ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ.--
Τελικά ο Αμερικανός πρόεδρος Τζ. Μπους, όπως αναμενόταν εξάλλου, ανακοίνωσε μετά τη συνάντησή του με τον Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Τζον Μακ Κέιν ότι τελικά υποστηρίζει το νομοσχέδιο που προωθεί ο τελευταίος και το οποίο απαγορεύει την απάνθρωπη μεταχείριση υπόπτων για τρομοκρατική δράση.
Εδώ και μήνες, το σχέδιο νόμου, που προτάθηκε στο πλαίσιο των τροποποιήσεων του προϋπολογισμού για τις στρατιωτικές δαπάνες, αποτελεί αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ Λευκού Οίκου και Κογκρέσου, καθώς ο Λευκός Οίκος επέμενε ότι η νομοθεσία θα περιόριζε σημαντικά τις στρατιωτικές και μυστικές υπηρεσίες. Οταν, όμως, Γερουσία και Βουλή τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ του νομοσχεδίου, ο Μπους συμφώνησε. Ουσιαστικά πρόκειται για τακτική υποχώρηση, αν και κάποιοι αναλυτές κάνουν λόγο για «πλήγμα στο προεδρικό γόητρο».
Πάντως η τακτική αυτή υποχώρηση δεν απέτρεψε μία ακόμη «αποκάλυψη»: Ο Τζορτζ Ου. Μπους δράττοντας της ευκαιρίας της 11ης Σεπτέμβρη έδωσε την άδεια στην Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας (NSA) να παρακολουθεί τις τηλεφωνικές επικοινωνίες και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο πολιτών χωρίς δικαστική έγκριση.
Για άλλη μία φορά οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» πρωτοστατούν στις αποκαλύψεις, σαφής ένδειξη του εσωτερικού πολέμου. Πάντως στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι η σχετική προεδρική εντολή υπογράφηκε το 2002 και έκτοτε οι μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούσαν τις διεθνείς τηλεφωνικές κλήσεις και το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο εκατοντάδων Αμερικανών - τουλάχιστον 500 στις ΗΠΑ και 5.000 έως 7.000 στο εξωτερικό - αναζητώντας στοιχεία για την τρομοκρατία, πολιτική που αποτελεί σημαντική αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.
Πάντα σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι ανησυχίες που εκφράστηκαν από αξιωματούχους για τις υπερεξουσίες που δόθηκαν στην Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας και τη νομιμότητα αυτής της απόφασης, υποχρέωσαν την κυβέρνηση να σταματήσει τις παρακολουθήσεις το 2004 και να επιβάλει περιορισμούς.
Ειδικής μνείας χρήζει το γεγονός ότι οι «Νιου Γιορκ Τάιμς» αναφέρουν ότι Λευκός Οίκος ζήτησε να μη δημοσιεύσουν το σχετικό ρεπορτάζ, με το σκεπτικό ότι θα μπορούσε να υπονομεύσει τις έρευνες που διεξάγονται για τον εντοπισμό υπόπτων για τρομοκρατική δράση. Και φυσικά η «έγκριτη εφημερίδα», όπως αναφέρει, καθυστέρησε τη δημοσίευση των πληροφοριών για ένα χρόνο και απέφυγε να φέρει στο φως ορισμένα στοιχεία, που κατά τους κυβερνητικούς αξιωματούχους θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα για τους τρομοκράτες. Αυτά περί αντικειμενικότητας, αλλά και του χρόνου που επιλέχτηκε για να γίνει η αποκάλυψη...