Σάββατο 29 Αυγούστου 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Ο Αύγουστος που μας χάθηκε

Μετά από ένα θαμπό καλοκαίρι, κυλάει μέσα από τα χέρια μας και χάνεται ο Αύγουστος, σε ζεστές αγκαλιές που καλύφθηκαν από ήχους διαμαρτυρίας και ιαχές θριάμβου για το χρυσό και τα χάλκινα μετάλλια που λαμπηκάρησαν σε ατσαλένια στέρνα.

Το μουντομπάσκετ μάς άφησε γεια, οι κρίσεις και οι επικρίσεις κόπασαν και το πυρπολημένο από πυρκαγιές καλοκαίρι άρχισε ν' αργοπεθαίνει.

Εναν αργό, μακάβριο κι αγκυλωμένο θάνατο από την κόχη μιας σύριγγας. Το καλοκαίρι σβήνει σε δόσεις αιθαλομίχλης που εισπνέουμε με καλαμάκια αποσυμφόρησης. Ρουφάμε αργά και γευόμαστε με γλοιώδεις πικρόγλυκες γεύσεις, την καταστροφική μόλυνση του κορμιού μας, μετατρεπόμενοι σε κουφάρια ηδονικής χαύνωσης και παραλυσίας.

Οι θάλασσες που νέκρωσαν, ο αγέρας που μολύνθηκε και η μεγάλη ασθμαίνουσα πολιτεία, κατάντησε (την κατάντησαν) ανοχύρωτη κι απροστάτευτη. Μήτε βροχή, μήτε χιόνι, μήτε πυρκαγιά, μήτε καύσωνα μπορεί ν' αντέξει.

Ο Αύγουστος που χάνεται και οι τόνοι χαμηλώνουν, έτσι που μπορείς να ποδοπατήσεις ένα σκαθάρι και ν' ακούσεις το απαλό σούρσιμο του μοναχικού φύλλου της νερατζιάς στο ξερό αυλάκι.

Ο Αύγουστος που μας χάνεται και συ χαίρεσαι τους ερημικούς δρόμους της πόλης κάτω από ένα φιστικί φεγγάρι που σήκωσε θαρρείς απλόχερο μπόι και παράξενη θωριά από ξεχασμένους ήχους, τον παφλασμό των νανουρισμένων κυμάτων της ακρογιαλιάς και τη μουσική της συναυλίας που πασχίζει να ξυπνήσει θύμησες νοσταλγικές και συναισθήματα χαμένα.

Μόνο στις παρυφές, στα λιμάνια, στ' αεροδρόμια και τους σιδηροδρομικούς σταθμούς αυτών που φεύγουν, μεταφέρεται η ακαταστασία, η διάλυση, το χάος και η φαιδρότητα.

Η ελληνική ανοργανωσιά και προχειρότητα του άρπα - κόλλα και της κερδοσκοπίας καθώς και η αγωνιώδης προσπάθεια για την Αθήνα του 2004. Η ηγεσία της Εκκλησίας ανεμίζει τα χρυσοφόρα ράσα και ονειρεύεται χρυσά κλειδιά. Η εξουσία διακοπάται. Εχει βάλει λουκέτο και κινείται με μαγιό, βερμούδα και ψαθάκι, ανάμεσα Τήνου, Σίφνου και Μυκόνου, χωρίς να μας διαφεύγει το υπό υψηλή συνοδεία.

Αγιον Ορος, πίνοντας τίλιο σε ψηλά κολονάτα ποτήρια, ή τομέιτο τζους με ρούμι και πολλά παγάκια.

Βαδίζεις πυρπολημένος από δεσμίδες φώτων και επιγραφών, σχεδόν μελαγχολικός κι αδέσποτος, εν τούτοις γοητευμένος από την ακινησία της έρημης πόλης, σαν Καίσαρας κατακτητής ανύπαρκτων υπηκόων.

Το φαρμακείo που ψάχνεις δε διανυκτερεύει. Το μπακαλικάκι, ακόμα και το σουβλατζίδικο της γειτονιάς είναι κλειστά. Καλό καλοκαίρι. Καλές διακοπές. Θα ιδωθούμε τον Σεπτέμβρη.

Εχεις πάθει διαστροφή, έτσι όπως έχεις μάθει να ζεις εγκλωβισμένος σε αναθυμιάσεις ρύπων και οσμών, ώστε να σου κακοφαίνεται, ότι για λίγο μπορείς να υποπτευθείς την αύρα της θάλασσας να σου χαϊδεύει τα ξεραμένα σου μάγουλα.

Ο Αύγουστος που χάνεται κι ο ξενύχτης με την άδεια μπουκάλα στο χέρι, καθισμένος στο διπλανό παγκάκι, δε γνοιάζεται για το προχωρημένο της ώρας. Αναλογίζεται μόνο τη χαμένη του δουλιά και στο κοίλωμα του μπουκαλιού δεν καθρεφτίζεται καμιά ελπίδα.

Εκείνες οι σκιές που κινούνται στα μεσάνυχτα, είναι οι πρώτοι πρωινοί που τρέχουν στις δουλιές τους. Οι άνθρωποι της πρώτης βάρδιας. Οι νυχτοφύλακες, οι καθαρίστριες, οι οδοκαθαριστές.

Και μόνο εσύ κάθεσαι, νοσταλγείς και πικραίνεσαι για τον Αύγουστο που φεύγει.

Βασίλης ΛΙΟΓΚΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ