Παρασκευή 21 Γενάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΣΙΤΑΡΙ - ΚΑΛΑΜΠΟΚΙ - ΡΥΖΙ
Πληρώνουν ακριβά τη νέα ΚΑΠ

Χαμηλές τιμές, πρόστιμα συνυπευθυνότητας και αδιάθετη παραγωγή

Μια από τις χειρότερες εποχές βιώνουν οι παραγωγοί σιτηρών, καλαμποκιού και ρυζιού, εξαιτίας της πολιτικής που έχει χαράξει η ΕΕ και εφαρμόζουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις σε όφελος πάντα των εμποροβιομηχάνων-πολυεθνικών. Ο Γενάρης του 2005 βρίσκει το 70% της σοδειάς του 2004 απούλητο και τις τιμές να παραμένουν καθηλωμένες. Η κατάσταση αυτή έρχεται ως συνέχεια των αποφάσεων της «Ατζέντας 2000» και της ενδιάμεσης αναθεώρησης της ΚΑΠ, καθώς και των επιταγών του ΠΟΕ, που δημιούργησαν συνθήκες περαιτέρω κερδοσκοπικής ασυδοσίας σε βάρος των αγροτών.

Η πικρή πραγματικότητα δείχνει πως οι τιμές στα σιτηρά έχουν πέσει σε εντελώς εξευτελιστικά επίπεδα, ενώ 900.000 τόνοι περίπου σκληρού σιταριού παραμένουν απούλητοι. Το σύνολο της φετινής παραγωγής εκτιμάται σε 1.350.000 τόνους περίπου. Οι περισσότερες από τις ποσότητες που πουλήθηκαν και οι οποίες ήταν πολύ καλής ποιότητας έλαβαν τιμή από 42,5 δρχ. ανά κιλό (0,125 ευρώ) μέχρι 44 δρχ. ανά κιλό (0,13 ευρώ), όταν, για παράδειγμα, πέρσι ήταν από 48 έως 58 δρχ. το κιλό. Οσον αφορά στο μαλακό σιτάρι, όπου υποτίθεται πως η ποιότητα δεν είναι κακή, δόθηκαν επίσης πολύ χαμηλές τιμές. Η παραγωγή μαλακού σίτου πουλήθηκε με μια τιμή από 37 δρχ. ανά κιλό (0,11 ευρώ) μέχρι 41 δρχ. ανά κιλό (0,12 ευρώ), όταν πέρσι ήταν 47,5 - 54,5 δρχ. Το ίδιο ισχύει και για το καλαμπόκι, όπου η παραγωγή εκτιμάται ότι είναι γύρω στους 2.300.000 τόνους. Μέχρι τώρα έχει πουληθεί το 30% της παραγωγής, ενώ κι εδώ το μεγάλο πρόβλημα είναι οι τιμές. Οι ποσότητες που πουλήθηκαν πληρώθηκαν από 36 έως 44 δρχ. το κιλό (0,1056 - 0,1291 ευρώ). Πέρσι, η χαμηλότερη τιμή που δόθηκε ήταν κοντά 50 δρχ. (0,1467 ευρώ) και οι περισσότερες ποσότητες πουλήθηκαν με 55 δρχ. (0,16 ευρώ).

Ευρω-πρόστιμα

Εκτός αυτών οι παραγωγοί σκληρού σιταριού έλαβαν για την καλλιέργεια του 2004 και πετσοκομμένες στρεμματικές ενισχύσεις. Για μια ακόμα φορά έπεσαν βαριά ευρωπρόστιμα συνυπευθυνότητας που στην περίπτωση του σκληρού σιταριού μειώθηκε μέχρι και 48,2% η συμπληρωματική ενίσχυση και έχασαν μέρος της επιδότησης οι σιτοπαραγωγοί 38 νομών σε σύνολο 42. Στο καλαμπόκι η μείωση της επιδότησης ήταν 10,32%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας, το 2004 καλλιεργήθηκαν 7.480.524 στρέμματα (7.268.288 ήταν το 2003) με σκληρό σιτάρι, ενώ το πλαφόν είναι 6.170.000 στρέμματα. Δηλαδή, υπήρξε μια υπέρβαση του εθνικού πλαφόν κατά 1.098.524 στρέμματα. Να σημειωθεί ότι η συμπληρωματική ενίσχυση στο σκληρό σιτάρι είναι 31,30 ευρώ το στρέμμα - πέρσι ήταν 34,45 ευρώ ανά στρέμμα - ενώ η βασική ενίσχυση των 15,56 ευρώ ανά στρέμμα που δίνεται στα σιτηρά δεν υφίσταται μείωση. Στο καλαμπόκι υπήρξε υπέρβαση κατά 330.000 στρέμματα περίπου στη βασική ζώνη (ή αλλιώς υποπεριφέρεια 1) που έχει όριο 2.180.000 στρέμματα.

Τα ίδια χάλια

Οι τιμές στο ρύζι έπεσαν στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, με «παρέμβαση» της ΕΕ. Στην ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ ψηφίστηκε η μείωση της τιμής παρέμβασης από 101 δρχ. στις 50 δρχ. το κιλό και το αποτέλεσμα είναι να διαμορφωθούν οι τιμές από 45 μέχρι 55 δρχ. ανά κιλό, ενώ η χαμηλότερη τιμή για την προηγούμενη σοδειά ήταν 80 δρχ. ανά κιλό (0,13 ευρώ μέχρι 0,16 ευρώ ανά κιλό). Παράλληλα, περίπου 150.000 τόνοι ρυζιού παραμένουν απούλητοι σε μια εκτιμώμενη παραγωγή 215.000-220.000 τόνων περίπου. Από την άλλη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν απαιτήσεων ισπανικών και ιταλικών εταιριών, ανακοίνωσε πως το Φλεβάρη θα βγάλει στην αγορά 16.000 τόνους ρυζιού από την παρέμβαση. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ψυχολογικό κλίμα συμπίεσης των τιμών του ρυζιού στην αγορά της ΕΕ, εκεί που πήγαιναν να πάρουν λίγο τα πάνω τους...

Παράλληλα, όλοι οι ρυζοπαραγωγοί πλήρωσαν για την καλλιέργεια του 2004 βαρύ πρόστιμο συνυπευθυνότητας χάνοντας 28,2 ευρώ ανά στρέμμα. Αυτό συνέβη γιατί το 2004 μειώθηκε το εθνικό πλαφόν από τα 249.000 στα 203.330 στρέμματα, ενώ καλλιεργήθηκαν στη χώρα 258.400 στρέμματα. Κι αντί η κυβέρνηση να ζητήσει αύξηση του πλαφόν και κατάργηση του προστίμου, ετοιμάζεται να επιβάλει διοικητικά μέτρα περιορισμού της ρυζοκαλλιέργειας για το 2005. Ετοιμάζεται, με άλλα λόγια, να περιορίσει τη ρυζοκαλλιέργεια κατά 55.000 στρέμματα σε σύγκριση με το 2004, ή αλλιώς κατά 21,7%. Τώρα τι θα γίνουν αυτά τα στρέμματα ουδόλως φαίνεται να ενδιαφέρει την κυβέρνηση της ΝΔ. Αυτό που κάνει είναι να εφαρμόζει στο ρύζι τις πρακτικές της προηγούμενης κυβέρνησης στο βαμβάκι.

Αγώνας επιβίωσης

Οι σιτοπαραγωγοί, καλαμποκοπαραγωγοί και ρυζοπαραγωγοί δεν έχουν άλλο δρόμο πέρα από αυτό της αγωνιστικής διεκδίκησης και της αντίστασης στις ευρω-αποφάσεις που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Η πανελλαδική κινητοποίηση της ΠΑΣΥ στις 31 του Γενάρη αποτελεί μια πρώτης τάξης ευκαιρία να τα πούνε αγωνιστικά στην κυβέρνηση της ΝΔ, που πολλά τους έταξε στα λόγια...

Το διεκδικητικό αγωνιστικό πλαίσιο μπορεί να περιλαμβάνει αιτήματα όπως:

  • Τιμές επιβίωσης, που θα είναι πάνω από 60 δρχ. ανά κιλό στα σιτηρά, 70 δρχ. ανά κιλό στο καλαμπόκι και 100 δρχ. ανά κιλό στο ρύζι. Επίσης να διπλασιαστεί η τιμή παρέμβασης που από το 2000 και μετά μειώθηκε δραματικά, εξυπηρετώντας τα κερδοσκοπικά συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων-πολυεθνικών. Η έναρξη της διαδικασίας παρέμβασης να γίνεται ταυτόχρονα με τη συγκομιδή του προϊόντος και όχι για ένα μικρό διάστημα, αρκετούς μήνες αργότερα
  • Να μην πληρώνουν οι αγρότες πρόστιμα συνυπευθυνότητας λόγω της υπέρβασης των πλαφόν που επιβάλλει η ΕΕ και να καταργηθούν τα πλαφόν στα δημητριακά. Να μην ισχύσουν τα διοικητικά μέτρα περιορισμού στο ρύζι για το 2005 και γίνει κι εδώ του βαμβακιού
  • Προστασία και προτίμηση της εγχώριας παραγωγής και ουσιαστικοί έλεγχοι των εισαγωγών. Πρώτα να απορροφάται η εγχώρια παραγωγή και μετά να δίνονται άδειες για εισαγωγές. Να αγοράζει το κράτος τα δημητριακά και στη συνέχεια να τα δίνει σε χαμηλές τιμές για ζωοτροφές, ώστε να βοηθηθεί και η εγχώρια κτηνοτροφία
  • Τιμαριθμική αναπροσαρμογή των επιδοτήσεων ανάλογα με την αύξηση του κόστους παραγωγής και τον πληθωρισμό
  • Να πληρώνουν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις που εφαρμόζουν τους αντιαγροτικούς κανονισμούς και αποφάσεις στα πλαίσια της ΚΑΠ και του ΠΟΕ, τη σχετική οικονομική ζημία και μείωση του εισοδήματος που προκαλούν στους αγρότες. Δεν είναι δυνατόν να λαμβάνονται μονομερώς αποφάσεις που πλήττουν τα συμφέροντα των μικρομεσαίων αγροτών και να τους οδηγούν στη φτώχεια και στο ξεκλήρισμα με τη δημιουργία συνθηκών και κανόνων που μειώνουν τιμές και επιδοτήσεις, ενώ για τους εμποροβιομηχάνους-πολυεθνικές να ισχύει η «ελεύθερη αγορά» και η ασυδοσία της κερδοσκοπίας.

Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ