Οδυνηρές οι συνέπειες για τους εργαζόμενους και το λαό από την Ευρωπαϊκή Οδηγία για την απελευθέρωση των λιμενικών υπηρεσιών
Η κυβέρνηση της ΝΔ εξειδικεύει τις κατευθύνσεις της ΕΕ με σειρά αντιλαϊκών μέτρων. Η Οδηγία για την ενίσχυση της ασφάλειας των λιμανιών που εγκρίθηκε από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τη συμμετοχή των ψήφων από τους ευρωβουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ, αποτελεί τον «πολιορκητικό κριό» για τη δημιουργία εργασιακών χωρών - γκέτο στα λιμάνια και στα καράβια και στους συναφείς κλάδους της Ναυτιλίας.
Οι εφοπλιστές καθώς και μονοπωλιακοί, επιχειρηματικοί όμιλοι επιδιώκουν να πάρουν τα φιλέτα των λιμενικών υποδομών μέσα από τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Προτεραιότητα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που προωθούνται είναι ο τέταρτος πυλώνας της Συνθήκης του Μάαστριχτ - που από κοινού ψήφισαν ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ - η απελευθέρωση των υπηρεσιών με αιχμή του δόρατος τη μεταφορά των εργαζομένων από χώρα σε χώρα, με μισθούς και δικαιώματα σύμφωνα με τη χώρα προέλευσης.
Σ' αυτά τα πλαίσια εντάσσεται και η σχετική Οδηγία της ΕΕ για την πρόσβαση στις λιμενικές υπηρεσίες. Η επαναφορά της σχετικής Οδηγίας από την Κομισιόν στις 14/10/2004 χαρακτηρίστηκε ως «αιτία πολέμου» από τους εργαζόμενους, οι οποίοι με μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις σε πανευρωπαϊκή κλίμακα είχαν αντιδράσει καθοριστικά για την καταψήφισή της από την Ολομέλεια του ΕΚ στις 20/11/2003.
Η ΕΕ, οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, σε συμπαιγνία με τους εφοπλιστές και γενικότερα με την πλουτοκρατία, μεθοδεύουν τη μετακύληση του κόστους της κατασκευής των υποδομών και της ασφάλειας των λιμανιών στους εργαζόμενους. Αυτό δείχνουν οι τοποθετήσεις τους, σύμφωνα με τις δηλώσεις του ΥΕΝ και των εφοπλιστών, στα συνέδρια που πραγματοποιούνται αυτή την περίοδο με τη συμμετοχή υψηλόβαθμων στελεχών της ΕΕ και επιχειρηματικών ομίλων.
Η Οδηγία για «την πρόσβαση στην αγορά λιμενικών υπηρεσιών» - το ξεπούλημα των λιμανιών - αφορά την εισβολή του μονοπωλιακού κεφαλαίου στα λιμάνια που ανήκουν στο δημόσιο. Περιλαμβάνει όλη την γκάμα των οικονομικοτεχνικών δραστηριοτήτων στα λιμάνια, όπως: Πλοήγηση, ρυμούλκηση, ελλιμενισμός, διακίνηση φορτίου (φορτοεκφόρτωση, στοιβασία, μεταφόρτωση και μεταφορές εντός λιμένα, αποθήκευση, εναπόθεση και εισαγωγή - εξαγωγή σε αποθήκη, ενοποίηση φορτίων). Αγγίζει και τον επιβατικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της επιβίβασης - αποβίβασης επιβατών.
Στην ίδια οδηγία περιλαμβάνεται και η «αυτοεξυπηρέτηση», δηλαδή η δυνατότητα των εφοπλιστών και των επιχειρηματικών ομίλων να χρησιμοποιούν το δικό τους προσωπικό και ναυτεργάτες, για τις φορτοεκφορτώσεις των πλοίων. Η εφαρμογή της Οδηγίας περιλαμβάνει τα λιμάνια, τα οποία είναι ενταγμένα στα «διευρωπαϊκά δίκτυα μεταφορών» με 1,5 εκατ. τόνους φορτίου ή 200.000 επιβάτες το χρόνο. Τα κράτη - μέλη επεκτείνουν την εφαρμογή της αν θέλουν και σε μικρότερα λιμάνια.
Με δεδομένο ότι το μέσο με το οποίο διεξάγεται ο ανταγωνισμός είναι το απλήρωτο μέρος της εργατικής δύναμης και αυτό θα πρέπει να μεγαλώσει παραπέρα, θα έχουμε παραπέρα ένταση της εκμετάλλευσης, με απολύσεις, μείωση προσωπικού, διάλυση κανονισμών εργασίας, ελαστικοποίηση ωραρίων και καθηκόντων. Με την κατάργηση εργαζομένων με συγκροτημένα δικαιώματα και αντικατάστασή τους με τη «μαύρη», ανασφάλιστη εργασία. Οι συνέπειες θα είναι βαριές για τους εργαζόμενους στα λιμάνια και θα δυσκολέψει παραπέρα η σύνδεση με το νησιωτικό σύμπλεγμα.
Τα λιμάνια είναι στρατηγικής σημασίας τομείς και δεν μπορούν να αφεθούν στα χέρια των εφοπλιστών του κεφαλαίου, που λειτουργεί με κριτήριο το κέρδος. Τα λιμάνια πρέπει να μείνουν ενιαία, 100% δημόσια, χωρίς μετοχοποιήσεις, θυγατροποιήσεις, κατάργηση ή παραχώρηση δραστηριοτήτων τους στους ιδιώτες.
Το ΚΚΕ καλεί τους εργαζόμενους να παλέψουν για: Λιμάνια δημόσια, οργανικά ενταγμένα σε μια πολιτική φιλολαϊκής αντιμονοπωλιακής ανάπτυξης, στο πλαίσιο ενός κεντρικού πανεθνικού μηχανισμού σχεδιασμού και διεύθυνσης, που κινητοποιεί τα κοινωνικοποιημένα, συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής με κοινωνικό, εργατικό έλεγχο.
Μέσα από κει, τα λιμάνια θα εξασφαλίζουν την ανάπτυξη και την προοπτική τους και θα αποτελούν εργαλεία άσκησης διακρατικών σχέσεων και εξωτερικής πολιτικής για συνεργασία και συμφωνίες στη βάση του αμοιβαίου οφέλους.