Του Γιώργου ΜΑΡΙΝΟΥ (εν πλω)
Ο μεγαλειώδης αγώνας των ναυτεργατών, που βρέθηκε στο κέντρο της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της χώρας, από τις 13 μέχρι τις 23 Γενάρη 1997, καταγράφεται στην ιστορία του εργατικού κινήματος με κεφαλαία γράμματα. Η απεργία αυτή δεν αποτέλεσε μόνο απάντηση στην επίθεση της κυβέρνησης και των εφοπλιστών. Δεν ήταν μόνο γραμμή άμυνας. Εμπεριείχε σημαντικά στοιχεία επίθεσης, προβολής και ωρίμανσης σημαντικών αιτημάτων που θέτουν τις βάσεις, για την προώθηση θέσεων που αφορούν το δικαίωμα δουλιάς, τα ασφαλιστικά - συνταξιοδοτικά δικαιώματα, το παραπέρα αντιπάλεμα των φορομπηχτικών μέτρων, την υπογραφή ικανοποιητικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, την υπεράσπιση των εσωτερικών θαλασσίων μεταφορών από την κατάργηση του καμποτάζ. Ο αγώνας των ναυτεργατών ανέδειξε τη σημασία της κοινής δράσης για τα κοινά οξυμένα προβλήματα, που μόνο νεκροί έχουν δικαίωμα να αγνοούν.
Η αδυναμία της πλειοψηφίας της διοίκησης της ΠΝΟ να φτάσει την απεργία ως το τέλος, με την κατάκτηση ουσιαστικότερων αιτημάτων, δεν αφαιρεί ούτε χιλιοστό από τη σημασία της μάχης που δόθηκε και την επίδρασή της στις εξελίξεις.
Η απεργία αυτή δεν κρίνεται μόνο από τα άμεσα αποτελέσματα. Δηλαδή, από τη μείωση των κατ' αρχήν φορολογικών συντελεστών που περιλάμβανε το πλαίσιο των φορομπηχτικών μέτρων. Την αύξηση της σύνταξης από 55% στο 58% του βασικού μισθού. Τη δέσμευση για μη μείωση των οργανικών συνθέσεων στα επιβατικά πλοία και την αναδιοργάνωση του Γραφείου Ευρέσεων Ναυτικής Εργασίας.
Η επιτυχία αυτού του αγώνα κρίνεται από πολλούς παράγοντες. Από τα πολιτικά μηνύματα που έστειλε. Από την υπεράσπιση του ίδιου του απεργιακού δικαιώματος, που χάρη στην κοινή δράση του ναυτεργατικού κινήματος, την αυτοθυσίαπληρωμάτων και συνδικαλιστών, το ισχυρότατο κίνημα αλληλεγγύης που αναπτύχθηκε, βγήκε νικητής από τη μάχη με το φασιστικό, απεργοσπαστικό μηχανισμό που έστησαν κράτος, κυβέρνηση και εργοδοσία.
Σφυρηλάτησε την ενότητα και την αποφασιστικότητα των ναυτεργατών, που έστειλαν στον "αγύριστο" το "σφάξε με αγά μου ν' αγιάσω", παρατάχθηκαν οργανωμένα και αντιμετώπισαν τον κατασταλτικό μηχανισμό, τις επιστρατευμένες δυνάμεις των ΜΑΤ, των βατραχανθρώπων και του Λιμενικού Σώματος, αγνοώντας απαγορευτικές αποφάσεις και κελεύσματα εισαγγελέων.
Ενίσχυσε την αλληλεγγύη της εργατικής τάξης και των άλλων συμμάχων στρωμάτων, έχοντας εδώ ιδιαίτερη σημασία η συμπαράσταση των αγροτών, που η κυβερνητική κατασταλτική μανία επιδίωξε με κάθε μέσο, να τους εμπλέξει στην απεργοσπαστική επίθεση, έτσι, ξετσίπωτα λίγες μέρες μετά την κατασυκοφάντηση των αγροτικών αγώνων και την έχθρα που επέδειξε στο αγροτικό κίνημα.
Κατάφερε πλήγμα στην κυβερνητική αδιαλλαξία και προειδοποίησε κυβέρνηση και εφοπλιστές να παραιτηθούν από τις βλέψεις για την προώθηση πακέτου αντιναυτεργατικών μέτρων στο όνομα της "ανταγωνιστικότητας".
Επανέφερε με επιτακτικό τρόπο την αναγκαιότητα του αγωνιστικού προσανατολισμού του συνδικαλιστικού κινήματος και την αλλαγή των συσχετισμών δύναμης. Ξεμπρόστιασε το ρεφορμιστικό - συμβιβαστικό κατασκεύασμα της "κοινωνικής συναίνεσης" και της "ταξικής ειρήνης" και τόνισε ότι η ταξική πάλη, η κινητήρια αυτή δύναμη της κοινωνικής εξέλιξης, δίνει το ιστορικό της"παρών", διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις, για ένα καλύτερο μέλλον. Χτύπησε τις αυταπάτες για το χαρακτήρα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, γενικότερα του δικομματισμού, τονίζοντας ότι οι υπηρέτες του μεγάλου κεφαλαίου είναι αδίσταχτοι, αλλά όχι ανίκητοι.
Τόνισε ότι ο "μονόδρομος" της υποτέλειας, η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η "Λευκή Βίβλος" είναι δρόμος αδιέξοδος, συνώνυμο της καθυστέρησης, της φτώχειας, της ανεργίας και της καταστολής. Οι κινητοποιήσεις των αγροτών, των ναυτεργατών και άλλων τμημάτων των εργαζομένων ανοίγουν μια νέα σελίδα στην πορεία του μαζικού, λαϊκού κινήματος. Οι αγώνες συνεχίζονται και αναδεικνύουν την ανάγκη του συντονισμού, την οικοδόμηση του μετώπου πάλης, ικανού να ανατρέψει στο σύνολό της την αντιλαϊκή πολιτική.