Κυριακή 8 Δεκέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΔΙΕΘΝΗ
Ολέθρια σχέση

Από επίσκεψη του Τ. Μπλερ στη Σαουδική Αραβία

Associated Press

Από επίσκεψη του Τ. Μπλερ στη Σαουδική Αραβία
Εντούτοις, όλα αυτά δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου, που άρχισε, επισήμως, να ξεπροβάλλει αμέσως μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτέμβρη. Δεκαπέντε από τους 19 αεροπειρατές ήταν Σαουδάραβες. Επιπλέον, σύμφωνα με πιο πρόσφατες πληροφορίες, 125 από τους κρατούμενους που μεταφέρθηκαν στη βάση του Γκουαντανάμο από το Αφγανιστάν, είναι Σαουδάραβες, των οποίων την έκδοση στη Σαουδική Αραβία έχει, επανειλημμένως πλην χωρίς αποτέλεσμα, ζητήσει το Ριάντ.

Η δημόσια συζήτηση για τις διασυνδέσεις οργανώσεων τύπου μπιν Λάντεν με τη σαουδαραβική βασιλική οικογένεια των 7.000 ατόμων είχε, ήδη, αρχίσει από την επομένη της 11ης Σεπτέμβρη. Η πρώτη αντίδραση της Σαουδικής Αραβίας ήταν αρνητική. Διαβεβαίωσε σε όλους τους τόνους ότι δεν υπάρχει καμία σχέση με την «αλ Κάιντα» και τόνιζε ότι είναι πρακτικώς αδύνατο να ελέγχεται κάθε μεταφορά χρημάτων από και προς φιλανθρωπικές οργανώσεις, τράπεζες, πολυεθνικές κ.ο.κ.

Το θέμα έγινε προσπάθεια και από τις δύο πλευρές να υποτιμηθεί. Η Ουάσιγκτον φάνηκε να μη θέλει να δυσαρεστήσει το μεγαλύτερο αγοραστή των οπλικών της συστημάτων (40,2 δισ. δολάρια μόνο το 1998), τον κυριότερο πετρελαϊκό προμηθευτή της (1,4 βαρέλια αργού πετρελαίου καθημερινώς το 1999) και έναν από τους καλύτερους οικονομικούς της εταίρους (7,9 δισ. δολάρια οι σαουδαραβικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ το 1999, και 7,6 δισ. δολάρια οι σαουδαραβικές εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων την ίδια χρονιά). Αυτά σε αριθμούς, γιατί σε ένα δεύτερο επίπεδο τα πράγματα γίνονται ακόμη σοβαρότερα.

Οπως, ενδεικτικά, υποστήριζε η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» σε αναλυτικό άρθρο της σύνταξής της, τον Οκτώβρη του 2001, «είναι γεγονός ότι οι αμερικανο-σαουδαραβικές σχέσεις βασίζονται κυνικά σε ικανοποίηση συμφερόντων». Στην ίδια ανάλυση, η εφημερίδα υπενθυμίζει, παραδεχόμενη μάλιστα ότι όλα τα αμερικανικά ΜΜΕ φέρουν σοβαρό μερίδιο ευθύνης για την παραχάραξη της αλήθειας, ότι «η Ουάσιγκτον ανέδειξε και στήριξε τη βασιλική οικογένεια από το 1932 αποκλειστικά και μόνο για να εξασφαλίσει τις ενεργειακές της προμήθειες». Στη συνέχεια, πέτυχε μεγάλα κέρδη, πουλώντας ακατάπαυστα οπλικά συστήματα στους Σαουδάραβες, οι οποίοι, σε αντάλλαγμα για την υποστήριξη της διατήρησής τους στην εξουσία, επένδυαν σε αμερικανικές επιχειρήσεις. Τα ονόματα στη λίστα αυτών των «εμπορικών ανταλλαγών» είναι τόσο ηχηρά, που δε θα συνέφερε καμία από τις δύο πλευρές να κοινοποιηθούν.

«Αποκλειστικός σκοπός της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή του Κόλπου είναι η διατήρηση του αποκλειστικού ελέγχου του πετρελαίου», σημειώνει σε μια ασυνήθιστη κρίση ειλικρίνειας η εφημερίδα, που υπενθυμίζει ότι ο κύριος αιμοδότης (σε χρήματα και σε πρόσωπα) της αντικομμουνιστικής εκστρατείας του Ρίγκαν, στη δεκαετία του '80, ήταν η σαουδαραβική βασιλική οικογένεια. Παραδέχεται, επίσης, ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες «βοηθούν» την Ουάσιγκτον «να αγνοεί» την αυταρχική, απάνθρωπη διακυβέρνηση των συμμάχων της, να κάνει τα στραβά μάτια στις καθημερινές διογκούμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να συνεισφέρει με την πολιτική της στην εξαθλίωση του σαουδαραβικού πληθυσμού.

Ενός πληθυσμού, που είδε τα εισοδήματά του να μειώνονται, κατά μέσο όρο, στα 6.000 δολάρια ετησίως το 2000, από 18.000 δολάρια ετησίως στις αρχές του '80. Ενός πληθυσμού, που ζει υπό άθλιες συνθήκες αναλφαβητισμού, ανεργίας και απόλυτης κυριαρχίας του θρησκευτικού νόμου, της σαρία. Η οικονομική κρίση δεν οφείλεται παρά στην εκτεταμένη διαφθορά της πολυπληθούς βασιλικής οικογένειας, που απολαμβάνει πλουσιοπάροχα την εκμετάλλευση των πετρελαϊκών κοιτασμάτων της χώρας και παραβιάζει, άνευ τιμωρίας, τη σαρία που επιβάλλει με την απειλή του θανάτου στο λαό της. Η ανεργία έχει φθάσει το 30% στους άνδρες (οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα εργασίας και εκπαίδευσης), αφού η βασιλική οικογένεια περιέκοψε όλα τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και κατήργησε θέσεις εργασίας για να ανακόψει την πτωτική πορεία της οικονομίας.

Υπό αυτές τις συνθήκες είναι, μάλλον, αναμενόμενη η απήχηση που φέρεται να έχει στις σαουδαραβικές εξαθλιωμένες μάζες ο μπιν Λάντεν και οι τύπου μπιν Λάντεν οργανώσεις. Εκλαμβάνονται ως η μοναδική φωνή διαμαρτυρίας στον εξευτελισμό όλων των επιπέδων, που ο απλός Σαουδάραβας υφίσταται (είτε ο ίδιος, είτε το σύνολο του αραβικού κόσμου, είτε οι Παλαιστίνιοι), εξαιτίας της υποταγής της ηγεσίας του στα κελεύσματα της Ουάσιγκτον.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ