Παρασκευή 15 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Οδηγός στην πολυεπίπεδη πρόληψη

Τα συνοπτικά στοιχεία της έρευνας του ΚΕΘΕΑ

Τα αποτελέσματα του ΚΕΘΕΑ δεν μπορούν να περιοριστούν σε ένα δημοσίευμα. (Θα ήταν, άλλωστε, αναντίστοιχο με τα στοιχεία και την επεξεργασία μιας ολόκληρης πενταετίας).

Τα πορίσματα για την αποτελεσματικότητα των Κοινοτήτων, καθώς και οι διαπιστώσεις για την πρόληψη σε όλα τα επίπεδα μπορούν να αποτελέσουν οδηγό για τη χάραξη μιας πολιτικής πρόληψης, καθώς και να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας πραγματικά Εθνικής Πολιτικής ενάντια στα ναρκωτικά.

Μια σοβαρή διαπίστωση είναι ότι τόσο στα στεγνά προγράμματα, όσο και στα προγράμματα με υποκατάστατα μειώθηκαν κατά δυο χρόνια, από το 1996 και μετά, τα άτομα που ζητούν θεραπεία. Μ' άλλα λόγια, τα στεγνά προγράμματα απέδειξαν στην πράξη ότι καταφέρνουν στο ίδιο διάστημα την απεξάρτηση, όταν στο ίδιο διάστημα στα προγράμματα υποκατάστασης, ουσιαστικά, συντηρείται το πρόβλημα.

Συνοπτικά, τα συμπεράσματα της έρευνας είναι τα εξής:

  • Μειώνεται, ιδιαίτερα τα τελευταία δύο χρόνια (1998 και 1999), η ηλικία όσων απευθύνονται στα Συμβουλευτικά Κέντρα. Η μέση ηλικία του συνόλου του πληθυσμού το 1995 ήταν τα 27 έτη, ενώ το 1999 τα 25.
  • Αν και η ηρωίνη παραμένει κύρια ουσία κατάχρησης για την πλειονότητα όσων ζητούν θεραπεία, παρατηρείται γενικά μείωση του ποσοστού όσων τη δηλώνουν ως κύρια ουσία κατάχρησης. Η ηρωίνη φαίνεται να σταθεροποιείται τα τελευταία δύο χρόνια σε ποσοστά χαμηλότερα από 73%, αντί 82% που ήταν το 1995.
  • Αντίθετα, ένα όλο και σημαντικότερο ποσοστό χρηστών που απευθύνονται στα Κέντρα, κυρίως τα τελευταία τρία χρόνια, χρησιμοποιεί ως κύρια ουσία κατάχρησης την κάνναβη (από 7,3% το 1995 σε 15,1% το 1999).
  • Η κοκαΐνη, αν και ως κύρια ουσία κατάχρησης εμφανίζεται σε πολύ μικρά ποσοστά, παρουσιάζει μια σχεδόν γραμμική τάση αύξησης από χρόνο σε χρόνο (από 0,8% το 1995 σε 11,7% το 1999).
  • Παράλληλα, θεαματική είναι η μείωση όσων κάνουν ενέσιμη χρήση της κύριας ουσίας κατάχρησης. Ενώ το 1995 τρεις στους τέσσερις έκαναν χρήση με αυτόν τον τρόπο, το 1999 περίπου ένας στους δύο προτιμά την ενέσιμη χρήση.
  • Φαίνεται να αυξάνεται το ποσοστό όσων ζητούν θεραπεία και δηλώνουν συντομότερη διάρκεια χρήσης της κύριας ουσίας κατάχρησης (λιγότερο ή μέχρι δύο χρόνια το 1999, από περισσότερο από τέσσερα χρόνια το 1995).
  • Επιπλέον, σημαντικά διαφορετική φαίνεται να είναι η επικίνδυνη συμπεριφορά κατά τη χρήση: Ενας στους τέσσερις τα τελευταία χρόνια δεν έχει κάνει ποτέ στη ζωή του ενέσιμη χρήση και από όσους έκαναν σχεδόν οι μισοί το 1999 - από λιγότερο από ένας στους τρεις που ήταν το 1995 - δεν έχουν κάνει ένεση με χρησιμοποιημένη σύριγγα.
  • Αντίθετα, η χρήση της κύριας ουσίας με κάπνισμα φαίνεται να αυξάνεται στη διάρκεια των ετών (από έναν στους δέκα που κάπνιζε την κύρια ουσία κατάχρησης το 1995, το 1999 ένας στους τέσσερις χρησιμοποιεί την κύρια ουσία κατάχρησης με κάπνισμα).
  • Στη διάρκεια των τελευταίων 30 ημερών πριν από την αίτηση για θεραπεία αυξάνεται θεαματικά από έτος σε έτος το ποσοστό όσων δεν κάνουν καθόλου ενέσιμη χρήση (από 25,1% το 1995 σε 45,7% το 1999), όσο και εκείνων που δεν κάνουν ενέσιμη χρήση με χρησιμοποιημένη σύριγγα (67,2% το 1995 αντί 78,2% το 1999).
  • Η μέση ηλικία έναρξης της χρήσης των παράνομων ουσιών δε μεταβάλλεται στη διάρκεια των χρόνων και παραμένει μεταξύ των 15 και 16 ετών, αν και ποσοστό εκείνων που εμφανίζονται να έχουν ξεκινήσει χρήση σε ηλικία μέχρι 14 ετών αυξάνεται ελαφρά (από 33,6% το 1995 σε 38,8% το 1999).
  • Είναι πάντως φανερό ότι όσο περνούν τα χρόνια ως αρχική ουσία χρησιμοποιείται περισσότερο η κάνναβη (από 62,2% το 1995 σε 71,8% το 1999) και λιγότερο η ηρωίνη και τα οπιοειδή (από 7,3% το 1995 σε 3,8% το 1999).
  • Οσον αφορά τις ειδικές ιατρικές εξετάσεις για τη διερεύνηση αντισωμάτων στο αίμα τόσο για HIV, όσο και Ηπατίτιδα C, γενικά, περισσότεροι από ένας στους τρεις δεν έχουν κάνει σχετική εξέταση (36,2% δεν έχει κάνει εξέταση για μόλυνση από Εϊτζ, όταν φθάνει στους συμβουλευτικούς σταθμούς και 33,8% για μόλυνση από HCV). Το ποσοστό αυτό, μάλιστα, φαίνεται να αυξάνεται τα τελευταία τρία χρόνια.
  • Αυξάνεται το ποσοστό όσων απευθύνονται στα Συμβουλευτικά Κέντρα και έχουν στο παρελθόν εμπειρία θεραπείας (από 38,4% το 1995 σε 45,6% το 1999). Από αυτούς μάλιστα, ο ένας στους δύο επαναλαμβάνει το αίτημα για θεραπεία μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την προηγούμενη θεραπευτική του εμπειρία.
  • Διπλασιάζεται στη διάρκεια αυτής της πενταετίας το ποσοστό όσων παραπέμπονται στα Συμβουλευτικά Κέντρα από δικαστικές υπηρεσίες.
  • Φαίνεται ότι μειώνεται το ποσοστό όσων συγκατοικούν ή συμβιώνουν με άλλους χρήστες (από 22,2% το 1995 σε 13,1% το 1999).
  • Διπλασιάζεται το ποσοστό εκείνων που προέρχονται από ημιαστικές και αγροτικές περιοχές, αν και παραμένει ακόμα και το 1999 χαμηλό (6,8%).
  • Σταδιακά, φαίνεται να αυξάνεται τα τελευταία χρόνια το επίπεδο εκπαίδευσης όσων φθάνουν στα Συμβουλευτικά Κέντρα. Ενδεικτικά, το 1999 ένας στους δέκα έχει κάνει ανώτερες σπουδές, ενώ το 1995 μόλις ένας στους είκοσι έχει συνεχίσει τις σπουδές μετά το Λύκειο.
  • Οι γυναίκες βιώνουν πιο βίαια την εμπειρία της χρήσης και της εξάρτησης σε σχέση με τους άντρες. Κάποιες φορές, όταν εμπλακούν στην κατάχρηση παράνομων τοξικών ουσιών, γίνονται αντικείμενα κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης, ενώ εμπειρικές παρατηρήσεις των λειτουργών που δραστηριοποιούνται σε υπηρεσίες που κάνουν δουλιά στο δρόμο υποδεικνύουν ότι υπάρχει μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ της πορνείας και της κατάχρησης ουσιών.

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ