Παρασκευή 21 Οχτώβρη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΗΣ ΕΕ
Επί τάπητος ζητήματα που ιεραρχούν τα ευρωενωσιακά μονοπώλια

Ολοκληρώνονται σήμερα Παρασκευή οι εργασίες της στις Βρυξέλλες

Οι διατλαντικές εμπορικές συμφωνίες, οι σχέσεις με τη Ρωσία, καθώς και το Μεταναστευτικό, βρίσκονται στο επίκεντρο των διήμερων εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ) που ολοκληρώνονται σήμερα.

Στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής της ΕΕ, συζητήθηκε ειδικότερα η συμφωνία ΕΕ - Καναδά (CETA), για την οποία εγείρονται ενστάσεις σχετικά με το επίπεδο αποτροπής «αθέμιτων πρακτικών» και αποτελεσματικότερης υπεράσπισης των συμφερόντων των μονοπωλίων της ΕΕ. Ετσι, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κλήθηκε να εξετάσει τον εκσυγχρονισμό των «εργαλείων εμπορικής άμυνας» στο πλαίσιο των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων με τον Καναδά.

Υπενθυμίζουμε ότι η CETA είναι μία από τις διατλαντικές συμφωνίες που προωθούνται αυτήν την περίοδο (μαζί με τις TTIP και TiSA), εν μέσω οξύτατων ενδοκαπιταλιστικών ανταγωνισμών, με στόχο να υπηρετήσουν την ανάγκη των μονοπωλίων για διείσδυση σε νέα κερδοφόρα πεδία. Πρόκειται, βέβαια, για συμφωνίες που προδιαγράφουν ταυτόχρονα το παραπέρα σάρωμα εργασιακών δικαιωμάτων, μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος...

Την ελπίδα ότι θα επιτευχθεί ένας συμβιβασμός με το Βέλγιο για την επικύρωση της CETA, εξέφρασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντ. Τουσκ, προσερχόμενος χτες στη Σύνοδο Κορυφής. Καμουφλάροντας το πραγματικό περιεχόμενο των ενστάσεων που εγείρουν τα κράτη - μέλη, υποστήριξε ότι το πρόβλημα είναι πως οι πολίτες δεν έχουν πειστεί ότι είναι ασφαλείς απέναντι στις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου. «Γι' αυτό χρειαζόμαστε περισσότερα εργαλεία απέναντι σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές» ανέφερε, συσκοτίζοντας ότι τα εργαλεία αυτά δεν αφορούν στην ασφάλεια των λαών αλλά των μονοπωλιακών συμφερόντων έναντι των ανταγωνιστών τους.

Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις ΕΕ - Ρωσίας ανέφερε ότι η ΕΕ είναι αποφασισμένη να αφήσει «ανοικτά» όλα τα ενδεχόμενα, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων εάν δεν σταματήσει, όπως είπε, τα «εγκλήματα στο Χαλέπι».

Στη Σύνοδο συμμετέχει και η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, η οποία δήλωσε ότι κομίζει ένα «ξεκάθαρο μήνυμα» ότι η Βρετανία θα εξακολουθήσει να παίζει ενεργό ρόλο μέχρι την έξοδό της από την ΕΕ και ότι στη συνέχεια θα εξακολουθήσει να είναι «ισχυρός και αξιόπιστος εταίρος».

Ο Ντ. Τουσκ ξεκαθάρισε ότι δεν θα υπάρξουν διαπραγματεύσεις για το Brexit στη Σύνοδο Κορυφής, αν και αναμένεται η Τ. Μέι να μιλήσει στους άλλους Ευρωπαίους ηγέτες. Η Γερμανίδα καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, τόνισε ότι το Brexit είναι μόνο μικρό μέρος της Συνόδου, ενώ ο Γάλλος Πρόεδρος, Φρ. Ολάντ, είπε ότι εάν η Τ. Μέι θέλει ένα «σκληρό» Brexit τότε οι διαπραγματεύσεις θα είναι σκληρές.

Θέματα που επίσης θα απασχολήσουν τη Σύνοδο είναι οι εξελίξεις στη Συρία και το Μεταναστευτικό.

Για το δεύτερο, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ο Αλ. Τσίπρας ζήτησε «αποτελεσματική αλληλεγγύη», έναντι της «ευέλικτης» ή «κατ' επιλογήν αλληλεγγύης», υποστηρίζοντας ότι «η Ελλάδα κουβαλά όλο το βάρος». Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι από τις 66.000 θέσεις μετεγκατάστασης από την Ελλάδα προς άλλες χώρες της ΕΕ, έχουν υλοποιηθεί μόνο 5.200 και πως οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται από όλους. Σχετικά με την αναθεώρηση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, ο Αλ. Τσίπρας φέρεται να τη χαρακτήρισε «απαράδεκτη», επειδή δε δίνει προοπτική κατανομής αλλά επιβαρύνει τις χώρες πρώτης υποδοχής. Τέλος, φέρεται να υποστήριξε ότι πρέπει να προωθηθεί η απελευθέρωση της βίζας με εκπλήρωση των κριτηρίων από πλευράς Τουρκίας «όχι όμως με δύο μέτρα και δύο σταθμά για την Κύπρο».

Να σημειωθεί ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προσανατολίζεται στη σύναψη συμφωνιών με χώρες της Αφρικής για την ανακοπή του μεταναστευτικού ρεύματος. Η επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ, Φεντερίκα Μογκερίνι, παρουσίασε χτες έναν πρώτο απολογισμό των προετοιμασιών για τις συμφωνίες αυτές, κρίνοντας πως έχει ήδη υπάρξει «περισσότερη πρόοδος μέσα στους τελευταίους μήνες απ' ό,τι τα τελευταία χρόνια».

«Ασπίδα προστασίας» στα μονοπώλια της ΕΕ

Υπέρ μιας «ισχυρότερης και εκσυγχρονισμένης εμπορικής πολιτικής», που θα δώσει ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη τάσσεται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία καλεί τα κράτη - μέλη να υποστηρίξουν τις προσπάθειές της, ώστε η ΕΕ να αποκτήσει επικαιροποιημένα, ενισχυμένα και ισχυρότερα μέσα εμπορικής «άμυνας».

Οπως σημειώνει, τα «διαθέσιμα μέσα εμπορικής άμυνας (...) έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή για την αντιμετώπιση της τεράστιας πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας που έχει ως συνέπεια τις εξαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ στην αγορά της ΕΕ» (ως πρακτικές «ντάμπινγκ» χαρακτηρίζονται οι εξαγωγές και πωλήσεις εμπορευμάτων σε τιμές χαμηλότερες από αυτές που επικρατούν ή ακόμη και κάτω από το κόστος, με στόχο τη απόσπαση πόντων ανταγωνιστικότητας).

Και προσθέτει θέτοντας το πρόβλημα απ' τη σκοπιά των ευρωενωσιακών μονοπωλίων: «Η ΕΕ είναι και σκοπεύει να παραμείνει ο μεγαλύτερος εμπορικός συνασπισμός στον κόσμο. Ωστόσο, το εμπόριο πρέπει να βασίζεται σε δίκαιες συνθήκες. Η ΕΕ αντιπροσωπεύει το 15% των παγκόσμιων εισαγωγών (στη δεύτερη θέση μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες), αλλά τα μέτρα άμυνας της ΕΕ κατά του αθέμιτου εμπορίου αντιστοιχούν μόλις στο 7,8% των μέτρων εμπορικής "άμυνας" που εφαρμόζονται σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ επηρεάζουν μόνο το 0,21% των εισαγωγών. Οταν πρόκειται για την εφαρμογή μέτρων για την προστασία της απασχόλησης στο έδαφός του, κανένας εμπορικός συνασπισμός δεν επιδεικνύει παρόμοιο επίπεδο αυτοσυγκράτησης, λόγω των περιορισμών που επιβάλλονται από την ισχύουσα νομοθεσία».

Στο ίδιο πνεύμα, ο πρόεδρος της Κομισιόν, Ζ. Κ. Γιούνκερ, δήλωσε σχετικά ότι «το εμπόριο έχει τεράστια σημασία για την οικονομική μας ανάπτυξη και τη δημιουργία απασχόλησης, αλλά ας μην είμαστε αφελείς. Αποδεικνύεται ότι οι ισχύοντες κανόνες μας δεν επαρκούν για την καταπολέμηση της ζημίας που προκαλεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός από το εξωτερικό. (...) Χρειάζεται επείγουσα επικαιροποίηση των κανόνων εμπορικής άμυνας της ΕΕ».

Σε ειδική ανακοίνωση με τίτλο «Προς μια ισχυρή εμπορική πολιτική της ΕΕ προς όφελος της απασχόλησης και της ανάπτυξης», η Επιτροπή περιέγραψε επίσης με ποιον τρόπο μια νέα μέθοδος «αντι-ντάμπινγκ» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση καταστάσεων «όπου δεν επικρατούν συνθήκες αγοράς». Σε αυτό το πλαίσιο, κάνει λόγο για επιβολή υψηλότερων δασμών «αντι-ντάμπινγκ» σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα όταν υπάρχει τεράστια πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στις χώρες εξαγωγής, κρατικές παρεμβάσεις σε τρίτες χώρες που «στεβλώνουν την αγορά» κ.ο.κ.

Η Επιτροπή αναφέρει ότι «η ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ περιορίζει τα επίπεδα δασμών αντι-ντάμπινγκ, παρεμποδίζοντας την προσπάθεια της Κομισιόν να υπερασπίσει βιομηχανίες όπως του χάλυβα, που πλήττονται από την τεράστια αύξηση του όγκου των εισαγωγών προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ».

Στο ίδιο κείμενο, αναφέροντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για τους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς, η Επιτροπή σημειώνει ότι «για συγκρίσιμα προϊόντα καταγωγής Κίνας που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όπως ορισμένα πλατιά προϊόντα ψυχρής έλασης από χάλυβα, ο μέσος δασμός αντι-ντάμπινγκ της ΕΕ ήταν 21,1%, ενώ στις ΗΠΑ, όπου δεν εφαρμόζεται ο κανόνας του χαμηλότερου δασμού, ο μέσος δασμός αντι-ντάμπινγκ ήταν 265,8%».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ