικής και ρωμαϊκής συλλογής του μουσείου αυτού.

Την Παρασκευή 7/4, δύο μεγάλες εφημερίδες - οι «Τάιμς Νέας Υόρκης» (ΝΥΤ) και η «Ντέιλι Νιους» (DN) - παρουσίασαν το γεγονός αυτό, αφιερώνοντας σελίδες τους με υπέροχες φωτογραφίες από τα έργα αυτά, δίνοντας ταυτόχρονα και το ιστορικό της συλλογής. Η πρώτη επιστέγασε το δημοσίευμά της, υπογραφόμενο από τη συνεργάτριά της Χόλαντ Κότερ, με τον τίτλο «Ενα Καρναβάλι Τεχνοτροπιών Από την Αρχαία Κύπρο», εξηγώντας ότι σε όλα αυτά τα έργα «υπάρχουν ίχνη διαφορετικών υπερδυνάμεων - Αιγύπτου, Ελλάδας, Ασσυρίας, Ρώμης - που είχαν μια παρουσία και συνέβαλαν στο γλυκό μη γοητευτικό καρναβάλι τεχνοτροπιών, γνωστό σαν κυπριακή τέχνη. Σε αντίθεση, η δεύτερη, στο πολύ πιο σύντομο κείμενό της, υπογραφόμενο από τη συνεργάτριά της Μίλα Αντρέ, είχε τον ενθουσιώδη τίτλο «Η Κύπρος Συγκινεί».

Κατά τα δύο αυτά δημοσιεύματα, τα περισσότερα από τα κυπριακά αυτά έργα αγοράστηκαν από το Μητροπολιτικό Μουσείο ανάμεσα στο 1874 και 1876 από τον στρατηγό Λουίτζι Πάλμα ντι Σεσνόλα, που ήταν το διάστημα εκείνο Αμερικανός πρόξενος στην Κύπρο. Ο Σεσνόλα (1832-1904) μετανάστευσε από την Ιταλία στην Αμερική για να κάνει καριέρα. Πήρε μέρος σαν αξιωματικός στον Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865) ανάμεσα στο Βορρά και στο Νότο της χώρας αυτής, πιάστηκε αιχμάλωτος από τις φεουδαρχικές δυνάμεις της νότιας περιοχής και πέρασε μόνο 10 μήνες στη φυλακή, αφού ζήτησε να τον αφήσουν ελεύθερο για να σταλεί σαν πρόξενος στην Κύπρο.

Στην Κύπρο, σύμφωνα με το άρθρο των «NYT», ο Σεσνόλα, όπως έκαναν και άλλοι ξένοι που επιδίωκαν την προώθηση των εγωιστικών τους συμφερόντων, ασχολήθηκε με την αρχαιολογία σαν ένα εξωτικό «χόμπι». Επειτα από λίγο, άρχισε να βλέπει τον εαυτό του σαν ανταγωνιστή του Χάινριχ Σλίμαν, που τότε βρισκόταν στο απόγειό του με τις ανακαλύψεις του στην Τροία και στις Μυκήνες. Αυτό, όμως, που έκανε ο Σεσνόλα, ήταν να ξεθάβει οτιδήποτε και να το στέλνει στο εξωτερικό. Και το χειρότερο στην προσπάθειά του να δημιουργήσει εντυπώσεις για τις «ανακαλύψεις» του, έφτασε στο να εξαγοράζει αδέσποτα γλυπτά τεμάχια, μερικές φορές από διαφορετικές περιόδους κι ακόμα να παραλλάσσει τα στοιχεία κομματιών σχετικά με το μέρος που βρέθηκαν.

Ολη αυτή η συμπεριφορά, κατά το ίδιο άρθρο, ήταν λίγο - πολύ ρουτίνα σε μια περίοδο, που τα μουσεία, ακόμη και η αρχαιολογία, βρίσκονταν στη νηπιακή ηλικία τους και οπορτουνιστικές δοσοληψίες γίνονταν παντού. Μέσα σ' αυτό το κλίμα, η εκστρατεία δημοσίων σχέσεων Σεσνόλα απέδωσε. Η συλλογή του αγοράστηκε από το νεόδμητο τότε Μητροπολιτικό Μουσείο, το οποίο, έτσι, απόκτησε, όπως ισχυριζόταν το ίδιο, διεθνή υπεροχή. Κανένα άλλο μουσείο δεν προσέλαβε το Σεσνόλα σαν πρώτο διευθυντή του το 1879, αν και, τελικά, οι αρχαιολογικές του μέθοδοι επικρίθηκαν, όπως και το τίμημα που είχε ζητήσει για τη συλλογή του. Μετά το θάνατό του (1904), το μουσείο έβγαλε σε πλειστηριασμό τον κύριο όγκο των αντικειμένων του, αφήνοντας έναν πυρήνα 6.000, από τον οποίο επιλέχθηκε η νέα κυπριακή εγκατάσταση από τους εφόρους του Μητροπολιτικού Μουσείου, Κάρλος Πικόν, Τζοάν Μέρτενς, Κρίστοφερ Λάιτφουτ, Ελίζαμπεθ Μίλεκερ και Σιν Χαμινγουέι, καθώς και από τον πρώην διευθυντή αρχαιοτήτων της Κύπρου, Βάσο Καραγεώργη.

Και υπογράμμιζε το άρθρο της Κότερ στους «NYT»: «Ασχετα από το λάθος που έκαμε ο Σεσνόλα, άφησε ένα καταπληκτικό κληροδότημα. Πολλά από τα εκλεκτότατα αποκτήματά του βρίσκονται σήμερα πάλι σε θέα σαν ένα σύνολο μέσα σε μισό αιώνα, δίνοντας μια πανοραμική συνοπτική εικόνα του αρχαίου κυπριακού πολιτισμού».

Από την πλευρά της, η συνεργάτρια της «DN», Μ. Αντρέ, παρατηρούσε στο δικό της άρθρο ότι «αυτή η βασική και ιστορική συλλογή αποτελεί τον κατάλληλο τρόπο» για τον εορτασμό της 120ής επετείου, που εγκαινιάστηκε στις 30 Μάρτη 1880 από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ρούθερφορντ Β. Χέις. Σημείωνε, κατόπιν, ότι η Κύπρια αρχαιολόγος και ιστορικός τέχνης, Αννα Μαραγκού, συγγραφέας του βιβλίου που μόλις εκδόθηκε «Ο Πρόξενος Λουίτζι Πάλμα ντι Σεσνόλα: Ζωή και Πράξεις» - «ένα σημαντικό βιβλίο, που τοποθετεί τον Αμερικανό πρόξενο/έμπορο μέσα σε ένα κάπως αμφισβητήσιμο φως» - αναφέρει ότι «από τις 35.000 κυπριακές αρχαιότητες, που αρχικά αγοράστηκαν από το Μητροπολιτικό Μουσείο, κάπου 30.000 πουλήθηκαν σε πλειστηριασμό το 1928. Οι υπόλοιπες αποθηκεύτηκαν».

Τώρα, συνέχισε η Αντρέ, οι Νεοϋορκέζοι μπορούν να βλέπουν 600 από τα πιο εξαίρετα έργα της απομένουσας συλλογής, στα οποία περιλαμβάνονται διάφορα είδη: γλυπτά, ορειχάλκινα, τερακότες, γυάλινα, κοσμήματα, ασημένια και χρυσά νομίσματα - «που όλα δείχνουν το μοναδικό χαρακτήρα της κυπριακής τέχνης, η οποία είχε επηρεαστεί από πολλούς πολιτισμούς». Και αφού συμπλήρωσε ότι πολλές από τις αρχαιότητες αυτές μπορεί να χρονολογούνται λανθασμένα από τον Σεσνόλα, έκλεισε απευθυνόμενη στους αναμενόμενους θεατές: «Αλλά δεν είναι ούτε ένα, που δε θα σας κόψει την ανάσα».

Ωστόσο, και τα δύο αυτά άρθρα απόφυγαν και τον παραμικρό υπαινιγμό, ότι τα πάμπολλα αυτά καλλιτεχνικά έργα και άλλα είδη εκλάπησαν από τον τόπο τους, όπως έγινε, ως γνωστό και με τα λεγόμενα Ελγίνεια Μάρμαρα, και θα έπρεπε, κατά συνέπεια, να επαναφερθούν εκεί, παρά το ότι τελευταία ολοένα πιο πολύ διογκώνεται το αίτημα αυτό για άλλες περιπτώσεις, όπως για τα κλοπιμαία καλλιτεχνήματα που άρπαξαν από άλλες χώρες ή και από άτομα οι χιτλερικές δυνάμεις κατοχής.

Μόλις πρόσφατα (30/3), όπως έγραψαν οι «ΝΥΤ», Αμερικανοί τελωνειακοί αξιωματούχοι έσπευσαν, την προηγούμενη μέρα, να κατασχέσουν ένα μαρμάρινο άγαλμα του 10ου αιώνα, το οποίο, όπως ανέφεραν οι ίδιοι, είχε κλαπεί από ένα κινεζικό μνήμα, και επρόκειτο να εκτεθεί σε πλειστηριασμό από τον γνωστό οίκο «Κρίστις». Το άγαλμα αυτό, όπως εξηγούσε η ίδια εφημερίδα, πιστεύεται ότι ήταν 1 από τα 10 που είχαν αρπαχτεί από επιδρομείς, οι οποίοι ανατίναξαν το τείχος του μνημείου Πέντε Δυναστειών στην επαρχία Χεμπέλ στη βορειοανατολική περιοχή της Κίνας, το 1994.

Οταν το γλυπτό αυτό εμφανίστηκε στον κατάλογο της «Κρίστις», Κινέζοι αξιωματούχοι ανέφεραν ότι προερχόταν από αυτό το μνήμα και κάλεσαν το Τελωνείο των ΗΠΑ να βοηθήσει για την ανάκτησή του, είπε ο διευθυντής της Τελωνειακής Υπηρεσίας, Ρέιμοντ Κέλι. Στις 29/3, ο ομοσπονδιακός εισαγγελέας της περιοχής Μανχάταν της Νέας Υόρκης υπέβαλε αγωγή για την κατάσχεση του αγάλματος αυτού, που η αξία του υπολογίζεται σε 500.000 δολάρια.

Η «Κρίστις» σχεδίαζε να εκθέσει σε πλειστηριασμό το άγαλμα στις 21 Μάρτη, αλλά τον ανακάλεσε, έπειτα από εντολή του Τελωνείου. Το άγαλμα παραμένει στην «Κρίστις» μέχρις ότου εκδικαστεί η υπόθεση αυτή και, αν δεν αντιταχθεί κάποιος στην αγωγή, το κλοπιμαίο θα επιστραφεί στην Κίνα μέσα σε λίγες εβδομάδες.

Υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις επαναφοράς κλεμμένων καλλιτεχνικών έργων, αλλά ο χώρος δε μας επιτρέπει να επεκταθούμε περισσότερο. Το ερώτημα και η απορία, όμως, παραμένουν: Γιατί αγνοήθηκε τόσο κατάφωρα η περίπτωση του κλεμμένου κυπριακού καλλιτεχνικού θησαυρού, που το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης τον ιδιοποιήθηκε τόσο ασύστολα και τώρα καλεί τον κόσμο να τον θαυμάσει στις νέες αστραφτερές αίθουσές του;


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ