Κυριακή 19 Αυγούστου 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Ο μύθος της αλληλεξάρτησης κρατών λόγω «παγκοσμιοποίησης»

Η «παγκοσμιοποίηση», διατείνονται οι θιασώτες της, συνιστά το νέο στοιχείο της κοινωνικής εξέλιξης, της αλληλεξάρτησης και διαπλοκής των εθνικών οικονομιών, των εθνικών κρατών. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Η τάση να διαμορφώνουν σχέσεις μεταξύ τους οι κοινωνίες είναι τάση που διέπει όλη την ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης. Τα όρια ενσάρκωσης αυτής της τάσης καθορίζονται από το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων (σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και τα επίπεδα γνώσης-ειδίκευσης, επιστήμης- τεχνολογίας, μέσων παραγωγής και επομένως και της εμβέλειας στη μεταφορά πρώτων υλών, εμπορευμάτων, παραγωγικού δυναμικού). Ταυτόχρονα, όμως, οι όροι με τους οποίους διαμορφώνονται οι σχέσεις μεταξύ των κοινωνιών, είναι όροι του εκάστοτε κυρίαρχου κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Είναι σχέσεις ανταγωνιστικές, στις οποίες υπερέχει ο ισχυρότερος οικονομικά, στρατιωτικά, πολιτικά.

Αυτή η τάση επιβεβαιώνεται από την ιστορία τόσο των εκμεταλλευτικών προκαπιταλιστικών συστημάτων, όσο και του καπιταλιστικού συστήματος.

Οι εκδηλώσεις και τα «όρια» των εξαρτήσεων και αλληλεξαρτήσεων, η συγκεκριμένη έκφραση των αντιθέσεών τους, καθορίζονται από το κυρίαρχο κοινωνικο-οικονομικό σύστημα.

Είναι εύκολο να διαπιστωθεί στην ιστορία των αρχαίων δουλοκτητικών κρατών, μεταξύ των οποίων και εκείνων των κρατών-πόλεων του ελλαδικού χώρου με τις αποικίες τους στη λεκάνη της Μεσογείου, στην ιστορία του Μακεδονικού κράτους του Μ. Αλεξάνδρου, στην ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Σε κάθε περίπτωση, η ενσάρκωση της τάσης διεθνοποίησης των κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων χαρακτηρίζεται από την εξαγωγή και επιβολή του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής, των κυρίαρχων σχέσεων ιδιοκτησίας, του ισχυρότερου κράτους ή ομάδας ισχυρών κρατών, αλλά και από την παγκόσμια εμβέλεια ενός κοινωνικο-οικονομικού συστήματος και το συσχετισμό μεταξύ των διαφορετικών κρατών.

Η έκταση και τα χαρακτηριστικά της εξάρτησης, της «υποταγής», τα «όριά» τους, είναι αποτέλεσμα των ορίων του εκάστοτε κοινωνικο-οικονομικού συστήματος.

Στην αρχαία δουλοκτητική κοινωνία, που η κοινωνική παραγωγή γίνεται κυρίως με όρους απόλυτου φυσικού καταναγκασμού του εργαζομένου σε αυτούς που κατέχουν τα μέσα παραγωγής, η σχέση της σχεδόν απόλυτης υποταγής εκδηλώνεται και στις σχέσεις με τις κατακτημένες κοινωνίες (υποδουλώνονται στον κατακτητή ελεύθεροι και δούλοι).

Οι σχέσεις της απόλυτης εξάρτησης χαλαρώνουν σε συνθήκες όπου έχουν ήδη ωριμάσει οι αντιθέσεις του κυρίαρχου συστήματος και κράτους-επικυρίαρχου, π.χ., στις σχέσεις του Μακεδονικού κράτους του Μ. Αλεξάνδρου με κατακτημένες κοινωνίες της Ασίας, στις σχέσεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με κατακτημένες κοινωνίες στην Ανατολική Ευρώπη, στο χώρο του μετέπειτα Βυζαντίου.

Οταν το καπιταλιστικό σύστημα και ένα κυρίαρχο καπιταλιστικό κράτος βρίσκεται στην ορμή της ανάπτυξής του, μπορεί να εξάγει τις νέες σχέσεις σε βαθμό καταστροφικό για τις υποτασσόμενες κοινωνίες, π.χ., οι σχέσεις των Αμερικανικών Πολιτειών με τις κοινωνίες των αυτόχθονων πληθυσμών ή με σχέση «σύγχρονης» δουλικής εξάρτησης, π.χ., οι σχέσεις της Μ. Βρετανίας με τις αποικίες της, κυρίως την Ινδία στην Ασία.

Το αποικιοκρατικό σύστημα προσιδίαζε σε ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήματος στη Δυτική Ευρώπη. Ηταν μια ορισμένη μορφή ενσάρκωσης της «παγκοσμιοποίησης», στην εποχή που ο καπιταλισμός ορμητικά διεκδικούσε την εδραίωσή του. Στην εποχή που λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί η διαδικασία διαμόρφωσης των αστικών εθνικών κρατών στις άλλες ηπείρους και η εξάλειψη των φεουδαρχικών υπολειμμάτων στο εποικοδόμημα.

Στην ιστορία του καπιταλισμού, ένας ορισμένος βαθμός «προστασίας» της εθνικής εσωτερικής αγοράς αποσκοπούσε ακριβώς στη συγκρότησή της. Το στοιχείο της διεθνούς καπιταλιστικής επέκτασης (καπιταλιστικής παραγωγής για εξωτερική αγορά, εξαγωγής εμπορευμάτων, κεφαλαίων) ως γενική τάση ενυπήρχε με το στοιχείο της προστασίας της εθνικής εσωτερικής αγοράς από το διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Η πορεία της καπιταλιστικής εξέλιξης των δυο τελευταίων αιώνων επιβεβαιώνει ότι οι κρατικές εμπορικές πολιτικές παρουσιάζουν μεγάλη διακύμανση, πολλές διαβαθμίσεις μεταξύ ελεύθερου εμπορίου και απόλυτης προστασίας της παραγωγής τους έναντι των εισαγωγών. Χαρακτηριστική είναι η διαφορετική κρατική πολιτική ως προς την ελευθερία των αγορών κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Η Αγγλία, ως πρωτοπόρο κράτος στην καπιταλιστική ανάπτυξη του 19ου αιώνα, με την πολιτική του ελεύθερου εμπορίου κατοχυρώνει ανοιχτές αγορές για να εξάγει τα βιομηχανικά της εμπορεύματα και να εισάγει φθηνές πρώτες ύλες. Την ίδια περίοδο, λιγότερο καπιταλιστικά αναπτυγμένες οικονομίες, όπως της Γερμανίας και των ΗΠΑ, με την πολιτική προστασίας επιταχύνουν τη συγκρότηση της εσωτερικής τους αγοράς και της αυτοτελούς κρατικής (καπιταλιστικής) τους συγκρότησης.

Στις αρχές του 20ού αιώνα αλλάζει άρδην ο συσχετισμός των δυνάμεων, κατάσταση που εκδηλώνεται και με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο μεσοπόλεμο, η εθνο-κρατική «προστασία» ήταν η πολιτική απάντηση σε συνθήκες γενικευμένης οικονομικής κρίσης, όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και προετοιμασίας των εθνικών κρατών για νέο μοίρασμα των αγορών, μέσω νέων ιμπεριαλιστικών πολέμων. Παρ' όλα αυτά, η χαλάρωση της προστασίας των αγορών αρχίζει και συζητιέται στην ισχυρότερη τότε οικονομία των ΗΠΑ ήδη από τη δεκαετία του 1930.

Η μεταπολεμική καπιταλιστική ανόρθωση διαμορφώθηκε σε συνθήκες συνδυασμένης κρατικής προστασίας με σχέδια διεθνικής αλληλεγγύης του κεφαλαίου (π.χ. Σχέδιο Μάρσαλ για τη μεταπολεμική ανόρθωση της Δυτικής Ευρώπης) και τάσεις διαμόρφωσης περιφερειακών διακρατικών αγορών (αρχικά της Ενωσης Σιδήρου και Χάλυβα, στη συνέχεια της ΕΟΚ). Ειδικότερα, η διαμόρφωση της ΕΕ, ως ενιαίας εσωτερικής αγοράς εμπορευμάτων, κεφαλαίων και εργατικού δυναμικού, αποτελεί ταυτόχρονα και ενιαίο σύστημα προστατευτισμού των εθνικών οικονομιών-συνιστωσών της απέναντι στις ισχυρές καπιταλιστικές αγορές των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας και των σφαιρών επιρροής τους. Εντούτοις, εντός της ΕΕ ο προστατευτισμός ποικίλλει, αποτυπώνει την ανισομετρία στην καπιταλιστική ανάπτυξη, τη διαβάθμιση στην ισχύ των καπιταλιστικών κρατών και τις αντιθέσεις για την κυριαρχία στην ευρωενωσιακή αγορά. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η έλλειψη ενιαίας φορολογικής πολιτικής, η καθυστέρηση της Γαλλίας στην απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και η νομοθετική αντίδραση της Ισπανίας για τον περιορισμό της ξένης συμμετοχής στα μερίδια ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων ενέργειας της χώρας.

Σε κάθε περίπτωση, το «άνοιγμα» των αγορών, οι όροι εξαγωγής εμπορευμάτων και κεφαλαίων, οι όροι επανεισαγωγής κεφαλαίων (είτε δανεικών κεφαλαίων είτε νέας υπεραξίας με τη μορφή τόκων, κερδών, μερισμάτων κλπ.), σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο, ήταν αποτέλεσμα του συσχετισμού δυνάμεων. Αποτύπωναν το βαθμό οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής υπεροχής ενός κράτους έναντι άλλου. Π.χ. οι όροι επένδυσης αμερικανικών κεφαλαίων στη μετεμφυλιακή Ελλάδα της δεκαετίας του 1950 εν πολλοίς προσέγγιζαν όρους μονομερούς «ελεύθερης» διείσδυσης εμπορευμάτων και κεφαλαίων, σε γενικές συνθήκες ισχυρής «προστασίας» της εσωτερικής αγοράς της Ελλάδας.

Τηρουμένων των αναλογιών, στο σύγχρονο καπιταλιστικό κόσμο, η σύγχρονη «απελευθέρωση» των αγορών συνυπάρχει με ένα αναπτυγμένο σύστημα οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής κυριαρχίας και ιεραρχίας (ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΟΟΣΑ, ΠΟΕ, ΕΕ, Ευρωζώνη, NAFTA, ASEAN, MERCOSUR), που προσιδιάζει στις εσωτερικές αντιθέσεις, στους συσχετισμούς και στο σημερινό επίπεδο ανάπτυξης του σύγχρονου διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος στον 21ο αιώνα.

  • Αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ (Τεύχος 3, 2001) και αποτελεί τμήμα του άρθρου με τίτλο: «"Παγκοσμιοποίηση": Μύθος ή συγκάλυψη της καπιταλιστικής φύσης του σύγχρονου κόσμου»

Της
Ελένης ΜΠΕΛΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ