Τρίτη 4 Νοέμβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΠΑΝΤΗΣΗ 18ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ

Με αφορμή την οικονομική κρίση που διανύουμε, πολύ συχνά ακούγεται το όνομα του Κέυνς και ο όρος κεϋνσιανισμός, σαν αντίδοτο και αντίβαρο στο φαινόμενο των κρίσεων και του «νεοφιλελευθερισμού». Πόσο ακριβείς είναι παρόμοιου είδους εκτιμήσεις;

Ο Τζον Μέιναρντ Κέυνς (1883 - 1946) είναι ο Αγγλος οικονομολόγος που με το έργο του «Γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος» που έγραψε το 1936, κάτω από το βάρος των συνεπειών της κρίσης του 1929 - 33 και σε μια συγκεκριμένη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού, «ανακάλυψε» ότι το βασικό πρόβλημα του καπιταλιστικού συστήματος και ο λόγος που προκαλούνται οι περιοδικές οικονομικές κρίσεις, οφείλεται αποκλειστικά στην ανεπάρκεια της ζήτησης.

Κλασικός απολογητής του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και του εκμεταλλευτικού συστήματος, ο Κέυνς υποτίθεται πως επεξεργάστηκε μοντέλα της παρέμβασης του αστικού κράτους στην κατεύθυνση της αντικυκλικής πολιτικής. Της πολιτικής που θα οδηγούσε στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, χωρίς τις οικονομικές κρίσεις, οι οποίες πάντα συνοδεύονταν από τη χρεοκοπία τμημάτων της άρχουσας τάξης, ενώ πολύ συχνά απαιτούνταν πολύς χρόνος για την εκ νέου αποκατάσταση της απρόσκοπτης κερδοφορίας των επιχειρήσεων.

Η βάση των μοντέλων του εδράζονταν στην αρχή της λεγόμενης «ενεργού ζήτησης», δηλαδή της ζήτησης που θα μπορούσε να αποφέρει το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, μέσα από την αύξηση της συνολικής ζήτησης. Με δεδομένο όμως ότι η ζήτηση είναι πάντα περιορισμένη λόγω της συνεχούς μείωσης των λαϊκών εισοδημάτων, ο Κέυνς πρότεινε την αύξηση των κρατικών δαπανών, την επέκταση των δημοσίων έργων και την εξάπλωση της παρέμβασης στον κλάδο των υποδομών.

Βέβαια, οι θεωρίες του διαψεύστηκαν από τη ζωή, αποδεικνύοντας ότι η βασική οικονομική αντίθεση του καπιταλισμού όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται με τέτοιου είδους ρυθμίσεις, αλλά, τελικά, πάντα οξύνεται. Με αυτή την έννοια, αν η οικονομική κρίση του 1937 στις ΗΠΑ και σε ευρωπαϊκές καπιταλιστικές χώρες αποτέλεσε την πρώτη απάντηση στη δήθεν προοδευτική «αντικυκλική» πολιτική, το μεγάλο χτύπημα ήρθε από το ξέσπασμα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, με τον οποίο αποδείχτηκε ότι ανεξάρτητα από τις μεθόδους της καπιταλιστικής διαχείρισης, το κεφάλαιο, τελικά, επιχειρεί να λύσει τα οξυμένα του προβλήματα με τον πλέον γνωστό τρόπο ανακατανομής των αγορών: Τον πόλεμο.

Τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν τη μεταπολεμική περίοδο και η ανάγκη στήριξης του κεφαλαίου στις νέες συνθήκες, οδήγησαν το αστικό κράτος στην εντονότερη από ποτέ ανάμειξή του, σε διάφορους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Η πολιτική αυτή ονομάστηκε πλατιά κεϋνσιανή πολιτική. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για μια επιλογή απόλυτα συνυφασμένη με την εξάπλωση και εδραίωση του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Ηταν, ταυτόχρονα, μια επιλογή απόλυτα αναγκαία για το κεφάλαιο και την αναγκαιότητα του να καταφέρει και να εντείνει (εκείνη την περίοδο) με γρήγορους ρυθμούς, τις διαδικασίες συσσώρευσής του. Ηταν η πολιτική που, τελικά, στήριξε για μερικές δεκαετίες τους εκπροσώπους της οικονομικής ολιγαρχίας να δημιουργήσουν τις απίστευτου μεγέθους μονοπωλιακές ενώσεις, ευνόησαν τη συγκρότηση γιγαντιαίων πολυεθνικών, υποβοήθησε στο ξαναμοίρασμα των αγορών.

Στα τέλη της δεκαετίας του '70 (και χωρίς ποτέ βεβαίως ο καπιταλισμός να έχει απαλλαγεί από τις κρίσεις του), ο υψηλός βαθμός συσσώρευσης κεφαλαίων δημιούργησε νέες ανάγκες για κερδοφόρες τοποθετήσεις του κεφαλαίου.

Ως αντίδοτο, υποτίθεται στον κεϋνσιανισμό, προβλήθηκε η «νεοφιλελεύθερη» διαχείριση. Η περιβόητη οικονομία της αγοράς, που αυτή, με τους αυτοματισμούς της και τις ισορροπίες που δήθεν εξασφαλίζει, θα αποτελούσε το σύγχρονο «φάρμακο» για τις κρίσεις. Στην ουσία, επρόκειτο για μια πολιτική που ανέλαβε να εξασφαλίσει στο κεφάλαιο νέους τομείς για επενδύσεις και κέρδη και η οποία μπορεί να έγινε στο όνομα της απόσυρσης - παρέμβασης του κράτους στη διαμόρφωση των δεδομένων της αγοράς, ωστόσο συνοδεύτηκε και αποτέλεσε μια άνευ προηγουμένου κρατικομονοπωλιακή παρέμβαση, για την ανατροπή καταχτημένων ισορροπιών. Οι ιδιωτικοποιήσεις, το ξήλωμα του λεγόμενου «κοινωνικού κράτους», η ανατροπή στις εργασιακές σχέσεις, η αμφισβήτηση και ακύρωση όλων των λαϊκών δικαιωμάτων, ήταν το αποτέλεσμα της νέας μορφής παρέμβασης του αστικού κράτους, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι αξιώσεις των μονοπωλίων. Μαζί οι συνεχείς και κλιμακούμενες παρεμβάσεις σε τομείς όπως οι μισθοί, το φορολογικό σύστημα, τα κίνητρα για τις επιχειρήσεις, οι διάφοροι νόμοι στήριξης του κεφαλαίου κ.ο.κ. Παρεμβάσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν με τη συγκρότηση διακρατικών καπιταλιστικών ενώσεων, όπως η ΕΕ και τα «τέκνα» της: Η Συνθήκη του Μάαστριχτ και η «απελευθέρωση» των αγορών, η Λευκή Βίβλος για την Εργασία, την Παιδεία κλπ.

Μπορεί η τωρινή κρίση να ξαναζέστανε τη συζήτηση για τον «κεϋνσιανισμό» ως αντίβαρο στο «νεοφιλελευθερισμό», ωστόσο, εκείνο που έχει ουσιαστική σημασία, είναι να μπορούμε να ξεχωρίζουμε ότι και στη μία και στην άλλη περίπτωση, λόγος γίνεται για μορφές διαχείρισης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, που ανάλογα με τις κάθε φορά ανάγκες του συστήματος, και οι δύο αποβλέπουν και επιδιώκουν τη στήριξη και διαιώνιση του καπιταλισμού ως συστήματος.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ