Πέμπτη 16 Νοέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Για ένα θεμελιακά νέο δημιούργημα στην Ευρώπη

«Είμαστε πεπεισμένοι... ότι το σοσιαλιστικό κράτος δεν μπορεί να ενσαρκωθεί στους θεσμούς του καπιταλιστικού κράτους, αλλά ότι είναι βασικά ένα νέο δημιούργημα σε σχέση με αυτούς τους θεσμούς...» (Α. Γκράμσι: Η κατάκτηση του κράτους)

Με τη συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας στη Ρώμη στα 1957, οι κύριες καπιταλιστικές δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης επιχείρησαν, μέσα σε ένα φόντο ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης, να συγκεντρώσουν τους πόρους και τις οικονομίες τους για να αντιμετωπίσουν την οικονομική, πολιτική και διπλωματική αδυναμία της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, να αποφύγουν τις κοινωνικές αναταραχές και τις απειλές ενός ισχυρού εργατικού κινήματος, ν' αντιπαραθέσουν τις αντιφάσεις του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.

Τη σύγχρονη περίοδο - περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην ανθρώπινη ιστορία - οι παραγωγικές δυνάμεις ασφυκτιούν όχι μόνο μέσα στα πλαίσια της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά και στα όρια του εθνικού κράτους, η ύπαρξη του οποίου εμποδίζει την ολόπλευρη και ισόρροπη για τον άνθρωπο και τη φύση ανάπτυξη της κοινωνίας. Οι παραγωγικές δυνάμεις έχουν ουσιαστικά και αμετάκλητα αναπτυχθεί σε δυσαναλογία με τα πλαίσια του εθνικού κράτους και έχουν πάρει παγκόσμιες διαστάσεις. Από την άποψη αυτή η τάση για οικονομική και πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, όπως άλλωστε και της Β. Αμερικής, μέσω της NAFTA, αντιπροσωπεύουν τις ανάγκες των επιμέρους εθνικών οικονομιών να ξεπεράσουν τους φραγμούς των τελωνειακών και κρατικών συνόρων. Οι επιχειρηματίες σ' ολόκληρο τον κόσμο και ιδιαίτερα οι Ευρωπαίοι - στην ουσία τα μεγάλα υπερεθνικά μονοπώλια - συμπεριφέρονται εδώ και δεκαετίες όπως ο Μαρξ είχε προβλέψει στο «Κεφάλαιο». Οι συνθήκες που υπογράφονται, από την ιδρυτική διακήρυξη του 1957 μέχρι αυτές του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ, αποτελούν το θεσμικό πλαίσιο της διαδικασίας συγκεντροποίησης του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

Το γεγονός ότι η συγκρότηση της «ενιαίας Ευρώπης» γίνεται από τα «πάνω» και σε καπιταλιστική βάση, αποκαλύπτει απλά την αδυναμία των νέων κοινωνικών δυνάμεων να εκπληρώσουν τον ιστορικό τους ρόλο: Ν' απαλλάξουν την ανθρωπότητα από την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και το εθνικό κράτος.

Στην ιστορία έχει συμβεί περισσότερο από μια φορά, όταν οι νέες κοινωνικές δυνάμεις δεν είναι αρκετά ισχυρές ή ώριμες για να λύσουν έγκαιρα τα ιστορικά καθήκοντα που έχουν ωριμάσει, τότε αναλαμβάνουν τη λύση των προβλημάτων αυτών οι συντηρητικές δυνάμεις του παρελθόντος. Στη Γερμανία ο Βίσμαρκ και οι γαιοκτήμονες «γιούνγκερ» ενοποίησαν - έπειτα από την αποτυχία της δημοκρατικής επανάστασης του 1848 - τα επιμέρους γερμανικά κρατίδια σ' ένα ενιαίο κράτος και από την άποψη αυτή επιτέλεσαν ένα καθήκον που η ιστορία είχε αναθέσει στη βιομηχανική αστική τάξη. Στην Ιαπωνία, στα 1868, η επανάσταση από τα πάνω της «Αυτοκρατορικής Παλινόρθωσης», μια παραμορφωτική αστική επανάσταση, ανατρέποντας το παμπάλαιο καθεστώς και τις καθυστερημένες δομές, συντέλεσε στην επικράτηση των καπιταλιστικών σχέσεων στα ιαπωνικά νησιά. Κατά τον ίδιο τρόπο, η τάση για ενοποίηση της Ευρώπης μέσα από την άρση των εθνικών συνόρων - ένα ιστορικό καθήκον των δυνάμεων της εργασίας - εκφράζεται στρεβλά, μέσα από αντιφάσεις και υποχωρήσεις, από τις δυνάμεις του κεφαλαίου. Ο καπιταλισμός, από την ίδια τη λογική της ανάπτυξής του, δεν μπορεί πλέον να υπάρχει σε μία μόνο χώρα. Δεν είναι τυχαίο ότι ανάμεσα στις κυρίαρχες δυνάμεις επικράτησε η τάση για συσπείρωση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, σε βάρος των αστικών τμημάτων που επέμεναν στην εθνική ιδιοκτησία του κεφαλαίου.

Είναι πλέον φανερό ότι στα πλαίσια του συστήματος δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια «ανεξάρτητη πορεία». Οι συνεχείς συγχωνεύσεις και συνεργασίες των πιο βιώσιμων ελληνικών επιχειρήσεων με τις αντίστοιχες, κατά κύριο λόγο, ευρωπαϊκές φανερώνουν ότι το ελληνικό κεφάλαιο όχι μόνο δεν «αποδεσμεύεται», αλλά υιοθετεί, όλο και περισσότερο, τόσο στο οικονομικό όσο και στο πολιτικό πεδίο τον «ευρωπαϊκό δρόμο». Ο ελληνικός καπιταλισμός, όπως άλλωστε και κάθε εθνικός καπιταλισμός, στρέφεται όλο και πιο πολύ, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, προς τα «έξω», προς την παγκόσμια οικονομία, προς τις πιο ισχυρές οικονομικές ενώσεις. Η Ευρώπη δεν είναι απλά ένας γεωγραφικός, αλλά ένας οικονομικός όρος, ασύγκριτα πιο συγκεκριμένος από την παγκόσμια αγορά. Οι Ελληνες επιχειρηματίες φαίνεται ότι έχουν κατανοήσει πλήρως αυτή την πραγματικότητα. Είναι ουτοπία να θες να δημιουργήσεις μέσα στα εθνικά πλαίσια και με αστικούς όρους ένα αύταρκες σύστημα.

Ο Μαρξ σε μια ανάλογη συζήτηση που απασχόλησε το δημοκρατικό και αριστερό κίνημα της Ευρώπης στα μέσα του 19ου αιώνα, ενώ υπέβαλε σε αυστηρή κριτική την ελευθερία του εμπορίου - που απέβλεπε και αυτή στην άρση των παράλογων τελευταίων φραγμών και σε μια φάση επέκτασης και συγκέντρωσης του κεφαλαίου - δεν πρότεινε την επιστροφή στο παρελθόν: «Μην νομίσετε κύριοι - τόνισε τότε ο Μαρξ - πως κάνοντας κριτική της εμπορικής ελευθερίας έχουμε σκοπό να υπερασπίσουμε το προστατευτικό σύστημα».

Μια αυτάρκης ή αυτοδύναμη καπιταλιστική Ελλάδα, όπως άλλωστε και μια αυτάρκης Γερμανία, είναι αδύνατον ουσιαστικά να υπάρξουν. Οι δύο χώρες πρέπει να αποτελέσουν μέρος μιας ανώτερης ενότητας. Το ζήτημα είναι με ποιους όρους θα γίνει αυτή η ενότητα. Με τους όρους των δυνάμεων του κεφαλαίου - αν υποθέσουμε ότι αυτή μπορεί τελικά να ολοκληρωθεί - ή με τους όρους των δυνάμεων της εργασίας;

Οι δυνάμεις της εργασίας είναι χωρίς αμφιβολία σε αδυναμία να ενοποιήσουν την Ευρώπη με τους δικούς τους όρους. Οι αστικές δυνάμεις δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να προσπαθούν να καλύψουν το κενό. Σημαίνει αυτό, όμως, ότι η Αριστερά πρέπει ν' αντιταχθεί στην καπιταλιστική ολοκλήρωση, υποστηρίζοντας «εθνικές» λύσεις μέσα στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος;

Ο Μαρξ, αναφερόμενος στην ελευθερία του εμπορίου, έδωσε απάντηση για τη στάση που έπρεπε να υιοθετήσει το αριστερό και εργατικό κίνημα απέναντι σε διαδικασία που δεν μπορούσε, για διάφορους ιστορικούς λόγους, να ελέγξει: «Αλλά στις ημέρες μας - υποστήριζε στα 1848 ο Μαρξ - το σύστημα της ελευθερίας του εμπορίου είναι καταστροφικό. Διαλύει τις παλιές εθνικότητες και σπρώχνει στο έπακρο τον ανταγωνισμό ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο. Με μια λέξη, το σύστημα της εμπορικής ελευθερίας σπρώχνει στο έπακρο την κοινωνική επανάσταση. Μονάχα με αυτή την επαναστατική έννοια, κύριοι, ψηφίζω υπέρ της ελευθερίας του εμπορίου».

Κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού

Η μακρά μεταπολεμική άνθηση - βασισμένη στην κεϋνσιανή λογική της καπιταλιστικής διαχείρισης και του κρατικού παρεμβατισμού - αν και οδήγησε σε μια χωρίς ιστορικό προηγούμενο έκρηξη στο επιστημονικό και τεχνολογικό πεδίο με τη δημιουργία νέων βιομηχανικών κλάδων, στην πληροφορική, τη βιοτεχνολογία, τη γενετική κ.λπ., καθώς και σε ανάπτυξη το παγκόσμιο εμπόριο και οικονομία, προκάλεσε, τελικά, μια έκρηξη του πληθωρισμού και τεράστια ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς, που υπονόμευαν τη βάση της καπιταλιστικής οικονομίας. Κάτω απ' αυτούς τους όρους οι κυρίαρχες αστικές δυνάμεις εγκατέλειψαν τις «επεκτατικές» θεωρίες της «πολιτικής της ζήτησης» που πρέσβευε ο Τζον Μέυναρντ Κέυνς και υιοθέτησαν τις σαθρές «μονεταριστικές» αντιλήψεις του Μίλτον Φρίντμαν.

Οι αστοί οικονομολόγοι που την προηγούμενη ιστορική περίοδο θεωρούσαν το κράτος σαν πηγή σωτηρίας, τώρα το αντιμετωπίζουν σαν αιτία όλων των δεινών και για το λόγο αυτό προτείνουν τη δραστική του μείωση, στο όνομα μιας πολιτικής που απαιτεί «ισχυρή οικονομία» και «ισορροπημένους προϋπολογισμούς».

Ο νεοφιλελευθερισμός, αυτή η βάρβαρη εκδοχή του καπιταλισμού, έγινε τα τελευταία χρόνια η κυρίαρχη πολιτική σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Ωστόσο, η επιλογή αυτή έγινε δυνατόν να υιοθετηθεί λόγω και των σοβαρών αλλαγών στους συσχετισμούς δυνάμεων, που επέφερε η πτώση των χωρών που για δεκαετίες κυριαρχούσε ο «υπαρκτός σοσιαλισμός», καθώς και η συντριβή των μεγάλων κοινωνικών οραμάτων και των προοπτικών για μια νέα κοινωνία. Οι λάμψεις της μεγάλης Οχτωβριανής Επανάστασης, καθώς και των άλλων μεγάλων ιστορικών γεγονότων που σφράγισαν την προηγούμενη ιστορική περίοδο, έχουν ξεθωριάσει στη συνείδηση της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων σ' ολόκληρο τον κόσμο. Οι δυνάμεις του σοσιαλισμού και των μεγάλων κοινωνικών αλλαγών βρίσκονται ακόμα σε φάση ιδεολογικής (κυρίως) υποχώρησης.

Στην ιστορία του κεφαλαίου κάθε διαδικασία συγκεντροποίησης είναι μια αντιφατική, σκληρή και ιδιαίτερα επώδυνη για τα πλατιά στρώματα των εργαζομένων, διαδικασία. Στην πορεία ενοποίησης, ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός ενεργεί με τις δικές του άναρχες και βάρβαρες μεθόδους που εντείνουν τις αντιθέσεις σε όλα τα επίπεδα της εθνικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής.

Η νεοφιλελεύθερη αντίληψη για τη λεγόμενη ευρωπαϊκή σύγκλιση, που υιοθέτησαν οι κυρίαρχες δυνάμεις, θα έχει, αν υλοποιηθεί βέβαια, για τους Ευρωπαίους εργαζόμενους, τις συνέπειες που είχαν στο παρελθόν, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η πρώτη και η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση. Η εκτεταμένη ανεργία, η καταστροφή παραδοσιακών τμημάτων της εργατικής τάξης, η αύξηση των στρωμάτων που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, τα φαινόμενα περιθωριοποίησης - ιδιαίτερα στους νέους, τις γυναίκες, τους μετανάστες - που οδηγούν στις κοινωνίες των 2/3 και ακόμα του 1/3, η αναδιάρθρωση των εργασιακών κοινωνικών κατακτήσεων, καθώς και η παρακμή ολόκληρων γεωγραφικών περιοχών, που καταδικάζονται στην υπανάπτυξη είναι μόνον η ορατή πλευρά των συνεπειών από τις αναδιαρθρώσεις που επιζητούν και επιβάλλουν οι συνθήκες του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ, καθώς και η ΟΝΕ.

Αυτή η Ευρώπη είναι η Ευρώπη του κεφαλαίου και της εκμετάλλευσης. Δεν είναι η δική μας Ευρώπη.

Για μια νέα προοπτική

Το σύνολο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας - και μαζί μ' αυτήν οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του Συνασπισμού - αποδέχτηκαν τις διαδικασίες της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, επικυρώνοντας τις συμφωνίες του Μάαστριχτ και αποδεχόμενες την ΟΝΕ. Στην ουσία η ευρωπαϊκή ενοποίηση αποτελεί το προϊόν σύγκλισης του ανελέητου αστικού νεοφιλελευθερισμού και της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας στο στάδιο του γεροντικού - με όρους ιστορικής προοπτικής - μαρασμού της. Είναι φανερό όμως ότι η πρόταση όσων διαφωνούν εξ αριστερών με τις σημερινές διαδικασίες ευρωπαϊκής ενοποίησης, δεν είναι η επιστροφή στην «ανεξαρτησία» του εθνικού κεφαλαίου, αλλά η υπομονετική εξήγηση ότι η εναλλακτική πρόταση στην Ευρώπη των συμφωνιών του Μάαστριχτ, του Αμστερνταμ και της περιβόητης ΟΝΕ, είναι μια «άλλη Ευρώπη», από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια, απαλλαγμένη από τις εθνικές διαιρέσεις και την καπιταλιστική εκμετάλλευση.

Χωρίς αμφιβολία, η ευρωπαϊκή αριστερά οφείλει ν' αντισταθεί στις αστικές, νεοφιλελεύθερου τύπου με σοβαρά προβλήματα δημοκρατικού ελλείμματος, διαδικασίες ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ωστόσο, η αντίθεση αυτή δε σημαίνει άμβλυνση της αντίθεσης στην καπιταλιστική ολοκλήρωση και τον περιορισμό της σε μια απλή άρνηση του νεοφιλελευθερισμού - σ' ένα νέο τύπο νεοκεϋνσιανισμό - αντίθετα είναι διαλεκτικά συνδεδεμένη με την προοπτική ενός θεμελιακά νέου ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Με τη σοσιαλιστική προοπτική που αποτελεί, με ιστορικούς όρους, τη μόνη εναλλακτική πρόταση στις αστικές διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο ίδιος ο βαθμός διεθνοποίησης του κεφαλαίου και, μέχρις ενός σημείου, των πολιτικών θεσμών, επιβάλλει, σχεδόν με όρους επιβίωσης, την αντίστοιχη διεθνοποίηση της δράσης του εργατικού κινήματος. Ο σοσιαλισμός είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά όχι ένας εθνικός, αλλά ένας ευρωπαϊκός στόχος.

Αν και κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει από τώρα, περίοδο σύγχυσης και υποχώρησης του κινήματος, τους δρόμους - την πολυπλοκότητα και την ανισομέρεια των μορφών - μετάβασης (για παράδειγμα ποιος μπορεί ν' αποκλείσει στο μέλλον η καπιταλιστική αλυσίδα να σπάσει όχι σ' ένα αδύναμο, αλλά σ' έναν ισχυρό κρίκο, όπως είναι για παράδειγμα η Γαλλία ή Γερμανία;), εντούτοις η προοπτική της σοσιαλιστικής Ευρώπης μπορεί και πρέπει ν' αποτελέσει τον ιστορικό στόχο της πολιτικής δράσης για την ελληνική και ευρωπαϊκή αριστερά και ιδιαίτερα για την κομμουνιστική εκδοχή της.

Μήπως αυτό σημαίνει, όμως, ότι το ελληνικό κίνημα θα πρέπει να «περιμένει» μέχρις ότου ωριμάσουν οι ευρωπαϊκοί όροι μετάβασης και τότε να πραγματοποιήσει, από κοινού με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, την κοινωνική αλλαγή; Ασφαλώς, όχι. Αν και η εκτεταμένη καπιταλιστική διεθνοποίηση απαιτεί όλο και περισσότερο διεθνείς λύσεις, ωστόσο η πάλη στο εθνικό πεδίο αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο.

Ο Ν. Πουλαντζάς, από τις αρχές της δεκαετίας του '70, εύστοχα σημείωνε ότι «είδαμε όμως ότι η διεθνοποίηση του κεφαλαίου δεν προκαλεί μια "υπερ-εθνική" συγχώνευση των κεφαλαίων. Αυτό όμως είναι μόνο η μια όψη του προβλήματος. Τι γίνεται από την πλευρά της εργατικής τάξης των ευρωπαϊκών χωρών; Στην πραγματικότητα ενώ οι αγώνες των λαϊκών μαζών ξετυλίγονται σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά με φόντο το διεθνή χώρο και καθορίζουν τις συγκεκριμένες συγκυρίες ενώ η κοινωνικοποίηση της εργασίας και η εγκαθίδρυση παγκόσμιων σχέσεων παραγωγής δυναμώνουν αντικειμενικά τη διεθνή αλληλεγγύη των εργαζομένων, ενώ δηλαδή στην ουσία ο αγώνας τους είναι διεθνής, η εθνική μορφή είναι εκείνη που προέχει. Τούτο, αντίθετα απ' ό,τι υποστηρίζουν οι διάφορες ιδεολογίες της "παγκοσμιοποίησης" οφείλεται, κατά ένα μέρος, στην άνιση ανάπτυξη και στις συγκεκριμένες ιδιομορφίες του κάθε κοινωνικού σχηματισμού, κατά συνέπεια σε γνωρίσματα που ανάγονται στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού».

Από την άποψη αυτή η προτεραιότητα για το ελληνικό κίνημα δεν είναι η «αναμονή» μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι διαδικασίες ευρωπαϊκής ενοποίησης - όπως λανθασμένα υποστηρίζουν ορισμένοι «ευρωπαϊστές» της καθ' ημάς αριστεράς - αλλά η αντικαπιταλιστική προοπτική - η πάλη για την κοινωνική αλλαγή στη χώρα.

Ωστόσο, η πάλη στο εθνικό πεδίο πρέπει ν' αποτελεί όχι το τέλος, αλλά την αρχή μιας πορείας - που αποτελεί με ιστορικούς όρους μια επαναστατική διαδικασία - και είναι συνδυασμένη με το συντονισμό των αγώνων, με προοπτική την κοινωνική αλλαγή σε ευρωπαϊκό και τελικά σε διεθνές επίπεδο. Αν ο καπιταλισμός δεν μπορεί πλέον να υπάρξει σε μια μόνο χώρα, ακόμα περισσότερο δεν μπορεί να υπάρξει ο σοσιαλισμός.

Συνοψίζοντας: Η πλήρης και ολοκληρωτική αντίθεση στην ευρωπαϊκή καπιταλιστική ολοκλήρωση είναι, κατά την άποψή μας, συνδυασμένη με την πρόταση για την ανάγκη ενός θεμελιακά νέου δημιουργήματος στην Ευρώπη - με τον επαναπροσδιορισμό του οράματος μιας νέας απελευθερωτικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας αυτοδιαχειριζόμενου, δημοκρατικού και οικολογικού σοσιαλισμού, με νέες αξίες και κινητήριες δυνάμεις χωρίς καπιταλιστική εκμετάλλευση και ανισότητες. Με κοινωνικοποιημένες μορφές ιδιοκτησίας και διανομής. Με αποκεντρωμένες μορφές σχεδιασμού και διεύθυνσης. Με αυτοδιαχείριση και άμεση συμμετοχή των ίδιων των παραγωγών και των πολιτών. Με τον εργατικό έλεγχο βασισμένο στα συμβούλια των εργαζομένων. Με διευρυνόμενες και ενισχυμένες μορφές άμεσης και αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Με νέες ισότιμες σχέσεις στα δύο φύλα. Με λογικές ανάπτυξης και ποιοτικά κριτήρια που θα επιβάλλουν το συνδυασμό του περιβάλλοντος, την προστασία της οικολογικής ισορροπίας και την ουσιαστική αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής. Για μια κοινωνία απελευθερωτική που θα βάλει νέες βάσεις στις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και στις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Για μια σοσιαλιστική Ελλάδα σε μια σοσιαλιστική Ευρώπη.


Του
Τάκη ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
Ο Τάκης Μαστρογιαννόπουλος είναι μέλος της Γραμματείας της Κομμουνιστικής Ανανέωσης και το άρθρο του στάλθηκε ως συμβολή στον προβληματισμό ευρύτερων δυνάμεων πάνω στις Θέσεις για το 16ο Συνέδριο


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ