Και τα είχε συμπυκνώσει στο σκίτσο της ΑΝΕΡΓΙΤΣΑΣ, που, φορώντας αρχαϊκό χιτώνα και κολοκοτρωνέικη περικεφαλαία και δόρυ σπασμένο και μπαλωμένο, διηγείται τα νέα έπη:
σ' ένα σπασμένο κιονόκρανο:
«Μίαν φοράν κε έναν καιρόν,
ήταν μια χώρα με νόμισμα πολύ γερόν.
Ολα τα κράτι εζήλευαν αφτού του
μικροσκοπικού
διά το επίπεδόν του που ήτο ανοτέρου
του νορβιγικού.
Τον κατήκων του ήσαν μπουχτίσαντες
το φαγητό,
αυξανομένου εις χλιδήν εξουσία,
κατά 6 κόμα τοι εκατό.
Εκ της ανέσεως εβρίσκοντο εις διαρκή
ανησυχίαν,
λέγοντες, αμάν! φθάνει πλέον. Τα
πλούτη δε δήδουν την εφτηχείαν!
Προβλέποντες πνιγμόν από λεφτά κε
λοιπάς συνφοράς,
έσκαπον και ξαναέσκαπτον ορισμένων
ορισμένων λεοφόρων ανά τρεις φοράς.
των χρηματοκιβωτίων δεν έκλειναν
από τας καταθέσεις
κε παρουσιάζοντο "πατηκωταί",
δημιουργόντων έτσι νέας θέσεις».
του, τα είπαν από τότε, από το χτες έως
σήμερα. (Διατηρήσαμε την... ορθογραφία
και το συντακτικό του κειμένου).
Ετσι λοιπόν, σ' ένα άλμα της ιστορίας έως τα σήμερα, οι σημερινοί κυβερνήτες μεταθέτουν στους προηγούμενους τις ευθύνες.