Παρασκευή 15 Φλεβάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ - ΙΡΑΚ
Πυκνά σύννεφα πολέμου
  • Ο Αμερικανός Πρόεδρος ήταν σαφής. Ο πόλεμος κατά του Ιράκ θα γίνει, χωρίς να αποκαλύπτει λεπτομέρειες. Ομως, τα σχέδια των Αμερικανών βρίθουν στο διεθνή Τύπο
  • Ρωσία και Γαλλία, οι πρώτες χώρες που εξέφρασαν τη σφοδρή αντίθεσή τους

Πάμε γι' άλλες εκστρατείες...

Associated Press

Πάμε γι' άλλες εκστρατείες...
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ - ΛΟΝΔΙΝΟ - ΠΑΡΙΣΙ.-

Οι Αμερικανοί ήδη ετοιμάζουν τις πολεμικές τους μηχανές, για μια επίθεση εναντίον του Ιράκ, με στόχο την ανατροπή του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν. Οσο όμως το Ιράκ μπαίνει στο στόχαστρο των ΗΠΑ, τόσο οι αντιθέσεις εντός του «αντιτρομοκρατικού στρατοπέδου» εντείνονται, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις του βρετανικού BBC πηγές της ΕΕ δήλωναν ότι το Ιράκ και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας δεν είναι Αφγανιστάν, συνεπώς η στάση των ΗΠΑ προκαλεί τριγμούς, τέτοιους που θέτουν ακόμη και σε κίνδυνο τη συνοχή της ΝΑΤΟικής Συμμαχίας.

Βάζοντας τέρμα επί της ουσίας σε όλες τις συζητήσεις περί της τρίτης φάσης του πολέμου, όπως το έθεσε η πρώην Σιδηρά Κυρία της Βρετανίας, Μάργκαρετ Θάτσερ, σε πρόσφατο άρθρο της στους New York Times, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζορτζ Ουόκερ Μπους ήταν σαφής ως προς το Ιράκ και άφησε ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα.

«Κρατώ ανοιχτές όλες τις περιπτώσεις που έχουμε μελετήσει, αλλά προς το παρόν είναι μυστικές. Ο Σαντάμ Χουσέιν θα πρέπει να αντιληφθεί ότι μιλάω σοβαρά όταν αναφέρω ότι θα υπερασπιστούμε τη χώρα μας», τόνισε ο Αμερικανός Πρόεδρος μιλώντας στους δημοσιογράφους, μετά από συνάντηση που είχε στο Λευκό Οίκο με τον Πακιστανό ηγέτη, στρατηγό Περβέζ Μουσάραφ.

Ο Τζορτζ Μπους μάλιστα συμπλήρωσε ότι παρότι «θέλουμε να συνεργαζόμαστε με όλο τον κόσμο», (δήλωση που χρησιμοποιήθηκε από τις βρετανικές εφημερίδες, The Times και Daily Telegraph για να τονιστεί στους τίτλους ότι ο Μπους οπισθοχωρεί μόνο και μόνο για να σχηματιστούν εντυπώσεις) συμπλήρωσε πολύ χαρακτηριστικά «Μην απατάσθε, αν χρειαστεί θα αναλάβουμε δράση για να υπερασπιστούμε τον αμερικανικό λαό». Σημείωσε όμως ότι ναι μεν τα σχέδια που γίνονται παραμένουν μυστικά, αποφάσισε όμως στα τέλη Ιανουαρίου ότι η πολιτική αναχαίτισης έχει αποτύχει και ότι πρέπει να γίνουν συγκεκριμένες ενέργειες για την ανατροπή του Ιρακινού ηγέτη.

Ετοιμο το σχέδιο επίθεσης

Οι δηλώσεις αυτές ήταν αρκετές για να πυροδοτήσουν πλείστα δημοσιεύματα στο διεθνή Τύπο, σχετικά με την επίθεση που θα πραγματοποιηθεί. Σύμφωνα με όσα δημοσιεύει χθες η βρετανική εφημερίδα Guardian, το Πεντάγωνο και η CIA έχουν ήδη ξεκινήσει την προετοιμασία μιας επιχείρησης εναντίον του Ιράκ, στην οποία θα λάβουν μέρος 200.000 στρατιώτες ενώ εφαλτήριό τους θα είναι το έδαφος του Κουβέιτ. Το δημοσίευμα, επικαλούμενο αξιωματούχο του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών, η εφαρμογή των σχεδίων, η υλοποίηση της επιχείρησης, δηλαδή, είναι θέμα μηνών. Πηγή προσκείμενη στη CIA ανέφερε ότι σχέδια τόσο για στρατιωτική δράση, όσο και για «κρυφό» πόλεμο, έχουν υποβληθεί τις τελευταίες ημέρες στον Αμερικανό Πρόεδρο.

Σύμφωνα με το Αντονι Κόρντεσμαν, αναλυτή του Κέντρου Διεθνών και Στρατηγικών Σπουδών με έδρα την Ουάσινγκτον, ένας συνδυασμός τριών ή τεσσάρων σωμάτων του Στρατού, όπως αρκετά αεροπλανοφόρα που θα μεταφέρουν πτέρυγες μάχης επί του εδάφους αλλά και επιθετικά σμήνη της Πολεμικής Αεροπορίας, είναι απολύτως αναγκαία σε μία επίθεση κατά του Ιράκ, που θα πρέπει να φτάσει τουλάχιστον τους 200.000, τη στιγμή που το 1991 είχαν σταλθεί 500.000 στρατιώτες, όπως ανέφερε στο «Ρόιτερς» και παράλληλα σημειώνει ότι αφού ο στρατός του Ιράκ που υπολογίζεται από 350.000 έως 400.000 άντρες, είναι αναμενόμενο ότι σε έναν πόλεμο επί του εδάφους είναι δεδομένο ότι θα υπάρχουν πολλές ανθρώπινες απώλειες και οι ΗΠΑ ή καλύτερα η κοινή γνώμη θα πρέπει να προετοιμαστεί γι' αυτό.

Μερικές ακόμη επιλογές που έχουν σχεδιαστεί λεπτομερώς ή ήδη αποφασιστεί φέρνει στο φως δημοσίευμα της χτεσινής Boston Globe, που αναφέρει επικαλούμενη Αμερικανούς αξιωματούχους ότι περιλαμβάνουν: ανάπτυξη πρακτόρων της CIA εντός του Ιράκ για να βοηθήσουν να γίνει πραξικόπημα που θα ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεΐν, ξεσηκώνοντας τον ιρακινό λαό με προπαγάνδα διά μέσου του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, εκπαιδεύοντας και εξοπλίζοντας το Εθνικό Κογκρέσο του Ιράκ, καθώς και τους Κούρδους του Βορρά ή Σιιτικών δυνάμεων που εδράζουν στο Κουβέιτ, καθώς και την εισβολή μικρού αριθμού ομάδων των ειδικών δυνάμεων και παραστρατιωτικούς της CIA για επίθεση κατά στρατηγικών στόχων ίσως ακόμη και εναντίον του ίδιου του Σαντάμ Χουσεΐν, ανάλογες με αυτές που έδρασαν εντός του Αφγανιστάν. Οπως αναφέρει η Μπόστον Γκλόουμπ, ήδη η CIA έχει λάβει 1 δισ. δολάρια έκτακτη αύξηση για μυστικές επιχειρήσεις στο πλαίσιο του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, τμήμα της οποίας θα ταχτεί «για το πρόβλημα του Ιράκ».

Αντιδράσεις και ανησυχία

Η κλιμάκωση των αμερικανικών δηλώσεων και κυρίως η αποκάλυψη των ήδη προαποφασισμένων σχεδίων για το Ιράκ έχει ανησυχήσει τις τελευταίες εβδομάδες τη Ρωσία και τους Ευρωπαίους συμμάχους της Αμερικής, ενώ προκαλεί ανησυχίες μεταξύ των εμπειρογνωμόνων για το πολιτικό και το ανθρώπινο κόστος μιας μακροχρόνιας αμερικανικής στρατιωτικής εμπλοκής στη Μέση Ανατολή. Ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι αναμένεται να ενημερώσει -και όχι να ζητήσει τη στήριξή τους -τους ηγέτες της Μέσης Ανατολής σχετικά με την πρόθεση των ΗΠΑ να απαλλαγούν από το Χουσεΐν στη διάρκεια της περιοδείας που θα πραγματοποιήσει τον ερχόμενο μήνα σε 11 χώρες της περιοχής.

Πάντως, η ρωσική ηγεσία ασχέτως της ενημέρωσης ή όχι διά στόματος του Προέδρου της Βλαντιμίρ Πούτιν έχει εκφράσει τη σφοδρή της αντίθεση για μια επέκταση του πολέμου κατά του Ιράκ, ως «μη αναγκαία». Χτες, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Ιγκόρ Ιβανόφ τάχτηκε και αυτός κατά των ενδεχόμενων αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών εναντίον του Ιράκ, όπως μετέδωσε το πρακτορείο «Ιντερφάξ». «Δηλώσεις που βάζουν ετικέτες σε αυτό ή εκείνο το κράτος δείχνουν μια προσέγγιση που δε βρίσκει τη θέση της στο πλαίσιο των διεθνών προσπαθειών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας», τόνισε στους δημοσιογράφους στο περιθώριο του Υπουργικού Συμβουλίου.

Μια στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράκ δε θα ήταν καλή λύση, δήλωσε με τη σειρά του χτες ο Γάλλος υπουργός Αμυνας Αλέν Ρισάρ. «Το Ιράκ τελεί υπό το κανονιστικό καθεστώς του ΟΗΕ, το οποίο πρέπει να επιτρέπει τον έλεγχο του επιπέδου του στρατιωτικού του οπλοστασίου. Το Ιράκ δεν το σεβάστηκε, πρέπει λοιπόν να συνεχίσουμε ν' ασκούμε πίεση σε αυτή τη χώρα, αλλά πιστεύουμε ότι το εμπάργκο που πλήττει το λαό δεν αποτελεί πλέον καλή λύση. Ούτε η στρατιωτική επίθεση αποτελεί πλέον λύση», δήλωσε ο Ρισάρ στο τηλεοπτικό κανάλι LCI.

Ο Γάλλος υπουργός επανέλαβε την αντίθεση της χώρας του και «όλων των Ευρωπαίων» στην αμερικανική αντίληψη περί «άξονα του κακού». Η εκδοχή αυτή «δεν εκφράζει την πραγματικότητα για το ποιες είναι οι πηγές αστάθειας και απειλής στον κόσμο», είπε ο Γάλλος υπουργός Αμυνας αναγνωρίζοντας την ύπαρξη στη Λ.Δ της Κορέας και το Ιράκ «προγραμμάτων εξοπλισμού που είναι καταδικαστέα και πρέπει να τίθενται υπό έλεγχο».

Προσπάθειες εξομάλυνσης της έντασης

Στο Λονδίνο, ο Βρετανός υπουργός Αμυνας Τζεφ Χουν άφησε να εννοηθεί χθες ότι υπάρχουν «σχέδια καταπολέμησης» της ιρακινής απειλής, αλλά ο ίδιος δεν είναι εν γνώσει «σχεδίου άμεσης στρατιωτικής δράσης, απαντώντας στις πληροφορίες του Guardian. Ο Χουν, μιλώντας στο BBC είπε πως θα τον εξέπλησσε η διεξαγωγή «μιας τόσο σημαντικής επιχείρησης», χωρίς πρώτα να έχει ερωτηθεί η Βρετανία.

Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ απέρριψε τις επικρίσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων για την αναφορά του Τζορτζ Μπους στις χώρες που αποτελούν τον «άξονα του κακού». «Οι Ευρωπαίοι φίλοι μας πρέπει να έχουν καταλάβει μέχρι τώρα ότι ο Πρόεδρος Μπους μίλησε με αποφασιστικότητα, σύνεση και υπομονή», δήλωσε ο Μπους σε συνέντευξή του στους Financial Times και επισήμανε ότι ο Μπους δε μιλούσε με απόλυτους, αλλά με άμεσους και ρεαλιστικούς όρους.

Τέλος, ευθέως ανάλογη ήταν η άνοδος που σημείωσαν οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, του πολεμικού τόνου που υιοθέτησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες για το Ιράκ, ο οποίος επισκίασε τα πτωτικά θεμελιώδη, που συνιστούν η περιορισμένη ζήτηση και τα υψηλά αποθέματα. Το Μπρεντ, χθες νωρίς το απόγευμα, ανέβηκε 29 σεντς, στα 21,21 δολάρια το βαρέλι και το αμερικανικού τύπου ελαφρύ κατά 26 σεντς, στα 21,44.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ