Eurokinissi |
«Από το 2019 έχουμε προσθέσει 39.000 μόνιμους εκπαιδευτικούς», είπε ο πρωθυπουργός, παραβλέποντας ότι κάθε χρόνο χρειάζονται επιπλέον 40.000 - 50.000 αναπληρωτές και οι μόνιμοι διορισμοί δεν ισοσκελίζουν σε καμία περίπτωση τις ανάγκες της Εκπαίδευσης, αφού αναπληρωτές προσλαμβάνονται μέχρι και τα μέσα κάθε σχολικής χρονιάς, ενώ υπάρχουν κενά που δεν καλύπτονται ποτέ, με πιο πολύπαθο πεδίο αυτό της Παράλληλης Στήριξης.
Και ενώ αυτή η εικόνα των ελλείψεων σε έμψυχο δυναμικό - δηλαδή στο δυναμικό που κρατάει όρθια τα σχολεία - επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο, ο πρωθυπουργός με θράσος απείλησε ευθέως τους εκπαιδευτικούς ότι «αν κάποιος αρνείται επί της αρχής να αξιολογηθεί, δεν πρέπει να έχει θέση στο δημόσιο σύστημα Εκπαίδευσης». Την απειλή αυτή διατύπωσε εντείνοντας το κλίμα καταστολής, καθώς φέτος «πέφτουν βροχή» τα πειθαρχικά και οι διώξεις σε εκπαιδευτικούς που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις των σωματείων τους, υπερασπιζόμενοι τον δημόσιο χαρακτήρα του σχολείου και τον παιδαγωγικό τους ρόλο, ενάντια στη λεγόμενη «αξιολόγηση». Ισχυρίστηκε δε ότι η «αξιολόγηση» «είναι μια καινούργια διαδικασία, η οποία ακόμα δεν έχει φέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα». Χωρίς να προσδιορίζει ποια είναι άραγε για την κυβέρνηση τα «προσδοκώμενα αποτελέσματα» της «αξιολόγησης» (μήπως οι απολύσεις εκπαιδευτικών, το κλείσιμο και η υποβάθμιση σχολείων, η ένταση της ταξικής κατηγοριοποίησης μεταξύ ίδιου τύπου σχολείων;), το σίγουρο είναι ότι η ρήση του αποτελεί παραδοχή ότι το αντιδραστικό εργαλείο της «αξιολόγησης» δεν βρίσκει την απήχηση που θα ήθελε η κυβέρνηση, ούτε στις σχολικές κοινότητες ούτε ευρύτερα στην κοινή γνώμη.
Κατά τ' άλλα, ο πρωθυπουργός έκανε αναφορές σε μια σειρά γνωστές δράσεις και πολιτικές που «τρέχουν» στα σχολεία, με μόνο καινούργιο στοιχείο το «κατέβασμα» του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού στην Γ' Γυμνασίου, ενώ μέχρι τώρα τον τοποθετούσε στην Α' Λυκείου, έχοντας «ανοίξει την πόρτα» αυτός να διεξάγεται από ιδιωτικές εταιρείες.
Συνεχίζοντας ο Κυρ. Μητσοτάκης υπερασπίστηκε την πολυτυπία των σχολείων (Πρότυπα, Ωνάσεια, Πειραματικά κ.ά.), στη λογική των «ευκαιριών» (και όχι δικαιωμάτων) εκπαίδευσης για όσους έχουν την οικονομική δυνατότητα να τις κυνηγήσουν. Αναφέρθηκε στην πλατφόρμα «stop-bullying», που λειτουργεί πια σχεδόν έναν χρόνο αλλά σε τίποτα δεν έχει αλλάξει την εικόνα της βίας των ανηλίκων εντός και εκτός σχολείων. Εκανε λόγο για «προτάσεις από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής για μια λελογισμένη μείωση της ύλης», όσο όμως ισχύουν η διαθεματικότητα και η αποσπασματικότητα στα αναλυτικά προγράμματα, κάτι τέτοιο δεν θα φέρει ουσιαστική ανακούφιση στη διαχείριση της ύλης από τους μαθητές.
Στα θέματα όπου στάθηκε ο πρωθυπουργός ήταν και αυτό των κτιριακών υποδομών, που η κυβέρνηση δεν μπορεί πια να κλείνει τα μάτια μπροστά στην παλαιότητα, στη μη συντήρηση και στην επικινδυνότητά τους. Μίλησε για το πρόγραμμα «Μαριέττα Γιαννάκου» για επισκευές, το οποίο όμως αφορά μόλις 600 σχολεία σε σύνολο πάνω από 10.000, παραδεχόμενος ότι είναι «πολλά ακόμα αυτά τα οποία πρέπει να γίνουν», με τους γονείς να συνεχίζουν να «προσεύχονται» μη σκάσει κάνας καυστήρας και μη «βρέξει» σοβάδες στα κεφάλια των παιδιών τους.
Τέλος, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε για άλλη μια φορά στους διαδραστικούς πίνακες και στα κουτιά ρομποτικής, που διαφημίζει διαρκώς από την προηγούμενη θητεία του, ενώ πρόσθεσε και την ένταξη εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης στην Εκπαίδευση, σε πρώτη φάση ως υποστηρικτικά των εκπαιδευτικών, για την απαλλαγή τους από τη γραφειοκρατική δουλειά.
Στις απειλές του πρωθυπουργού προς τους εκπαιδευτικούς για το θέμα της «αξιολόγησης» απάντησε με σχόλιό της η «Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών» (ΑΣΕ), τονίζοντας ότι «θέση στη δημόσια Εκπαίδευση έχουν όλοι όσοι κρατούν τα σχολεία όρθια στις πιο αντίξοες συνθήκες, με αντίπαλο το κράτος και την κυβερνητική πολιτική».
Η ΑΣΕ επισημαίνει ακόμα ότι στόχος της κυβέρνησης είναι η «επιβολή ενός αυταρχικού και τιμωρητικού μηχανισμού, μακριά από τις ανάγκες του σχολείου και της κοινωνίας», και ότι η «αξιολόγηση» οδηγεί «στην κατηγοριοποίηση των σχολείων, στον ανταγωνισμό και στην ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση της δημόσιας Εκπαίδευσης. Ο αγώνας του κλάδου έχει "στραπατσάρει" τα βρώμικα και ανήθικα σχέδιά τους, που στρέφονται ενάντια στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών και στα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών».
«Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι "αρνητές της αξιολόγησης". Αντιστέκονται όμως σε ένα σύστημα που στοχεύει στην κατηγοριοποίηση σχολείων και εκπαιδευτικών, τους θέλει σκυφτούς και δεν προσφέρει καμία ουσιαστική αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας», προσθέτει η ΑΣΕ, σχολιάζοντας παράλληλα ότι ο πρωθυπουργός δεν έδωσε καμία ουσιαστική απάντηση για τα οξυμένα προβλήματα που ταλανίζουν τη δημόσια Εκπαίδευση.