"Εθνικής σημασίας", θεωρεί ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων για σκληρότερη λιτότητα στο λαό, προκειμένου να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΟΝΕ, ενώ την ίδια στιγμή ο ίδιος ομολογεί πως από το 1999 και μετά δε θα υπάρχει εθνική πολιτική!
Πρόσθετα μέτρα και μάλιστα τώρα, με στόχο τη διεύρυνση της ληστείας των λαϊκών εισοδημάτων και ταυτόχρονα την ενίσχυση της κερδοφορίας των πολυεθνικών και των συνεταίρων τους - μεγαλοεπιχειρηματιών στην Ελλάδα - συνέστησε χτες στην κυβέρνηση και ο διοικητής της Τράπεζας της ΕλλάδαςΛ. Παπαδήμος.Αυτό είναι το στίγμα της έκθεσης του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, την οποία παρουσίασε χτες στους δημοσιογράφους και στη συνέχεια στους μετόχους της κεντρικής τράπεζας, με πρόσχημα την ανάγκη να εκπληρωθούν οι στόχοι και οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και το πρόγραμμα "σύγκλισης", για την ένταξη της Ελλάδας στην οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Στα πλαίσια αυτά, ο Λ. Παπαδήμος, υπέδειξε στην κυβέρνηση να προχωρήσει τώρα - αξιοποιώντας και τον "κοινωνικό διάλογο" - στην επιβολή της δέσμης μέτρων (δημοσιονομικών, εργασιακών, νομισματοπιστωτικών, ιδιωτικοποιήσεις κλπ.), που όλα καταλήγουν στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων και άλλων λαϊκών εισοδημάτων και παράλληλα στη διεύρυνση της κερδοσκοπικής ασυδοσίας των κάθε είδους μεγαλοεπιχειρηματιών.
Ειδικότερα, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας:
Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Λουκάς Παπαδήμος, χαρακτήρισε τη νέα δέσμη αντιλαϊκών μέτρων που πρότεινε, σαν μέτρα "εθνικής σημασίας" και κάλεσε τους εργαζόμενους να συναινέσουν στην υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου κατά τα πρότυπα της λογικής του "σφάξε με αγά μου ν' αγιάσω"! Ενώ όμως βάφτισε τα προτεινόμενα μέτρα "εθνικής σημασίας", ομολόγησε δημόσια, πως η πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση και τα πρόσθετα μέτρα που συνιστά ο ίδιος, θέτουν περιορισμούς και "θα επηρεάσουν την άσκηση και την αποτελεσματικότητα της μακροοικονομικής πολιτικής σε εθνικό επίπεδο". Οπως είπε χαρακτηριστικά, "μετά την ένταξη της δραχμής στη ζώνη του "εύρω", δε θα υπάρχει πλέον δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης εθνικής, νομισματικής πολιτικής". Παραδέχτηκε, δηλαδή, ότι μετά τη δημιουργία της ΟΝΕ το Ιανουάριο του 1999, η οικονομική και νομισματική συναλλαγματική και η γενικότερη οικονομική πολιτική της χώρας μας, θα χαράσσονται και θα ασκούνται από το διευθυντήριο των Βρυξελλών, με την ελληνική κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδας σε ρόλο εκτελεστικών οργάνων!
Αξιολογώντας τις μέχρι τώρα επιδόσεις της κυβερνητικής πολιτικής στον οικονομικό τομέα, ο Λ. Παπαδήμος είπε πως έγιναν "σημαντικά βήματα" στη μείωση του πληθωρισμού, των επιτοκίων, των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, της νομισματικής σταθερότητας, αλλά και στην ονομαστική και πραγματική "σύγκλιση". Αποσιώπησε όμως το γεγονός ότι βελτίωση αυτών των μεγεθών, δε συνοδεύτηκε και με βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων. Δεν παρέλειψε βέβαια να προσθέσει, πως τα μέχρι τώρα επιτεύγματα της κυβερνητικής πολιτικής κινδυνεύουν να χαθούν, για να καλέσει στη συνέχεια την κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειές της (σ.σ. δηλαδή την πολιτική μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των πλατιών λαϊκών στρωμάτων), με τη λήψη πρόσθετων μέτρων, που θα συμβάλουν, στην υλοποίηση του προγράμματος σύγκλισης, αφού τα σχετικά αποτελέσματα είναι "εύθραυστα και θα χρειαστούν ακόμη μακροχρόνιες προσπάθειες, για να παγιωθούν αυτές οι κατακτήσεις και να σταθεί η ελληνική οικονομία στα πόδια της".