Προχτές, άλλος ένας γιατρός, στο ΤΕΠ του νοσοκομείου, βρέθηκε θετικός, επιβεβαιώνοντας για πολλοστή φορά την αδιάκοπη προσπάθεια - κάτω από ολοένα δυσκολότερες συνθήκες και με αυξανόμενο κίνδυνο για την υγεία τους - που καταβάλλουν, από την έναρξη της επιδημίας, οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία.
«Παρά τις επανειλημμένες παρεμβάσεις του Σωματείου μας και τα αλλεπάλληλα αιτήματα διευθυντών και προϊσταμένων των αντίστοιχων τμημάτων, δεν έχουν ενισχυθεί το ΤΕΠ και οι κλινικές με γιατρούς βασικών ειδικοτήτων για την αντιμετώπιση της επιδημίας (παθολόγοι, πνευμονολόγοι, εντατικολόγοι, αναισθησιολόγοι, ωτορινολαρυγγολόγοι) και νοσηλευτικό, βοηθητικό υγειονομικό και παραϊατρικό προσωπικό.
Αντίθετα, και παρά τις ομόφωνες εισηγήσεις του Επιστημονικού Συμβουλίου, συνεχίζεται η απαράδεκτη πρακτική, με απόφαση του διοικητή του νοσοκομείου, να στελεχώνεται το ιατρείο COVID από ορθοπεδικούς, χειρουργούς και καρδιολόγους του ΤΕΠ.
Με αποτέλεσμα όχι μόνο να στερούνται οι ασθενείς με COVID την εξειδικευμένη ιατρική φροντίδα από γιατρούς της αντίστοιχης ειδικότητας με την επιδημία (παθολόγους και πνευμονολόγους) αλλά και να δημιουργούνται προβλήματα στη λειτουργία των ορθοπεδικών, χειρουργικών και καρδιολογικών ιατρείων του ΤΕΠ.
Αλλωστε, είναι φανερό ότι η επιστημονική εξειδίκευση των παθολόγων και πνευμονολόγων δεν μπορεί να υποκατασταθεί ούτε με διοικητικές αποφάσεις ούτε με προγράμματα "ταχύρυθμης τηλεκπαίδευσης" που διαφημίζει ο υπουργός Υγείας, στην προσπάθειά του να κρύψει τις κυβερνητικές ευθύνες για τις ελλείψεις ακόμη και σε βασικές ιατρικές ειδικότητες για την αντιμετώπιση της επιδημίας», υπογραμμίζει το Σωματείο και απαιτεί: