Σάββατο 1 Γενάρη 2000 - Κυριακή 2 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Οι Γαλοπούλες

Λένε πως στο τέλος κάθε χρονιάς πρέπει να κάνουμε «ταμείο». Να δούμε, δηλαδή, τι χάσαμε και τι κερδίσαμε. Να δούμε ποιος μας έβλαψε και ποιον βλάψαμε, ποιος μας γέλασε και σε ποιον γελάσαμε. Και, για να μην τα πολυλογώ, τέτοιες μέρες στεκόμαστε μπροστά στο μαγικό μας καθρέφτη και τον ρωτάμε να μας πει, αν υπάρχει κανένας που να είναι πιο όμορφος ή πιο όμορφη από μας. Οπως καταλαβαίνετε, βέβαια, αυτοί οι λογαριασμοί και όλα αυτά τα μυστήρια ερωτήματα είναι πολύ δύσκολη δουλιά. Και όχι μόνο δύσκολη, αλλά και οδυνηρή, γιατί, όπως και να πήγε το «πάρε δώσε» ενός χρόνου, όσο θετικές και να ήταν οι «συνεδριάσεις» της Σοφοκλέους, η αλήθεια είναι μία, πως όλοι μας, και συ ακόμα καλή μου συντρόφισσα, φορτωθήκαμε, χωρίς να το καταλάβουμε, ακόμα ένα χρόνο στη θλιμμένη μας πλάτη. Απομακρυνθήκαμε, θέλω να πω, ακόμα πιο πολύ από την αρχή, από τη μέρα που καταστρώναμε σχέδια και ψάχναμε να βρούμε τρόπο για ν' αλλάξουμε τον κόσμο, να προσδιορίσουμε το δρομολόγιο και να υπολογίσουμε τις αποσκευές. Και ύστερα πέφταμε σκεφτικοί στα βιβλία επάνω και αναζητούσαμε την «αλήθεια». Αποστηθίζαμε παραθέματα, γράφαμε σε κρυφά σημειωματάρια τα αποφθέγματα της Ιστορίας και αισθανόμασταν έτσι σίγουροι. Τόσο σίγουροι, ώστε το μόνο που μας έμενε ήταν να οργανώσουμε τη γιορτή της Νίκης. Να ετοιμάσουμε τα ποτήρια, όπου θα αδειάζαμε, μέσα από τις νικήτριες φλέβες μας, το ανθισμένο κρασί του αγώνα.

Γι' αυτό, λοιπόν είναι και δύσκολο και οδυνηρό το «ταμείο». Γεννάει περίσκεψη το αφιλότιμο και «στρογγυλούς» πόνους, όπως έλεγε τότε η κόρη μου η Αναστασία, εννοώντας τους μαλακούς πόνους. Αυτούς που έρχονται ξαφνικά και σε λίγο φεύγουν. Και ξανάρχονται μόνο όταν μεγαλώσεις. Και τότε δεν είναι πια «στρογγυλοί». Είναι κοφτεροί, όπως αυτά τα μαχαίρια που μου κόβουν κομματάκια τις γωνιές της καρδιάς μου, όσο ακούω τις ετοιμασίες για τις Γιορτές. Τις μουσικές, τα φώτα, τις παράτες και τους χαιρετισμούς, τα διαγγέλματα και τα μηρυκάσματα όλης αυτής της πανάθλιας πεπτικής ανωμαλίας, που την ονόμασαν «Μιλένιουμ» και την πηγαινοφέρνουν πότε σαν απειλή και πότε σαν γαργαλιστική υπόσχεση.

Κ αι μου κόβουν τις γωνιές της καρδιάς μου κομματάκια, γιατί ρωτάω το μαγικό μου καθρέφτη όλο αγωνία ποιος είναι αυτός που γιορτάζει. Ποιο είναι το όνομά του, τέλος πάντως, και μήνες τώρα γυαλιζόμαστε για να τον υποδεχτούμε ή να τον ξεπροβοδίσουμε; Ποιος είναι ο λόγος που χαιρόμαστε; Γιατί, εδώ που τα λέμε, και πέρυσι χαιρόμασταν. Και πρόπερσι. Και το ίδιο θα χαιρότανε και ο Ιουστινιανός, όταν είδε για πρώτη φορά την Θεοδώρα στον Ιππόδρομο, και ο Μαρξ, όταν έγραψε την τελευταία λέξη στο «Κεφάλαιο». Οπως θα χαιρότανε ο Αϊνστάιν, όταν κατέληξε στη γνωστή του εξίσωση, που άλλαξε τον κόσμο, και ο Χόκινγκ, όταν σκέφτηκε τις «μαύρες τρύπες».

Εμείς, όμως, γιατί χαιρόμαστε; Τι γιορτάζουμε; Μήπως το «ταμείο», που σας έλεγα στην αρχή, μας έβγαλε κερδισμένους; Εγώ με την προσωπική μου «συνεδρίαση» διαπίστωσα ότι το άθροισμα ήταν μόνο ζημιές. Κι όταν λέω «Εγώ» να μην πηγαίνει ο νους σας σε «Μένα», τον ταπεινό κοντυλοφόρο των χαμένων ονείρων και της ασυγχώρητης «ήττας». Για τον ΑΝΘΡΩΠΟ, σας γράφω. Για δικό του λογαριασμό κάθομαι μπροστά στο μαγικό μου καθρέφτη και τον ρωτάω. Αυτός είναι ο χαμένος. Μην ψάχνετε άδικα να βρείτε τον πρώτο και τον καλύτερο, τον πιο ψηλό και τον πιο δυνατό. Είτε ψάξετε στα κατατόπια του χρόνου, είτε του αιώνα, είτε, τέλος, της χιλιετίας, τον Ανθρωπο θα βρείτε χαμένο. Δε λέω πως δεν έφτιαξε μηχανές ακαταμάχητες, πως δεν ανακάλυψε τα μυστικά της φύσης, πως δε μαντάρισε καρδιές φαγωμένες από το χρόνο και πως δεν άφησε τα βήματά του πάνω στις στάχτες του φεγγαριού. Δε λέω πως δεν έσπασε στα δύο το μικρότερο κομμάτι του κόσμου, το άτομο, και πως δεν έστειλε με μια μόνο λάμψη χιλιάδες πολύτιμες ζωές στον άλλο κόσμο. Το προσέξατε, όμως, πως μέσα από όλες αυτές τις νίκες μόνο ο άνθρωπος βγήκε χαμένος. Γιατί, ποιον αφάνισαν οι ακαταμάχητες μηχανές, ποιον διαμέλισε η δύναμη του διασπασμένου ατόμου και ποιος φταίει που τις ανθρώπινες καρδιές τις τρώει ο χρόνος; Ποιον καταστρέφουν οι νέες εφευρέσεις και ποιανού τη ζωή αλλοτριώνει η τεχνολογία; Ποιανού τα σωθικά ροκανίζει η επιστήμη της μετάλλαξης κι αυτό το καταχθόνιο DNA ποιον λέτε ότι θα βλάψει; Τα σύνορα που πέφτουν, τα τείχη που γκρεμίζονται, τα νομίσματα που ενώνονται, τα χρηματιστήρια που ανεβαίνουν, ποιον νομίζετε πως ωφελούν; Οχι τον καθημερινό Ανθρωπο, βέβαια. Αυτός ο καημένος είναι σαν τις χριστουγεννιάτικες γαλοπούλες που τις μοσχοανατρέφουν, για να τις σφάξουν τα Χριστούγεννα. Κι αυτός είναι ο άνθρωπος του καπιταλισμού: Μια μελλοθάνατη, μοσχοαναθρεμμένη γαλοπούλα. Τι γιορτάζουμε λοιπόν; Το «μοσχοανάθρεμμά» μας ή το επερχόμενο «σφάξιμο»;


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
«Ανοξείδωτα ταξίδια» γλυπτικής (2008-12-14 00:00:00.0)
Μη με ρωτάς, σε θυμάμαι... (2007-09-16 00:00:00.0)
Με πληγώνει όλη η ζωή σας (2006-09-08 00:00:00.0)
Η κρίση να γνωστοποιείται! (2004-10-03 00:00:00.0)
H κρυφή Γοργόνα (2000-05-28 00:00:00.0)
Φορτίο βαρύ, οργής (1997-05-02 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ