Σάββατο 7 Οχτώβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ - ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 2006
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση σε ρόλο κατασταλτικό;

Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, γενικότερα η επιθετικότητα του μονοπωλιακού κεφαλαίου να αφαιρέσει κάθε κατάκτηση της εργατικής τάξης και να εντείνει την καταλήστευση του πλούτου και του μόχθου όλων των λαών, γεννούν μεγάλες λαϊκές αντιδράσεις. Θα οδηγήσουν αργά ή γρήγορα σε λαϊκούς ξεσηκωμούς.

Για να αντιμετωπίσουν αυτόν τον κίνδυνο, οι ολιγαρχίες λαμβάνουν έγκαιρα τα μέτρα τους. Αυτό γίνεται και στη δική μας χώρα με την ποσοτική και ποιοτική αύξηση των κατασταλτικών δυνάμεων (αστυνομία, ΜΑΤ, ειδικοί φρουροί, συνοροφύλακες κλπ.) αλλά και με την αφαίρεση των δημοκρατικών δικαιωμάτων που έχει κατακτήσει ο λαός μας μέσα από μακρόχρονους και σκληρούς αγώνες. Εκδηλώσεις αυτής της γενικής τάσης αποτελούν ο τρομονόμος (Ν. 2928/2001), ο ευρωτρομονόμος (Ν. 3251/2004), η Συνθήκη Σένγκεν, η δημιουργία της Ευρωαστυνομίας, το λεγόμενο Ευρωσύνταγμα, η νομιμοποίηση με το Ν. 2472/1997 του ηλεκτρονικού φακελώματος, η καταστολή των διαδηλώσεων, οι ποινικές διώξεις ενάντια σε απεργούς, μαθητές, αγρότες κλπ.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση δε θα μπορούσε να μείνει έξω από το χορό αυτό. Ως κρατικός μηχανισμός, στο πλαίσιο της γενικότερης χρησιμοποίησής της ως μέσον προώθησης και εφαρμογής αντιλαϊκών επιλογών, αναλαμβάνει τα τελευταία χρόνια, βήμα το βήμα, έναν ενεργητικότερο ρόλο στο όλο οικοδόμημα που έχει σα στόχο τον περιορισμό των δυνατοτήτων του λαού να αντιδρά και να αγωνίζεται.

Δεν πέρασε απαρατήρητη η συμφωνία των υποψηφίων δημάρχων της Αθήνας των δύο μεγάλων κομμάτων με την πρωτοβουλία του υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Πολύδωρα για τον περιορισμό των διαδηλώσεων. Εξάλλου, τόσο η προηγούμενη κυβέρνηση (διά του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Χρυσοχοΐδη) όσο και η σημερινή, έχουν εκφραστεί υπέρ της θέσπισης περαιτέρω περιορισμών του δικαιώματος στη συνάθροιση.

Πολλοί Δήμοι, άλλωστε, έχουν χρησιμοποιηθεί κατ' επανάληψη ενάντια στο λαϊκό κίνημα. Είναι χαρακτηριστική η στάση πολλών δημάρχων και νομαρχών που συντάσσονται με την κυρίαρχη πολιτική, οι οποίοι ενισχύουν τους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς, στρέφονται ενάντια στους αγροτικούς αγώνες, παρεμβαίνουν στο συνδικαλιστικό κίνημα με στόχο την ποδηγέτησή του ή άλλοτε, με όλα τα μέσα επιχειρούν να τρομοκρατήσουν μαθητές και γονείς όταν εκτυλίσσονται οι μεγαλειώδεις μαθητικοί αγώνες ενάντια στην αντιεκπαιδευτική πολιτική των κυβερνήσεων. Ακόμη και οι σχολικοί φύλακες ωθούνται ενίοτε από τους εν λόγω δημάρχους σε έναν τέτοιο κατασταλτικό των συνδικαλιστικών δραστηριοτήτων ρόλο.

Δημοτική Αστυνομία

Η πλέον γνωστή περίπτωση είναι αυτή της Δημοτικής Αστυνομίας, η οποία δημιουργήθηκε, ενισχύεται και απλώνεται σταθερά ως ένας ακόμη κατασταλτικός μηχανισμός. Τα ποικίλα αστυνομικά καθήκοντα της Δημοτικής Αστυνομίας συνίστανται στη «διασφάλιση της τάξης». Ολοι, βέβαια, γνωρίζουμε με ποιο τρόπο ερμηνεύεται στην πράξη μια τέτοια αόριστη νομική έννοια: στρέφεται ευθέως ενάντια στο λαϊκό κίνημα. Ακόμη και οι στολές, ιδίως στο Δήμο της Αθήνας, με το στρατοκρατικό χακί δημιουργούν ένα αντίστοιχο κλίμα.

Εξάλλου, η συνεργασία ανάμεσα στην ΕΛ.ΑΣ. και τη Δημοτική Αστυνομία γίνεται ολοένα στενότερη όπως αποδεικνύεται και από το μνημόνιο συνεργασίας που υπέγραψε η ΕΛ.ΑΣ. με το Δήμο Αθήνας στις 9 - 12 - 2004. Το μνημόνιο περιλαμβάνει στενότερο συντονισμό των επιχειρησιακών κέντρων, των διοικητών και κοινή δράση σε διάφορους τομείς με προεξέχοντα εκείνο των «μεγάλων πολιτιστικών εκδηλώσεων», όπου ως πολιτιστικές νοούνται πάσης φύσεως λαϊκές συγκεντρώσεις.

Πρέπει να σημειωθεί, εξάλλου, ότι η Δημοτική Αστυνομία λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ανταποδοτικά, το οποίο σημαίνει ότι ο εργαζόμενος, ο δημότης θα κληθεί να χρυσοπληρώσει τις κατασταλτικές «υπηρεσίες» της Δημοτικής Αστυνομίας. Ετσι, η καταστολή γίνεται σε ένα βαθμό και αυτοσκοπός, αφού αποφέρει έσοδα.

Χαρακτηριστική της κυρίαρχης κατεύθυνσης είναι η εισήγηση που παρουσιάστηκε πρόσφατα στην ΚΕΔΚΕ και η οποία έγινε αποδεκτή από τις δυνάμεις που κυριαρχούν σε αυτήν (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ). Στο κείμενο αυτό προτείνεται η Δημοτική Αστυνομία, να λειτουργεί σε διαδημοτικό επίπεδο με το πρόσχημα του καλύτερου συντονισμού. Είναι όμως φανερό ότι στην περίπτωση αυτή ο μηχανισμός αυτός θα ξεφύγει εντελώς από τον όποιο έλεγχο των Δήμων. Εξάλλου, ήδη σήμερα τα Δημοτικά Συμβούλια, ακόμη και οι δήμαρχοι, δεν ασκούν ουσιαστικό έλεγχο.

Περιορισμοί στη διακίνηση «ενοχλητικών» ιδεών

Από το νόμο έχουν, επίσης, ανατεθεί στους Δήμους εξουσίες για τον περιορισμό της διακίνησης των ιδεών. Στο άρθρο 9 του νόμου 3023/2003 για τη «χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων» έχουν τεθεί ασφυκτικοί περιορισμοί για την προβολή των απόψεων που αντιτάσσονται στην κυρίαρχη πολιτική και στη «νέα τάξη πραγμάτων». Ετσι, ουσιαστικά, οι Δήμοι μετατρέπονται σε μηχανισμούς παρεμπόδισης της ενημέρωσης του λαού, αφού απαγορεύονται τα πανό, οι αφίσες κλπ. με μόνη εξαίρεση για τις αφίσες στις προεκλογικές περιόδους, σε περιορισμένο χώρο και μάλιστα με βάση την αρχή της αναλογικής ισότητας, δηλαδή με κυρίαρχη την παρουσία των κατεστημένων δυνάμεων, οι οποίες έτσι κι αλλιώς έχουν εξασφαλισμένη την υπερπροβολή των απόψεών τους από τα μέσα ενημέρωσης.

Πρόληψη εγκληματικότητας;

Ακόμη, με το Ν. 2713/1999 θεσπίστηκαν τα συμβούλια πρόληψης εγκληματικότητας, τα οποία ενέπλεξαν την Τοπική Αυτοδιοίκηση στη δημιουργία ενός αμφιλεγόμενου τουλάχιστον μηχανισμού. Τα συμβούλια αυτά δε θα μπορούσαν, και η μέχρι τώρα διαδρομή τους το αποδεικνύει, να ασκήσουν πραγματική αντεγκληματική πολιτική και ιδίως πολιτική πρόληψης του εγκλήματος. Η εγκληματικότητα μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο αν αρχίσουν να καταπολεμούνται με ριζικά μέτρα οι αιτίες που τη γεννούν: η φτώχεια, η ανεργία, η «απασχολησιμότητα», τα ατομικιστικά πρότυπα που διοχετεύονται από τα μέσα ενημέρωσης και από όλους τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του συστήματος κλπ. Για την πρόληψη της εγκληματικότητας απαιτείται, δηλαδή, μια ριζικά διαφορετική κοινωνικο-οικονομική πολιτική, απαιτείται η άνοδος του λαϊκού κινήματος και των ηθικών αξιών της αλληλεγγύης, του αγώνα, της συλλογικότητας, των οποίων φορέας είναι το εργατικό κίνημα.

Ετσι, τα συμβούλια αυτά μετατρέπονται σιγά σιγά σε μηχανισμούς συλλογής πληροφοριών στη γειτονιά, όπου βέβαια στόχος δε θα είναι το έγκλημα (άλλωστε, πώς κινούνται ανενόχλητα στις γειτονιές οι έμποροι των ναρκωτικών;), αλλά οι δραστηριότητες των εργαζομένων, των ανέργων, των συνδικάτων, των συλλόγων γονέων, των μαθητών που ετοιμάζουν αγώνες ενάντια στον πόλεμο ή για καλύτερη Παιδεία κλπ.

Είναι αξιοσημείωτη η συστηματική προσπάθεια που καταβάλλουν τα συμβούλια αυτά να προσελκύσουν τους μαθητές στο έργο της συνεργασίας με την αστυνομία με συνεχείς προσκλήσεις και πιέσεις για να συμμετέχουν σε εκδηλώσεις και δραστηριότητες των συμβουλίων πρόληψης εγκληματικότητας. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, προσπαθούν να στρατολογήσουν πληροφοριοδότες και να μολύνουν την ίδια τη νεολαία. Παράλληλα, βασιλεύουν ο αυταρχισμός, οι δίκες μαθητών που αγωνίζονται, οι αποβολές μαθητών που «τολμούν» να διανείμουν ενημερωτικά φυλλάδια για τις αγωνιστικές τους δραστηριότητες, αλλά και η ανενόχλητη δράση των εμπόρων ναρκωτικών.

Επειδή, μάλιστα, η δραστηριότητα των συμβουλίων δε κρίνεται μέχρι σήμερα ικανοποιητική, η σημερινή κυβέρνηση με το άρθρο 13 του Ν. 3387/2005 περί «Κέντρου μελετών Ασφάλειας και άλλες διατάξεις» μετέτρεψε τα συμβούλια πρόληψης της εγκληματικότητας σε συμβούλια πρόληψης της παραβατικότητας. Διεύρυνε έτσι το πεδίο τους, καθώς η έννοια της παραβατικότητας είναι σαφέστατα πιο πλατιά από αυτή της εγκληματικότητας. Με το ίδιο άρθρο δημιούργησε κεντρικό Συμβούλιο, που θα συντονίζει και θα επιχειρήσει να δώσει πνοή στα συμβούλια εκείνα που μέχρι τώρα υπολειτουργούν.

Αστυνομικός και «εθελοντής» της γειτονιάς

Την προοπτική αυτή έρχεται να ενισχύσει, εξάλλου, το πρόγραμμα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης για τον «αστυνομικό της γειτονιάς», το οποίο έχει αρχίσει να εφαρμόζεται πειραματικά. Το σχέδιο προβλέπει έναν αστυνομικό ανά γειτονιά, ο οποίος θα αναπτύσσει προσωπικές σχέσεις με τους κατοίκους, θα συλλέγει πληροφορίες, θα παρεμβαίνει στα προβλήματα της γειτονιάς. Μόνο πολιτικά αφελείς θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι με το πρόγραμμα αυτό θα αντιμετωπιστεί η εγκληματικότητα και ότι δεν υπάρχουν άλλοι, ανομολόγητοι στόχοι...

Σχετική είναι και η πρωτοβουλία που ανέλαβε να υλοποιήσει πιλοτικά ο Δήμος Βύρωνα σε συνεργασία με το υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Η προσπάθεια, τελικά, δεν προχώρησε μετά τις αντιδράσεις των κατοίκων. Με το πρόσχημα της καταπολέμησης της εγκληματικότητας, επιχειρήθηκε να δημιουργηθεί δίκτυο εθελοντών πολιτών, οι οποίοι θα συνδράμουν το έργο της αστυνομίας, καταλήγοντας τελικά να παίζουν το ρόλο του πληροφοριοδότη.

Ολα αυτά θυμίζουν την πολιτική του αντιδραστικού δημάρχου της Ν. Υόρκης Ρ. Τζουλιάνι ο οποίος, μαζί το δόγμα της μηδενικής ανοχής (στο έγκλημα υποτίθεται), προώθησε την αντίληψη της «στενής συνεργασίας» του αστυνόμου με τον πολίτη. Πρόκειται για πολιτική που έχει βρει υποστηρικτές και στην ΕΕ.

Τέλος, ο Ν. 2800/2000 ενέπλεξε τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση με αστυνομικές - κατασταλτικές αρμοδιότητες, αφού με το άρθρο 15 εκπρόσωπος του Νομαρχιακού Συμβουλίου συμμετέχει στην Αστυνομική Επιτροπή του νομού. Η επιτροπή αυτή εισηγείται στον αρχηγό της Αστυνομίας μέτρα για «ιδιαίτερα σημαντικές περιπτώσεις διατάραξης ή κινδύνου διατάραξης της δημόσιας τάξης», ενώ «δέχεται και εξετάζει αναφορές και αιτήματα από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και τα συμβούλια πρόληψης της εγκληματικότητας». Καθένας μπορεί να αντιληφθεί τι μπορεί να κρύβουν τέτοιες διατυπώσεις του νόμου.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι σε όλα αυτά τα ζητήματα, η κυβέρνηση συνεχίζει κατά γράμμα την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων. Υλοποιεί τους νόμους που εκείνες είχαν ψηφίσει και εμπλουτίζει παραπέρα την αντιδημοκρατική αυτή πολιτική.

Προκύπτει, λοιπόν, η ανάγκη αντίστασης σε αυτές τις μεθοδεύσεις. Είναι υπόθεση καίριας σημασίας να υπερασπιστούμε το δικαίωμα του λαού να αγωνίζεται για ένα καλύτερο αύριο.


Του
Δημήτρη ΚΑΛΤΣΩΝΗ*
*Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι Λέκτορας Θεωρίας Δικαίου και Κράτους στο Πάντειο Πανεπιστήμιο


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ