Κυριακή 15 Νοέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ΝΕΑ ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΕ ΩΣ ΤΟ «ΦΑΡΜΑΚΟ» ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΚΡΑΤΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
Απ' αυτό το «γιατροσόφι» να μην πάρει κανείς!

Το τι σημαίνει «αξίες της ΕΕ» και «κοινοτικό κεκτημένο» φαίνεται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι η ΕΕ διαπραγματεύεται την ένταξη της υποψήφιας αυτής χώρας τη στιγμή που αυτή δεν έχει ακόμη αποσύρει την απειλή πολέμου (casus belli), εναντίον μιας χώρας-μέλους της ΕΕ, δηλαδή της Ελλάδας
Το τι σημαίνει «αξίες της ΕΕ» και «κοινοτικό κεκτημένο» φαίνεται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι η ΕΕ διαπραγματεύεται την ένταξη της υποψήφιας αυτής χώρας τη στιγμή που αυτή δεν έχει ακόμη αποσύρει την απειλή πολέμου (casus belli), εναντίον μιας χώρας-μέλους της ΕΕ, δηλαδή της Ελλάδας
Αμέσως μετά την ανακήρυξη της κυβέρνησής του ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου και το «επιτελείο» του περιφέρουν ως «φάρμακο διά πάσα νόσο» των σχέσεων της χώρας μας με άλλες, αλλά και των άλλων προβλημάτων της Βαλκανικής, ακόμη και του Κυπριακού προβλήματος, την παραπέρα διεύρυνση της ΕΕ.

Ετσι το Κυπριακό και η λύση του, από διεθνές πρόβλημα κατοχής των εδαφών μιας ανεξάρτητης χώρας από μια άλλη, εξελίσσεται σε μια «παρανυχίδα» του θέματος της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Την ίδια ώρα και τα ζητήματα του Κοσσόβου, της ΠΓΔΜ, των σερβο-αλβανικών σχέσεων, των ελληνοαλβανικών σχέσεων και γενικά κάθε ζητήματος της Βαλκανικής, θεωρείται πως θα επιλυθούν ως «διά μαγείας» μέσω της ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στη σύνθεση της ΕΕ.

Ετσι η ένταξη της ΕΕ παρουσιάζεται ούτε λίγο ούτε πολύ ως το «μαγικό ραβδάκι», που θα επιλύσει κάθε πρόβλημα στις διακρατικές σχέσεις των κρατών της περιοχής μας.

Το τι ισχύει στην πραγματικότητα θα επιδιώξουμε να το δείξουμε σ' ένα από τα παραπάνω ζητήματα, αυτό των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην ΕΕ.

Η πικρή εμπειρία του ΝΑΤΟ

Να θυμίσουμε πως η συγκεκριμένη «λογική» δε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας. Πάνω σ' αυτήν οικοδομήθηκε ένα από τα βασικά επιχειρήματα, με τα οποία έγινε προσπάθεια να δικαιολογηθεί η ταυτόχρονη ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952. Το επιχείρημα ήταν πως η ένταξη και συμμετοχή και των 2 χωρών σ' αυτόν τον ιμπεριαλιστικό οργανισμό θα επέβαλε κλίμα «ομόνοιας και συνεργασίας» στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Τι έχουμε όμως σήμερα, 57 χρόνια μετά;

Το 1952 το επιχείρημα για την ένταξη Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ ήταν πως η συμμετοχή και των 2 χωρών στο ΝΑΤΟ θα επέβαλε κλίμα «ομόνοιας και συνεργασίας». 57 χρόνια μετά εκείνο που έχουμε είναι η από κοινού συμμετοχή των δύο χωρών στα ιμπεριαλιστικά σχέδια του ΝΑΤΟ
Το 1952 το επιχείρημα για την ένταξη Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ ήταν πως η συμμετοχή και των 2 χωρών στο ΝΑΤΟ θα επέβαλε κλίμα «ομόνοιας και συνεργασίας». 57 χρόνια μετά εκείνο που έχουμε είναι η από κοινού συμμετοχή των δύο χωρών στα ιμπεριαλιστικά σχέδια του ΝΑΤΟ
Εκείνο που έχουμε είναι η από κοινού συμμετοχή των δύο χωρών στα ιμπεριαλιστικά σχέδια του ΝΑΤΟ. Τη συμμετοχή στις κοινές στρατιωτικές αποστολές, π.χ. στην κατοχή του Αφγανιστάν, ή στα κοινά νατοϊκά στρατιωτικά γυμνάσια. Την ίδια ώρα η ένταξη στο ΝΑΤΟ των δύο χωρών κάθε άλλο παρά απέτρεψε την τουρκική εισβολή και κατοχή τμήματος της Κύπρου, τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο με τις λεγόμενες «γκρίζες ζώνες», την κρίση στα Ιμια, τις συνεχείς παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ελλάδας και τις αερομαχίες στο Αιγαίο και όλα τα στοιχεία, που περικλείουν την επιθετικότητα των κυρίαρχων κύκλων της γειτονικής χώρας. Το αντίθετο, θα έλεγε, κανείς. Ακριβώς η ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ περιπλέκει τα πράγματα. Εμφανίζει «τρίτους» επιτηρητές και επιδιαιτητές στις αξιώσεις που προβάλλει η Αγκυρα. Κι όπως συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις, έτσι και σ' αυτήν την περίπτωση, οι επιδιαιτητές (ΗΠΑ και ΝΑΤΟ), ενδιαφέρονται να κρατούν πολιτική «κατευνασμού» απέναντι στον ισχυρότερο, παίρνοντας υπόψη το «ειδικό βάρος» του στα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Μια τέτοια αντιμετώπιση των ελληνοτουρκικών ζητημάτων, όχι μόνον δεν έχει οδηγήσει σε καμία πρόοδο τις εξελίξεις (παρά τις κουμπαριές και τα ζεϊμπέκικα), αλλά στη συνεχή όξυνσή τους, αφού αποθρασύνει την τουρκική επιθετικότητα.

Το ερώτημα, λοιπόν, που προκύπτει, είναι γιατί εκεί που απέτυχε το ΝΑΤΟ θα πετύχει τώρα ένας άλλος ιμπεριαλιστικός οργανισμός, η ΕΕ;

Η κατάρρευση ενός βασικού ιδεολογήματος της ένταξης στην ΕΕ

Μέχρι σήμερα ένα από τα βασικά επιχειρήματα της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ/ΕΕ, που μάλιστα χρησιμοποιεί στα απομνημονεύματά του ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ήταν πως η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ/ΕΕ (το 1981) θα μετέτρεπε έναν πιθανό ελληνοτουρκικό πόλεμο σε πόλεμο της ΕΟΚ/ΕΕ με την Τουρκία, δρώντας αποτρεπτικά και προασπίζοντας έτσι τη χώρα από τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα μύθο, που επί πολλά χρόνια χρησιμοποιήθηκε για να κοροϊδέψει την εργατική τάξη της χώρας μας και τα άλλα λαϊκά στρώματα, ώστε αυτά να συναινέσουν στην ένταξη της χώρας μας σ' έναν οργανισμό, που φτιάχτηκε για την καλύτερη εκμετάλλευση του λαού και για την αύξηση των κερδών της πλουτοκρατίας. Κι επειδή κάποιος μπορεί να κοροϊδέψει πολλούς για λίγο καιρό, αλλά όχι για πάντα, αυτός ο χρόνος φαίνεται να περνάει ανεπιστρεπτί με τη σημερινή κυβέρνηση Παπανδρέου.

Ωστόσο, η σημερινή κυβέρνηση παραιτούμενη από το μύθο της δεκαετίας του '80, (περί ασφάλειας του λαού μας, αν η χώρα μας ήταν εντός και η Τουρκία εκτός ΕΟΚ/ΕΕ), έρχεται να καλλιεργήσει νέες, το ίδιο επικίνδυνες αυταπάτες. Συγκεκριμένα, πως αν η Τουρκία ενταχθεί στην ΕΕ τότε, ως διά μαγείας, θα λυθούν οι ελληνοτουρκικές διαφορές και ακόμη και το Κυπριακό.

Ενταξη στην ΕΕ ή νεο-οθωμανικό «βάθος»;

Πρώτα απ' όλα, στον παραπάνω σύγχρονο μύθο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, (που ευθέως ή εμμέσως στηρίζουν ακόμη οι ΝΔ και ΣΥΝ) υπάρχει μια τεράστια αυθαιρεσία: η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ παρουσιάζεται σαν να είναι «προ των θυρών». Κι αυτό όταν είναι γνωστό πως κυβερνήσεις ισχυρών χωρών της ΕΕ (Γαλλία, Γερμανία) αντιδρούν σε μια τέτοια προοπτική, για τους δικούς τους λόγους.

Κι όχι μόνον! Οι κυρίαρχοι αστικοί κύκλοι της γείτονος χώρας παρουσιάζουν ένα νέο «δόγμα» εξωτερικής πολιτικής, που εκφράζεται στις απόψεις του σημερινού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος κάθε άλλο παρά εστιάζει στην ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Ο συγκεκριμένος αξιωματούχος, που πριν γίνει υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του φιλο-ισλαμικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) ήταν για πολλά χρόνια σύμβουλος ηγετικών στελεχών του σημερινού κυβερνητικού κόμματος, παρουσιάζει στο βιβλίο του «Στρατηγικό βάθος» την αντίληψη της ανασυγκρότησης της επιρροής της Τουρκίας στα εδάφη που στο παρελθόν ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η συγκεκριμένη προσέγγιση, που έχει και την εσωτερική της πτυχή (ενός συμβιβασμού με τους Κούρδους της Τουρκίας), προϋποθέτει στις διεθνείς σχέσεις την ισχυροποίηση της Τουρκίας και τη λειτουργία της ως «γέφυρας» ανάμεσα στο δυτικό κόσμο (ΗΠΑ - ΕΕ) και τις ισλαμικές χώρες. Προβλέπει την εγκαθίδρυση ενός «δημοκρατικού ισλαμισμού» στην Τουρκία και διακριτές αποστάσεις από τα εγκλήματα του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων, ώστε να μπορέσει αυτή να παίξει το ρόλο της «προσέγγισης» με τον ισλαμικό κόσμο.

Ταυτόχρονα, ο Νταβούτογλου, βλέποντας τις κυοφορούμενες αλλαγές στην αναδιάταξη της ισχύος των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πιστεύει πως «η Τουρκία είναι υποχρεωμένη στο εξής και μέχρι την εξάλειψη της χαώδους κατάστασης που επικρατεί στις διεθνείς σχέσεις και τη διαμόρφωση πιο σταθερής ισορροπίας δυνάμεων, να κατευθύνει τις σχέσεις της με την ΕΕ, κρατώντας το σφυγμό των μεταλλαγών στην παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων, που θα προκύψουν ιδιαίτερα στο τρίγωνο ΗΠΑ - ΕΕ - Ρωσίας. Οι σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας, από πλευράς παγκόσμιων ισορροπιών, κινούνται στο κενό και τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας εξυπηρετούνται όταν δε μένει μόνη με ένα μόνο πρωταγωνιστή. Η αποξένωση της Τουρκίας στις σχέσεις της με τους πρωταγωνιστές θα οδηγήσει σε στρατηγική παθητικότητα, γεγονός που θα έχει μακροπρόθεσμο στρατηγικό κόστος, το οποίο θα εκφραστεί στην ηπειρωτική και περιφερειακή δραστηριότητα της Τουρκίας».

Την «νεο-οθωμανική» εκδοχή της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας την είδαμε πρόσφατα με την αρμενο-τουρκική συμφωνία, αλλά και τα πρόσφατα ταξίδια του Τούρκου πρωθυπουργού, Ταγίπ Ερντογάν, σε Συρία και Ιράν, στη λογική των «μηδενικών τριβών», που προϋποθέτει την άμβλυνση των αιχμηρών διακρατικών ζητημάτων, ενώ στα Βαλκάνια προβάλλεται η υπεράσπιση των «τουρκικών» και «μουσουλμανικών» μειονοτήτων.

Γράφει π.χ. ο Α. Νταβούτογλου: «Το θεμέλιο της πολιτικής επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί, το οθωμανικό υπόλοιπο... Η Τουρκία αυτή τη στιγμή φαίνεται να έχει σημαντικές δυνατότητες στα Βαλκάνια. Κι αυτό, της το εξασφαλίζει η ιστορική συσσώρευση η οποία στηρίζεται στην οθωμανική κληρονομιά. Πρώτα από όλα, έχει ήδη φανεί η βούληση μετατροπής της κοινής αυτής ιστορικής συσσώρευσης σε φυσική συμμαχία, σε δύο περιπτώσεις, όπου οι μουσουλμάνοι είναι σε θέση φυσικών συμμάχων της Τουρκίας και έχουν την πλειοψηφία (Βοσνία, Αλβανία). Σημαντικά στοιχεία της βαλκανικής πολιτικής της Τουρκίας είναι οι μουσουλμανικές μειονότητες στη Βουλγαρία, στην Ελλάδα, στη Μακεδονία, στο Σαντζάκ, στο Κόσσοβο και στη Ρουμανία. Οι δύο βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στα Βαλκάνια είναι η ενίσχυση της Βοσνίας και της Αλβανίας, μέσα σε ένα πλαίσιο σταθερότητας, και η διαμόρφωση πλαισίου διεθνούς δικαίου για την ασφάλεια των εθνοτικών μειονοτήτων στην περιοχή. Στο νομικό αυτό πλαίσιο η Τουρκία πρέπει να έχει συνεχώς για στόχο να εξασφαλίσει εγγυήσεις, οι οποίες θα της δώσουν τη δυνατότητα επέμβασης σε υποθέσεις που αφορούν τις μουσουλμανικές μειονότητες στα Βαλκάνια. Ως ένα εντυπωσιακό παράδειγμα στη σύγχρονη εποχή, η επέμβαση στην Κύπρο κατέστη δυνατόν να νομιμοποιηθεί εντός ενός τέτοιου νομικού πλαισίου. Η απόκτηση ενός τέτοιου δικαιώματος εκ μέρους της Τουρκίας στα Βαλκάνια μπορεί να είναι δυνατή μόνο αν ακολουθηθεί μια δραστήρια βαλκανική πολιτική, που λαμβάνει συνεχώς υπόψη τους πολιτισμικούς και ιστορικούς παράγοντες».

Συμπερασματικά, λοιπόν, το ζήτημα της πολυδιαφημισμένης ένταξής της στην ΕΕ είναι πιο σύνθετο απ' ό,τι μας το παρουσιάζουν, αφού οι κυρίαρχοι κύκλοι της αστικής τάξης αυτής της χώρας μπορεί να διαμορφώσουν άλλες προτεραιότητες στις διεθνείς τους σχέσεις.

Η ενταξιακή πορεία στην ΕΕ

Επειδή, ωστόσο, μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι, όσο σύνθετη κι απόμακρη κι αν είναι σήμερα η πορεία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, αυτή πράγματι θα έλυνε τα ελληνοτουρκικά προβλήματα, θα σημειώσουμε πως αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο! Ηδη βλέπουμε τους «αστερίσκους», δηλαδή τις εξαιρέσεις από διάφορα ζητήματα, να είναι μια καθιερωμένη πρακτική για την ΕΕ. Αυτό επιβεβαιώθηκε και πολύ πρόσφατα με τη στάση της ΕΕ απέναντι στους φόβους της αστικής τάξης της Τσεχίας, που προέβαλε ο Τσέχος Πρόεδρος, Β. Κλάους, σχετικά με τις αποζημιώσεις, που θα μπορούσαν να ζητήσουν οι Σουδήτες Γερμανοί, που είχαν εκδιωχθεί από τη χώρα μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, σε περίπτωση που συναινούσε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας. Αποτέλεσμα ήταν να προστεθεί ένας ακόμη «αστερίσκος», δίπλα σ' αυτούς της Βρετανίας και της Πολωνίας.

Ποιος αλήθεια μπορεί να διαβεβαιώσει πως το ίδιο δε θα κάνει αύριο η ΕΕ στην περίπτωση της Τουρκίας για το Κυπριακό ή τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, όταν μάλιστα ήδη έχει αποδεχτεί πως πέρα από την υφαλοκρηπίδα υπάρχουν κι άλλες συνοριακές διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας;

Βεβαίως η τουρκική ολιγαρχία έχει αποδεχτεί την ενταξιακή διαδικασία στην ΕΕ. Η προσαρμογή της τουρκικής κοινωνίας στα πρότυπα της ΕΕ, έχει ως στόχο τον καπιταλιστικό εκσυγχρονισμό των κοινωνικο-οικονομικών και πολιτικών δομών της Τουρκίας, ώστε η αστική τάξη της χώρας αυτής να κάνει σκληρότερη την εκμετάλλευση των εργαζόμενων της Τουρκίας, να ισχυροποιήσει τις θέσεις της στην ιμπεριαλιστική «πυραμίδα», που περιλαμβάνει όλες τις καπιταλιστικές χώρες.

Σ' αυτήν την ενταξιακή πορεία, του «διαπραγματευτικού πλαισίου» που συμφωνήθηκε από τα δύο μέρη (ΕΕ - Τουρκία), στρέφονται οι ελπίδες για να «δαμαστούν» οι τουρκικές απαιτήσεις στο Αιγαίο και στην Κύπρο, σε μια «ειρηνική» πολιτική στις διμερείς σχέσεις, ελπίζοντας δηλαδή σε υποχωρήσεις από τη μεριά της Τουρκίας. Πολύ γρήγορα όμως οι όποιες ελπίδες εξανεμίστηκαν, αφού ήδη κατά την ημέρα της πανηγυρικής υπογραφής του «διαπραγματευτικού πλαισίου» η Τουρκία με δήλωσή της αρνήθηκε να αναγνωρίσει ένα κράτος - μέλος της ΕΕ, την Κυπριακή Δημοκρατία. H EE αντί να διακόψει τη διαδικασία, όπως η κοινή λογική θα απαιτούσε, στην αντιδήλωσή της έδωσε στην Τουρκία την ευκαιρία να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία... «το ταχύτερο δυνατόν». Δηλαδή... «καλά κρασιά»!

Τώρα προβάλλεται ως εκδήλωση «καλής ένδειξης» το αν η Τουρκία θα ανοίξει κάποιο λιμάνι ή αεροδρόμιο για την Κυπριακή Δημοκρατία, αντί της συνολικής αποδοχής του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

Τα μεγάλα συμφέροντα της Τουρκίας και η ένταξη στην ΕΕ

Ορισμένοι ισχυρίζονται πως υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα στην Τουρκία, που ενδιαφέρονται για την καλυτέρευση των σχέσεων με την ΕΕ, έως και για την ένταξή της. Κι ο συλλογισμός αυτός συνεχίζει πως από αυτές τις ισχυρές οικονομικές δυνάμεις των κυρίαρχων κοινωνικο-οικονομικών κύκλων της Τουρκίας, θα μπορούσε κανείς να περιμένει ορισμένες υποχωρήσεις, αφού από την ένταξη θα κερδίσουν.

Αυτοί όμως οι συλλογισμοί, δεν παίρνουν υπόψη τους, πως η ΕΕ είναι μια ιμπεριαλιστική ένωση, που δεν ενδιαφέρεται για την επίλυση ζητημάτων, αλλά για την πρόσδεση, με κάθε τρόπο και μέσο, στο «άρμα» της, νέων χωρών, ώστε να επεκταθεί και να ισχυροποιηθεί η καπιταλιστική ευρω-ενωσιακή αγορά, να αξιοποιηθεί η γεωστρατηγική θέση της, να γίνει πιο δυνατή η ιμπεριαλιστική ένωση για λογαριασμό των συμφερόντων των μονοπωλίων που εκπροσωπεί. Από την άποψη αυτή σε άλλα ζητήματα θα ζητούσε πιθανές υποχωρήσεις από την τουρκική αστική τάξη, κι όχι σ' αυτά που υπολογίζουν οι υποστηρικτές της ενσωμάτωσής της στην ΕΕ σε Ελλάδα και Κύπρο.

Αλλωστε, όπως έδειξε και η πρόσφατη υπογραφή του πρωτοκόλλου ομαλοποίησης των σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Αρμενίας (που στηρίχθηκε από ΗΠΑ, Ρωσία και ΕΕ), η τουρκική εξωτερική πολιτική κατάφερε να αποκτήσει ένα ακόμη «εργαλείο πίεσης» της Αρμενίας, χωρίς να της δώσει κάτι άλλο πέρα από υποσχέσεις, διατηρώντας έτσι την «πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο».

Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι το ίδιο δε θα συμβεί και με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ σ' ό,τι αφορά το Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;

Οι «αξίες» και το «κεκτημένο» της ΕΕ

Υπάρχουν βέβαια και οι αναφορές στις «αξίες» της ΕΕ, όπως και στο «κοινοτικό κεκτημένο», που υποτίθεται πως θα «βοηθήσει» την Τουρκία να «εκδημοκρατιστεί» και να γίνει πιο... «ευρωπαϊκή». Κάτι τέτοιο παρουσιάζεται ως «βήμα» για την επίλυση των όποιων ζητημάτων.

Το τι σημαίνει «αξίες της ΕΕ» και «κοινοτικό κεκτημένο» φαίνεται μόνο και μόνο από το γεγονός ότι η ΕΕ διαπραγματεύεται την ένταξη της υποψήφιας αυτής χώρας τη στιγμή που αυτή δεν έχει ακόμη αποσύρει την απειλή πολέμου (casus belli), εναντίον μιας χώρας-μέλους της ΕΕ, δηλαδή της Ελλάδας(σε περίπτωση που η Ελλάδα επιχειρήσει να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια), για μία από τις διαφορές των οποίων ζητά την ειρηνική επίλυση.

Πού πήγαν αλήθεια σ' αυτήν την περίπτωση οι πολυδιαφημισμένες «αξίες» και το «κεκτημένο»;

Οσο για τον «εκδημοκρατισμό», που θα φέρει η ΕΕ, αξίζει να αναφέρουμε πως σε αρκετές χώρες της ΕΕ είναι απαγορευμένα σήμερα τα ΚΚ, σε άλλες επιβάλλονται παραπέρα εμπόδια στη δράση των κομμουνιστών. Ο μύθος της «δημοκρατικής» ΕΕ καταρρέει!

Στην πραγματικότητα το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» εφαρμόζεται μονάχα εκεί που χρειάζεται για να γίνει σκληρότερη η εκμετάλλευση του εργάτη, του υπάλληλου, του φτωχού αγρότη και επαγγελματία!

Εν κατακλείδι, από το «γιατροσόφι» της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, ως «φάρμακου» για την επίλυση των ελληνοτουρκικών και του Κυπριακού, εμείς δεν θα πάρουμε!


Του Ελισαίου ΒΑΓΕΝΑ*
* Ο Ελισαίος Βαγενάς είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ