Πληροφορίες, πιπεράτες κάποιες. Χαρακτηρισμοί για ξένους ηγέτες, σκαιοί συχνά. Επιβεβαιώσεις. Διαβεβαιώσεις. Τα πάντα περιέχονται στα διαβαθμισμένα, είτε εμπιστευτικά είτε απόρρητα, διπλωματικά τηλεγραφήματα από περίπου 300 πρεσβείες των ΗΠΑ ανά την υφήλιο προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ που δίνει στη δημοσιότητα, εδώ και μία βδομάδα, η ιστοσελίδα Wikileaks, ή επεξεργασμένα παρουσιάζονται από διεθνή ΜΜΕ, όπως οι εφημερίδες New York Times, El Pais, Guardian, Le Monde και το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel. Και παρουσιάζονται καθώς τα συγκεκριμένα διεθνή ΜΜΕ είχαν εκ των προτέρων στη διάθεσή τους μέρος των εγγράφων. Μέχρι στιγμής, έχουν δοθεί στη δημοσιότητα λιγότερα από 700, ενώ η δημοσιοποίηση των 251.287 διπλωματικών εγγράφων θα διαρκέσει μήνες καθώς φαίνεται.
Για να μπορέσουν να αξιολογηθούν συνολικά, όταν και όποτε δημοσιοποιηθούν τόσες εκατοντάδες χιλιάδες έγγραφα, θα πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα: Ποιος ωφελείται; Το μόνο δεδομένο, μέχρι στιγμής, είναι ότι η υπουργός Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον είναι η κύρια «χαμένη». Αποτελεί άραγε ένδειξη αντίθεσης ότι η κυβέρνηση του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα αντιδρά σαν «παραζαλισμένη», δίχως απαντήσεις, με τη Χίλαρι Κλίντον να δίνει προς όλους τους ξένους ηγέτες εξηγήσεις και να ζητά συγγνώμη.
Υπό αυτό το σκεπτικό και μόνο από ένα πολύ μικρό μέρος των ήδη δημοσιευμένων τηλεγραφημάτων:
Καταρχήν, δεν πρόκειται για αποκάλυψη, καθώς ειδικά για τη Σαουδική Αραβία, οι θέσεις της έναντι του Ιράν ήταν γνωστές. Μόλις τον περασμένο Ιούνη, η εφημερίδα New York Times αποκάλυπτε ότι η Σαουδική Αραβία είχε προχωρήσει στη διεξαγωγή άσκησης για την απενεργοποίηση των συστημάτων αεράμυνας. Στόχος εκείνης της άσκησης ήταν η διευκόλυνση ισραηλινών μαχητικών αεροσκαφών στο πλαίσιο μιας υποθετικής επίθεσης της ισραηλινής πολεμικής αεροπορίας στο Ιράν για την καταστροφή των πυρηνικών του εγκαταστάσεων.
Επιπροσθέτως, εμφανίζονται οι ΗΠΑ «πιεζόμενες» για την επίθεση εναντίον του Ιράν από τρίτα μέρη. Κάτι που έχει «θετικές συνέπειες», όσον αφορά στις ιμπεριαλιστικές τους επιδιώξεις έναντι του Ιράν. Σε διάφορες αναφορές στο Ισραήλ, περιγράφεται ως «επίμονο» στην προσπάθειά του να διατηρήσει το περιφερειακό πυρηνικό του μονοπώλιο, ως χώρα με ετοιμότητα να επιτεθεί ακόμη και μόνη της κατά του Ιράν, και ότι κάνει απόπειρες να επηρεάσει την αμερικανική πολιτική. Ολες οι αναφορές χαρακτηρίζονται από έντονη δόση «μοιρολατρίας», ότι δεν μπορούν οι ΗΠΑ να κάνουν κάτι να το αποτρέψουν... Την ίδια στιγμή, σιγήν ιχθύος για τα εγκλήματά του στην Παλαιστίνη και την ευρύτερη Μέση Ανατολή και το ρόλο που διαδραματίζει συνολικότερα.
Από την άλλη πλευρά, δεν ήταν «γνωστό» ότι η Κίνα κατά την εκτίμηση πάντα του Νοτιοκορεάτη υφυπουργού Εξωτερικών προς τον Αμερικανό πρέσβη, Τσουν Γιουνγκ Γου, είναι «έτοιμη να εγκαταλείψει τη Βόρεια Κορέα», θα δεχόταν την ενοποίηση της κορεατικής χερσονήσου, καθώς όπως αναφέρει το ίδιο έγγραφο, ο Τσουν πιστεύει πως οι διοικούντες το ΚΚ της Κίνας «δε θεωρούν πλέον τη Βόρεια Κορέα ως ένα χρήσιμο, ή αξιόπιστο σύμμαχο». Εξάλλου, πάντα κατά τις εκτιμήσεις του Νοτιοκορεάτη αξιωματούχου η Κίνα «δε θα είναι ικανή να σταματήσει την κατάρρευση της Βορείου Κορέας έπειτα από το θάνατο του ηγέτη της Κιμ Γιονγκ Ιλ».
«Εκτιμήσεις» και «πληροφορίες» που επίσης έχουν ευεργετικές συνέπειες για τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των ΗΠΑ στην περιοχή, δεδομένης της πολεμικής έντασης που συνεχώς ανεβαίνει στην Κορεατική Χερσόνησο.
Η «τρομοκρατία» εξακολουθεί να αποτελεί κεντρικό ζήτημα της αμερικανικής διπλωματίας και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αλλά και ειδικά η υπουργός Εξωτερικών, Χίλαρι Κλίντον, με οδηγία της, το 2009, ζητά να συγκεντρωθούν «προσωπικές, βιογραφικές, βιομετρικές πληροφορίες, στοιχεία για ρόλους, αποτελεσματικότητα, στιλ διαχείρισης και επιρροή σημαντικών αξιωματούχων του ΟΗΕ», αλλά και του ΓΓ, Μπαν Κι Μουν, και οτιδήποτε που να αποδεικνύει οποιαδήποτε σχέση αξιωματούχων του ΟΗΕ και τρομοκρατικών ομάδων.
Η έκθεση Γιόρενς πετάχτηκε στα σκουπίδια και το πραξικόπημα «εξαφανίστηκε» από τις ΗΠΑ με «προσωπική» επιλογή της Κλίντον και του κύκλου της, σε τρία βήματα: Επισήμως ποτέ δε χαρακτηρίστηκε πραξικόπημα, ο Γιόρενς επέστρεψε στο πόστο του με σαφείς εντολές να προωθήσει την ατζέντα των «ελεύθερων, δίκαιων και διαφανών εκλογών» και την προπαγάνδα για τη νομιμοποίησή τους και τέλος με την εκστρατεία νομιμοποίησης της κυβέρνησης του Πορφίριο Λόμπο και την πλήρη αποκατάσταση της βοήθειας.
Κατά τα έγγραφα, υπάρχει διαμάχη στην ηγεσία του ΑΚΡ, που χρονολογείται ήδη από το 2005, μεταξύ Ερντογάν και του Προέδρου Αμπντουλάχ Γκιούλ, με τον Πρόεδρο να προσπαθεί να επεκτείνει την επιρροή του μέσα στο κόμμα. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, περιγράφεται ως «ιδιαίτερα επικίνδυνος», ενώ στην Ουάσιγκτον υπάρχει ανησυχία, όσον αφορά στο φερόμενο «νεο-οθωμανικό» του δόγμα... Κωδικοποιημένο έγγραφο αναφέρει την εμπλοκή της Αγκυρας στη χρηματοδότηση μιας βομβιστικής επίθεσης σε γέφυρα στη Βαγδάτη, κάνοντας ουσιαστικά λόγο για εκρηκτικά που διοχετεύθηκαν από την Τουρκία σε «τρομοκράτες» με έδρα στο Ιράκ. Σε άλλο εμπιστευτικό τηλεγράφημα της 27ης Ιανουαρίου για την υπόθεση «Βαριοπούλα», αναφέρεται ότι οι στρατιωτικοί αντιλαμβάνονταν ότι τα πραξικοπήματα δεν είναι αρεστά στην κοινή γνώμη, εξ ου και μελετούσαν σειρά σεναρίων που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την επέμβασή τους. Προστίθεται ότι είχαν σχεδιάσει αυτήν την επιχείρηση, που προέβλεπε βομβιστικές επιθέσεις σε τζαμιά, για να προκληθεί ένταση που θα εξελισσόταν σε κρίση με την Ελλάδα, ώστε να μπορεί να εμπλακεί ο στρατός.
Εκφράζονται, επίσης, παράπονα για τη δήθεν «φοβική» και «καθόλου καλή συμπεριφορά της Ελλάδας στους ΝΑΤΟικούς συμμάχους», ενώ ακόμα υπάρχουν ανησυχίες για την «κλιμακούμενη εγκληματικότητα», την αυξημένη «τρομοκρατία» και τους «επικίνδυνους και ακραίους ισλαμικούς θύλακες στην καρδιά της Αθήνας». Για την περίπτωση της ΠΓΔΜ, εκφράζονται απόψεις Γάλλων διπλωματών ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου θα είναι πιο «ευέλικτη».
Και ενώ οι «αποκαλύψεις» είναι ακόμη στην αρχή, το κέντρο βάρους έχει μετατοπιστεί: στο κυνηγητό από την Ιντερπόλ του ιδρυτή του Wikileaks Τζούλιαν Ασάντζ (πρόκειται για Αυστραλό που ξεκίνησε ως χάκερ και έχει στήσει δίκτυο σε όλο τον κόσμο) αλλά και τα ερωτηματικά εάν τελικά είναι παράνομη η δημοσιοποίησή τους ή όχι. Στις ΗΠΑ, ωστόσο, υπό το σκεπτικό ότι «βρίσκονται υπό επίθεση και ο εχθρός είναι εσωτερικός, ο οποίος μάλιστα στοχεύει στον πιο ευάλωτο τομέα της εθνικής ασφάλειας: τις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ» αρχίζουν να γίνονται ορατές οι παράπλευρες απώλειες της δημοσιοποίησης, το κυνηγητό, το κλείσιμο ιστοσελίδων και η περαιτέρω καταστολή έχει ήδη αρχίσει.