Σάββατο 3 Οχτώβρη 2020 - Κυριακή 4 Οχτώβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οι αντιλαϊκοί στόχοι της «Νέας Κοινωνικής Συμφωνίας» του ΣΥΡΙΖΑ

INTIME NEWS

Ο δολοφόνος συχνά γυρνά στον τόπο του εγκλήματος. Και η εξαγγελία της «Νέας Κοινωνικής Συμφωνίας» απ' τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Τσίπρα, λίγες μέρες νωρίτερα απ' τη Θεσσαλονίκη, έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Θυμίζουμε πως ο Αλ. Τσίπρας πρότεινε μια νέα «κοινωνική συμφωνία», και πάλι απ' το βήμα της Θεσσαλονίκης το 2014, μερικούς μήνες πριν ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει την κρατική διαχείριση της χώρας, κατά τη διάρκεια της οποίας εφάρμοσε καθ' ολοκληρία τα δύο μνημόνια και ψήφισε, μαζί με την ΝΔ, το τρίτο...

Σήμερα, ο Αλ. Τσίπρας επανέρχεται και σε μια προσπάθειά του να εμφανίσει κάποιον αντιπολιτευτικό λόγο απέναντι στη ΝΔ και να αντιμετωπίσει φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, συγκλίνοντας με τη ρητορική Τσακαλώτου, επαναφέρει το απατηλό χαρτί μιας τάχα εναλλακτικής διαχείρισης του καπιταλισμού που θα εγγυάται ταυτόχρονα την καπιταλιστική ανάπτυξη και μπορεί παράλληλα να ικανοποιεί τις λαϊκές ανάγκες επειδή θα είναι «αντινεοφιλελεύθερη».

Η «φρέσκια» εκδοχή αποκαλείται πλέον «Νέα Κοινωνική Συμφωνία» σε μια προφανή προσπάθεια να τονιστεί η «κοινή μήτρα» του πολιτικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ με την παγκόσμια σοσιαλδημοκρατία και κυρίως με τη λεγόμενη αριστερά των Δημοκρατικών των ΗΠΑ και τη δική τους «Νέα Πράσινη Συμφωνία» καθώς κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον ΣΥΡΙΖΑ για έλλειψη επικοινωνιακής φαντασίας.

Ωστόσο, η εμπειρία της «πρώτη φορά αριστεράς» και το πραγματικό αντιλαϊκό περιεχόμενο της «κοινωνικής συμφωνίας» αρκούν για να κατανοήσουν οι εργαζόμενοι τη νέα απάτη των εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ. Πόσο μάλλον που ενώ πριν από τις εκλογές διαφήμιζε τις επιτυχίες της «φιλολαϊκής» διακυβέρνησής του, τώρα επαναφέρει το παραμύθι ότι η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2015 - 2019 ήταν μια «παρέκκλιση» απ' το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε τελευταία ανάλυση, αυτό είναι επί της ουσίας και το περιεχόμενο της κριτικής - ενίοτε και αυτοκριτικής - που διατυπώνουν στελέχη του οπορτουνιστικού χώρου για την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Με απλά λόγια, δεν φταίει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ του 2014, αλλά η εφαρμογή του. Το περιεχόμενο της «αριστερής» κριτικής στον ΣΥΡΙΖΑ, απ' την «ομάδα των 53», τον Λαφαζάνη και τον Βαρουφάκη έχει τελικά την ίδια χροιά.

Η παραπάνω κριτική διευκολύνει τους νέους ελιγμούς του ΣΥΡΙΖΑ. Τη στιγμή μάλιστα που διά στόματος Τσίπρα υποστηρίζει πως την περίοδο 2015 - 2019 εξαναγκάστηκε να ακολουθήσει μια «μνημονιακή πολιτική» λόγω της στάσης της ΕΕ και πως, σε αντίθεση με εκείνη την περίοδο, σήμερα η πραγματικότητα απέδειξε ότι η «αυθεντική» στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, του ισχυρού κρατικού παρεμβατισμού, είναι μονόδρομος αφού ακολουθείται σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά η ΝΔ δεν μπορεί να κινηθεί σ' αυτήν την κατεύθυνση αφού «ασπάζεται με θρησκευτική ευλάβεια το νεοφιλελεύθερο μοντέλο».

Χαρακτηριστική είναι η κριτική του Ευ. Τσακαλώτου στη ΝΔ: «Δεν φαίνεται διατεθειμένη να απομακρυνθεί απ' τις νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις της (...) Διατηρεί το σύνολο των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων - που ενισχύουν την απορρύθμιση της οικονομίας - τη μείωση του ρόλου του κράτους (...) Μιλά ήδη για επαναφορά δημοσιονομικής πειθαρχίας (...) Είναι αναρμόδια να αντιμετωπίσει την τριπλή κρίση».

Θα μπορούσε κανείς να σταθεί απλά στη φαρσοκωμωδία των δύο κομμάτων, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, που άλλαξαν θέσεις και αλληλοκατηγορούνται ότι υλοποιούν πολιτικές «που δεν πιστεύουν». Η ΝΔ κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν ήθελε να εφαρμόσει τα μνημόνια γιατί δεν τα πίστευε και ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί τη ΝΔ ότι δεν μπορεί να εφαρμόσει μια πολιτική μεγαλύτερης κρατικής παρέμβασης γιατί επίσης δεν την πιστεύει. Αυτή η ευκολία εναλλαγής τους και στην πολιτική που εφαρμόζουν αρκεί για να αποδειχθεί ότι πρόκειται για κόμματα που υλοποιούν την πολιτική που έχει ανάγκη το κεφάλαιο σε κάθε φάση.

Η απάτη του «φιλολαϊκού καπιταλισμού» του ΣΥΡΙΖΑ

Σήμερα, πραγματικά, ως απάντηση στη βαθιά κρίση του καπιταλισμού σε παγκόσμιο επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ προκρίνεται μια ενίσχυση της κρατικής παρέμβασης.

Ομως, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ ξανασερβίρει το ξαναζεσταμένο «αυθεντικό αριστερό πρόγραμμά του» είναι απαραίτητο να επανέλθουμε στην αδυναμία φιλολαϊκής διαχείρισης μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού.

Η «νέα κοινωνική συμφωνία» που προτείνει ο Αλ. Τσίπρας έχει ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά. Ισχυρίζεται πως αυτό που θέλουν οι εργαζόμενοι είναι απλό: Μια «κοινωνία με δικαιοσύνη», με «μείωση των κραυγαλέων κοινωνικών ανισοτήτων», επιστροφή του αισθήματος «ασφάλειας στην εργασία» με «μέλλον και προοπτική στη νέα γενιά». Πως μια εναλλακτική διαχείριση, «χωρίς πλεονάσματα» και με «δημόσια χρηματοδοτικά εργαλεία», μπορεί να πετύχει τους στόχους αυτούς, τη «νέα κοινωνική συμφωνία» με τους ακόλουθους άξονες: «Ενα νέο παραγωγικό μοντέλο», μια «επαναρρύθμιση της εργασίας», «ένα ισχυρό κοινωνικό κράτος», μια «συνεκτική πολιτική για τη νέα γενιά» και μια «αποφασιστική στρατηγική για το περιβάλλον».

Η προσεκτική εξέταση των εξαγγελιών Τσίπρα αποδεικνύει στρατηγική σύγκλιση του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ.

Το τάχα νέο «παραγωγικό μοντέλο» του υπηρετεί πλήρως τους αναπτυξιακούς άξονες της αστικής τάξης, ενώ οι διαφορές του με τη ΝΔ είναι πρακτικά ανύπαρκτες. ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ κάνουν λόγο για τουρισμό υψηλής ποιότητας, «αναπτυξιακές» επιδοτήσεις στους ομίλους για να ενισχυθεί η παραγωγή και «πράσινη ψηφιακή μετάβαση» με περισσότερη και πανάκριβη για το λαό Ενέργεια απ' τις ΑΠΕ, με άξονα και τις αντίστοιχες κατευθύνσεις της ΕΕ.

Στο τομέα της εργασίας, ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιεί ορισμένες βαρύγδουπες διατυπώσεις για «σταθερή και καλά αμειβόμενη εργασία», χωρίς φυσικά να διατυπώνει ρητές προτάσεις για αύξηση του μισθού και για ξήλωμα του αντεργατικού νομοθετικού πλαισίου των τριών μνημονίων και των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων που υπέγραψε και προώθησε, εμφανίζει την «τηλεργασία» ως δυνάμει «πολύ παραγωγικότερη απ' την παραδοσιακή δουλειά γραφείου», ευθυγραμμιζόμενος πλήρως με την αντίστοιχη πολιτική της ΝΔ και της αστικής τάξης γενικότερα.

Στη στρατηγική του για την Υγεία και την Κοινωνική Ασφάλιση ο ΣΥΡΙΖΑ επίσης παραμένει σε ορισμένες γενικόλογες διατυπώσεις περί «αναβάθμισης των δημόσιων νοσοκομείων» και «ισχυρό δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα», διατυπώσεις με τις οποίες δεν διαφωνεί κανένα άλλο αστικό κόμμα, αφού δεν αποκλείουν την ιδιωτική ασφάλιση και την ιδιωτική Υγεία, την παραπέρα εμπορευματοποίηση του δημόσιου συστήματος. Αντίστοιχα, στην Εκπαίδευση, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να «σκεπάσει» την πολιτική διεύρυνσης της εμπορευματοποίησης με ένα μανδύα που να του επιτρέπει να εμφανίζεται ως φιλολαϊκός. Αν όμως εξετάσει κανείς την πολιτική του για τη νέα γενιά, ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθώντας κατά πόδας τη ΝΔ μιλάει για τη νέα επιχειρηματικότητα ως το εργαλείο που θα απαντήσει στην αγωνία των νέων για το εργασιακό μέλλον.

Μπορεί το περισσότερο κράτος να αντιμετωπίσει την κρίση;

Σίγουρα η στρατηγική σύμπλευση ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ δεν σημαίνει και ταύτιση. Ο Αλ. Τσίπρας προτείνει ένα πακέτο κρατικής χρηματοδότησης εκτενέστερο απ' αυτό της ΝΔ και γι' αυτό άλλωστε επιμένει στην ανάγκη περαιτέρω χαλάρωσης των δημοσιονομικών περιορισμών. Αλλες φωνές μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, η δήθεν αριστερή εκδοχή του Ευ. Τσακαλώτου αλλά και έξω απ' αυτόν, προωθούν τη θέση πως ένα ακόμα μεγαλύτερο επεκτατικό πακέτο στήριξης της οικονομίας απ' το κράτος θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερα αποτελέσματα στην οικονομία και να αντιμετωπίσει την κρίση και την εκδήλωσή της: «Οφείλουμε (...) να έχουμε ένα συνεκτικό σχέδιο για το πού και το πώς θα δοθούν τα χρήματα (...) Αυτό κάναμε μέχρι τώρα ως Αριστερά», λένε.

Στη πραγματικότητα, όμως, το περισσότερο κράτος με περισσότερες κρατικές δαπάνες δεν μπορεί να ματαιώσει την εκδήλωση της κρίσης του καπιταλισμού, πολλώ δε μάλλον δεν μπορεί να οδηγήσει να κάνει «φιλολαϊκό» τον καπιταλισμό.

Σε αντίθεση με την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ και του οπορτουνισμού να το εμφανίσουν με διαφορετικό τρόπο, το κράτος, στον καπιταλισμό, είναι κράτος του κεφαλαίου και το ισχυρό κράτος, ισχυρό κράτος του κεφαλαίου. Η ενίσχυση του αστικού κράτους όχι μόνο δεν αντιστρατεύεται τον καπιταλισμό αλλά υπηρετεί τις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε περίοδο απροθυμίας ιδιωτικών επενδύσεων. Γι' αυτό άλλωστε σήμερα και η ΝΔ δεν διστάζει να ενισχύσει την κρατική παρέμβαση με στόχο να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις προς την κατεύθυνση που επιδιώκει το κεφάλαιο.

Οι μεγάλες κρατικές δαπάνες δεν μπορούν να ματαιώσουν την εκδήλωση της κρίσης. Η κρίση είναι κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου που δεν μπορεί να «βγάλει» αρκετό κέρδος. Η τοποθέτηση πρόσθετου - δανειακού - κεφαλαίου απ' το κράτος όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει την υπερσυσσώρευση αλλά τη διογκώνει. Η επεκτατική πολιτική και οι πρόσθετες κρατικές δαπάνες μπορεί να «σπρώχνουν» την εκδήλωση της κρίσης λίγο παρακάτω στο χρόνο, με τίμημα όταν η κρίση εκδηλώνεται να είναι ακόμα βαθύτερη.

Παράλληλα, οι κρατικές δαπάνες δεν είναι «μάννα εξ ουρανού». Οι κρατικές δαπάνες αυξάνουν το δημόσιο χρέος, ενώ οι ισχυρισμοί του Τσίπρα πως η εποχή των πλεονασμάτων «τελείωσε» είναι τουλάχιστον αστείες αφού το κρατικό χρέος υπερβαίνει ήδη το 200% του ΑΕΠ. Και, φυσικά, ο «κλήρος» για το ποιος θα πληρώσει τις κρατικές δαπάνες πέφτει πάντα στην εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Το μεγάλο κράτος σήμερα μεταφράζεται σε αυξημένους φόρους που θα πληρώνουν τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, ξεκινώντας ήδη από αύριο. Γι' αυτό και η κοινοτική χρηματοδότηση είναι δεμένη με μια σειρά από ρυθμίσεις που διασφαλίζουν τη δημοσιονομική πειθαρχία, τόσο της Ελλάδας όσο και των υπόλοιπων κρατών.

Κυρίως, όμως, το μεγάλο κράτος του καπιταλισμού δεν μπορεί να έχει φιλολαϊκό πρόσημο. Στον καπιταλισμό οι επενδύσεις γίνονται μόνο όταν διασφαλίζεται ικανοποιητικό κέρδος. Και το ικανοποιητικό κέρδος προϋποθέτει συνεχή αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Προϋποθέτει φθηνότερη εργατική δύναμη, μείωση των δαπανών για Υγεία και Παιδεία, επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου στους μεγάλους ομίλους. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς.

Αυτός είναι ο λόγος που εξηγεί γιατί είτε με ΣΥΡΙΖΑ είτε με ΝΔ, με κρίση ή με ανάκαμψη, με λιγότερο ή περισσότερο κρατικό παρεμβατισμό, το αστικό κράτος κινείται σε κατεύθυνση προώθησης «μεταρρυθμίσεων» που διασφαλίζουν την κερδοφορία του κεφαλαίου σε βάρος του λαού.

Στην οργάνωση της αντεπίθεσης η μοναδική λύση

Η κατάσταση των εργαζομένων δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά, όποιο μείγμα διαχείρισης και αν χρησιμοποιήσει η εκάστοτε αστική κυβέρνηση. Η διασφάλιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, η ίδια η λειτουργία του καπιταλισμού, όχι απλά είναι ασύμβατη με την ουσιαστική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, αλλά αντίθετα απαιτεί συνεχείς θυσίες, σχετική εξαθλίωση των εργαζομένων στην ανάπτυξη και απόλυτη εξαθλίωση στη φάση της κρίσης. Γι' αυτό και η πάλη των εργαζομένων, για να έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα, πρέπει να αντιμετωπίσει τις Σειρήνες που καλούν στην ταξική συνεργασία για να στηριχθεί η καπιταλιστική ανάπτυξη και στην κυβερνητική εναλλαγή με στόχο ένα άλλο μείγμα διαχείρισης του καπιταλισμού.

Οι αγώνες σήμερα για να βάζουν φραγμό στη νέα επίθεση και να κατακτούν ορισμένες παροδικές νίκες, πρέπει να βάζουν στο στόχαστρο τον πραγματικό αντίπαλο των εργαζομένων: Την καπιταλιστική κερδοφορία, την αστική διαχείριση σε κάθε μορφή της, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ που στηρίζουν αυτήν την εξουσία. Η απάντηση στην ψευδεπίγραφη επαγγελία δυνάμεων όπως του ΣΥΡΙΖΑ για μια τάχα καλύτερη διαχείριση του καπιταλισμού είναι η οργάνωση της πάλης με ένα ριζοσπαστικό πλαίσιο και με κατάλληλη επιλογή μορφών, για να συγκεντρώνονται δυνάμεις και να προετοιμάζουν το δρόμο για τη μοναδική ρεαλιστική και ελπιδοφόρα προοπτική, το σοσιαλισμό.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ*
*Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ