ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Αυγούστου 1997
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Παλλαϊκός αγώνας

Μιλά στο "Ρ" ο Λεωνίδας Ριτζάκης, μέλος της διοίκησης της Ομοσπονδίας Γονέων Αθήνας

Ο Λεωνίδας Ριτζάκης, μέλος της διοίκησης της Ομοσπονδίας Γονέων Αθήνας, μιλάει στο "Ρ" για τη στάση του κινήματος των γονιών απέναντι στη νέα επίθεση στη δημόσια και δωρεάν παιδεία, αλλά και την αντεπίθεση που οργανώνεται σε συντονισμό με τους άλλους φορείς με πρώτο βήμα τη μεγάλη κινητοποίηση της περασμένης Πέμπτης.

- Είναι τελικά η μεταρρύθμιση που προωθείται στην παιδεία υπόθεση μόνο των εκπαιδευτικών;

- Αυτό το νομοσχέδιο αφορά εκπαιδευτικούς, γονείς και όλο τον εργαζόμενο λαό. Ακόμα όμως και ζητήματα που φαίνεται ότι αφορούν τον κλάδο των εκπαιδευτικών, έχουν επιπτώσεις που θα βιώσουν οι γονείς. Για παράδειγμα, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών: Ενας υποταγμένος εκπαιδευτικός δε θα είναι ένας καλός συνεργάτης των γονιών στο μεγάλο ζήτημα της εκπαίδευσης των παιδιών.

Αλλα θέματα, όπως η μετατροπή του λυκείου σε εξεταστικό κέντρο, αφορούν ακόμα περισσότερο τους γονείς. Είναι δεδομένο ότι με αυτό το νομοσχέδιο θα παίρνουν απολυτήριο του λυκείου ακόμα λιγότεροι από ό,τι παίρνουν σήμερα. Βέβαια, πολλοί γονείς ίσως να μην το έχουν καταλάβει γιατί δεν ξέρουν τις διατάξεις του νομοσχεδίου. Π.χ. το θέμα του ολοήμερου σχολείου, που είναι ώριμο αίτημα του κινήματος των γονέων, πρώτα από όλα γιατί οι σύγχρονες ανάγκες των γονιών, ακόμα και για την απλή φύλαξη των παιδιών τους, είναι πάρα πολύ μεγάλο. Οι εργαζόμενοι γονείς ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα βρίσκονται σε αδιέξοδο.

- Γιατί αντιδρούν οι γονείς στις ρυθμίσεις που αφορούν το ολοήμερο σχολείο;

- Εκείνο που χρειαζόταν το ολοήμερο σχολείο δεν ήταν καινούριο νομοθετικό πλαίσιο, αλλά κυβερνητική απόφαση για διορισμούς του απαραίτητου εκπαιδευτικού προσωπικού που θα έλυνε το πρόβλημα. Σε έναν ορισμένο βαθμό είχαμε καταφέρει στα τέλη του '80 να έχουν κάποια σχολεία δασκάλους διορισμένους από το υπουργείο. Αυτό σιγά σιγά υποχώρησε. Το πρώτο ουσιαστικό βήμα υποχώρησης ήρθε με εγκύκλιο του τότε υπουργού Παιδείας Γ. Σουφλιά, που έδινε ουσιαστικά τη δυνατότητα στους συλλόγους γονέων να συμμετέχουν οικονομικά στο πρόγραμμα. Η "δυνατότητα" έγινε βραχνάς, καθώς έφτασε να πληρώνουν αποκλειστικά οι γονείς για το ολοήμερο σχολείο. Υπάρχουν σήμερα κάπου 400 θέσεις εκπαιδευτικών που ασχολούνται με τη δημιουργική απασχόληση. Από κει και πέρα υπάρχει ένας κυκεώνας όπου με διάφορες διαδικασίες προσλαμβάνεται προσωπικό για δημιουργική απασχόληση. Σε ορισμένους δήμους έχουμε συμμετοχή τους στο πρόγραμμα. Δεν πρόκειται όμως να γίνει τίποτα θετικό για τους γονείς, σε ό,τι αφορά το θέμα, με αυτό το νομοσχέδιο και φαίνεται από δύο σημεία: Από το ότι συνδέεται η προώθηση αυτών των προγραμμάτων με τη συμμετοχή των γονέων, ότι στο ίδιο νομοσχέδιο δεν προβλέπεται κανένας επιπλέον διορισμός εκπαιδευτικών και τα λεφτά αυτά θα δίνονται από τους συλλόγους γονέων.

"Βραχνάς" οι εξετάσεις στο λύκειο

Στο λύκειο από την άλλη πλευρά, εκεί που είχαμε κάποιες δυσκολίες, αυτές πολλαπλασιάζονται. Ενώ αυτή τη στιγμή έχουμε ένα μεγάλο ποσοστό νεολαίων που τελειώνουν το λύκειο σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τις συνεχείς εξετάσεις που σίγουρα αποθαρρύνουν τα παιδιά θα έχουμε ένα μεγάλο αριθμό παιδιών που θα παρατάνε το λύκειο. Δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι εξετάσεις σημαίνει βραχνάς για τα παιδιά και οικονομική αφαίμαξη για τις λαϊκές οικογένειες. Είναι καθαρός ο πολλαπλασιασμός των ταξικών φραγμών στη μόρφωση για τα παιδιά από τα φτωχά λαϊκά στρώματα.

- Είναι ενημερωμένοι για όλα αυτά οι γονείς;

- Θα έλεγα ότι δεν είναι καθόλου ενημερωμένοι. Γνωρίζουν όμως ότι νέα βάρη πέφτουν "στην καμπούρα" τους. Αυτό βεβαίως απέχει από τη συγκεκριμένη ενημέρωση για το τι προβλέπει ακριβώς αυτό το νομοσχέδιο. Οι εξαγγελίες γιαολοήμερο σχολείο, ανοιχτή πρόσβαση μπορεί να ακούγονται ωραία, όμως από την εμπειρία ξέρουν ότι τίποτα δε θα τους χαριστεί. Αυτό δε σημαίνει ότι ως ομοσπονδία γονέων πρέπει να επαναπαυόμαστε. Πέφτει μεγάλο καθήκον στο κίνημα των γονέων, στις Ομοσπονδίες, στις ενώσεις να ενημερώσουν τους γονείς ότι αυτές οι εξαγγελίες θα είναι δημαγωγικές και μια μεγάλη παγίδα. Βέβαια μια μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ παρουσιάζει το νομοσχέδιο ως θέμα επετηρίδας που αφορά μόνο τους εκπαιδευτικούς, ενώ θα πρέπει να διορθώσουμε αυτή την εντύπωση και να δείξουμε ότι αφορά όλη την ελληνική κοινωνία.

- Ποια βήματα έχουν γίνει σε αυτή την κατεύθυνση;

- Η κυβέρνηση ξέρει καλά τι κάνει και εξήγγειλε στις 2 Αυγούστου τα αντιεκπαιδευτικά της μέτρα. Με δεδομένο την κατάσταση που υπάρχει τον Αύγουστο, μπορούμε να πούμε ότι είμαστε πίσω στην ενημέρωση των γονιών. Η παρουσία όμως των γονέων στη συγκέντρωση της Πέμπτης είναι ενθαρρυντική. Για πρώτη φορά είδαμε πανό όχι μόνο των Ομοσπονδιών Αθήνας και Πειραιά αλλά και ενώσεων γονέων. Αυτό δείχνει ότι το κίνημα γονέων βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης και θα μπορεί από καλύτερες θέσεις να αντιδρά στις επιθέσεις.

Θα κλιμακώσουμε τον αγώνα

- Ποια είναι τα πρώτα συμπεράσματα από το συντονισμό της δράσης των γονιών με άλλους φορείς;

- Το ότι πρόσφατα φτιάχτηκε το Συντονιστικό των φορέων, που από κοινού αποφασίζει σήμερα για κάποια πράγματα, είναι πολύ σημαντικό. Πρέπει να σημειώσουμε ότι τη μεγαλειώδη κινητοποίηση της Πέμπτης δεν την αποφάσισε, όπως μπορεί ο πολύς κόσμος να νομίζει, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΛΜΕ. Την αποφασίσαμε εμείς οι γονείς και άλλοι φορείς και πιέσαμε να πραγματοποιηθεί. Βέβαια τα επόμενα βήματα πρέπει να είναι πιο μαζικά από τα προηγούμενα. Με τέτοια βήματα υλοποιείται πιο συγκεκριμένα ο στόχος για τη σύσταση μετώπου παιδείας.

Πρέπει να υπάρξει μια κλιμάκωση. Πρώτα από όλα σε παλλαϊκό επίπεδο πρέπει να συντονίσουμε με τους άλλους φορείς μια μέρα πραγματοποίησης ενός παναττικού παλλαϊκού συλλαλητηρίου. Βέβαια πρέπει να γίνουν και κάποιες κινητοποιήσεις, όπου θα πρωτοστατήσουν οι εκπαιδευτικοί. Και εμείς θα βρεθούμε μαζί τους. Εμείς επιμένουμε σε έναν πολύμορφο αγώνα μέσα και έξω από τα σχολεία. Το ίδιο το νομοσχέδιο όπως έχει διατυπωθεί είναι γενικό σε πολλά σημεία, τα οποία προβλέπεται να ρυθμιστούν με προεδρικά διατάγματα. Ακόμα και αν ψηφιστεί, μπορούμε με την αντίδρασή μας να το κάνουμε ανενεργό. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση και εκπαιδευτικοί και γονείς και μαθητές απέναντι σε μια κυβέρνηση αποφασισμένη να τα παίξει όλα για όλα για να εξυπηρετήσει το μεγάλο κεφάλαιο.

Μ. Κ.

Ο έλεγχος, η χειραγώγηση του εκπαιδευτικού

Η ιδεολογία που υπηρετούν οι πολιτικοί προϊστάμενοι της παιδείας είναι η ιδεολογία των πολυεθνικών και των μονοπωλίων". Αυτή βλέπει τους ανθρώπους σαν πηγή εκμετάλλευσης και τους λαούς σαν αγέλες προβάτων, που έχουν μπει στο διεθνή καταμερισμό, για να δίνουν στους ποιμένες των λαών μαλλί, γάλα ή κρέας, ανάλογα. Γι' αυτό είναι αναγκαίος ο έλεγχος, η χειραγώγηση του εκπαιδευτικού. Γι' αυτό μια αφόρητη κινδυνολογία προβάλλεται γύρω από το πρόβλημα της επετηρίδας, μιας από τις σημαντικότερες δημοκρατικές κατακτήσεις. Μύθοι και εξαπάτηση, κατά τη θεωρία "πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι", εδώ και τώρα, προωθούν την κατάργηση της επετηρίδας των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Για να δώσουν, τάχα, ποιοτικά στελέχη στην εκπαίδευση, σαν να μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο στα πλαίσια των βασικών πολιτικοϊδεολογικών επιλογών τους. Και τι θα βάλουμε στη θέση της επετηρίδας; Μα, εξετάσεις. Αλλες εξετάσεις. Κοντεύουν να καταντήσουν την Ελλάδα ένα τεράστιο εξεταστικό κέντρο, στο οποίο η εργασία στην εκπαίδευση να μην έχει καμιά αξία. Ετσι, το σύνθημα για καθένα που θέλει να βολέψει κάποιες καταστάσεις είναι "Καθιέρωσε και συ κάποιες εξετάσεις. Μπορείς".

Φταίει, λοιπόν, η επετηρίδα για τα τεράστια κενά στην εκπαίδευση, που τα αυξανόμενα ποσοστά κάθε χρόνο καλύπτονται με χιλιάδες αναπληρωτές και ωρομίσθιους; Φταίει η επετηρίδα για τα σχολεία που ανοίγουν χωρίς εκπαιδευτικούς κάθε Σεπτέμβρη; Φταίει η επετηρίδα για τα χιλιάδες Ελληνόπουλα, που "εγκαταλείπουν" κάθε χρόνο την υποχρεωτική εκπαίδευση και πάνω από το 1/2 του ελληνικού πληθυσμού είναι στην πράξη αναλφάβητοι; Η Αγγλία δεν είναι αυτή που χωρίς την επετηρίδα, αλλά με τις δήθεν αξιολογήσεις των εκπαιδευτικών, ανακαλύπτει σήμερα την ένταση του αναλφαβητισμού; Στη σύγχρονη Ευρώπη χωρίς την επετηρίδα δεν είναι που εντείνεται η διαρροή από το σχολείο και μόνο το 35 - 45% φτάνει να τελειώνει το Λύκειο;

Είναι, άλλωστε, ήδη γνωστή η διαδικασία και κυρίως οι όροι επιλογής στελεχών της εκπαίδευσης με το χαρακτήρα των συνεντεύξεων, που εξαντλούν το παιδαγωγικό ενδιαφέρον τους στο να εκμαιεύσουν τις πολιτικοϊδεολογικές πεποιθήσεις των υποψηφίων και τις απόψεις τους σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Εχουν γνώση οι φύλακες, γι' αυτό και μόλις πριν από λίγο διάστημα άλλαξαν τη σύνθεση των επιτροπών κρίσεων σε βάρος των αιρετών εκπροσώπων των εκπαιδευτικών, δίνοντας πλειοψηφία στους διορισμένους.

Τι γίνεται, όμως, με την εκπαίδευση του προσωπικού, με τη διαρκή ανανέωση των μορφωτικών του εφοδίων, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου; Πιστεύει κανείς πως λύνεται το πρόβλημα με τα ανεκδιήγητα σε ποιότητα και σε αριθμό ΠΕΚ;

Να ένα ακόμη παράδειγμα κυβερνητικής αξιοκρατίας στην παιδαγωγική. Μέχρι τώρα η καρικατούρα του Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΠ) στην εκπαίδευση περιοριζόταν να δείξει στους ακροατές των διαλέξεων ποια είναι τα επαγγέλματα που κυκλοφορούσαν στην αγορά και ποια κοινωνικά πλεονεκτήματα παρουσιάζουν για εκείνους που τα ασκούν. Οι άξιοι εκπαιδευτικοί για την κυβέρνηση ήσαν και είναι όσοι μπορούν να ανταποκρίνονται στο ακροατήριό τους, με στόχο να υποδείξουν τα καλύτερα επαγγέλματα που μπορούν μέσα στη διαδικασία της εκπαίδευσης να αποκτήσουν, για να απολαύσουν τα αγαθά τους, δηλαδή χρήμα, δύναμη κοινωνική και κύρος. Και καμία σημασία δεν έχει (και γιατί να έχει μέσα στην πρακτική του αμοραλισμού;) ούτε η κοινωνική χρησιμότητα των επαγγελμάτων ούτε ο τρόπος της άσκησης ούτε η κοινωνική συνείδηση αυτού που το ασκεί. Ποιο είναι το επικερδέστερο και χωρίς κόπο επάγγελμα; Ηταν το μεγάλο ερωτηματικό. Ετσι, το μάθημα του ΕΠ, η παιδαγωγική επιστήμη, γινόταν σε τελευταία ανάλυση μάθημα ανάπτυξης της συνείδησης του αριβίστα.

Εκεί, λοιπόν, που χωρίς φιοριτούρες το πρόγραμμά τους είναι σαφέστατο, είναι η κατάργηση της επετηρίδας. Με το άκαμπτο στρατιωτικό παράγγελμα "τους ζυγούς λύσατε", όλα φορτώνονται σε μια εξέταση με άριστους όσους έχουν αφομοιώσει τα ιδεολογικά στάνταρ του ανταγωνισμού της σύγχρονης αγοράς κατά το παράδειγμα της "επιστήμης". "Ο εκπαιδευτικός πρέπει να είναι μέσα στην τάξη και όχι έξω στο δρόμο της ταξικής πάλης". Ο άξιος, λοιπόν, παιδαγωγός είναι αυτός που μέσα στην τάξη ξεχνά τον χαρακτήρα της κοινωνίας, την πραγματικότητα της ζωής. Ετσι κανείς δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένος από το προτεινόμενο πιστοποιητικό επάρκειας που εξελίσσεται σε σεμινάρια έξω από τις πανεπιστημιακές σπουδές. Γιατί η παιδαγωγική πράξη, αν θέλουμε να την αντιμετωπίσουμε με σοβαρότητα, είναι μια ειδικότητα που πάει πολύ πέρα από τις ειδικές γνώσεις ενός γνωστικού τομέα. Είναι η συνθετότερη επιστήμη, γιατί ασχολείται με το υποκείμενο της ζωής και του πολιτισμού.

Η επετηρίδα είναι η δημοκρατικότατη απάντηση την οποία έδωσε το λαϊκό κίνημα και η κοινωνική πρακτική στο πρόβλημα της ανεργίας των εκπαιδευτικών. Τα επιχειρήματα ότι στην επετηρίδα πραγματοποιείται μια ισοπέδωση του "άριστα" και του "καλώς" είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Και χωρίς κάποιος να απομυθοποιεί τα αριστεία, πρέπει πάντοτε να έχει κατά νου ότι τα αριστεία μετρούν μετρήσιμα μεγέθη και πολλές φορές μεγέθη που δε σχετίζονται με την εκπαιδευτική διαδικασία. Ομως, πέρα από τα μετρήσιμα μεγέθη, υπάρχουν και εκείνα που δεν επιδέχονται μέτρηση. Και αυτά είναι η προσωπικότητα του ανθρώπου συνολικά, με όλες τις ιδιαίτερες ικανότητες, που πολλές φορές υπερακοντίζουν τα αριστεία. Αλλωστε, η αξιοποίηση των ικανοτήτων γίνεται στην πράξη και μέσα σε καθορισμένες, ομαλές ή ανώμαλες, συνθήκες. Αλλού πρέπει να αναζητηθούν οι αιτίες και οι λύσεις για την ποιότητα της εργασίας του έμψυχου υλικού της εκπαίδευσης, που ουσιαστικά δε χωρούν και καθημερινά ακρωτηριάζονται στα πλαίσια της σύγχρονης εκμεταλλευτικής πραγματικότητας.

Το ζητούμενο της εκπαίδευσης

Το πρόβλημα δε βρίσκεται στη μονάδα, τον εκπαιδευτικό. Η μονάδα αντανακλά την κατάσταση της εκπαίδευσης και συνολικότερα της κοινωνίας. Και εκεί είναι το πρόβλημα. Η αξιολόγηση είναι μια αλυσίδα διαδικασιών που ξεκινάει από την κορυφή, την κοινωνία για να περάσει στην εκπαίδευση, στις εκπαιδευτικές μονάδες, στους εκπαιδευτικούς και στο τέλος στους μαθητές. Και αυτή η διαδικασία πρέπει να ξεκινά από το ζητούμενο της εκπαίδευσης, τον κοσμοθεωρητικό της προσανατολισμό.

1. Η ιδεολογία της εκπαίδευσης: Είμαστε ικανοποιημένοι από τη φιλοσοφική μας τοποθέτηση; Τι είδους άνθρωπο θέλουμε να διαπαιδαγωγήσουμε; Είμαστε ικανοποιημένοι απ' αυτή την ιδεολογία που καλλιεργούμε μέσα στο σχολείο; Και αυτή η ιδεολογία ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών, βρίσκεται σε αρμονία με τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούν στην κοινωνική ζωή; Είναι ίσως το πρώτο και βασικότερο ερώτημα που μπορεί να τεθεί σε μια ουσιαστική αξιολόγηση της εκπαίδευσης στο σύνολό της.

2. Πώς υλοποιούμε και αντιλαμβανόμαστε την εκπαιδευτική διαδικασία; Σαν μια λειτουργία που σκοπεύει στη γνωστική καλλιέργεια του ανθρώπου μόνο σαν πλουτισμό της γνωστικής του περιουσίας ή σαν ευρύτερη καλλιέργεια συνολικά μιας κοινωνικής προσωπικότητας με στόχο την ποιότητα της ζωής του λαού;

3. Η εκπαίδευση αυτή που καλλιεργούμε πόσο στατική είναι ή πόσο προσαρμόσιμη είναι, όχι "ανοιχτών οριζόντων" αλλά πόσο παρακολουθεί και βρίσκεται σε αρμονία με τις ανάγκες της ζωής, το περιβάλλον και την περιρρέουσα πραγματικότητα. Και όταν μιλάμε για την αρμονία της εκπαίδευσης με τη ζωή δεν εννοούμε τον ταυτισμό των επιδιώξεων και των αναγκών της επιβίωσης της ταξικής εκμετάλλευσης, αλλά τις ανάγκες της μεγάλης πλειοψηφίας των ανθρώπων.

4. Η εκπαίδευση που καλλιεργούμε και αναπτύσσουμε αποβλέπει στην πνευματική καλλιέργεια του συνόλου των ανθρώπων ή απλώς αποβλέπει στην καλλιέργεια μιας κοινωνικής ελίτ για την οποία επιφυλάσσει κάποια προνόμια στην υπηρεσία της οικονομικής ολιγαρχίας; Και αυτό σημαίνει ότι ή η εκπαίδευση είναι αριστοκρατική με όλα τα παρεπόμενα μιας τέτοιας ιδιότητας, ή είναι εκπαίδευση λαϊκή, που σημαίνει ότι αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, χωρίς προνόμια και διακρίσεις, πως είναι δωρεάν, ενιαία και εκλαϊκεύει την επιστημονική γνώση και αγωνίζεται να απαλλάξει τον άνθρωπο απ' όλες τις μορφές των προλήψεων και του σκοταδισμού. Είναι παιδεία που απελευθερώνει ηθικά, συναισθηματικά και πνευματικά ή διαιωνίζει την άγνοια και δεν καλλιεργεί την εμπιστοσύνη του ανθρώπου στον εαυτό του;

5. Από την τέτοια αντίληψη καθορίζεται και ένα άλλο βασικό γεγονός. Αν η εκπαίδευση είναι ελιτίστικη, τότε αντιμετωπίζεται σαν περιθωριακή δραστηριότητα και αφήνεται η εκπαίδευση στην ιδιωτική πρωτοβουλία, που σημαίνει στη διακριτική δυνατότητα εκείνων που έχουν χρήματα να πληρώσουν και να σηκώσουν το βάρος αυτής της δαπάνης, από την οποία άλλωστε θα είναι και οι μόνοι που θα κερδίσουν. Είναι η εκπαίδευση των επιχειρηματιών. Αν όμως η εκπαίδευση αντίθετα είναι λαϊκή, τότε αντιμετωπίζεται ως παραγωγική δαπάνη και το κράτος επενδύοντας στην εκπαίδευση, επενδύει στο μέλλον.

Δεν είναι πρόθεσή μας να εξαντλήσουμε το θέμα, γιατί το περιβόλι της "εκπαίδευσης 2000 για μια παιδεία ανοιχτών οριζόντων" είναι κατάφορτο από τα άνθη του κακού. Εμείς πιστεύουμε πως ο γίγαντας της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της "εκπαίδευσης του 2000" είναι ένας κακοφτιαγμένος λιλιπούτειος που στερείται μυαλού, αφού δεν έχει ιδεολογία και φιλοσοφία, αλλά λειτουργεί με τη δανεική ιδεολογία των πολυεθνικών και των διεθνών μονοπωλίων και τα πόδια του είναι από πηλό και δεν είναι μακριά ο χρόνος που θα ξεφουσκώσει το μπαλόνι, δυστυχώς με κόστος πάλι για το λαό, αν δεν αποκρουστεί.

Οι αντιφάσεις του εκπαιδευτικού "εκσυγχρονισμού"

Οι τεχνοκράτες, που επεξεργάστηκαν το σχεδιασμό, είχαν ρητή την εντολή που το νόημά της είναι: "Να μην αποφοιτούν από το λύκειο περισσότεροι απ' όσους θέλω να δεχτώ στην ΑΕ", και αυτοί έκαμαν το χρέος τους. Σχεδίασαν τέτοιο σύστημα εξετάσεων που να τους δίνει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.

Ξέχασαν, απλούστατα, ότι το σχολείο δεν είναι εξεταστικό κέντρο και ότι οι εξετάσεις (και όταν ακόμα γίνονται με όλη την εκπαιδευτική δεοντολογία) δεν είναι η ουσία του σχολείου, αλλά το επιστέγασμα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η ουσία του σχολείου βρίσκεται στη διαπαιδαγώγηση που ασκεί στους νέους ανθρώπους. Τι είδους ανθρώπους φτιάχνει. Τέτοιος προβληματισμός δεν υπάρχει στο Πρόγραμμα 2000 και στην παιδεία των ανοιχτών οριζόντων. Κάποια τετριμμένα ψελλίσματα, που μάλιστα είναι και παραπλανητικά, αραδιάζονται έτσι για να δικαιολογήσουν φιλοσοφικά το τερατούργημα, που ακολουθεί, αλλά και που δεν μπορεί να κρύψει, αντίθετα μάλιστα κάνει εμφανέστερο το σκοπό του. Αντιστρέφει την πραγματικότητα. Αντί να δει την τεχνολογία και την οικονομική διάσταση της ζωής ως προϊόντα της ανθρώπινης ύπαρξης, βλέπει τον άνθρωπο ως μια παράμετρο της τεχνολογίας και της οικονομίας.

Είναι αναμφισβήτητο ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται σε ένα οριακό σημείο, οδηγείται σε αδιέξοδο που είναι προϊόν της ταξικής εκμετάλλευσης του καπιταλισμού. Για μας δεν είναι να εντατικοποιήσουμε την εκμετάλλευση του ανθρώπινου παράγοντα και σε συνδυασμό με την τεχνολογία να διαιωνίσουμε την αιτία του κακού. Σκοπός μας είναι να ανατρέψουμε την εκμετάλλευση και την κατάσταση που έχει δημιουργήσει η ταξική κοινωνία και να βγούμε έξω από την κρίση, προκειμένου να αναζητήσουμε μια λύση. Μια λύση που και δίκαια θα είναι και θα στηρίζεται στις αρχές της δημοκρατίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης των ανθρώπων. Και το σύστημα των εξετάσεων δε λύνει το πρόβλημα της εκπαίδευσης και της παιδείας του λαού μας. Απλά θα έχει τρεις συνέπειες. Από τη μια θα κάμει δυσκολότερο το δρόμο των παιδιών, από την άλλη θα γονατίσει τους γονείς μπροστά στα έξοδα των φροντιστηριακών μαθημάτων και τέλος θα μεταβάλει το ίδιο το σχολείο σε φροντιστηριακό οργανισμό, δυναμώνοντας την αποσπασματική γνωστική διάσταση του σχολείου, το οποίο αποβάλλει αναγκαστικά το διαπαιδαγωγικό του χαρακτήρα.

Η λύση, λοιπόν, δε βρίσκεται στα περιοριστικά μέτρα που διαρκώς σχεδιάζονται και προβάλλουν το διοικητικό χαρακτήρα λειτουργίας του σχολείου μας, αλλά στους νέους προσανατολισμούς της εκπαίδευσης. Στη διαπαιδαγώγηση μιας νέας συνείδησης χωρίς την ανάπτυξη του ανταγωνιστικού πνεύματος, που καλλιεργείται σήμερα, για το ποιος θα καρπωθεί τα περισσότερα σε προσωπική βάση, παραγκωνίζοντας το διπλανό του και αδιαφορώντας για την τύχη και τις πράξεις των συνανθρώπων του. Μιας συνείδησης ασυμβίβαστης με την κοινωνική αδικία και εκμετάλλευση που θα αγωνίζεται να φέρει τη ζωή στα ανθρώπινα μέτρα. Βρίσκεται στην αποκάθαρση της εκπαίδευσης από όλη τη σαβούρα πια των γνώσεων που δημιούργησε η ιστορικά οριοθετημένη δυνατότητα του παρελθόντος και η αναδιάρθρωση και η σύνταξη ενός προγράμματος που θα εκμεταλλεύεται τις γνώσεις αιχμής για να ανοίγει προοπτικές στη σκέψη και τη δράση, στη σύνδεση της θεωρίας και της πράξης, στη σύνδεση της διδασκαλίας με την κοινωνική παραγωγή. Οχι με την έννοια του να περιοριστεί η πνευματική καλλιέργεια προς όφελος της δημιουργίας ανθρώπων που απλά θα ξέρουν να χειρίζονται κάποιες μηχανές και να μην έχουν απαιτήσεις, αλλά με την έννοια ότι ο νέος άνθρωπος θα έχει την αυτάρκεια και την ικανότητα να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής και θα μπορεί να είναι παραγωγικό και δημιουργικό άτομο για την κοινωνία. Και αυτά είναι πράγματα που ούτε το σχέδιο "Εκπαίδευση 2000, για μια παιδεία ανοιχτών οριζόντων" ούτε οι καθοδηγητές και οι συντάκτες του μπορούν να δώσουν, γιατί βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία.

Αποκαλύψεις με ταραχή

Θα μπορούσε να ταιριάζει και η λαϊκή παροιμία που λέει ότι "όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια", αλλά εδώ πρόκειται για σοβαρά ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και δεν αντιμετωπίζονται με χρησμούς Πυθίας και "ήξεις αφήξεις...". Η συμφωνία της Μαδρίτης, αμερικανόπνευστης έμπνευσης και επιβολής και η ερμηνεία του χαρακτήρα και του περιεχόμενου της κατά πώς βολεύει κάθε φορά, δεν μπορεί να κρύψει το δρόμο και το τέρμα του σ' ό,τι αφορά την επίλυση των αντιθέσεων στο Αιγαίο αλλά και τη λύση του Κυπριακού στα πλαίσια της "νέας τάξης πραγμάτων". Βεβαίως, το τελευταίο χρονικό διάστημα είχαμε μια σειρά γεγονότα που αν μη τι άλλο αποκάλυπταν την "ταραχή" της κυβερνητικής εξωτερικής πολιτικής στα κρίσιμα αυτά ζητήματα. Οι δηλώσεις Ετσεβίτ έβαζαν ευθέως και ανοιχτά θέμα μοιράσματος του Αιγαίου και απειλές προσάρτησης των κατεχόμενων στην Κύπρο. Που σημαίνει ότι καταρρίφθηκαν οι κυβερνητικές ερμηνείες της Συμφωνίας της Μαδρίτης. Και εδώ ακριβώς έρχεται στο νου η παροιμία, αφού o ίδιος ο υπουργός των Εξωτερικών (ΥΠΕΞ) είπε ότι η συμφωνία δεν είναι συνθήκη αλλά γραπτή δήλωση προθέσεων και πλαίσιο καλής συμπεριφοράς. Ο δε κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν ακόμη πιο "πειστικός", γιατί η κυβέρνηση αξιοποιεί την προκλητικότητα των τούρκικων κυβερνητικών δηλώσεων, ώστε να εκθέτει την τούρκικη κυβέρνηση στους συμμάχους και να κερδίζει την υποστήριξή τους στην αντιπαράθεση με την Τουρκία. Αδυναμία καλύτερης επιχειρηματολογίας ή προσπάθεια συγκάλυψης της συμφωνίας με τα αμερικανικά σχέδια και την εφαρμογή τους; Υπάρχει βεβαίως και η ανάγκη της επιβολής των αμερικανόπνευστων λύσεων στη λαϊκή συνείδηση. Μ' αυτή την τακτική μπορεί να δικαιολογηθεί η στάση των δύο κυβερνητικών στελεχών, αφού ήδη υπάρχει αποδοχή του εγκλήματος αλλά ποιος θα το παραδεχτεί ανοιχτά και ωμά ενώπιον του ελληνικού λαού;

Τα γεγονότα που αλληλοσχετίζονται μεταξύ τους, συνεχίστηκαν με την αποτυχία των συνομιλιών Κληρίδη - Ντενκτάς στο Μοντρέ που επιχειρηματολογήθηκε με τον ίδια τρόπο. Μόνο που στο Κυπριακό ο εκπρόσωπος του αμερικάνικου ΥΠΕΞ Τόμας Μίλερ προετοιμάζει το έδαφος για την ανάπτυξη από τον Χόλμπρουκ της αμερικάνικης πρωτοβουλίας για λύση του ζητήματος, προοπτική που συνοδεύεται από εκτιμήσεις για αδυναμία αντιμετώπισης σύμφωνα με τις αποφάσεις του ΟΗΕ και στα πλαίσιά του. Ο ίδιος ο οργανισμός μετά το Μοντρέ δεν κάνει λόγο καθόλου για τις αποφάσεις του. Αυτές πρέπει να εγκαταλειφθούν στο όνομα της νέας κατάστασης και της ρεαλιστικότητας όπως είπε και ο Αγγλος αναπληρωτής ΥΠΕΞ Νταγκ Χέντερσον. Η κυβέρνηση έχει εναποθέσει και στην προώθηση της ενταξιακής διαδικασίας της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) τη λύση του προβλήματος, άρα η ΕΕ θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της προκλητικής στάσης της τούρκικης κυβέρνησης. Αυτό δε, σε συνδυασμό με τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας και την προσπάθεια της τελευταίας για παραπέρα ανάπτυξή τους ως την ένταξη και της ίδιας. Επεσαν, όμως, ως κεραυνός εν αιθρία οι δηλώσεις του Ιταλού ΥΠΕΞ Ντίνι για δύο κυπριακά κράτη, αποκαλύπτοντας και τι ρόλο μπορεί να παίξει η ενταξιακή διαδικασία στη λύση. Εδώ όμως η "σθεναρή" στάση της ελληνικής κυβέρνησης απέτρεψε το μοιραίο! Οι δηλώσεις ανασκευάστηκαν και όλα θα πάνε κατ' ευχήν!

Η κατάσταση για τον ελληνικό και τον κυπριακό λαό είναι σοβαρή και αρκετά κρίσιμη. Τα δύο ζητήματα, Αιγαίο και Κυπριακό, αλληλοδιαπλέχθηκαν τόσο πολύ που καθορίζουν και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις οξύνοντας την αντιπαράθεση των δύο κυβερνήσεων. Αυτό το πλαίσιο που δημιουργήθηκε με τη συμβολή των ελληνικών κυβερνήσεων και των ιμπεριαλιστών συμμάχων τους γίνεται το πλέον ευνοϊκό για την προώθηση λύσεων σύμφωνα με τις επιδιώξεις των αμερικανο-ΝΑΤΟικών και υπό την κηδεμονία των ΗΠΑ. Ενίσχυση της παρουσίας τους στο Αιγαίο και έλεγχός του από τους ιμπεριαλιστές άρα χρειάζεται η αμφισβήτηση του καθεστώτος, δηλαδή παραχώρηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, και διχοτόμηση της Κύπρου και μετατροπή της σε ακίνητο αμερικανο-ΝΑΤΟικό αεροπλανοφόρο με ΝΑΤΟικό στρατό στο έδαφός της. Οι δηλώσεις Ντίνι αποκάλυψαν επίσης ότι η ενταξιακή διαδικασία μπορεί να συμβάλει στη διχοτόμηση. Δυστυχώς για τους λαούς, οι εκτιμήσεις του ΚΚΕ επιβεβαιώνονται καθημερινά. Διέξοδος και στα δυο ζητήματα μόνο έξω από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς μπορεί να δοθεί. Αλλά αυτό είναι υπόθεση λαϊκής πάλης για αντιιμπεριαλιστική πολιτική.

Στ. Στ.

Η ΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΙΜΙΩΝ
Το κόστος της ήττας

Ο πρωθυπουργός, οι αρμόδιοι υπουργοί και η κυβέρνηση στο σύνολό της, κάθε φορά που πρέπει κάτι να πουν για το θέμα των Ιμίων, προτιμούν να σφυρίζουν αδιάφορα. Ομως, η επιτηδευμένη άνεση, δεν είναι δυνατό να αλλάξει την πραγματικότητα που δημιούργησε η ήττα.

Η λέξη ήττα, όσο σκληρή και αν είναι, αποτελεί το μόνο όρο που μπορεί να περιγράψει αυτό που υπέστη η ελληνική πλευρά με την κρίση των Ιμίων. Πρόκειται για μια ήττα περίεργη και ακατανόητη γιατί δεν προηγήθηκε μάχη. Η μάχη έγινε στα χαρτιά και χάθηκε στις τηλεφωνικές γραμμές μεταξύ Αθήνας, Ουάσιγκτον και Αγκυρας.

Οι συνέπειες αυτής της ήττας, όσο και αν η προσπάθεια που έγινε και γίνεται για να αποσιωπηθούν, είναι τεράστιες, αρχίζουν πια να έρχονται στην επιφάνια. Αλλωστε κάθε ήττα συνεπάγεται ένα κόστος που αν δεν καταβληθεί άμεσα, κάποια στιγμή θα πρέπει να εξοφληθεί.

Στην περίπτωση των Ιμίων η ελληνική κυβέρνηση έχει ήδη καταβάλει άμεσα ένα μέρος του κόστους της ήττας: Πρόκειται, ουσιαστικά, για την αποδοχή των τουρκικών αξιώσεων για επανεξέταση του καθεστώτος του Αιγαίου. Οι υπόλοιπες "οφειλές" καταβάλλονται σε δόσεις προς την αμερικανική διπλωματία, η οποία έχει αναλάβει το ρόλο του "διαιτητή" σε μια εφ' όλης της ύλης ελληνοτουρκική συζήτηση η οποία προετοιμάζεται μεθοδικά και με γρήγορους ρυθμούς.

Οσο και να προσπαθεί η ελληνική κυβέρνηση, αξιοποιώντας τις άψογες σχέσεις που έχει με το κύκλωμα των ΜΜΕ, δεν είναι δυνατό να καλυφθεί πως η κρίση των Ιμίων "γεννήθηκε" όταν η Αγκυρα με διάβημά της υποστήριξε πως εκτός των Ιμίων "το σύνολο των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων του Αιγαίου των οποίων το καθεστώς δε διευκρινίζεται από Διεθνείς Συνθήκες" αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης σε αυτό το τουρκικό διάβημα είναι γνωστή: Εβγαλε το στόλο στο Αιγαίο και τον μάζεψε, άρον άρον, έστω κι αν τουρκικές δυνάμεις πάτησαν, αμφισβητώντας έμπρακτα, ελληνικό έδαφος, στη μικρή Ιμια.

Με τον τρόπο αυτό και με καθοδηγητή τον "διαμεσολαβητή" αμερικανικό παράγοντα τη νύχτα της κρίσης, καταγράφηκε το "σώμα" της διαφοράς μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Για την ακρίβεια, καταγράφηκαν οι τουρκικές αξιώσεις και η "υποχρέωση" της Ελλάδας να τις συζητήσει.

Αυτή είναι η οδυνηρή πραγματικότητα που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική διπλωματία. Από το βράδυ των Ιμίων και έπειτα είναι υποχρεωμένη να "αναζητήσει διαδικασίες" για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, δηλαδή των τουρκικών αξιώσεων, στο Αιγαίο. Και τις αναζητεί, κάτω από την ασφυκτική καθοδήγηση των Αμερικανών διαμεσολαβητών.

Από το σημείο αυτό και έπειτα, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να καταβάλει το συνολικό αντίτιμο της ήττας. Κι αυτό γιατί οι αμερικανικές θέσεις για το Αιγαίο και γενικότερα για τη διευθέτηση των προβλημάτων στη νοτιοανατολική Μεσόγειο σαφέστατα υπονομεύουν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας. Αρα, είναι δεδομένος και αναμενόμενος ο ρόλος που θα παίξει - και παίζει - η αμερικανική διαμεσολάβηση.

Παρ' όλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται πως δεν μπορεί να αμφισβητήσει τους δεσμούς εξάρτησής της και σέρνεται πίσω από το άρμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία είναι σήμερα αποφασισμένη να επιβάλει την "αμερικανική ειρήνη" στην περιοχή.

Τι σημαίνει η επιβολή της Νέας Τάξης για τα ελληνικά συμφέροντα, μπορεί εύκολα να το κατανοήσει κανείς αν παρακολουθήσει με προσοχή τις επίσημες τοποθετήσεις αρμόδιων παραγόντων της Ουάσιγκτον. Οι "ίσες αποστάσεις" ανάμεσα σε Αθήνα και Αγκυρα, δηλαδή ανάμεσα στον επιτιθέμενο και στον αμυνόμενο, που οι Αμερικανοί επίσημοι κρατούν γύρω από το θέμα των Ιμίων, είναι αρκετό στοιχείο για να κατανοήσει κανείς πως η Ουάσιγκτον επιδιώκει, αξιοποιώντας την Αγκυρα, την αναθεώρηση του καθεστώτος του Αιγαίου και τη διαιώνιση της κυριαρχίας της στην περιοχή. Η φιλοσοφία των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που προωθεί η Ουάσιγκτον περιγράφουν το νέο καθεστώς που φιλοδοξεί να διαμορφώσει η αμερικανική διπλωματία προκειμένου να εδραιώσει τις θέσεις της. Με την ίδια αντίληψη αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον και τις διαδικασίες για το Κυπριακό, μεθοδεύοντας τη μετατροπή του Νησιού σε τεράστιο αμερικανικό αεροπλανοφόρο.

Η συμμόρφωση της Αθήνας και ακόμη περισσότερο η συνεργασία της για την εξασφάλιση των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή, είναι τελικά το κόστος που καλείται να πληρώσει η χώρα, ως αποτέλεσμα της πολιτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση στην κρίση των Ιμίων...

ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΒΕΤΟ
Επικύρωση της ελληνικής "στροφής"

H άρση του δεκάχρονου ελληνικού βέτο για την Τελωνειακή Σύνδεση Ευρωπαϊκής Ενωσης - Τουρκίας στις 6 Μάρτη του 1995, όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα που ακολούθησαν, αποτελεί ένα σημαντικό σταθμό για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Κι αυτό γιατί η άρση του ελληνικού βέτο ήρθε να επικυρώσει τη στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με την αναθεώρηση πάγιων απόψεων και θέσεων για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Μετά τις 6 Μάρτη και ως αποτέλεσμα της άρσης του ελληνικού βέτο ακολούθησαν σημαντικά γεγονότα, με αποκορύφωμα την κρίση των Ιμίων, που οδήγησαν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο ναδίρ και ενίσχυσαν την παρέμβαση της αμερικάνικης διπλωματίας στις εξελίξεις. Οι λόγοι που μετέτρεψαν μια "ρεαλιστική" κίνηση καλής θέλησης της Αθήνας, όπως προβλήθηκε από την κυβέρνηση η άρση του βέτο, σε όχημα για την προώθηση των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο, είναι απλοί και είχαν έγκαιρα επισημανθεί - και - από το ΚΚΕ. Στις 17 Δεκέμβρη 1995 - λίγους μήνες μετά την άρση του βέτο και λίγες μέρες πριν το ξέσπασμα της κρίσης των Ιμίων - ο "Κυριακάτικος Ριζοσπάστης" έγραφε:

"Είναι φανερό, πως η στροφή που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Μάρτη, ανοίγει τον δρόμο για εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αυτό κατ' ανάγκη δεν είναι αρνητικό, μια που το επίπεδο των σχέσεων Ελλάδας και Τουρκίας ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα στην κρίση και την ένταση. Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα που δημιουργούν ανησυχίες. Πρώτα απ' όλα υπάρχει άραγε τεκμηριωμένη στρατηγική αντίληψη για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων από την κυβέρνηση, ή απλώς το βήμα καλής θέλησης (άρση του βέτο) έγινε αναγκαστικά ανατρέποντας και συντρίβοντας την υπάρχουσα πολιτική αντίληψη; Υπάρχει άραγε κάποια ένδειξη πως η καλή θέληση της Αθήνας εκτιμήθηκε από την Αγκυρα ή, αντίθετα, εκλήφθηκε ως αδυναμία και επιβεβαίωση του δίκαιου του ισχυροτέρου; Δυστυχώς, οι απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα δεν είναι δυνατό να είναι καθησυχαστικές, από τη στιγμή μάλιστα, που είναι ολοφάνερο πως οι πρωτοβουλίες για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχουν περάσει εξ ολοκλήρου στα χέρια της Ουάσιγκτον και κατά δεύτερο λόγο των Βρυξελλών".

Δυστυχώς, λίγες μέρες μετά, η "τυχαία" προσάραξη του τουρκικού εμπορικού πλοίου στα Ιμια, δικαιολόγησε απόλυτα τις ανησυχητικές επισημάνσεις του "Ρ".

Υποχωρήσεις βήμα προς βήμα

Οι λόγοι, λοιπόν, που η κίνηση καλής θέλησης της Αθήνας εκλήφθη ως αδυναμία είναι προφανείς: Η άρση του ελληνικού βέτο για την Τελωνειακή Σύνδεση ΕΕ - Τουρκίας ήταν απλώς ένα ακόμη βήμα της άτακτης υποχώρησης των ελληνικών κυβερνήσεων από "πάγιες" θέσεις της εξωτερικής πολιτικής τους. Η ελληνική υποχώρηση είχε ξεκινήσει αρκετά χρόνια πριν, κάτω από το βάρος των ασφυκτικών και συντονισμένων πιέσεων του ξένου παράγοντα. Η αρχή έγινε το καλοκαίρι του 1992, επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων που πραγματοποιήθηκε στο Γκιμαράεζ της Πορτογαλίας. Εκεί ο τότε πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών Κ. Μητσοτάκης, συμφώνησε με τις απαιτήσεις των Βρετανών (οι οποίοι προωθούσαν την πολιτική της Ουάσιγκτον μέσα στους κόλπους της ΕΕ) για αναβάθμιση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων. Το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου στο Εδιμβούργο, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ ο Κ. Μητσοτάκης αποδέχτηκε το σχέδιο του Ντ. Χερντ, υπουργού Εξωτερικών της Βρετανίας, με βάση το οποίο προωθήθηκε η διαδικασία της Τελωνειακής Σύνδεσης της Τουρκίας με την Κοινότητα.

Την πορεία αυτή, με αξιοσημείωτη συνέπεια ακολούθησε και η επόμενη ελληνική κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου. Τα "ανταλλάγματα" που ζήτησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις για τη μετακίνηση από πάγιες θέσεις της χώρας, δεν είχαν να κάνουν με πολιτικούς σχεδιασμούς και στρατηγικές άσκησης εξωτερικής πολιτικής. Δεν ήταν τίποτε περισσότερο από αναζήτηση προσχημάτων και "πυροτεχνημάτων" για εσωτερική κατανάλωση.Ετσι λοιπόν, η ΝΔ ζήτησε και πήρε "δυόμισι" όρους για την αναγνώριση των Σκοπίων από την Κοινότητα και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξαργύρωσε την άρση του βέτο με την απόφαση για έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ έξι μήνες μετά το τέλος της Διακυβερνητικής Διάσκεψης.

Ηδη γνωρίζει ο καθένας την αξία των "ανταλλαγμάτων" που έλαβε η ΝΔ για την υπόθεση των Σκοπίων. Εύκολα μπορεί επίσης ο καθένας να αντιληφθεί και την αξία του "ανταλλάγματος" που έλαβε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για την Κύπρο, όταν ακούει Ευρωπαίους και Αμερικανούς όλο και πιο συχνά να επισημαίνουν πως "δε νοείται ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ πριν την επίλυση του πολιτικού προβλήματος".

Το αποτέλεσμα της υποχώρησης είναι και αυτό προφανές: Η Τουρκία έχοντας συνδεθεί τελωνειακά με την ΕΕ διαπραγματεύεται τη διαμόρφωση ειδικής σχέσης με την Κοινότητα. Την ίδια στιγμή τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής παραμένουν στην Κύπρο, επιβλέποντας τα κεκτημένα και η τουρκική διπλωματία έχει πετύχει την εκκίνηση μιας συζήτησης για το σύνολο των απαιτήσεων που έχει κατά καιρούς εγείρει στο Αιγαίο.

Ολα αυτά, που δεν είναι τίποτε περισσότερο από τα τρέχοντα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική εξωτερική πολιτική, είναι τα αποτελέσματα της πρόσδεσης των ελληνικών κυβερνήσεων στο άρμα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Είναι τα αποτελέσματα της υποτέλειας που χαρακτηρίζει τις ελληνικές κυβερνήσεις απέναντι στα ισχυρά κέντρα λήψης αποφάσεων, την Ουάσιγκτον και κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Αυτά τα ισχυρά κέντρα καθορίζουν, τελικά, με ακρίβεια την πορεία και η ελληνική κυβέρνηση αναλαμβάνει να βρει τον τρόπο να την ακολουθήσει εκτονώνοντας, με χοντρά ψέματα αν παραστεί η ανάγκη, τις όποιες εσωτερικές αντιρρήσεις και αντιδράσεις, όπως ακριβώς έκανε και στην υπόθεση των Ιμίων.

Κείμενα: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛΑΚΑΣ

Κείμενα: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΛΑΚΑΣ

ΚΕΙΜΕΝΑ:

Γεωργίου Κ. ΜΩΡΑΪΤΗ,

εκπαιδευτικού

ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΙΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Το νέο σκηνικό στο Αιγαίο

Από την άρση του ελληνικού "βέτο" για την τελωνειακή σύνδεση της Τουρκίας με την Κοινότητα έως την κρίση των Ιμίων και το Κοινό Ανακοινωθέν της Μαδρίτης

Η "παράσταση" στο Αιγαίο κορυφώνεται. Η υπόθεση, αν και απλή, απαιτεί από τον "θεατή" ιδιαίτερη προσοχή και κυρίως καλή μνήμη. Πάνω απ' όλα απαιτεί ψυχραιμία, γιατί στο έργο αυτό - όσο κι αν κάποιοι το παραγνωρίζουν - και οι θεατές έχουν ρόλο και μάλιστα σπουδαίο, αφού τα δρώμενα επί "σκηνής" τους αφορούν άμεσα. Αυτούς τους ίδιους, την ιστορία τους, τα παιδιά τους. Σήμερα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις "κινούνται" στο πλαίσιο που διαμόρφωσε το "κοινό ανακοινωθέν" της Μαδρίτης. Μέχρι όμως Ελλάδα και Τουρκία να καταλήξουν στην υιοθέτηση του - αμερικανικής έμπνευσης - κειμένου μεσολάβησαν δύο σημαντικά γεγονότα που σηματοδότησαν τις εξελίξεις: Η άρση του ελληνικού "βέτο" για την Τελωνειακή Σύνδεση της Τουρκίας με την ΕΕ στις 6 Μάρτη του 1995 και η κρίση των Ιμίων τις τελευταίες μέρες του Γενάρη του 1996.

Τα δύο αυτά γεγονότα αποτελούν τους άξονες, οι οποίοι εξακολουθούν να διαμορφώνουν την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Αξίζει, λοιπόν, ο κόπος να θυμηθεί κανείς αυτά τα γεγονότα, για να κατανοήσει πού οδηγούνται, υπό την καθοδήγηση της αμερικανικής διπλωματίας, τα ελληνοτουρκικά, ποιος είναι ο νέος "χάρτης" που η σημερινή υπερδύναμη επιχειρεί να ζωγραφίσει στο Αιγαίο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ