Κυριακή 25 Φλεβάρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τι σημαίνει ανταγωνιστικό Πανεπιστήμιο;

Η κυβέρνηση συνοδεύει την κατάθεση του νομοσχεδίου για το πλαίσιο λειτουργίας των ΑΕΙ με την προβολή του επιχειρήματος ότι είναι τάχα «ώριμες» οι αλλαγές, ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια αναμονής, ότι έχουν «εξαντληθεί τα περιθώρια διαλόγου»... Εκείνο που στην πραγματικότητα είναι υπερώριμο είναι οι απαιτήσεις του κεφαλαίου, που ακόμα πιο επιθετικά επιδιώκει την εφαρμογή από την εκάστοτε κυβέρνηση των ρυθμίσεων εκείνων που θα συμβάλλουν στην αύξηση της κερδοφορίας του.

Ενδεικτικές ως προς αυτό είναι οι δηλώσεις του πρωθυπουργού, μετά τη συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής, όπου εγκρίθηκε το σχέδιο νόμου και πήρε το δρόμο για την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων.

Ανάμεσα σε άλλα, ο πρωθυπουργός για να στηρίξει ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι λίγο έως πολύ απαίτηση των καιρών (σ.σ. απαίτηση του κεφαλαίου), σημείωσε: «Δεν μπορεί τα ελληνικά πανεπιστήμια να μένουν πίσω, με δομές και νοοτροπίες του παρελθόντος, όταν τα αντίστοιχα ξένα ιδρύματα τρέχουν προς το μέλλον».

Να πιάσουμε το μέλλον των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, λέει η κυβέρνηση. Ποιο είναι όμως αυτό το μέλλον; Είναι οι στόχοι για απόλυτη προσαρμογή της εκπαίδευσης στους κανόνες της αγοράς. Είναι η επιδίωξή τους για την παραγωγή του εργατικού δυναμικού που χρειάζονται οι βιομήχανοι: Ενός εργατικού δυναμικού φτηνού, ευέλικτου, με πρόσκαιρη κατάρτιση, χωρίς δικαιώματα.

Αλλωστε, το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «Σχετικά με ιδέες για τη στρατηγική της Λισαβόνας εν όψει του εαρινού συμβουλίου 2007», λέει συγκεκριμένα στο σημείο 25 ότι «στηρίζει την πολιτική που επιτρέπει την ιδιωτική χρηματοδότηση των πανεπιστημίων και ενθαρρύνει τον ιδιωτικό τομέα να εκφράσει τις απόψεις του ως προς τις ανάγκες της αγοράς σε θέματα κατάρτισης και εκπαίδευσης». Ενώ στο σημείο 24, ανάμεσα σε άλλα, προτείνει ως μέτρο ενίσχυσης της διά βίου εκπαίδευσης και της απασχόλησης την «καλύτερη αντιστοιχία του εκπαιδευτικού συστήματος με τις ανάγκες των νέων αγορών εργασίας και ενσωμάτωση της διαπαιδαγώγησης στο πνεύμα επιχειρηματικής πρωτοβουλίας στα εκπαιδευτικά προγράμματα».

Μια απλή ματιά στις μεταρρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνηση, αλλά και στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ αρκεί για να φανεί ότι διακατέχονται από το πνεύμα της στρατηγικής της Λισαβόνας.

Ποιος έχει ανάγκη την ανταγωνιστικότητα

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η προωθούμενη μεταρρύθμιση στα πανεπιστήμια θα τα κάνει πιο ανταγωνιστικά. Χαρακτηριστικό είναι ότι η υπουργός Παιδείας κατά την παρουσίαση του σχεδίου νόμου υποστήριξε ότι η μεταρρύθμιση θα δίνει την «ευκαιρία στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο να ανταγωνιστεί τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά». Και προβάλλεται ως επιχείρημα αναβάθμισης των Πανεπιστημίων.

Αλλά ανταγωνιστικά Πανεπιστήμια σημαίνει φτηνό κόστος σπουδών. Και αν το συνδέσουμε και με τις τετραετείς συμβάσεις που ορίζει ο νόμος - πλαίσιο και την εξεύρεση από τα ίδια χρηματοδότησης για τη λειτουργία τους, τότε ανταγωνιστικά δε σημαίνει καθόλου αναβαθμισμένα, αλλά το αντίθετο, υποβάθμιση σπουδών. Ανταγωνιστικά σημαίνει αγώνας δρόμου ανάμεσά τους για το ποιο θα εξασφαλίσει από τις επιχειρήσεις χρηματοδότηση. Αρα και ποιο θα προσαρμόζεται ολοένα και πιο πιστά στις απαιτήσεις των κεφαλαιοκρατών. Ανταγωνιστικά σημαίνει επίσης πως για αναβαθμισμένες σπουδές και εφόσον απαιτείται μεγάλη χρηματοδότηση, οι φοιτητές θα πληρώνουν αδρά για να σπουδάσουν. Και όσοι δεν έχουν ή δε θα σπουδάζουν ή θα φοιτούν στα υποβαθμισμένα Πανεπιστήμια. Αυτός είναι ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός.

Ετσι ο ανταγωνισμός θα δημιουργήσει ιδρύματα πολλών ταχυτήτων, ανάλογα με την τσέπη του καθενός, οξύνοντας την ταξική διαφοροποίηση των σπουδών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Αυτό θα γίνει μέσα από τα προγράμματα σπουδών που θα παράγουν πολλούς ημιμαθείς - καταρτίσιμους εργαζόμενους, με συγκεκριμένες δεξιότητες που σήμερα είναι χρήσιμες στην παραγωγή, αύριο όμως θα είναι ξεπερασμένες. Εργαζόμενους που συχνά πυκνά θα ξανακάθονται στα θρανία, με δική τους ευθύνη και κόστος, για να μάθουν κάποια άλλη δεξιότητα, ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν το δικαίωμα να διεκδικούν δουλιά.

Επιπλέον, η επιστήμη και η έρευνα είναι έννοιες ασύμβατες με την έννοια του ανταγωνισμού. Για να μπορέσει η επιστήμη να αναπτυχθεί ουσιαστικά, για να καταφέρει να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες, χρειάζεται ένα καθεστώς συνεργασίας και άμιλλας ανάμεσα στους επιστήμονες, τους ερευνητές, τα ερευνητικά κέντρα και τα Πανεπιστήμια. Και το σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνατοτήτων δίνει τη δυνατότητα παραπέρα ανάπτυξης της επιστήμης, παραπέρα συνεργασίας των επιστημόνων και των ερευνητών, ώστε να δοθεί ώθηση στην ακόμα μεγαλύτερη ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Μόνο που αυτό μπορεί να γίνει εάν και εφόσον η έρευνα και η επιστήμη υπηρετούν τις λαϊκές ανάγκες.

Ωστόσο, σήμερα, με την πατέντα, με τον ανταγωνισμό, με τις επιχειρήσεις να παραγγέλνουν και να χρηματοδοτούν την έρευνα, να κατοχυρώνουν τα αποτελέσματά της και να έχουν την ευχέρεια να τα δημοσιοποιήσουν ή να τα κρατήσουν εφτασφράγιστο μυστικό, η ανάπτυξη της έρευνας και της επιστήμης συναντά σοβαρά εμπόδια. Εμπόδια που ενισχύονται από τη θεσμοθέτηση της χρηματοδότησης της έρευνας και των Πανεπιστημίων από επιχειρήσεις, καθώς έτσι εμπλέκονται ακόμα περισσότερο, με τη βούλα πια, στην έρευνα.

Ολα τα παραπάνω στοιχεία, η ίδια η προωθούμενη μεταρρύθμιση, μόνο αναβάθμιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου δεν μπορούν να αποτελέσουν. Αποτελούν «εξέλιξη» στην κατεύθυνση που επιδιώκει το κεφάλαιο να έχουν τα Πανεπιστήμια. Αλλά στρέφονται ευθέως και ξεκάθαρα ενάντια στα δικαιώματα και τις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας, της νεολαίας και των εργαζομένων. Είναι μεταρρύθμιση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των μονοπωλίων και είναι μόνο οι εκπρόσωποι και οι υπηρέτες του κεφαλαίου που μπορούν να πανηγυρίζουν γι' αυτή. Ο λαός και η νεολαία έχουν στήσει εδώ και καιρό το δικό τους «πανηγύρι» στους δρόμους του αγώνα, διεκδικώντας το αδιαφιλονίκητο δικαίωμά τους στη μόρφωση, στη δουλιά, στη ζωή.


Ελένη ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ