Τρίτη 25 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΑΛΕΚΑ ΠΑΠΑΡΗΓΑ
Να μη θρέψουν λαϊκοί ψήφοι τη συναίνεση και το συμβιβασμό
  • Μια κυβέρνηση συενργασίας, που χτίζεται από τα υλικά της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ, δεν μπορεί να είναι προοδευτική, επειδή θα στηρίζεται στις ψήφους ή ακόμα και στην ανοχή ενός μικρότερου κόμματος
  • Αυτό που έχει σημασία σήμερα να είναι ΚΑΙ με τη ψήφο του ο λαός να επιβάλλει ένα πρώτο ασφαλές ρήγμα στο σημερινό συσχετισμό δύναμης

«Το θέμα είναι ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΥΡΙΣΤΕΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗ ΝΔ, αλλά και να μη σκορπίσουν οι ψήφοι εδώ και εκεί, μόνο και μόνο για να εκφραστεί μια διαμαρτυρία και αγανάκτηση, μια απλή πίεση. Κάθε ψήφος που φεύγει από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ πρέπει να εκφράζει σαφή επιλογή αντίστασης, διάθεση ρήξης με την πολιτική που συμφέρει τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Να μην επιδέχεται παρερμηνείες. Να μη θρέψουν λαϊκοί ψήφοι, προοδευτικοί και αριστεροί, τη συναίνεση, το συμβιβασμό. Να μη χρησιμοποιηθούν λαϊκοί ψήφοι, την άλλη μέρα από τις εκλογές, στα εξίσου επικίνδυνα σχέδια κεντροαριστερής ή κεντροδεξιάς συνεργασίας». Με αυτή την υπογράμμιση άρχισε την ομιλία της η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, την περασμένη Κυριακή στο κλειστό γήπεδο μπάσκετ του Περιστερίου, στην πολιτική συγκέντρωση των Κομματικών Οργανώσεων των δυτικών συνοικιών του Κόμματος.

Αναφερόμενη στη συνέχεια στο κύριο πεδίο της σύγχρονης πολιτικής αντιπαράθεσης μπροστά και στην επικείμενη εκλογική μάχη, σημείωσε: «Η κυβέρνηση ως κύριο χαρτί στην πολιτική αντιπαράθεση θέτει τα εύσημα που εισπράττει από την ολιγαρχία του τόπου, κυρίως από τους διεθνείς οργανισμούς που υπηρετούν τις πολυεθνικές, γενικότερα το μεγάλο κεφάλαιο. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι το δικό της γήπεδο είναι η είσοδος στην ΟΝΕ, αλλά και ρόλος της χώρας μας στα Βαλκάνια, στις διεθνείς πρωτοβουλίες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Σωστά κάνει το ΠΑΣΟΚ, αφού δίνει λογαριασμό μόνο στους καπιταλιστές επιχειρηματίες και στους οργανισμούς τους.

Η ΝΔ προσπερνά την ΟΝΕ και το βαλκανικό ρόλο της Ελλάδας, γιατί δε θέλει και δεν μπορεί να αμφισβητήσει την κυβερνητική ικανότητα να καρατομεί τα λαϊκά συμφέροντα και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας χάριν των ιμπεριαλιστικών σχεδίων και των κερδών των μονοπωλίων. Γκρινιάζει μόνο γιατί καθυστέρησε να προσαρμοστεί το ΠΑΣΟΚ στο πρόγραμμα της ΝΔ. Αναπόφευκτα η ΝΔ, διεκδικώντας την επιστροφή της στη διακυβέρνηση, ρίχνει βάρος στη δημαγωγία σε βάρος των οξυμένων λαϊκών προβλημάτων, προβάλλοντας την ουτοπία ότι εκείνη μπορεί να πετύχει και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα γερή.

Τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης αναπόφευκτά, επίσης, ρίχνουν βάρος στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, έχοντας ή καλλιεργώντας την αυταπάτη ότι είναι δυνατόν να επιτευχθεί η ταυτόχρονη ικανοποίηση ΟΛΩΝ, δηλαδή και των μονοπωλίων και του λαού. Θέμα διαχείρισης όπως λένε, το καθένα, βέβαια, με τις γνωστές ιδιαιτερότητες στο ύφος, στη γλώσσα, στο στιλ και το προφίλ.

Από μια άποψη είναι θετικό ότι κανένα κόμμα, ακόμα και το κυβερνητικό, δεν μπορεί να αγνοήσει ότι υπάρχουν οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, ότι υπάρχει κίνδυνος αυτά να οξυνθούν, με εξαίρεση το ΠΑΣΟΚ που είναι υποχρεωμένο να χρησιμοποιεί τη θριαμβολογία, γιατί διαφορετικά το λιγότερο που πρέπει να κάνει είναι να απολογείται συνεχώς.

Ετσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα, εξ αντικειμένου, η πολιτική και η ειδικότερη εκλογική αντιπαράθεση γίνεται εφ' όλης της ύλης. Είναι αυταπάτη να μιλάμε για κοινωνικά προβλήματα και να μην στρέφεται η προσοχή στο πακέτο των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που αφορούν όχι μόνο την οικονομία, αλλά και όλο το εποικοδόμημά της. Είναι αναπόφευκτο να γίνεται λόγος για δράση της Ελλάδας στις διεθνείς σχέσεις και να μην μπαίνει στο κέντρο της προσοχής το νέο δόγμα του ΝΑΤΟ, η κατάσταση στα Βαλκάνια».

Οι αγώνες που χρειάζονται, η κατεύθυνση
και ο προσανατολισμός τους

Αναφερόμενη στο ποια πρέπει να είναι η αφετηρία της συζήτησης και του προβληματισμού, που θα καταλήξει σε ψήφο, τόνισε: «Για το ΚΚΕ η πιο άμεση, επίκαιρη και ζωτική αφετηρία της συζήτησης, η αφετηρία, για να καταλήξει κανείς στην ψήφο, πρέπει να είναι η αποτίμηση από την πλευρά των λαϊκών συμφερόντων του δρόμου ανάπτυξης, εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας.

Για το ΚΚΕ αφετηρία προβληματισμού και αναζήτησης, από την πλευρά των λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να είναι αν υπάρχει άλλος δρόμος, άλλη επιλογή που τον συμφέρει. Αυτό θα είναι και το κύριο ζήτημα που θα θέσει ανοικτά στον ελληνικό λαό το ΚΚΕ, ενόψει και της εκλογικής αντιπαράθεσης. Το θέμα δεν είναι να βομβαρδίζεις την κυβέρνηση με κριτική, αλλά να τοποθετείσαι συγκεκριμένα τι θα γίνει με τα μονοπώλια. Τα μονοπώλια δεν τα παλεύει κανείς μόνο όταν στρέφει την προσοχή του στον ένα ή τον άλλο ιδιοκτήτη ΜΜΕ. Ναι και αυτοί πρέπει να νιώσουν τη λαϊκή κατακραυγή, αλλά αποσπασμένα από το συνολικό πρόβλημα, στην καλύτερη περίπτωση κάποιος θα χάσει λίγο τη δύναμή του, άλλος, όμως, μεγιστάνας θα περάσει σε περίοπτη θέση. Δε χτυπιέται ο νεοφιλελευθερισμός με τη συμμετοχή στο παιχνίδι της πίτας, στο πλευρό του ενός επιχειρηματία εναντίον του άλλου, αλλά στον αγώνα εναντίον όλων».

Συνεχίζοντας η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ τόνισε πως ο ελληνικός λαός, ιδιαίτερα τα εργατικά λαϊκά στρώματα, οφείλουν να προβληματιστούν και να απαντήσουν με βάση την πείρα τους για το αν τα μέσα πίεσης που χρησιμοποίησαν ως τα τώρα μπόρεσαν να αποσπάσουν λύσεις στα κρίσιμα προβλήματά τους και κυρίως, γιατί δεν μπόρεσαν να παρεμποδίσουν ή και να ανατρέψουν κυβερνητικές επιλογές. Δίνοντας απάντηση στο παραπάνω σημείωσε: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πλάνη από την άποψη που αυθόρμητα αναπτύσσεται σε λαϊκά στρώματα ότι οι αγώνες δε φέρνουν αποτελέσματα, λες και φάνηκε αυτά τα χρόνια ότι μπορεί να βοηθήσουν, τα θρυλούμενα ως σύγχρονα μέσα "του κοινωνικού διαλόγου", της συναίνεσης, της συμμόρφωσης. Τα δήθεν σύγχρονα μέσα όχι μόνο δεν έφεραν αποτέλεσμα για το λαό, αντίθετα, οδήγησαν σημαντικά τμήματα των εργαζομένων σε πλήρη παροπλισμό, περιέβαλαν με κάποια νομιμότητα τα πιο αντιδραστικά μέτρα.

Το θέμα είναι τι αγώνες χρειάζονται σήμερα, σε ποια κατεύθυνση και ποιον προσανατολισμό. Το θέμα είναι ότι δε φτάνουν και δεν επαρκούν οι αποσπασματικοί συνδικαλιστικοί αγώνες με αμυντικά αιτήματα, που γίνονται μάλιστα την τελευταία στιγμή και εκ των υστέρων, χωρίς καν προσπάθειες πανεργατικής κοινής δράσης, και συμμαχίας με τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου. Οι πιο μαχητικοί, πολύμορφοι, ακόμα και ενωτικοί συνδικαλιστικοί αγώνες δε φέρνουν αποτελέσματα, όταν δεν εντάσσονται σε μια στρατηγική ριζικής εναντίωσης, όταν δε συνδέονται τουλάχιστον στο επίπεδο της ζύμωσης, με το πολιτικό ζήτημα της χώρας: Ποιος κυβερνά, για ποια συμφέροντα και για ποιο σκοπό. Κανένας αγώνας δεν πρόκειται να καλλιεργήσει έδαφος, έστω στην πορεία, για απόσπαση κατακτήσεων, όταν δεν έχει αφετηρία και στόχο την όξυνση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα μονοπώλια και το λαό. Εντός των τειχών, με αποδοχή του σημερινού πλαισίου, είναι αδύνατον να υπάρξουν αποτελέσματα. Μόνο όταν το λαϊκό κίνημα είναι σε θέση με την πολιτικοποίησή του, την ενότητα, ενωτική ταξική αλληλεγγύη, με την ετοιμότητα για θυσίες, να φοβίσει, να τρομοκρατήσει την ολιγαρχία του τόπου και την εξουσία τους, μόνο τότε μπορεί να αποσπάσει κατακτήσεις. Και για να τις κρατήσει, πρέπει να συνεχίσει ως τη δραστική ανατροπή του συσχετισμού δύναμης.

Η ταξική αδιαλλαξία της κυβέρνησης, των κομμάτων της συναίνεσης, της ολιγαρχίας του πλούτου επιβάλλει την ταξική αδιαλλαξία του συσπειρωμένου κινήματος της εργατικής τάξης και των άλλων μικρομεσαίων λαϊκών στρωμάτων. Σε αυτό το πεδίο μπορεί κανείς να βγάλει συμπεράσματα, να δει την τακτική του, να επιλέγει τις κινήσεις και τα βήματά του».

Αναφερόμενη στο αν υπάρχουν περιθώρια για επιστροφή στην πολιτική των ελιγμών και των παραχωρήσεων, υπογράμμισε: «Η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα πρέπει να διαμορφώσουν συγκεκριμένη αντίληψη για τα περιθώρια που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη για μια επιστροφή στην πολιτική των ελιγμών και των παραχωρήσεων της δεκαετίας του '60, '70 ή του '80. Να βγάλουν συμπεράσματα αν είναι ρεαλιστικό κανείς να πιστεύει στη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση των κοινωνικών προβλημάτων».

Σε πορεία αντιδραστικοποίησης το καπιταλιστικό σύστημα

«Η τελευταία δεκαετία δείχνει ότι δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένει ο λαός ότι μπορεί να ξαναγυρίσουμε πίσω, στην πολιτική των κοινωνικών ελιγμών και των ανώδυνων για το σύστημα παροχών, που άμβλυναν κάποια προβλήματα, ή για ένα μέρος του λαού βελτίωναν σχετικά ή απόλυτα τη θέση του. Το πρόβλημα δεν οφείλεται μόνο ή κύρια στην αρνητική αλλαγή συσχετισμού δύναμης, ούτε και στο γεγονός ότι στην Ελλάδα και παγκόσμια η σοσιαλδημοκρατία ταυτίζεται στα βασικά, στα κρίσιμα ζητήματα με τον νεοφιλελευθερισμό. Το πρόβλημα βρίσκεται στο γεγονός ότι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα βρίσκεται σε πορεία μιας νέας αντιδραστικοποίησης που δεν πισωγυρίζει.

Ακόμα κι αν οι λαϊκοί αγώνες αποσπάσουν ορισμένες κατακτήσεις π.χ. στους μισθούς ή στη χρηματοδότηση ορισμένων κοινωνικών τομέων, δε θα έχουν αυτές οι κατακτήσεις καμία ομοιότητα ή αναλογία με το παρελθόν. Γιατί, θα λειτουργήσουν σε ένα έδαφος που έχουν ανατραπεί οι εργασιακές σχέσεις, κερδίζει έδαφος σταθερά η μερική απασχόληση, η απασχόληση για μικρό διάστημα και ακανόνιστα, με όλες τις τραγικές συνέπειες στις κοινωνικές παροχές, στην ασφάλιση και στη συνταξιοδότηση. Γιατί αυτές οι παραχωρήσεις θα λειτουργήσουν σε ένα έδαφος, όπου προωθείται γοργά η γενικευμένη ιδιωτικοποίηση, η συγκέντρωση πλούτου στα χέρια λιγότερων, η διαδικασία εξαγορών και συγχωνεύσεων, η βαθιά διείσδυση του πολυεθνικού κεφαλαίου. Σε ένα έδαφος, όπου οι διεθνείς διακρατικές ρυθμίσεις διαμορφώνουν ένα απάνθρωπο καθεστώς για τους εργαζόμενους σε όλα τα ζητήματα.

Δε σημαίνει ότι δεν πιστεύουμε σε νίκες, εδώ και εκεί, του κινήματος, αλλά το θέμα είναι για ποια προοπτική αξιοποιούνται αυτές, σε ποια στρατηγική εντάσσονται. Το σίγουρο είναι ότι μόνο ήττες θα έχει το κίνημα όταν κυριαρχείται από αυταπάτες ότι είναι δυνατό μέσα στα σημερινά πλαίσια να αλλάξουν τα πράγματα, με μια αλλαγή διαχείρισης, που είναι συζητήσιμο πόσο αλλαγμένη θα είναι και αν εμφανιστεί. Κάθε μικρή ή μεγάλη κατάκτηση έχει νόημα πρακτικό, όταν συνδέεται ή καλύτερα εντάσσεται στον αγώνα για τον άλλο δρόμο, σε σύγκρουση με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό».

Στη συνέχεια η Αλέκα Παπαρήγα αναφέρθηκε στις συνθήκες, υπό τις οποίες μπορεί να επιφέρει αποτελέσματα το κάλεσμα να ηττηθούν τα δύο μεγάλα κόμματα. Τόνισε επ' αυτού: «Αυτό που έχει άμεση, εκλογική και γενικότερη πολιτική σημασία είναι να συνειδητοποιηθεί κάτω από ποιες συνθήκες και σε ποια προοπτική μπορεί να δώσει αποτελέσματα το κάλεσμα να ηττηθούν τα δύο μεγάλα κόμματα, να έρθουν ως το σημείο να έχουν αδιέξοδο να λύνουν το κυβερνητικό ζήτημα, με τον τρόπο που τα κατάφεραν ως τώρα στη χώρα μας».

Δεν είναι προοδευτική κάθε κυβέρνηση συνεργασίας

«Ο,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, ό,τι ακούγεται όμορφο δεν είναι αληθινό και ωφέλιμο. Οπωσδήποτε έχει μεγάλη σημασία το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ να φτάσουν στο κατώτατο δυνατό σημείο σήμερα από πλευράς ψήφων και κοινοβουλευτικής δύναμης. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η απώλεια αυτοδυναμίας αυτόματα λύνει το πολιτικό πρόβλημα της χώρας. Σημασία έχει η καταδίκη τους να μην εκφράζει απλά μια διαμαρτυρία ή δυσαρέσκεια, αλλά να εμπλουτίζεται αυτή η δυσαρέσκεια με όσο γίνεται πιο βαθιά και ολοκληρωμένη πολιτική πείρα, να χρωματίζεται από αντιμονοπωλιακό, αντιιμπεριαλιστικό περιεχόμενο. Να εκφράζει ένα ορισμένο επίπεδο χειραφέτησης από τις λογικές ότι το πολιτικό πρόβλημα της χώρας είναι πρόβλημα διαχείρισης, μονοκομματικής κυβέρνησης.

Κάθε κυβέρνηση συνεργασίας δε σημαίνει ότι είναι προοδευτική ή λιγότερο αντιδραστική ή λιγότερο αλαζονική ή λιγότερο αυθαίρετη. Σήμερα, μάλιστα, που ζούμε την πείρα της κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς δε νοούνται τέτοιες απλουστεύσεις και αυταπάτες.

Μια κυβέρνηση συνεργασίας, που κτίζεται από τα υλικά της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ, δεν μπορεί να είναι προοδευτική επειδή θα στηρίζεται στις ψήφους ή ακόμα και στην ανοχή ενός μικρότερου κόμματος, ακόμα και στην υποθετική για το σήμερα περίπτωση που το μικρό κόμμα έχει διαφορετική πολιτική. Πολύ περισσότερο δεν πρόκειται να πάρει προοδευτική στροφή μια τέτοια κυβέρνηση, όταν εκφράζει συνεργασία ανάμεσα σε κόμματα που δε θέλουν ή δεν μπορούν να στραφούν κατά των συμφερόντων της ολιγαρχίας και των επιλογών των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Η πρόσφατη ευρωπαϊκή, και γενικότερα διεθνής πείρα, έχει δείξει ότι τέτοιες κυβερνήσεις οδηγούν στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής με μεγαλύτερη μάλιστα αποφασιστικότητα, ακριβώς γιατί έχουν δεκανίκια αριστερά ή αριστεροφανή. Τέτοιες κυβερνήσεις οδηγούν για ένα υπολογίσιμο διάστημα, προσωρινά μεν, αλλά σε μια κρίσιμη περίοδο, στο αδυνάτισμα της λαϊκής αντιπολίτευσης, στην ενδυνάμωση ακροδεξιών αντιλήψεων ανάμεσα σε λαϊκά στρώματα που νιώθουν προδομένα και ταπεινωμένα από τους πάντες. Τέτοιες κυβερνήσεις μάλλον αποτελούν σκαλοπάτι ή έστω πειραματική φάση για να επιτευχθεί η ποθούμενη από τη διεθνή ολιγαρχία επίσημη και θεσμοθετημένη συναίνεση ανάμεσα στα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Μια συναίνεση που δρομολογείται σήμερα στη Γερμανία και με την αξιοποίηση της υπόθεσης Κολ».

Καταλήγοντας η Αλέκα Παπαρήγα υπογράμμισε τη σημασία που έχει σήμερα ο λαός και με την ψήφο του να επιβάλει ένα πρώτο, ασφαλές και ουσιαστικό ρήγμα στο σημερινό συσχετισμό δύναμης. Είπε χαρακτηριστικά: «Αυτό που έχει σημασία σήμερα είναι ΚΑΙ με την ψήφο του ο λαός να επιβάλει ένα πρώτο ασφαλές και ουσιαστικά ρήγμα στο σημερινό συσχετισμό δύναμης. Οσο πιο βαθύ είναι το ρήγμα, τόσο από καλύτερες, επιθετικές θέσεις θα δρα ο λαός μετεκλογικά.

Η κάλπη στις επόμενες εκλογές, μέσα σε 60, 90 ή 120 μέρες δεν είναι ρεαλιστικό να αναδείξει αυτόματα μια ριζικά διαφορετική κυβέρνηση, φιλολαϊκή, αντιμονοπωλιακή, αντιιμπεριαλιστική. Μπορεί όμως να αποτελέσει σταθερό εφαλτήριο, για να περάσουμε σε μια νέα φάση λαϊκής αντεπίθεσης, μιας αντεπίθεσης με προοπτική.

Σημασία έχει να επιτευχθεί ένα ορατό, πραγματικό και όχι ψευδεπίγραφο ρήγμα. Αυτό το ρήγμα μπορεί να γίνει με την αποφασιστική αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και την αποφασιστική ισχυροποίηση του ΚΚΕ, ώστε να δρομολογηθούν πιο γρήγορα και σταθερά οι διαδικασίες για τη συγκρότηση του Αντιμονοπωλιακού Αντιιμπεριαλιστικού Δημοκρατικού Μετώπου. Η λαϊκή αντεπίθεση, η χειραφέτηση από τους μονόδρομους της ΟΝΕ και της ευρωζώνης, η θαρραλέα αντίσταση στο ΝΑΤΟ και στις κυβερνήσεις του, θα καθορίσει στην πορεία τις συνθήκες για την επίλυση του πολιτικού κυβερνητικού προβλήματος και όχι τα κομπρεμί που γίνονται από τώρα πίσω από τις πλάτες του λαού με το ουτοπικό σύνθημα της προοδευτικής κυβέρνησης την άλλη μέρα από τις επόμενες εκλογές.

Η εναλλαγή στη διαχείριση της σημερινής εξουσίας είναι ρεαλιστικό να γίνει, μόνο που αυτή η εξέλιξη δεν είναι καθόλου ρεαλιστική για τα λαϊκά συμφέροντα. Ρεαλιστικό είναι ότι διευκολύνει τη συγκέντρωση λαϊκών κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που θα αποτελέσουν κατ' αρχήν το αντίπαλο δέος της σημερινής πολιτικής. Η ψήφος στο ΚΚΕ είναι ψήφος που θα αξιοποιηθεί στη συγκέντρωση και συσπείρωση δυνάμεων, είναι ψήφος συνείδησης και χειραφέτησης».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ