Τετάρτη 24 Απρίλη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΔΙΕΘΝΗ
Ορισμένες σκέψεις για τη σοσιαλιστική προοπτική και τη γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας

Αφετηρία των σκέψεων που γράφονται σε τούτο το κείμενο, δεν ήταν το αποτέλεσμα που κατέγραψε το ΚΚ Γαλλίας στις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, αλλά η γενικότερη πορεία των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων. Βεβαίως, το αποτέλεσμα στη Γαλλία επιβεβαιώνει - πιστεύω - τις εκτιμήσεις που γράφονται παρακάτω.

Είναι γνωστό ότι κάτω από το βάρος των ανατροπών στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες την περίοδο 1989 - 1991, αρκετά κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα στην Ευρώπη, και όχι μόνο, εγκατέλειψαν το βασικό σκοπό για τον οποίο ιδρύθηκαν, τον επαναστατικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Μέσα στις συνθήκες της προσωρινής ήττας και της μεγάλης πίεσης των ταξικών αντιπάλων, έσπευσαν να υιοθετήσουν τις αντιλήψεις και τις θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας για μια καλύτερη διαχείριση του καπιταλιστικού συστήματος, ώστε να το κάνουν πιο «ανθρώπινο».

Η γραμμή της κοινωνικής συναίνεσης δυνάμωσε και κυριάρχησε στο αριστερό και εργατικό κίνημα της Ευρώπης. Βεβαίως, σε πολλές χώρες της Δ. Ευρώπης (Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Βρετανία κλπ.) προϋπήρχε ισχυρή επίδραση των σοσιαλδημοκρατικών και ρεφορμιστικών αντιλήψεων σε κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα και κατ' επέκταση στο εργατικό κίνημα αυτών των χωρών.

Και στην Ελλάδα προβλήθηκε και προβάλλεται αυτή η γραμμή ως η σύγχρονη αριστερή γραμμή που πρέπει να ακολουθηθεί. Αυτή υποστηρίζεται με μικρές παραλλαγές όχι μόνο από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και από τον ΣΥΝ και πρώην στελέχη του ΚΚΕ, που νομίζουν ότι είδαν «το φως το αληθινό». Αυτή η αντίληψη προετοιμάζει το έδαφος για να μεταφραστεί και σε κυβερνητική λύση, με τη μορφή της Κεντροαριστερής συνεργασίας, κάτι ανάλογο μ' αυτό που έγινε στη Γαλλία, στην Ιταλία και στη Γερμανία.

Ομως δεν πέρασε πολύς καιρός για να αποδειχτεί πόσο επιζήμια είναι αυτή η γραμμή, για την εργατική τάξη, το κίνημά της και τα κόμματα που θέλουν να λέγονται κομμουνιστικά, αριστερά ή εργατικά. Το παράδειγμα της Γαλλίας είναι το πλέον χαρακτηριστικό.

Η εγκατάλειψη της σοσιαλιστικής προοπτικής από μια σειρά ΚΚ ευρωπαϊκών χωρών και η συμμετοχή τους ή η αναζήτηση θέσης στις λεγόμενες «κεντροαριστερές» κυβερνήσεις, τα οδήγησαν στον πολιτικό και ιδεολογικό αφοπλισμό, τα μετέτρεψαν σε στηρίγματα του συστήματος, αφού αποδέχονται ουσιαστικά την κυριαρχία των μονοπωλίων, στηρίζουν τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και τους άδικους πολέμους που εξαπολύουν εναντίων των λαών και χωρών.

Αυτή η πολιτικοϊδεολογική μετάλλαξη, όχι μόνο δεν τα έκανε πιο ελκτικά στις μάζες, πιο ισχυρά, αλλά τα οδήγησε ακόμα και σε μείωση της εκλογικής αλλά κυρίως της οργανωτικής δύναμής τους, μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις και με θεαματικό τρόπο (Ιταλία, Γαλλία).

Αυτή η αρνητική εξέλιξη, είχε και έχει τις αντίστοιχες επιπτώσεις και στο εργατικό κίνημα αυτών των χωρών. Ισχυρές άλλοτε εργατικές συνομοσπονδίες που επηρεάζονταν από τα ΚΚ, αποδυναμώθηκαν, μετατράπηκαν σε φορείς περάσματος της ταξικής συνεργασίας, ξέπεσαν στα μάτια της εργατικής τάξης, που αντί να βλέπει τη ζωή της να βελτιώνεται, ζει τη διεύρυνση της φτώχειας, της ανεργίας, την ανατροπή της Κοινωνικής Ασφάλισης, των εργασιακών σχέσεων, συνολικά των καταχτήσεων που κερδήθηκαν μέσα από σκληρούς ταξικούς αγώνες, κι αυτά με τη συναίνεση των ηγεσιών αυτών των συνδικάτων.

Σήμερα η ίδια η κρίση και η επιθετικότητα του καπιταλισμού, αντικειμενικά αποδείχνει όλο και περισσότερο την αναποτελεσματικότητα αυτής της γραμμής και των αντιλήψεων της σοσιαλδημοκρατίας και ταυτόχρονα φέρνει ξανά στο προσκήνιο τη σοσιαλιστική προοπτική ως τη μόνη διέξοδο για την εργατική τάξη.

Η όξυνση της κρίσης του καπιταλισμού στις χώρες της Ευρώπης, μεταφράζεται σε κρίση των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατικών μεθόδων διακυβέρνησης. Οι ίδιες οι εξελίξεις στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, η κρίση, δεν επιτρέπουν τη συνέχιση της «παλιάς» πολιτικής κάποιων «παροχών» στους εργαζόμενους, γεγονός που βάζει σε κρίση την κύρια πολιτική πρακτική της σοσιαλδημοκρατίας, με την οποία εξασφάλιζε τη συγκατάθεση των εργαζομένων και ταυτόχρονα την ενσωμάτωσή τους στο καπιταλιστικό σύστημα.

Σήμερα φτάσαμε σε ένα σημείο που η εργατική τάξη δεν μπορεί να διατηρήσει και να διευρύνει τις καταχτήσεις της δίχως την πάλη για βαθιές πολιτικές αλλαγές που σε τελευταία ανάλυση παραπέμπουν στη μετάβαση στο σοσιαλισμό.

Η έξοδος από την κρίση προς όφελος της εργατικής τάξης δεν είναι δυνατή δίχως μια πολιτική ρήξεων με τον καπιταλισμό, δίχως μια αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική πολιτική παραγωγικής ανασυγκρότησης, δίχως βαθιούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς με κατεύθυνση το σοσιαλισμό.

Τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα, θα επιβεβαιώσουν πρακτικά το ρόλο τους σαν υπερασπιστές των εργατικών συμφερόντων, στο βαθμό που πρωτοστατούν μέσα σ' αυτές τις συνθήκες για τη συγκρότηση μιας κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας, ικανής να αμφισβητήσει την κυριαρχία του καπιταλισμού και να ανοίξει το δρόμο προς το σοσιαλισμό.

Σήμερα που το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι ξεδιπλώνουν μια ολομέτωπη επίθεση σε βάρος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, το εργατικό κίνημα σαφώς και πρέπει να υπερασπίσει τις καταχτήσεις του, ωστόσο όμως η αμυντική δύναμη από μόνη της δεν αρκεί, το εργατικό κίνημα θα χάσει το «τρένο» σίγουρα και θα οδηγηθεί σε έναν πολιτικό «συντηρητισμό», έστω και αν δίνει μάχες οπισθοφυλακών.

Η αμυντική λογική και δράση που προσπαθεί δηλαδή να σώσει τα κεκτημένα, αποσπασμένη από τη γενικότερη πάλη για βαθιές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, οδηγεί στην απώλεια καταχτήσεων, στο μεγάλωμα των δυσκολιών και της αποστράτευσης. Οδηγεί ακόμα στην έκρηξη των συντεχνιακών τάσεων που κλείνονται σ' ένα στενό καβούκι, βλέπουν μόνο το στενό, τρέχον συμφέρον αποσπασμένο ή και αντίθετο προς το γενικό συμφέρον της εργατικής τάξης και συχνά μεταστρέφονται γενικά, ακόμα και ενάντια στην ίδια την πολιτική.

Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγαλύτερος απ' όσο φαίνεται. Οι συντεχνιακές τάσεις, ανεξάρτητα από την «αγωνιστικότητά» τους, φέρνουν τη λογική ο «σώζων εαυτόν σωθήτω», οδηγούν στον κατατεμαχισμό των αγώνων της εργατικής τάξης και εμποδίζουν τη συσπείρωσή τους, γύρω από ένα πρόγραμμα σφαιρικό, ουσιαστικής αλλαγής με προοπτική το σοσιαλισμό.

Σήμερα το εργατικό κίνημα δεν πρέπει να δίνει μόνο τη μάχη της διαπραγμάτευσης της τιμής της εργατικής δύναμης. Χρειάζεται να αναπτύσσει τον αγώνα του έτσι που να θέτει σε τελευταία ανάλυση σε αμφισβήτηση το ίδιο το σύστημα της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.

Η κρίση λοιπόν θέτει επί τάπητος την αναγκαιότητα της ρήξης με τα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τους πολιτικούς τους εκφραστές και της προώθησης μιας συνολικής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης βαθιών αλλαγών που θα οδηγούν στο σοσιαλισμό.

Βεβαίως, η επικαιρότητα και η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, δε σημαίνει ότι είναι και εξασφαλισμένη η πραγματοποίησή του.

Η κρίση δεν είναι μια νεκρή περίοδος για την καπιταλιστική οικονομία. Ούτε οδηγεί αυτόματα στο πολιτικό αδυνάτισμα της μονοπωλιακής ολιγαρχίας.

Μέσα στην κρίση συντελούνται ανασυγκροτήσεις, εκσυγχρονισμοί του συστήματος, όμως με αντιδραστικό περιεχόμενο. Επίσης, η μονοπωλιακή ολιγαρχία προσπαθεί μέσα από την κρίση να ανανεώσει την πολιτική της ηγεμονία και να απομονώσει τις επαναστατικές δυνάμεις.

Η κρίση βάζει με το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα των καπιταλιστικών χωρών, ιδιαίτερα της Ευρώπης, ένα κρίσιμο «στοίχημα»: 'Η θα κατακτήσει αυτό την ιστορική πρωτοβουλία για μια έξοδο απ' την κρίση, στο δρόμο βαθιών αλλαγών με κατεύθυνση το σοσιαλισμό ή διαφορετικά θα φανεί αναποτελεσματικό μέσα στην κρίση και θα δει να περιορίζεται ο ρόλος και η επιρροή του.

Η κρίση του συστήματος είναι ένα στρατηγικό πεδίο πάλης για το σοσιαλισμό, που προσφέρει νέες δυνατότητες και ταυτόχρονα δημιουργεί νέες απαιτήσεις για το κομμουνιστικό κίνημα.

Θα κερδίσει αυτό το «στοίχημα» το κομμουνιστικό κίνημα στις χώρες της Ευρώπης; Η ζωή θα δείξει.

Το βέβαιο είναι ότι η κρίση έχει θέσει ήδη «εκτός μάχης» τη γραμμή της σοσιαλδημοκρατίας που υιοθέτησαν και ΚΚ, διαγράφοντας τη σοσιαλιστική προοπτική ως στρατηγική επιδίωξή τους. Οσοι επιμένουν σ' αυτές τις συνθήκες σοσιαλδημοκρατικά, καμία θετική υπηρεσία δεν προσφέρουν στην εργατική τάξη και το κίνημά της. Η ζωή απέδειξε ότι μόνο ζημιά κάνουν.

Η δύσκολη κατάσταση στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της Ευρώπης και η προσωρινή κυριαρχία του ιμπεριαλισμού, που κάνει να φαντάζει ως απόμακρη ή και αδύνατη η σοσιαλιστική προοπτική σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες, δε θα είναι αιώνια και αμετάβλητη.

Η εργατική τάξη αυτών των χωρών θα ξαναβρεί το δρόμο της, θα ξαναφτιάξει ισχυρά τα ΚΚ που θα παλεύουν με συνέπεια για τη σοσιαλιστική προοπτική.


Του
Τάσου ΤΣΙΑΠΛΕ*
Ο Τάσος Τσιαπλές είναι γραμματέας της ΝΕ Λάρισας του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ