Το «πρόβλημα», κατά τον υπουργό, προκύπτει από το ότι «πρέπει να αποκτήσουμε ευρωπαϊκή αυτοσυνειδησία, να συγκροτήσουμε την Ευρώπη ως πολιτιστική αγορά, με τη διπλή έννοια του όρου, δηλαδή και ως πολιτιστικό forum και ως αγορά όπου κυκλοφορούν υπηρεσίες και προϊόντα πολιτιστικά υψηλού επιπέδου, που σέβονται την ποιότητα, την ιστορία, τις πολιτιστικές ευαισθησίες όλων των ευρωπαϊκών χωρών και όλων των ευρωπαϊκών περιφερειών».
Επανέλαβε ότι η Ελλάδα θα πάρει «πρωτοβουλίες που αφορούν στην ευρωπαϊκή πολιτιστική ταυτότητα, τη συγκρότηση και λειτουργία της ευρωπαϊκής πολιτιστικής αγοράς και στη θέση του πολιτισμού και του αθλητισμού μέσα στο κοινοτικό κεκτημένο, μέσα στο μελλοντικό ευρωπαϊκό Σύνταγμα...».
Ο «ενθουσιασμός» του Ιταλού υπουργού για την «αγορά» σχετίζεται με την εμπορική διάσταση του όρου. Ως προς αυτό, ο Ε. Βενιζέλος ήταν περισσότερο σαφής, άρα ειλικρινής. Η ΕΕ, ιδιαίτερα από το Μάαστριχτ και μετά, έθεσε ως στόχο «σύγκλισης» στο πολιτιστικό πεδίο, την υποταγή, αν όχι την ισοπέδωση, του «πολύχρωμου» πολιτισμικού ευρωπαϊκού «μωσαϊκού», στη «μονοχρωμία» του «γκρίζου» των αχόρταγων μονοπωλίων που δραστηριοποιούνται στην περίφημη - και ιδιαίτερα κερδοφόρα - «αγορά του ελεύθερου χρόνου».