Πρωτομάστορας και πλειοδότης αυτής της αποπροσανατολιστικής προσπάθειας είναι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος με τις δηλώσεις του θέλει να δημιουργήσει την εντύπωση στους αγρότες και γενικότερα στον ελληνικό λαό, ότι με τη συμφωνία αυτή βελτιώνεται η κατάσταση των αγροτών, ενώ οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες πιο συγκρατημένα πανηγυρίζουν, επειδή η χώρα μας απέφυγε τα χειρότερα και όχι επειδή με τη συμφωνία αυτή βελτιώνεται η υπάρχουσα κατάσταση.
Κατανοητοί οι λόγοι που αναγκάζουν τον πρωθυπουργό να πρωτοστατήσει σε αυτή την αποπροσανατολιστική προσπάθεια. Γιατί ειδικά αυτή την περίοδο η κυβέρνηση, σαν τον πνιγμένο που προσπαθεί να πιαστεί από τα μαλλιά του, έχει μεγάλη ανάγκη από μια επιτυχία. Ακόμα και αν αυτή δεν υπάρχει, όμως, πρέπει να την κατασκευάσει, για να αντιστρέψει το κλίμα αναξιοπιστίας που έχει δημιουργήσει στον ελληνικό λαό, ειδικά μετά την παράδοση του Οτσαλάν.Μόνο που η προσπάθεια αυτή θα γίνει "μπούμερανγκ" για την κυβέρνηση και θα εντείνει την αναξιοπιστία της, γιατί πολύ σύντομα οι αγρότες θα γευτούν από πρώτο χέρι τις "επιτυχίες" της κυβέρνησης και θα διαπιστώσουν ότι θα είναι πολύ πικρές.
Κατά παρόμοιο τρόπο θα διαπιστώσουν τις αρνητικές επιπτώσεις και οι κτηνοτρόφοι στο βοδινό κρέας, ενώ την ίδια διαπίστωση θα κάνουν σταδιακά στο άμεσο μέλλον όλοι οι αγρότες για όλα τα αγροτικά προϊόντα, γιατί θα προσαρμόζονται οι κανονισμοί τους στη νέα γενική συμφωνία - πλαίσιο των υπουργών Γεωργίας της ΕΕ. Και αυτό γιατί η νέα συμφωνία των υπουργών Γεωργίας προβλέπει μείωση των δαπανών του κοινοτικού προϋπολογισμού για τη γεωργία κατά 17,8% σε σχέση με την πρόταση της επιτροπής γεωργίας, που και αυτή ήταν ενταγμένη στη λογική της "Ατζέντας 2000" για μείωση της στήριξης της κοινοτικής γεωργίας.
Προβάλλει σαν επιτυχία η κυβέρνηση την απόρριψη της Αυστρογερμανικής πρότασης για συγχρηματοδότηση των γεωργικών ενισχύσεων από τους εθνικούς προϋπολογισμούς σε ποσοστό 25%, αλλά συνειδητά αποκρύπτει ότι τελικά συμφώνησε με την εναλλακτική πρόταση της Γερμανίας για μείωση των γεωργικών δαπανών του κοινοτικού προϋπολογισμού κατά 20%, σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής Γεωργίας. Γιατί η τελική συμφωνία αποτελεί μικρή βελτίωση της εναλλακτικής γερμανικής πρότασης, με αποτέλεσμα η μείωση των δαπανών του κοινοτικού προϋπολογισμού σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής Γεωργίας να μην είναι 20% αλλά 17,8%. Μέσα από τη συμφωνία αυτή πέτυχε στο ακέραιο το στόχο της. Γιατί πρωταρχικός της στόχος ήταν η μείωση των γεωργικών δαπανών και όχι ο τρόπος με τον οποίο θα γίνονταν η μείωση αυτή.
Δηλαδή, η κυβέρνηση με την απόρριψη της αρχικής και την υιοθέτηση της εναλλακτικής γερμανικής πρότασης αποδέχτηκε τη δραστική μείωση της στήριξης της γεωργίας και φρόντισε αυτή τη μείωση να τη μετακυλίσει ολόκληρη στους αγρότες. Εκανε, με λίγα λόγια, μια συνειδητή ταξική επιλογή σε βάρος των αγροτών και έχει την απαίτηση να την ευγνωμονούν οι αγρότες γιατί φόρτωσε στις πλάτες τους τις συνέπειες της υποταγής της στην ΕΕ.
Οσον αφορά στις "μεγάλες" επιτυχίες της κυβέρνησης, όπως η σταδιακή αύξηση κατά 70.000 τόνους της ποσόστωσης του αγελαδινού γάλατος και το δικαίωμα φύτευσης 11.000 στρεμμάτων νέων αμπελώνων, λίγα στοιχεία είναι αρκετά για να αποδείξουν τη νοοτροπία της υποταγής και της υποτέλειας που διαπερνάει την πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στην ΕΕ.
Η κυβέρνηση προβάλλει σαν επιτυχία το δικαίωμα φύτευσης 11.000 στρεμμάτων με νέους αμπελώνες, αλλά αποσιωπά ότι τα τελευταία χρόνια με κοινοτικά κίνητρα ξεριζώνονται πάνω από 160.000 στρέμματα αμπελώνων. Προβάλλει επίσης σαν επιτυχίατης αύξηση της ποσόστωσης αγελαδινού γάλατος κατά 70.000 τόνους, όταν η χώρα μας ανάλογα με τον πληθυσμό της έχει τη μικρότερη ποσόστωση σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, τρεις φορές λιγότερη από την ποσόστωση της Πορτογαλίας και 17,5 φορές μικρότερη από την ποσόστωση της Ολλανδίας. Και με την αύξηση αυτή η συνολική ποσόστωση θα καλύπτει μόνο το 63% των αναγκών της χώρας μας σε αγελαδινό γάλα.
Γ. Σ.