Τρίτη 2 Οχτώβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 2002
Σχεδιασμοί για αντιλαϊκή επίθεση

Δύο σενάρια ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο, με κοινό παρονομαστή την κλιμάκωση της πολιτικής λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων και το ψαλίδισμα των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα

Στις γνωστές νεοφιλελεύθερες αρχές του «λιγότερου κράτους» και της «δημοσιονομικής πειθαρχίας» κινείται και το προσχέδιο προϋπολογισμού με δύο εναλλακτικά σενάρια ρυθμού ανόδου του ΑΕΠ, που παρουσίασε χτες σε συνέντευξη Τύπου ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου, αμέσως μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο ενέκρινε και τυπικά τις κατευθύνσεις της δημοσιονομικής πολιτικής για το 2002.

Τα δύο εναλλακτικά σενάρια, με μικρές αλλαγές μεταξύ τους (άνοδο του ΑΕΠ 4,5% το πρώτο και 4% το δεύτερο) επιδιώκουν να προσεγγίσουν πιθανές μεταπτώσεις στο δημοσιονομικό περιβάλλον από τις αβεβαιότητες που υπάρχουν σήμερα στη διεθνή καπιταλιστική οικονομία, λόγω της επαπειλούμενης ύφεσης και της επιδείνωσης που αναμένεται να υπάρξει μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στις ΗΠΑ. Ηδη τις πρώτες συνέπειες, άμεσες η έμμεσες για τους εργαζόμενους, τίς ομολόγησε χτες ο Γ. Παπαντωνίου. Κατά πρώτο, αν επιλεγεί το δεύτερο σενάριο στο τέλος του Οκτώβρη που θα «ξαναγραφεί» ο επίσημος προϋπολογισμός προβλέπονται περικοπές καταναλωτικών δαπανών 50 δισ. δραχμών και αν τα γεγονότα εξελιχθούν χειρότερα - το σενάριο αυτό ο υπουργός το εξάρτησε από το βαθμό της βιαιότητας των αναμενόμενων αντιδράσεων των ΗΠΑ κατά των τρομοκρατών...- τότε οι περικοπές θα ανέλθουν σε 100 δισ. δραχμές. Ακόμα πιο συγκεκριμένη είναι η ομολογία του για το λεγόμενο οικογενειακό επίδομα και στους δύο συζύγους, ότι ναι μεν θα δοθεί, αλλά το πότε θα δοθεί θα εξαρτηθεί από τις γενικότερες δημοσιονομικές συνθήκες που θα επικρατήσουν... Με λίγα, δηλαδή, λόγια καθιστούν τη χορήγηση του οικογενειακού επιδόματος όμηρο των δικών τους ασφαλιστικών δικλείδων για την αντιμετώπιση των γενικότερων εξελίξεων. Εμφανής ήταν η προσπάθειά του να εκμεταλλευτεί κομματικά και πολιτικά υπέρ της κυβέρνησης - την οποία εμφάνισε σαν εγγυητή και παράγοντα ομαλότητας - το όλο κλίμα αστάθειας και αβεβαιότητας που δημιουργείται στους πολίτες της χώρας από τις ψυχροπολεμικές διακηρύξεις της ηγεσίας των ΗΠΑ. Αφού συνέστησε σε όλες τις κοινωνικές ομάδες να υπάρξει «γενικότερο κλίμα αυτοσυγκράτησης» λόγω της γενικότερης κατάστασης, στη συνέχεια επιδόθηκε σε υψηλούς τόνους πολιτικής δημαγωγίας ισχυριζόμενος ότι η κυβέρνηση εγγυάται σήμερα τα εισοδήματα των εργαζομένων, ενώ επανέλαβε την άποψη ότι η Ελλάδα σε καμιά περίπτωση δε θα υποστεί αυτά που θα υποστούν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πάντα σε ρόλο «εγγυητή» δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται και με το εναλλακτικό σενάριο ότι θα υλοποιήσει: την εισοδηματική πολιτική, το κοινωνικό «πακέτο» που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από το βήμα της ΔΕΘ, τις επενδύσεις του Γ' ΚΠΣ και τέλος τα ολυμπιακά έργα.

Η κυβέρνηση διά του Γ. Παπαντωνίου εμφανίζεται «εγγυητής» για όλα τα προβλήματα της χώρας, τη στιγμή που δηλώνουν πως δε γνωρίζουν και αγνοούν πλήρως πού οδηγούνται οι διεθνείς εξελίξεις... Για μια ακόμη φορά επιδόθηκε σε κήρυγμα υπέρ της λιτότητας και της «δημοσιονομικής πειθαρχίας». Μόνο που την ανάγκη που επιβάλλεται από το «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» επιχείρησε να την ντύσει με... εθνικά χρώματα, ότι δηλαδή είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας οι πολιτικές λιτότητας, λόγω της ανάγκης μείωσης του μεγάλου δημοσίου χρέους... Με μεγάλη ειλικρίνεια ομολογούν στο προσχέδιο προϋπολογισμού, τους νεοφιλελεύθερους προσανατολισμούς καθώς αναφέρουν: «... η βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης το 2002 θα προέλθει κυρίως από τη μείωση ως ποσοστό του ΑΕΠ των τρεχουσών λειτουργικών δαπανών και των πληρωμών για τόκους. Η συγκράτηση των δαπανών εντάσσεται στο πλαίσιο της μεσοπρόθεσμης πολιτικής μείωσης του μεγέθους του κράτους...». Σε άλλο δε σημείο αναφέρεται πως για την επίτευξη των στόχων του 2002 θα ενεργοποιηθεί και το μέτρο της «μείωσης των πρωτογενών δαπανών με την εφαρμογή σαφών και δεσμευτικών κανόνων». Ετσι οι δαπάνες σαν ποσοστό του ΑΕΠ από 34,4% το 2000 μειώθηκε σε 33,7% το 2001 και για το 2002 προβλέπεται περαιτέρω μείωση στο 32,5%.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ