Κυριακή 23 Νοέμβρη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 46
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΡΑΚ - ΗΠΑ
Σκληρή αναμέτρηση ισχύος

Οι μαραθώνιες διπλωματικές διαβουλεύσεις και οι αλλεπάλληλες, εκατέρωθεν, πολεμικές απειλές είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της πρόσφατης κρίσης στις σχέσεις του Ιράκ με τις Ηνωμένες Πολιτείες και κατ' επέκταση με τις Ηνωμένα Εθνη. Ενδεικτική του διπλωματικού πυρετού είναι η ώρα που καταλήχτηκε να πραγματοποιηθεί η σύσκεψη των υπουργών Εξωτερικών της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ρωσίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, την Πέμπτη στη Γενεύη. Οι Γεβγκένι Πριμακόφ, Ρόμπιν Κουκ, Μαντλίν Ολμπράιτ και Ιμπέρ Βεντρίν κατάφεραν να συνδυάσουν τα προγράμματα των επαφών τους, μόνο στις 2 το πρωί!

Εντούτοις, ο διπλωματικός αυτός αναβρασμός δεν εμπόδισε την Ουάσιγκτον να ενισχύσει εντυπωσιακά τη στρατιωτική της παρουσία στον Περσικό Κόλπο, με την αιτιολογία ότι τα ιρακινά αντιαεροπορικά είναι σε τέτοια ετοιμότητα που μπορεί να στήσουν "παγίδα" στα αμερικανικά κατασκοπευτικά U-2, που επανέλαβαν τις πτήσεις τους πάνω από το Ιράκ παρά τις προειδοποιήσεις της Βαγδάτης. Στον Περσικό, λοιπόν, βρίσκονται ήδη το αεροπλανοφόρο "Τζορτζ Ουάσιγκτον" και το "Νίμιτς", ενώ έφθασαν στο τέλος της βδομάδας 6 βομβαρδιστικά Β-52, 6 μαχητικά F-117 στελθ και 9 ανεφοδιαστικά αεροσκάφη, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό των ετοιμοπόλεμων αμερικανικών αεροσκαφών στον Κόλπο σε 300. Επιπλέον, αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί από το αμερικανικό Πεντάγωνο, οι τουρκικές αρχές υποστηρίζουν ότι έχει αυξηθεί ο αριθμός των αμερικανικών αεροσκαφών στη βάση του Ιντσιρλίκ, καθώς και ο ρυθμός των αναγνωριστικών πτήσεών τους στη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων στο Βόρειο Ιράκ.

Συγχρόνως, όμως, ο Λευκός Οίκος επιμένει ότι η στρατιωτική αναμέτρηση δεν είναι αναπόφευκτη και αφήνει περιθώρια δράσης στη διπλωματία. Μάλιστα, λίγες μέρες πριν από την "αιφνίδια" άφιξη στη Μόσχα, στις αρχές της βδομάδας, του Ταρέκ Αζίζ, αναπληρωτή πρωθυπουργού του Ιράκ, η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών είχε ζητήσει ανοιχτά από τη ρωσική διπλωματία να καταβάλει προσπάθειες αποκλιμάκωσης της κρίσης. Βεβαίως, ποτέ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ανάληψης στρατιωτικής δράσης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι "υπό ορισμένες προϋποθέσεις η στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ δε θα χρειαστεί την έγκριση των Ηνωμένων Εθνών".

Από την άλλη πλευρά, στη Βαγδάτη επικρατεί τεταμένη ατμόσφαιρα με καθημερινές αντιαμερικανικές διαδηλώσεις και με εκατοντάδες Ιρακινούς να σπεύδουν να σχηματίσουν ανθρώπινες αλυσίδες στην περίμετρο των κυβερνητικών κτιρίων. Αν και η ιρακινή ηγεσία διαβεβαιώνει ότι επιθυμεί τη διπλωματική λύση της κρίσης, ταυτόχρονα έχει θέσει το στράτευμά της σε επιφυλακή, πολύ εντονότερη από την περίοδο της εισβολής των ιρακινών στρατευμάτων στο Κουβέιτ, όπως τουλάχιστον ισχυρίζεται το αμερικανικό Πεντάγωνο.

Το παρασκήνιο της "κόντρας"

Πίσω, όμως, από την αντιπαράθεση Ουάσιγκτον - Βαγδάτης για την απέλαση των Αμερικανών επιθεωρητών, γίνεται ολοένα και σαφέστερο ότι κρύβεται μια άλλη αντιπαράθεση ισχύος, στα πλαίσια της οποίας διασταυρώνουν τα ξίφη τους τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, εξ ου και ο διχασμός απόψεων που χαρακτήρισε τις τελευταίες κρίσιμες συσκέψεις του οργάνου. Αναμφιβόλως μηδαμινά ανθρωπιστικά ελατήρια είχαν οι Ρωσία, Γαλλία και Κίνα, όταν, ως μέλη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, χρησιμοποίησαν την απειλή του δικαιώματος αρνησικυρίας και προέβαλαν πλήθος αντιρρήσεων στις σκληρές αμερικανο-βρετανικές προτάσεις σε βάρος του Ιράκ.

Παράγοντας - κλειδί και σε αυτήν την αναμέτρηση, όπως και στις υπόλοιπες που καταγράφει η παγκόσμια ιστορία, δεν είναι άλλος από το χρήμα, ειδικότερα το "πετρελαϊκό" χρήμα, και την άσκηση επιρροής. Το Ιράκ, μία από τις κυριότερες πετρελαιοπαραγωγικές χώρες, είχε αχρηστεύσει τις πετρελαιοπηγές της, εξαιτίας του εμπάργκο που του επέβαλε ο ΟΗΕ το 1991. Μόλις πριν από μερικούς μήνες, εγκρίθηκε η πώληση, ανά έξι μήνες, ποσότητας πετρελαίου αντίστοιχης των 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων - περίπου το 1/4 της ιρακινής παραγωγικής δυνατότητας - πάντα υπό την επίβλεψη των Ηνωμένων Εθνών, και υπό την προϋπόθεση ότι το αντίτιμο των χρημάτων αυτών επιστρέφει στο Ιράκ υπό τη μορφή φαρμάκων και τροφίμων.

Η Βαγδάτη, όπως είναι φυσικό, επιδιώκει και πιέζει στην κατεύθυνση της άρσης των κυρώσεων, έτσι ώστε να μπορέσει να εκμεταλλευτεί το "μαύρο χρυσό" που διαθέτει. Την άρση των κυρώσεων, όμως, επιθυμούν και η Ρωσία, η Γαλλία και η Κίνα, καθεμία για τους δικούς της λόγους. Ρωσικές και γαλλικές εταιρίες έχουν, ήδη, υπογράψει συμβόλαια εκμετάλλευσης των ιρακινών πετρελαιοπηγών και κατά συνέπεια επιθυμούν όσο τίποτε άλλο την, όσο το δυνατόν, συντομότερη άρση των οικονομικών κυρώσεων. Ανάλογες προσδοκίες τρέφει και η Κίνα, με στόχο να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες που ολοένα αυξάνονται.

Στο περιθώριο των ισχυρότατων αυτών οικονομικών συμφερόντων, που χωρίς καμία αμφιβολία διαδραματίζουν ρυθμιστικό ρόλο στη διαμόρφωση των υπαρχουσών ισορροπιών, έχουν συντελεστεί και εξελίξεις σε διπλωματικό επίπεδο, που έχουν οδηγήσει στη διαμόρφωση ενός νέου σκηνικού συσχετισμών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο, αρκετά διαφορετικού από το 1991, οπότε και έλαβε χώρα η περίφημη "καταιγίδα της ερήμου". Οι πειθήνιοι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον στον πόλεμο του Κόλπο δε δείχνουν διατεθειμένοι να δώσουν την, άνευ όρων, συγκατάθεσή τους σε μια στρατιωτική επέμβαση που θα αποδείξει, και πάλι, την αμερικανική κυριαρχία. Γαλλία, Ρωσία και Κίνα έχουν συσφίξει τις σχέσεις τους (επίσκεψη Σιράκ στην Κίνα, Ζοσπέν στη Μόσχα και Γιέλτσιν στο Πεκίνο) και, σε αντίθεση με το 1991, δε δείχνουν να εξαρτούν τις, μεταξύ τους, σχέσεις από τον, πανταχού παρόντα, αμερικανικό διπλωματικό παράγοντα.

Στα δεδομένα αυτά, θα πρέπει κανείς να προσθέσει και την τελμάτωση της ισραηλινο-παλαιστινιακής ειρηνευτικής διαδικασίας, η οποία περνά τη χειρότερη φάση από τη στιγμή της έναρξής της. Το αδιέξοδο στις ισραηλινο-παλαιστινιακές σχέσεις έχει προκαλέσει τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση των αραβικών χωρών, που επιρρίπτουν την άμεση ευθύνη της αποτυχίας στην ισραηλινή ηγεσία του Μπέντζαμιν Νετανιάχου και την έμμεση ευθύνη στην αμερικανική διαμεσολάβηση, που μοιάζει αδύναμη να προτείνει λύσεις, ενώ δε διστάζει να υποστηρίξει ανοιχτά το Ισραήλ. Η αραβική οργή εκφράστηκε σαφέστατα στην παρούσα κρίση του Κόλπου μέσα από την απροθυμία των αραβικών χωρών να παραχωρήσουν το έδαφός τους στα αμερικανικά στρατεύματα, ενόψει μιας ενδεχόμενης επέμβασης στο Ιράκ, θέμα που δεν είχε καν τεθεί κατά τον πόλεμο του Κόλπου το 1991, όταν η πλειοψηφία των αραβικών χωρών είχε στηρίξει την αμερικανική πολιτική.

Το δίλημμα της Ουάσιγκτον

Η στάση αναμονής που τηρεί η αμερικανική ηγεσία απέναντι στις εξελίξεις στον Κόλπο, παρά την ενίσχυση των στρατιωτικών της δυνάμεων και τους λεκτικούς διαξιφισμούς, απεικονίζει ξεκάθαρα τα στενά περιθώρια κινήσεων, που, στην πραγματικότητα, έχει. Ο Λευκός Οίκος πρέπει να επιλέξει ανάμεσα στη χρήση στρατιωτικής βίας σε βάρος του Ιράκ, η οποία θα αποκαταστήσει το κύρος του και θα ξεπλύνει την "προσβολή" της απέλασης των Αμερικανών επιθεωρητών ρισκάροντας τις σχέσεις του, τόσο με τις Ρωσία, Γαλλία και Κίνα, όσο και με τον αραβικό κόσμο, και στην αποδοχή μιας μέσης λύσης που θα προέλθει από τη διπλωματική πρωτοβουλία των υπολοίπων χωρών - μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και η οποία θα του εξασφαλίζει, μεν, καλές σχέσεις με τις σύμμαχες χώρες, αλλά θα σημάνει και την υποχώρησή του, έστω και σε μικρό βαθμό, απέναντι στον "ιρακινό εκβιασμό".

Με βάση το δίλημμα αυτό, πρέπει να αντιληφθεί κανείς και τη φημολογούμενη αμερικανο-βρετανική πρωτοβουλία σχετικά με την αύξηση των, προς πώληση, πετρελαϊκών ποσοτήτων, στα πλαίσια του προγράμματος του ΟΗΕ "πετρέλαιο αντί τροφίμων και φαρμάκων", που προβλήθηκε ως αντάλλαγμα προς τη Βαγδάτη για την ανάκληση των Αμερικανών επιθεωρητών. Πρόταση που αξίζει να σημειωθεί ότι απορρίφθηκε από την ιρακινή ηγεσία ως "το καρότο μιας πολιτικής μαστιγίου". Εύθραυστες ισορροπίες

Λαμβάνοντας κανείς υπόψη του όλες τις παραπάνω παραμέτρους, τείνει να συμφωνήσει με ορισμένους πολιτικούς αναλυτές, που έσπευσαν να εκτιμήσουν ότι η Βαγδάτη, αν μη τι άλλο, κέρδισε, σε πρώτη φάση, το διπλωματικό παιχνίδι. Ο Ιρακινός Πρόεδρος Σαντάμ Χουσεϊν μοιάζει να πέτυχε, τόσο τη διαπραγμάτευση του ζητήματος της χώρας του στο Συμβούλιο Ασφαλείας με ευνοϊκούς, γι' αυτόν, όρους με δεδομένο το διχασμό απόψεων και τη σύγκρουση συμφερόντων στους κόλπους του, αλλά και τον αποπροσανατολισμό της ιρακινής κοινής γνώμης από τα συμβαίνοντα στο εσωτερικό του Ιράκ, με αποτέλεσμα να του ανοίξει ο δρόμος για πάταξη της ιρακινής αντιπολίτευσης και των εκεί δημοκρατικών δυνάμεων χωρίς να διακινδυνεύει άμεσα την πρόκληση λαϊκής οργής.

Σε μία τόσο κρίσιμη αναμέτρηση ισχύος σε παγκόσμιο επίπεδο είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, τουλάχιστον επιπόλαιο να σπεύσει κάποιος να βγάλει συμπεράσματα είτε για το νέο, υπό διαμόρφωση, συσχετισμό δυνάμεων είτε για την τελική έκβαση της κρίσης στον Περσικό Κόλπο. Η διπλωματική αποκλιμάκωση της έντασης μοιάζει εξίσου πιθανή με την ανάληψη στρατιωτικής δράσης, για λόγους, που είναι πλέον σαφές ότι λίγο έχουν να κάνουν με την απέλαση των Αμερικανών επιθεωρητών από το Ιράκ και ακόμη περισσότερο με τον ιρακινό λαό. Η όποια εξέλιξη δεν οδηγεί απαραίτητα και άμεσα στην αναδιάρθρωση των ζωνών οικονομικής και πολιτικής επιρροής παγκοσμίως. Το μέλλον, άμεσο ή όχι, θα αναδείξει το νικητή της παγκόσμιας "παρτίδας" κατάκτησης ισχύος και θα διαμορφώσει το νέο, πιθανώς, σκηνικό επιρροής και εκμετάλλευσης ανά την υφήλιο.

Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ