Κυριακή 18 Σεπτέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η «Φραγκοσυριανή» συναντά την «Αρχόντισσα»

Ο Δήμος Νίκαιας τιμά τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Βασίλη Τσιτσάνη, αύριο, στο «Κατράκειο»

Τις δύο μεγαλύτερες μορφές του ρεμπέτικου και λαϊκού μας τραγουδιού, τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Βασίλη Τσιτσάνη τιμά ο Δήμος Νίκαιας με συναυλία που διοργανώνει αύριο Δευτέρα, στις 9μμ, στο «Κατράκειο». Η εκδήλωση μνήμης για τους δύο μεγάλους δημιουργούς, που έδρασαν πολιτιστικά επί μακράν στους ψυχαγωγικούς χώρους της πόλης, πραγματοποιείται από το δήμο με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του Μ. Βαμβακάρη (1905-1972) και 90 χρόνων από τη γέννηση του Β. Τσιτσάνη (1915-1984), σε συνεργασία και έπειτα από πρόταση του μελετητή του ρεμπέτικου, Παναγιώτη Κουνάδη. Στη μεγάλη συναυλία θα τραγουδήσουν: η Γλυκερία, ο Παντελής Θαλασσινός, ο Μπάμπης Τσέρτος, η Μαρία Κατινάρη, ο Γιώργος Ζορμπάς, ο Χρήστος Μανιφάβας, η Ασπασία Στραζείγου, ο Θανάσης Χαλκιάς και η Γιώτα Νέγκα. Θα συμμετέχει τμήμα της Εστουδιαντίνας Ν. Ιωνίας Μαγνησίας. Η ενορχήστρωση είναι του Ανδρέα Κατσιγιάννη και η ιστορική και μουσική τεκμηρίωση του Π. Κουνάδη. Με αφορμή αυτή την ξεχωριστή μουσική βραδιά, που εντάσσεται στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων «Πολιτιστικό Καλοκαίρι», ο δήμαρχος Νίκαιας, Στέλιος Μπενετάτος, αναφέρει στο «Ρ»: «Η Κοκκινιά χαρακτηρίζεται από δύο στοιχεία που έχουν μπολιάσει την εξέλιξη και την πρόοδό της, την ίδρυσή της από Μικρασιάτες πρόσφυγες και τους αγώνες της μέσα από το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ κατά την Εθνική Αντίσταση. Και τα δύο αυτά στοιχεία έκαναν την πόλη μας να πρωτοστατεί όχι μόνο σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά της έδωσαν και εξέχουσα θέση στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου μας.

Ο πόνος της προσφυγιάς και οι αγώνες του ελληνικού λαού μέσα από την Εθνική Αντίσταση ενέπνευσαν και έδωσαν το στίγμα τους και στο ρεμπέτικο τραγούδι. Δύο κορυφαίοι του είδους, ο Βασίλης Τσιτσάνης και ο Μάρκος Βαμβακάρης, που για πολλά χρόνια "έπαιζαν στα στέκια της Κοκκινιάς", τίμησαν με τον καλύτερο τρόπο μέσα από τη μουσική και τους στίχους τους την προσφυγιά και τα οράματα του ελληνικού λαού για λαοκρατία. Δε θα μπορούσε λοιπόν ο Δήμος της Νίκαιας να μην τιμήσει, με μια μεγάλη συναυλία, δύο σημαντικά κεφάλαια για την εξέλιξη του ρεμπέτικου τραγουδιού, μουσικού είδους που έκανε τα πρώτα του βήματα στα στενά της Κοκκινιάς. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην πόλη μας έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα ο Μάρκος Βαμβακάρης, που φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του. Σημαντική είναι και η συμβολή, για την οποία τον ευχαριστούμε ιδιαίτερα, του Παναγιώτη Κουνάδη, συμπαραστάτη στην εκδήλωση αυτή, ενώ ευχαριστούμε και όλους τους καλλιτέχνες που θα συμμετέχουν στη συναυλία. Αυτό που πρέπει να μας μένει στο τέλος τέτοιων εκδηλώσεων είναι το γεγονός ότι όταν ο λαός μεγαλουργεί, ακόμα και μέσα από τις πιο δύσκολες στιγμές του, τότε πάντα θα υπάρχουν γνήσιοι λαϊκοί καλλιτέχνες να εμπνέονται και να εμπνέουν με το έργο τους. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν εξέχουσα θέση στην πόλη της Νίκαιας, την πόλη του λαϊκού πολιτισμού».

Το έργο τους, ακριβή παρακαταθήκη


«Μας έμαθε τι ήταν το μπουζούκι, μέχρι τότε δεν ξέραμε αν ήταν ντουλάπα ή όργανο», έλεγε χαρακτηριστικά ο Γιάννης Παπαϊωάννου για τον Μάρκο Βαμβακάρη, τη σημαντικότερη φυσιογνωμία του ρεμπέτικου τραγουδιού. Ο Μάρκος της φτώχειας και της μαγκιάς, ήταν εκείνος που έβγαλε το μπουζούκι από το περιθώριο και το επέβαλε σαν όργανο. Ηξερε, όσο κανείς άλλος, τους «δρόμους», τις παραδοσιακές κλίμακες και τα κουρδίσματα του τρίχορδου μπουζουκιού, ενώ ήταν αυτός που καθιέρωσε την κομπανία με «μπουζουκομπαγλαμάδες». Το 1934 με τον Γιώργο Μπάτη, τον Αντώνη Δελιά και τον Στράτο Παγιουμτζή αποτέλεσαν την ξακουστή πειραιώτικη τετράδα, το πρώτο συγκρότημα με μπουζούκια, στο κέντρο του Σαραντόπουλου, στην Ανάσταση του Πειραιά. Από τότε, χάρη στον Μάρκο, επικρατεί το «πειραιώτικο» ρεμπέτικο, που αφομοιώνει το ήθος και τα διδάγματα της Ανατολής μέσα από μια νέα επεξεργασία με βάση το μπουζούκι. Δημιουργούνται τα σημαντικότερα δείγματα αυτής της παράδοσης, τα «κλασικά» στη μορφή, στο περιεχόμενο και στη λειτουργία τους ρεμπέτικα τραγούδια, ενώ με την τετράδα του Πειραιά το ρεμπέτικο τραγούδι μπαίνει στη δισκογραφία. Ανάμεσα στα τραγούδια του: «Η Φραγκοσυριανή», «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν», «Τα έμορφα τα γαλανά σου μάτια», «Αντιλαλούν οι φυλακές», «Ολοι οι ρεμπέτες του ντουνιά», «Για σένα μαυρομάτα μου», «Δε θέλω πλούτη και λεφτά», «Η κλωστηρού», «Ο Μάρκος πολυτεχνίτης», «Ο Μάρκος υπουργός», «Οσοι έχουνε πολλά λεφτά» και τόσα άλλα. Ομως παρότι ήταν αυτός που άρχισε «όλο αυτό το νταλαβέρι του λαϊκού τραγουδιού», «έφυγε» από τη ζωή πάμφτωχος και παραπονεμένος, παρότι άλλοι θησαύρισαν μέσα από το έργο του. Εκείνος δεν είχε προσχωρήσει στο «παιχνίδι». Μην έχοντας πόρους, πέθανε σ' έναν από τους διαδρόμους του Ερυθρού Σταυρού. Το έργο του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και επηρέασε όλους τους κατοπινούς δημιουργούς του τραγουδιού, λαϊκού και έντεχνου.

Ο Βασίλης Τσιτσάνης υπήρξε ο δημιουργός που μετέβαλε το ρεμπέτικο τραγούδι σε λαϊκό. Συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής, άνοιξε νέους ορίζοντες στο λαϊκό τραγούδι, υμνώντας μέσα από τραγούδια του την ψυχή του λαού μας. «Τίποτα δεν αγνόησα στα τραγούδια μου, διότι κι αυτό το θεωρούσα χρέος. Εγραψα για την Ελλάδα, για τη φτώχεια, για τη γυναίκα, για την εργατιά, για τον πόνο, για την αδικία, για το χαμό, για τη φυγή, για τη λευτεριά, για τον πόθο, για το ανικανοποίητο. Και πού δε φτερούγισε η φαντασία μου όλα αυτά τα χρόνια...», έλεγε ο ίδιος. Χτίζοντας νότα τη νότα στην καρδιά της ρωμιοσύνης την απέραντη μουσική του, κατέθεσε ένα πλουσιότατο έργο σε μέγεθος και ποιότητα. Δημιουργώντας με το τεράστιο ταλέντο του τραγούδια σαν τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», τον «εθνικό ύμνο» του λαϊκού μας τραγουδιού που γράφτηκε μέσα στα σκοτεινά χρόνια της Κατοχής. Ενα τραγούδι εμπνευσμένο από «τα τραγικά περιστατικά που συνέβαιναν τότε στον τόπο μας, με την πείνα, τη δυστυχία, το φόβο, την καταπίεση, τις συλλήψεις, τις εκτελέσεις». Ανάμεσα στις δεκάδες επιτυχίες του τα τραγούδια: «Αρχόντισσα», «Αχάριστη», «Μπαξέ τσιφλίκι», «Τα πέριξ», «Νύχτες μαγικές», «Ξημερώνει και βραδιάζει», «Απόψε στις ακρογιαλιές», «Της Γερακίνας γιος» κ.ά. Ο Β. Τσιτσάνης υπήρξε ο δάσκαλος για τις γενιές των καλλιτεχνών που ακολούθησαν. Για μισό αιώνα, σκυμμένος πάνω σε τρεις διπλές χορδές, συνταίριαζε την αγωνία, τη λαχτάρα, την αγάπη του λαού μας. Αυτού του λαού, που τον αγάπησε και τον τοποθέτησε δίπλα στον Μάρκο Βαμβακάρη, στο πάνθεο των Αθανάτων.


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
«Απ' το Χαϊδάρι μάνα μου...» (2024-08-31 00:00:00.0)
Ο «βράχος» του ρεμπέτικου (2013-02-03 00:00:00.0)
ΑΤΙΤΛΟ (2009-10-28 00:00:00.0)
Με ροκ «διαγωγή» (2005-02-15 00:00:00.0)
μια συναυλία (2000-07-21 00:00:00.0)
«Τρίχορδο» μεράκι (2000-02-27 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ