Σάββατο 9 Γενάρη 2021 - Κυριακή 10 Γενάρη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΑΝΔΗΜΙΑ
Δημοσιονομική χαλάρωση και κρατική παρέμβαση

-- Οι αποφάσεις της ΕΕ για γενναία κρατικά πακέτα στήριξης της οικονομίας των κρατών - μελών παρουσιάζονται ως «στροφή» στην πολιτική της, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, επειδή «έβαλαν μυαλό» και «έβγαλαν συμπεράσματα» από τη διαχείριση της προηγούμενης καπιταλιστικής κρίσης, όπου κυριάρχησαν τα περιοριστικά μέτρα και τα μνημόνια. Είναι έτσι;

-- Το μεγάλο βάθος εκδήλωσης της νέας κρίσης, η συρρίκνωση της παραγωγής και η μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, οι προβλέψεις για αδυναμία επιστροφής στο προ κρίσης επίπεδο το 2021, η ανισόμετρη εκδήλωση της κρίσης και των συνεπειών της στα κράτη - μέλη της ΕΕ και η ένταση του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και την Κίνα αύξησαν την ανάγκη όλων των κρατών - μελών για μεγάλη άμεση κρατική παρέμβαση στήριξης ενός σχεδίου ανάκαμψης, με κρατικές επενδύσεις και νέα κίνητρα στο κεφάλαιο σε κάθε χώρα.

Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς μια ορισμένη χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων του Συμφώνου Σταθερότητας. Ούτως ή άλλως, τα υπερχρεωμένα και τα πιο αδύναμα οικονομικά κράτη - μέλη ασφυκτιούσαν στον «στενό κορσέ» της περιοριστικής πολιτικής και δεν μπορούσαν να δανειστούν φθηνά από τις αγορές. Κράτη που ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης, όπως η Ιταλία, δήλωσαν απρόθυμα να συνεχίσουν σε έναν δρόμο ακριβού δανεισμού, νέας μεγάλης επιβάρυνσης του κρατικού χρέους, μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας και της ανταγωνιστικότητάς τους. Η απόκλιση συμφερόντων θέτει σε κίνδυνο τη συνοχή της Ευρωζώνης. Ολα αυτά επιτάχυναν τη λήψη αποφάσεων για μια μεγάλη κρατική παρέμβαση σε όλα τα κράτη - μέλη.

Οι λόγοι που η Γερμανία, ως ισχυρότερη οικονομία στην ΕΕ, απέρριπτε σταθερά τις προτάσεις για ουσιαστική χαλάρωση δεν έχουν εκλείψει. Οι κίνδυνοι για τη σταθερότητα του ευρώ και της αξιοπιστίας του ως διεθνούς αποθεματικού νομίσματος, αλλά και η σταθερή άρνηση της Γερμανίας να αναλάβει μέσω της «αμοιβαιοποίησης» μέρος των χρεών των υπερχρεωμένων κρατών - μελών, παραμένουν.

Η Γερμανία συναίνεσε σε μια σχετικά πιο επεκτατική πολιτική στην Ευρωζώνη βασικά για τους εξής παράγοντες: Πρώτα απ' όλα για να αποφευχθούν ένας νέος κλονισμός της ΕΕ μετά από το Brexit και ένας κλονισμός της ίδιας της συνοχής της Ευρωζώνης, που θα επιδρούσε αρνητικά στην οικονομική ισχύ της ίδιας ως κράτους και στις εξαγωγές της.

Δεύτερον, γιατί η ίδια η Γερμανία, εξαιτίας του βάθους της κρίσης, επέλεξε μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση, με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική και αύξηση του κρατικού χρέους στο εσωτερικό της χώρας. Η επιλογή της αυτή της στέρησε το ρόλο του σημαιοφόρου της αυστηρής περιοριστικής πολιτικής, με τον οποίο αντιμετώπιζε τα προηγούμενα χρόνια την κριτική άλλων κυβερνήσεων.

«Μέτρησαν» σε αυτήν την επιλογή επίσης οι κίνδυνοι σημαντικής μείωσης των γερμανικών εξαγωγών στην ενιαία αγορά της EE, καθώς και οι σοβαρές ζημιές των γερμανικών τραπεζικών ομίλων, που παρουσιάζουν ήδη μεγάλη έκθεση στο ιταλικό και ισπανικό χρέος. Τέλος, επέδρασαν καθοριστικά η κλιμάκωση του «οικονομικού πολέμου» με τις ΗΠΑ και η όξυνση του ανταγωνισμού με την Κίνα, που καθιστά μονόδρομο την αποφυγή συρρίκνωσης της ενιαίας αγοράς της EE, ιδιαίτερα μετά το Brexit.

Πρέπει πάντως να σημειώσουμε ότι η συζήτηση για την ανάγκη μεγαλύτερης κοινοτικής στήριξης των οικονομιών των κρατών - μελών της EE είχε ενταθεί πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, κάτω από την πίεση της επιβράδυνσης της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, και λόγω του Brexit. Η πανδημία έδωσε την ευκαιρία στην ΕΕ και στις κυβερνήσεις να επιταχύνουν αποφάσεις και μέτρα στην κατεύθυνση της ακόμα μεγαλύτερης κρατικής στήριξης στα μονοπώλια, με προσαρμογή προς την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, για να χρηματοδοτηθούν τα μεγάλα κρατικά σχέδια ενίσχυσης των επενδύσεων και για την ανάκαμψη της οικονομίας στις χώρες - μέλη της EE.

Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για κάποια στροφή προς νέες κατευθύνσεις, αλλά για επιτάχυνση της εφαρμογής προαποφασισμένων στρατηγικών πολιτικών κατευθύνσεων.

Ενδεικτικά, από το 2018 η Ενωση Βιομηχανικών και Εργοδοτικών Οργανώσεων της Ευρώπης (Business Europe) διατύπωνε τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του μονοπωλιακού κεφαλαίου για ισχυροποίηση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης, για αλλαγή της «δύσκαμπτης ευρωπαϊκής κοινωνικής - εργατικής νομοθεσίας» ώστε να περιοριστεί η ανεργία, για μεγαλύτερη ενίσχυση των κρατικών και ιδιωτικών επενδύσεων «υψηλής ποιότητας» μέσα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (EFSI), ανανέωση της βιομηχανικής πολιτικής για την «αντιμετώπιση των προκλήσεων», της επέκτασης της αυτοματοποίησης και της ψηφιοποίησης, καθώς και της κλιματικής αλλαγής.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Συζήτηση για τον προϋπολογισμό σε «περίοδο παγκόσμιων αλλαγών» (2019-09-27 00:00:00.0)
Η ελληνική οικονομία στη σκιά της διεθνούς επιβράδυνσης (2019-09-07 00:00:00.0)
Ενδοαστική διαπάλη γύρω από τη νομισματική πολιτική (2017-01-11 00:00:00.0)
«Ζεστό» κρατικό χρήμα για την ανάκαμψη κερδοφόρων επενδύσεων (2017-01-05 00:00:00.0)
Τους ζορίζει το βάθεμα της κρίσης (2012-08-21 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ