Σάββατο 1 Γενάρη 2000 - Κυριακή 2 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η Αυτοδιοίκηση του 2000
Οικονομικά ανοχύρωτη και θεσμικά «αξιοποιήσιμη»

Στην οικονομική ανέχεια καταδικάζει την Αυτοδιοίκηση, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια, η κυβέρνηση, καθώς και με τον κρατικό προϋπολογισμό του νέου έτους, συνεχίζεται, από τη μία, η κλοπή των πόρων του θεσμού και από την άλλη, η πενιχρή «χρηματοδότησή» του, εντελώς δυσανάλογη με το ρόλο, που έχει και που θα έπρεπε να διαδραματίσει. Ανέχεια, που αντανακλάται και στους προϋπολογισμούς που ψηφίζονται ή ψηφίστηκαν αυτές τις μέρες από τα Δημοτικά Συμβούλια της χώρας, όπου κύριο χαρακτηριστικό είναι η μείωση των κοινωνικών δαπανών και η αύξηση ή επιβολή νέων φόρων προς τους δημότες, ώστε να αποκτήσουν έσοδα οι Δήμοι.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμη κι αυτά τα 75 δισ. δραχμές που υποσχέθηκε η υπουργός Εσωτερικών, Βάσω Παπανδρέου, πως θα αποδοθούν στους Δήμους - χρήματα που προέρχονται από τις διαφορές προϋπολογισθέντων και εκτελεσθέντων εσόδων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΤΑ) τα οικονομικά έτη 1997 και 1998 - δεν εγγράφονται στα έσοδα του θεσμού για το νέο έτος. Τα χρήματα αυτά, χρήματα της ίδιας της Αυτοδιοίκησης, είναι άγνωστο πότε (αν) τελικά θα αποδοθούν...

Στο μεταξύ και το νέο έτος συνεχίζεται η παρακράτηση πόρων της ΤΑ, που ξεκίνησε με τη θεσμοθέτηση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ), το 1989. Μέχρι και σήμερα η κεντρική εξουσία έχει κλέψει από τους Δήμους παραπάνω από 1,2 τρισ. δραχμές, ενώ φέτος μόνο αφαιρούνται από τους Δήμους 142,280 δισ. δραχμές. Η κλοπή των χρημάτων του θεσμού προέρχεται από τις αυθαίρετες και κατά το δοκούν ερμηνείες της κάθε φοράς κυβέρνησης για το ύψος των ΚΑΠ - ποσοστά φόρων που επιβάλλει το κράτος - που πρέπει να του αποδοθούν. Γι' αυτό η κυβέρνηση αρνείται, όπως έχουν ζητήσει τόσο το ΚΚΕ όσο και αρκετοί αιρετοί, να επιχορηγεί τους Δήμους με ένα σταθερό ποσοστό επί του συνόλου του κρατικού προϋπολογισμού.

Η τακτική της κλοπής εφαρμόζεται και στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση (ΝΑ), η οποία από το 1999 που εισπράττει ΚΑΠ, έχει χάσει 17,61 δισ. δραχμές.

Στόχος, η χειραγώγηση του θεσμού

Στόχος της παραπάνω πρακτικής, όπως εκφράζεται στην πράξη ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, διάστημα που η κυβέρνηση έχει ανάγει σε εθνικό στόχο την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ, είναι η «αγκύλωση» του θεσμού στις επιλογές της. Η κυβέρνηση «πασχίζει» να μειώσει τις δημοσιονομικές της δαπάνες, αναγκάζοντας και τους δήμους να λειτουργήσουν με την ίδια πολιτική. Στην κατεύθυνση αυτή, σπρώχνει τους δήμους στη φορολόγηση των δημοτών για κάθε υπηρεσία που παρέχουν και στην ιδιωτικοποίηση διαφόρων τομέων. Με τον τρόπο αυτό οι κοινωνικές υπηρεσίες, για τις οποίες έχουν ήδη πληρώσει οι δημότες, μέσα από τη φορολογία του εισοδήματός τους, μετατρέπονται σε «εμπορεύματα» προς αγορά από τους ίδιους. Ενώ με την ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών, το αιρετό Δημοτικό Συμβούλιο απεμπολεί τα δικαιώματα και υποχρεώσεις του, αναθέτοντάς τα σε εξωδημοτικούς παράγοντες που λειτουργούν με γνώμονα το κέρδος και όχι το όφελος των δημοτών.

Πολλές είναι οι κυβερνητικές επιλογές που αναγκάζουν τους δήμους - πολλοί το επιλέγουν ανώδυνα - να λειτουργήσουν ουσιαστικά ως επιχειρήσεις. Καταρχήν είναι η πενιχρή χρηματοδότησή τους από τον κρατικό προϋπολογισμό. Φέτος, οι Δήμοι χρηματοδοτούνται με μόλις το 2,31% του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ οι Νομαρχίες με μόλις το 0,63%. Ακολούθως τους μεταφέρονται αρμοδιότητες, κρατικής ευθύνης, χωρίς τις αντίστοιχους πόρους. Οι προϋπολογισμοί Δήμων και Νομαρχιών ελέγχονται από τον διορισμένο από την κυβέρνηση Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, ο οποίος μπορεί να επιστρέφει όσους δε συνάδουν με τις δημοσιονομικές κυβερνητικές επιταγές. Μια σειρά αντεργατικών επιλογών, όπως Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, προωθούνται μέσα από τους Δήμους, κάνοντάς τους έτσι συνεργούς στην κατάργηση ουσιαστικά κατακτήσεων χρόνων. Το δε νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας των Δήμων και Νομαρχιών επιτρέπει την επιβολή δυνητικής φορολογίας στους δημότες για τα πάντα. Ακόμα κι οι νέοι «Καποδιστριακοί» Δήμοι «επιχορηγούνται» με χρήματα της ίδιας της Αυτοδιοίκησης, αφού τα υπουργεία δεν έχουν βάλει δραχμή στο Ειδικό Πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΕΠΤΑ) - υποτίθεται στήριξης των νέων Δήμων.

Δυσοίωνο το 2000

Γίνεται φανερό πως το υπάρχον θεσμικό και οικονομικό πλαίσιο στο οποίο καλούνται να λειτουργήσουν οι Δήμοι, σε συνδυασμό με την ασφυκτική κυβερνητική πολιτική απέναντί τους, μόνο θετικές εξελίξεις δεν προμηνύει τόσο για το θεσμό όσο και για τους ίδιους τους δημότες. Οι εξελίξεις επιδεινώνονται από την πρόθεση της κυβέρνησης, όπως έχει διατυπωθεί πολλές φορές, να «βάλει» τους δήμους σε ένα παιχνίδι ανταγωνισμού μεταξύ τους, ποιος θα λειτουργήσει ως ο καλύτερος μαθητής της κυβερνητικής διδασκαλίας. Ετσι, σύμφωνα με την κυβέρνηση, όποιος δήμος εφαρμόζει πιστά την πολιτική της, δηλαδή λειτουργεί ως καλός επιχειρηματίας, τότε θα εισπράττει πριμ παραγωγικότητας, ενώ όποιος πράττει το αντίθετο θα του επιβάλλεται πρόστιμο.

Ενα δείγμα της παραπάνω λογικής «πήραμε» μέσα στον Δεκέμβρη, όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε μέσα από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (ΤΠκΔ), να χορηγήσει στον Δήμο Καισαριανής, προκαταβολή από τα χρήματά του, για την πληρωμή της μισθοδοσίας και του δώρου Χριστουγέννων των εργαζομένων. Πρόσχημα ήταν η ύπαρξη «κόκκινου» στα ταμεία του, όταν είναι γνωστό πως η συντριπτική πλειοψηφία των Δήμων έχει οικονομικό έλλειμμα - εξαιτίας της οικονομικής κυβερνητικής πολιτικής απέναντι στον θεσμό - και μάλιστα πολύ μεγαλύτερο από αυτό που εμφάνισε ο συγκεκριμένος Δήμος. Η ουσιαστική αιτία ήταν πως ο συγκεκριμένος Δήμος είναι πράγματι κόκκινος στις αρχές και τις παραδόσεις και σίγουρα δεν είναι ο «καλός μαθητής» που θα ήθελε η κυβέρνηση. Η κυβερνητική καθυστέρηση της καταβολής της προκαταβολής που ζητούσε ο Δήμος, στόχο είχε να παρουσιάσει τη διοίκηση ως κακή διαχειρίστρια και να τη φέρει σε αντιπαράθεση με τους εργαζόμενους, κάτι που όμως δεν κατάφερε.

Από την άλλη πλευρά, ακόμα κι αυτά τα θετικά μηνύματα που είχαν «ξεπηδήσει» στο συνέδριο της Κεντρικής Ενωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδας (ΚΕΔΚΕ), στη Ρόδο, οπότε είχε αποφασιστεί να διεκδικηθούν περισσότερα χρήματα για το 2000 και να απαιτηθεί να αποδοθούν στην ΤΑ τα χρήματα που της χρωστά η κεντρική εξουσία, στην πορεία εξανεμίστηκαν. Η κυβερνητική πλειοψηφία της ΚΕΔΚΕ, μετά από κομματικές εντολές, έκανε πίσω και απαξίωσε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για διεκδίκηση των παραπάνω με πολύμορφες κινητοποιήσεις.

Γίνεται σαφές πως η κυβέρνηση μόνο ως αυτοδιοικητικό θεσμό δεν αντιμετωπίζει τους δήμους. Χαρακτηριστικές ήταν στην κατεύθυνση αυτή οι δηλώσεις της υπουργού Εσωτερικών πως «ο ρόλος της ΤΑ είναι να συμβάλλει στην είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ». Για την κυβέρνηση, λοιπόν, η ΤΑ δεν αποτελεί παρά μέσο εφαρμογής των δικών της επιλογών. Επιλογές, που όπως έχει αποδειχθεί, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα των δημοτών και με τον αυτοδιοικητικό, λαϊκό ρόλο του ίδιου του θεσμού.

Κόντρα στις επιλογές αυτές, πολλοί αιρετοί προτάσσουν την ενημέρωση των δημοτών για το πώς έχουν τα πράγματα και την από κοινού συστράτευση για αλλαγή της εφαρμοζόμενης πολιτικής που απαξιώνει τόσο τους ίδιους τους δημότες όσο και τον θεσμό. Για Αυτοδιοίκηση δίπλα στο δημότη και στα προβλήματά του, στις κοινωνικές, πολιτιστικές και καθημερινές του ανάγκες.


Χριστίνα ΔΙΑΜΑΝΤΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ