Κυριακή 28 Αυγούστου 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
ΣΤΟΥΣ ΚΑΜΠΟΥΣ

τρυγάνε τη «μαύρη ρώγα»

Η ΜΕΡΑ βέβαια «μαζεύτηκε» αλλά ο Αύγουστος έχει ακόμη ζέστη. Κι ο κάμπος, ο ξωμάχος τη χρειάζεται για να τελειώνει με τη σταφίδα που είναι απλωμένη πάνω στ' αλώνια. Ξαπλωμένη νωχελικά. Καρτερώντας στρωτό του ήλιου το «φίλημα» να φτάσει στην τελευταία μέρα, αυτήν που περιμένει με λαχτάρα ολοχρονίς ο ξωμάχος.

ΣΤΑ ΤΩΡΙΝΑ τα χρόνια λιγόστεψε βέβαια του κάμπου η παραγωγή της «μαύρης ρώγας» και το μάτι ξαγναντεύει λιγοστά αλώνια να μαυρίζουν στον κάμπο. Φαμελιές ολόκληρες (όχι βέβαια πολλές) μ' όλα τα βάσανά της την πολεμάνε, όπως το 'καναν άλλοτε οι παππούδες, οι πατεράδες, όλο το σόι τους.

ΟΛΗ η φαμελιά «παρούσα» για να βοηθήσει τη στερνή φάση, το στερνό τελετουργικό. Ολοι μετράνε τις μέρες και λαχταράνε όταν τα σύγνεφα ξεπετιούνται ξαφνικά από τα σημαδιακά σημεία, που 'ναι γραμμένα στις μαύρες ώρες.

ΕΜΠΕΙΡΟΣ «μετεωρολόγος» ο ξωμάχος, έχει καταγραμμένη με το «νι» και με το «σίγμα» όλα του καιρού τα σημάδια, τα 'μαθε μπουσουλώντας μέσα στ' αλώνια και τώρα τα βεβαιώνει στα εγγόνια του, που τα 'χει δίπλα του συντροφιά στο αλώνι.

ΟΛΟΣ σχεδόν ο Αύγουστος αλλά κι ο μισός Σεπτέμβρης είναι τρύγος. Ολα τα ρεγουλάρει ανάλογα η σοδειά. Κάποτε ξαργούνε τα χτήματα. Κι εκεί, που δουλεύουν καινούριες φυτιές πέφτουν αργότερα. Κάθε τόπος κι η ώρα του, το ρολόι του. Ο κάμπος δε σηκώνει βιασύνες. Ούτε άργητες ούτε βιασύνες.

ΣΤΑ σταφιδάλωνα δίπλα τα ξώσπιτα που δίνουν χέρι βοήθειας όλο το χρόνο, περισσότερο όμως την περίοδο του τρύγου και του αλωνιού, που συχνά παρουσιάζονται ανάγκες να 'χουν ένα κεραμίδι. Μερικοί φτιάχνουν και την τραγάτα τους με χόρτο και καλάμια κι έχουν δροσιά, ακόμη «κόβει» ολόγυρα το μάτι γιατί πολλά μπορούν να τύχουν νυχτιάτικα.

ΚΑΘΩΣ έρχεται η νύχτα κι όλα πέφτουν στο σκοτάδι οι ξωμάχοι άναβαν τότε τα λαδοφάναρά τους, τις πετρελαιόλαμπες. Κι όλα τους φωτοβολάνε. Και καθένα έχει του νοικοκυριού του την ταυτότητα. Ξέρουν τις τοποθεσίες, ξέρουν το νοικοκύρη.

ΠΙΟ πέρα κατά το ακροθαλάσσι άγρυπνο το φανάρι των Βαρδιάνων και στην άλλη άκρη ο Γερο-γόμπος, το δεύτερο μεγάλο για τα πλεούμενα, που βάζουν ρότα για τα μεγάλα λιμάνια.

Η ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΑ δεν έβγαζε δελτία τότε, όλα τα μετρούσαν, τα υπολόγιζαν με τα σημάδια, με τον άνεμο, με του πετεινού το λάλημα, με τα σφεδρούλια. Ολα αυτά πανάρχαια σημάδια. Μερικά απ' αυτά τα 'χαν κωδικοποιήσει. Και τα 'λεγαν σαν τραγουδάκι. Ολα με τα καιρικά φαινόμενα. Με τους γαρμπήδες, που καιροφυλαχτούν πονηροί να γιομίσουν τ' αλώνια και να ορμήσουν.

ΠΑΝΩ στο μεγάλο δρόμο, που φιδίσιος φέρνει στη Χώρα, πάνε κι έρχονται σε δυνατό, ρυθμικό καλπασμό οι ψαριές φοράδες και τα κόκκινα άλογα. Καθένας κουβαλεί το πράμα του στις σαράγιες (αποθήκες) για να το σιγουρέψει.

Η ΓΗ στέλνει όλες τις μυρωδιές της από τα ψίλιθρα και τα μοσχάτα που σου στέλνουν το δικό τους μυρωδάτο μήνυμα.

Η ΓΗ μας, ο κάμπος με τη «μαυρομάτα» του, τη σταφίδα, αλλά κι όλα τ' άλλα τα καλά του. Αυτά μακρινά θυμήματα δύσκολης αλλά όμορφης ζωής. Και τι δε μας έμαθε ο κάμπος, που τον δούλευαν σαν να ήταν περιβόλι αφού πάνω του ήταν κρεμασμένο το ψωμί μας.

ΚΑΠΟΙΕΣ μικρές γωνιές βαστάνε κάτι από τα παλιά του κάμπου πλούτη, κάποια μικρά δείγματα, τα περισσότερα χάθηκαν. Τα παιδιά μας θα τα συναντήσουν τα πλούτη αυτά της γης όχι στα σταφιδάλωνα αλλά στις προθήκες των μουσείων.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ