Τετάρτη 23 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Να πληρώσει η πλουτοκρατία

Φαίνεται πως το πρόβλημα με το «Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης» τείνει να επικεντρωθεί σε ένα και μοναδικό ζήτημα: Στη χρηματοδότησή του και μάλιστα μεμονωμένα στο σκέλος των συντάξεων. Για την κυβέρνηση, τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, τους μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά και την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, αυτό που είναι ζητούμενο, δεν έχει σχέση με ένα σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, δημόσιο, υποχρεωτικό, καθολικό, που θα παρέχει συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη, προνοιακές υπηρεσίες σύμφωνα με τις ανάγκες των εργατικών των λαϊκών οικογενειών, αλλά με τους πόρους, τη χρηματοδότησή του, για τη σωτηρία του υπάρχοντος, το οποίο δεν ανταποκρίνεται σ' όλα τα παραπάνω.

Βεβαίως και η χρηματοδότησή του είναι από τα πιο σημαντικά ζητήματα. Αλλά η ολοκληρωμένη αντιμετώπισή του βάζει το ερώτημα «ποιος πληρώνει;». Οσοι παράγουν και αναπαράγουν την αστική προπαγάνδα επικεντρώνουν ολοένα και περισσότερο στο «πού θα βρεθούν τα 800 δισ. που ζητά ως κρατική χρηματοδότηση κατ' έτος η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, διότι κατά την εκτίμησή της τόσα χρειάζονται τα ασφαλιστικά ταμεία για να «σωθούν». Η πλειοψηφία των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν ότι το κρίσιμο σημείο είναι η επέκταση του νόμου Σιούφα, ο οποίος για τους μετά του 1993 ασφαλισμένους καθιέρωσε την τριμερή χρηματοδότηση, (εργάτες, εργοδότες κράτος), αλλά μείωσε και τις κατώτερες συντάξεις, να επεκταθεί και για τους πριν το 1993 ασφαλισμένους. Απ' αυτό εξαρτούν τη «σωτηρία» της ασφάλισης και επειδή, επαναλαμβάνουν, εργοδότες και εργάτες συνεισφέρουν, πρέπει να συνεισφέρει και το κράτος. Σ' αυτό πρέπει να δεσμευτεί η κυβέρνηση διατείνονται, προκειμένου να υπάρξει βάση έναρξης του διαβόητου κοινωνικού διαλόγου.

Δε θα σταθούμε εδώ, στο αν πράγματι αρκεί ή δεν αρκεί αυτό που ως στόχος κατέληξε να είναι η διεκδίκηση της πλειοψηφίας της ηγεσίας των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, που είναι πίσω από τις ανάγκες της εργατικής τάξης, γιατί η ουσία της υπόθεσης δεν είναι αυτή, όσο και αν χωρίς οικονομική βάση τίποτε δεν μπορεί να γίνει. Η εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα δεν μπορούν να εξαρτούν ένα πρόβλημα καθοριστικό για τους όρους της ζωής τους, όπως η Κοινωνική Ασφάλιση, από το οικονομικό ύψος, στο οποίο το κοστολογούν διάφοροι, τη στιγμή που η ουσία βρίσκεται στο ίδιο το πρόβλημα της κάλυψης όλων των αναγκών, σε συντάξεις, υγεία, πρόνοια, για την εργατική, τη λαϊκή οικογένεια. Επομένως, το πρώτο ουσιαστικό ζήτημα είναι η αξία αυτών των αναγκών, όσο και αν είναι το χρηματικό της ύψος.

Το δεύτερο, εξίσου ουσιαστικό, ζήτημα είναι το «ποιος πληρώνει». Γιατί η πείρα έχει αποδείξει ότι αυτοί που σίγουρα πληρώνουν καθολικά, ανελλιπώς και με συνέπεια, εισφορές είναι οι εργαζόμενοι. Οι μεγαλοεπιχειρηματίες, τυγχάνουν κινήτρων μείωσης των εισφορών τους, εισφοροδιαφεύγουν, πληρώνουν όποτε θέλουν κλπ.

Σε ό,τι αφορά την κρατική χρηματοδότηση, βεβαίως πρέπει να πληρώνει και το κράτος. Αλλωστε τα έσοδά του, αποτελούνται σχεδόν καθ' ολοκληρίαν από τους φόρους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων προέρχεται από τα λαϊκά εισοδήματα. Αλλά, η συζήτηση που αναπτύσσεται τελευταία, απ' αφορμή την πρόταση της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ για τα 800 δισ., είναι αποπροσανατολιστική έως και επικίνδυνη. Γιατί, η μονομέρεια επίμονης προβολής του προβλήματος «κρατική χρηματοδότηση της Ασφάλισης», με δεδομένη, μάλιστα, για την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ την εργοδοτική εισφορά, όταν όχι μόνο δεν είναι δεδομένη, αλλά διεκδικείται από τους μεγαλοεπιχειρηματίες έως και απαλλαγή από τις ασφαλιστικές εισφορές, ανοίγει το δρόμο διερεύνησης, πιθανών πηγών κρατικής χρηματοδότησης, οι οποίες αφήνουν αμέτοχους, έξω από την υπόθεση ποιος πρέπει να πληρώσει, τους μεγαλοεπιχειρηματίες, το μεγάλο κεφάλαιο, τα κέρδη. Ολους αυτούς που με τις «ευλογίες» των δικών τους κυβερνήσεων καταληστεύουν τα ασφαλιστικά ταμεία, όχι μόνο γιατί εισφοροδιαφεύγουν, αλλά γιατί τα χρήματα των Ταμείων, γίνονται κεφάλαιο, μέσω δανεισμού τους απ' αυτούς, εις βάρος της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών στρωμάτων.

Απαιτεί, λοιπόν, προσοχή, ολόκληρη αυτή η προπαγάνδα, την οποία άνοιξε η ΓΣΕΕ, περί κρατικής χρηματοδότησης, γιατί αυτή οδηγεί στο βήμα αναζήτησης πόρων. Που βεβαίως θα καταλήξουν να είναι κρατικοί, αλλά κανείς δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι θα προέρχονται από το κεφάλαιο. Ισα-ίσα, που μια τέτοια αναζήτηση δεν είναι καθόλου δύσκολο να οδηγήσει σε μια νέα εις βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων αναδιανομής μέσω του κράτους. Δηλαδή, οι πόροι να είναι κρατικοί, αλλά να προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα, στο όνομα της «σωτηρίας» της Ασφάλισης και με δεδομένη την πολιτική μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, που σημαίνει μείωση πόρων για κοινωνικές παροχές, λόγω ΟΝΕ σε συνδυασμό με την ύπαρξη του Συμφώνου Σταθερότητας από τη Συνθήκη Αμστερνταμ, που δεν επιτρέπει κοινωνικές παροχές ακόμη και από πλεονασματικούς προϋπολογισμούς.

Το πρωταρχικό είναι να πληρώσει η εργοδοσία, οι μεγαλοεπιχειρηματίες, το μεγάλο κεφάλαιο. Αλλωστε, τα κέρδη και το κεφάλαιο, είναι η κλεμμένη υπεραξία, από τη δουλιά της εργατικής τάξης και της ανήκει, αλλά την καρπώνεται η πλουτοκρατία. Μέρος της και μάλιστα μικρό είναι αυτό που διεκδικεί η εργατική τάξη, για να έχει δημόσια καθολική υποχρεωτική ασφάλιση, σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες.

Βεβαίως, σ' αυτό υπάρχει και αντίλογος από τη σκοπιά των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Οτι η υπόθεση της ασφάλισης συνδέεται με την ανάπτυξη, την αύξηση του ΑΕΠ. Το προβάλλει η κυβέρνηση, η ΝΔ, το επανέλαβε ο Α. Γιαννίστης στην «Ελευθεροτυπία, (21/5/2001). Και ανάπτυξη για τον καπιταλισμό σημαίνει αύξηση των κερδών και του κεφαλαίου. Ετσι θα γίνεται ανταγωνιστική η οικονομία, αυτός είναι ο στόχος, το απαιτεί η εντός ΟΝΕ πορεία της Ελλάδας, αλλά και η ίδια η καπιταλιστική οικονομία. Είναι νόμος για το σύστημα. Προβάλλουν, λοιπόν, την ουτοπική αντίληψη ότι θα μεγαλώσει η πίτα, (το ΑΕΠ), και απ' αυτήν θα δοθούν και για την Ασφάλιση, αφού όσο μεγαλώνει η πίτα τόσο μεγαλύτερο κομμάτι θα παίρνουν και οι εργάτες. Αλλά, για να μεγαλώσει αυτή η πίτα, πρέπει να μεγαλώσει η εκμετάλλευση, γιατί την πίτα τη δημιουργεί η δουλιά των εργατών, αλλά είναι ιδιοκτησία των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Επομένως, τούτος ο δρόμος της διερεύνησης στα πλαίσια αυτής της οικονομίας, με δεδομένα τα συμφέροντα των καπιταλιστών για αύξηση των κερδών και του κεφαλαίου, λόγω μονοπωλιακού ανταγωνισμού, και σύνδεση της Κοινωνικής Ασφάλισης και των πόρων, μ' αυτή την προοπτική, είναι αδιέξοδη για την εργατική τάξη. Τέτοια λύση αν δοθεί, θα είναι εις βάρος της. Γι' αυτό και το αίτημα της κρατικής χρηματοδότησης ως προβαλλόμενος όρος από τη ΓΣΕΕ για το διάλογο, τροφοδοτεί ανησυχίες την άρχουσα τάξη ως προς το πώς και από πού θα βρεθούν οι πόροι. Διότι ή οι εργάτες θα πληρώσουν ή το κεφάλαιο. Και οι εργάτες όχι μόνο δεν πρέπει να πληρώσουν, αλλά να μειωθούν οι κάθε είδους εισφορές τους, (ασφαλιστικές, φορολογικές). Πρέπει, λοιπόν, να επαγρυπνεί η εργατική τάξη, κατακτώντας ακόμη πιο πλατιά και ισχυρή αγωνιστική ταξική ενότητα δράσης, κοινή δράση με τ' άλλα λαϊκά στρώματα, γιατί το κεφάλαιο δε θέλει να πληρώσει, ίσα-ίσα επιδιώκει να απαλλαγεί από τις εισφορές, ενώ η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ δεν προβάλλει τέτοιο στόχο, σε συνδυασμό με μείωση των εισφορών των εργατών.

Εδώ, λοιπόν, αναδεικνύεται όχι μόνο το ζήτημα των πόρων, αλλά ποιος πρέπει να πληρώσει. Πόροι υπάρχουν. Είναι το κεφάλαιο, τα κέρδη, που δε φορολογούνται. Ουσιαστικά το αίτημα της εργατικής τάξης για πλήρη καθολική υποχρεωτική ασφάλιση με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, είναι αίτημα αναδιανομής ενός μέρους της υπεραξίας, του πλούτου που παράγουν οι εργάτες, τ' άλλα λαϊκά στρώματα, προς όφελός τους, μέρους του πλούτου που καρπώνονται οι μεγαλοεπιχειρηματίες.

Αντικειμενικά, ένα κοινωνικό πρόβλημα απαιτεί πολιτική λύση. Μόνο που η πορεία του μετώπου της Κοινωνικής Ασφάλισης ανέδειξε ότι η πολιτική αυτή λύση έρχεται σε σύγκρουση με την πολιτική των διαβόητων αναδιαρθρώσεων, της αφαίρεσης δικαιωμάτων των λαϊκών στρωμάτων, που αναδεικνύει την αναγκαιότητα της πάλης ενάντια στην ΟΝΕ, ενάντια στην ολιγαρχία. Στην ουσία αναδεικνύει την αναγκαιότητα παρεμπόδισης εφαρμογής της σημερινής πολιτικής στην πορεία ανατροπής της. Σ' αυτό το δρόμο πολιτικοποίησης του αγώνα μπορεί και πρέπει να σφυρηλατείται στέρεα η ενότητα δράσης της εργατικής τάξης, η κοινή δράση με τ' άλλα λαϊκά στρώματα.


Σ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ