Κυριακή 18 Μάη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Ποια κατάσταση καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε

στο Συνδικαλιστικό Κίνημα

Στα Ντοκουμέντα του 15ου Συνεδρίου γίνεται αναλυτική τοποθέτηση για τα βασικά και κύρια προβλήματα που ζει η εργατική τάξη, τις εξελίξεις στην απασχόληση, τις εργασιακές σχέσεις, την ανεργία, τα κοινωνικά δικαιώματα και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Αναλύεται η κατάσταση στο συνδικαλιστικό κίνημα και στα ηγετικά του όργανα, η στρατηγική της ενσωμάτωσης και της ταξικής συνεργασίας. Επίσης, ο ρόλος της γραφειοκρατικής ελίτ στους κόλπους του κινήματος, ιδιαίτερα στις κορυφές του, που εκτός των άλλων διακρίνεται και για στοιχεία ιδιοτέλειας και ωφελιμισμού.

Υπογραμμίζουμε επιπρόσθετα: Σημαντικοί κίνδυνοι δημιουργούνται για τη μαζικότητα, την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, από τις νέες δυσκολίες και τα εμπόδια που μπαίνουν στους εργαζόμενους να οργανωθούν και να δράσουν στα συνδικάτα λόγω των αλλαγών που προωθούνται, κυρίως στις εργασιακές σχέσεις, με την εφαρμογή των ελαστικών μορφών απασχόλησης και την εξατομίκευση της εργασίας.

Μέσα στις γραμμές του συνδικαλιστικού κινήματος έχει μεγαλώσει ο αριθμός εκείνων των στελεχών, καθώς και οι παρεμβάσεις των μηχανισμών που υπηρετούν τη στρατηγική της ενσωμάτωσης του συνδικαλιστικού κινήματος. Τα δίκτυα των ΟΚΕ απλώνονται σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο και με ποικίλους τρόπους προωθούν τη γραμμή της κοινωνικής συναίνεσης και της ταξικής συνεργασίας.

Η γραφειοκρατική ελίτ, που βρίσκεται στην ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήματος, οι μηχανισμοί του κράτους και της εργοδοσίας έχουν ποικίλους δεσμούς με μεγάλο τμήμα των συνδικαλιστικών στελεχών και μέσω αυτών ασκούν επίδραση στους εργαζόμενους.

Ταυτόχρονα η όξυνση της επίθεσης από την κυβέρνηση και την εργοδοσία δημιουργεί νέες περίπλοκες δυσκολίες στην ίδια τη συμμετοχή, στη συνδικαλιστική δράση και στους αγώνες.

Από τις σημαντικότερες δυσκολίες είναι η αύξηση της ανεργίας, ο φόβος της απόλυσης, σε συνδυασμό με την εργοδοτική ασυδοσία και τρομοκρατία, το κυνηγητό συμπληρωματικής απασχόλησης ή ετεροαπασχόλησης, λόγω της λιτότητας, από τμήμα των εργαζομένων.

Παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα η συνδικαλιστική οργάνωση, η δράση του πρωτοβάθμιου σωματείου, κλαδικού, εργοστασιακού, τοπικού. Εχει μειωθεί ο αριθμός των συνδικαλισμένων, όχι μόνο εξαιτίας των απολύσεων και της συνταξιοδότησης, αλλά και εξαιτίας της κρίσης του κινήματος και της απογοήτευσης που προκαλεί. Ο αριθμός των συνδικαλισμένων στο δημόσιο τομέα, στη δημόσια διοίκηση και στις ΔΕΚΟ, είναι μεγάλος, όμως οι σχέσεις των εργαζομένων με τα όργανα είναι τυπικές. Κρίσιμο ζήτημα είναι η πολύ χαμηλή οργάνωση στον ιδιωτικό τομέα. Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τις αντικειμενικές δυσκολίες και τα εμπόδια, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας, επιδρά ακόμα πιο ανασταλτικά στη συμμετοχή των γυναικών και των νέων στα σωματεία και στις κινητοποιήσεις.

  • Είναι αδύνατη η μαζικοποίηση των σωματείων χωρίς ειδική προσπάθεια για την προσέλκυση των γυναικών και των νέων.

Συνδικαλιστικά όργανα, που, παρά την πίεση που δέχονται και τις αντιδράσεις, δε φεύγουν από τη γραμμή της ενσωμάτωσης, ασκούν αρνητική επίδραση, βάζουν τροχοπέδη στις διαθέσεις των εργατοϋπαλλήλων, φρενάρουν τους αγώνες ή τους εκτονώνουν με ελιγμούς.

Τα παραπάνω φαινόμενα εκφράζουν το γενικότερο πρόβλημα, τον αρνητικό πολιτικό συσχετισμό και την αντανάκλασή του στις γραμμές του συνδικαλιστικού κινήματος. Εκτός από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, ανεξάρτητα από την αντιπολιτευτική τους στάση, παίζουν με τον τρόπο τους καθοριστικό ρόλο στο φρενάρισμα των αγώνων και στο χτύπημα κάθε ουσιαστικής προσπάθειας συντονισμού και κοινής δράσης.

Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν μετά τις εκλογές εμφανίζουν σημαντικά νέα στοιχεία και χαρακτηριστικά, όπως μαζικότητα, συσπείρωση και ενότητα δράσης, στοιχεία ηρωισμού και αυτοθυσίας. Ξεχωριστή σημασία έχει η αυτενέργεια, οι πρωτοβουλίες και η οργάνωση του αγώνα σε τόπους δουλιάς, όπως έγινε με τους ναυτεργάτες, τους καθηγητές Μέσης Εκπαίδευσης και τους εργαζόμενους στη Ζώνη, πράγμα που εξασφάλιζε συμμετοχή - ενότητα και εξασκούσε ταυτόχρονα πίεση προς τις ηγεσίες.

Πιο έντονο ήταν, σε σχέση με προηγούμενα, το στοιχείο της λαϊκής συμπαράστασης.

Φάνηκε πιο καθαρά η κοινότητα των προβλημάτων ανάμεσα σε κλάδους, ανάμεσα στην εργατική τάξη και τα άλλα κοινωνικά καταπιεζόμενα, εκμεταλλευόμενα στρώματα. Ο αυταρχισμός, η κρατική βία και η κυβερνητική καταστολή διεύρυναν και βάθυναν τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Εδειξαν τη δυνατότητα των εργαζομένων να απαντήσουν δυναμικά στην κλιμάκωση της τρομοκρατίας, να την αψηφήσουν, ιδιαίτερα όταν εκφράζεται γενικότερη αλληλεγγύη και λαϊκή κατακραυγή. Αποδείχτηκε ότι είναι δυνατή η διαφοροποίηση και ο απεγκλωβισμός λαϊκών μαζών, τοπικών στελεχών που ανήκουν ή επηρεάζονται από τα άλλα πολιτικά κόμματα, κάτω από την πίεση των προβλημάτων και τη δράση της λαϊκής βάσης.

Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν είχαν πιο έντονα τα πολιτικά χαρακτηριστικά στον προσανατολισμό και στα αιτήματα. Αυτός είναι ένας επιπρόσθετος λόγος που η κυβέρνηση αντιδρά με τον αντικομμουνισμό και τον αυταρχισμό.

Ενώ τα σημάδια ανάκαμψης του κινήματος είναι ορατά, ταυτόχρονα παραμένει η εκτίμηση ότι αυτό βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ