Σάββατο 2 Απρίλη 2022 - Κυριακή 3 Απρίλη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΣΥΝΘΗΚΗ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ
Από τη φύση της αντιλαϊκή η καπιταλιστική ανάπτυξη

Γρηγόρης Λιονής, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ

Αξίζει να θυμηθούμε τη θριαμβολογία που διαπερνούσε την επικοινωνιακή εκστρατεία όταν εμφανίστηκε το ευρώ, η «κορωνίδα» της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εμφανίστηκε σαν έναν βασικό μηχανισμό που από τη μια μέρα στην άλλη μετέτρεπε σε «Ευρωπαίους» τους διαφορετικούς λαούς της ΕΕ. Φωτογραφήθηκε σαν το μαγικό εργαλείο που θα έφερνε σύγκλιση των διαφορετικών οικονομιών και θα έκανε εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους πλουσιότερους. Η δε επικοινωνιακή εκστρατεία είχε ακόμα και πλούσια τεχνάσματα, όπως η πρώτη ανάληψη από ΑΤΜ την Πρωτοχρονιά του 2002, στα οποία έλαβαν μέρος μέχρι και αρχηγοί κρατών.

Ωστόσο, για να παραφράσουμε τον ποιητή, η πραγματικότητα είναι «ένας σκύλος απ' την κόλαση»... Πολύ σύντομα οι ιαχές επιδοκιμασίας για το ευρώ αντικαταστάθηκαν από μια κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις μεγάλες ανατιμήσεις που έφερε το ευρώ, και μετά την κρίση του 2008 από μια «νοσταλγία» για την «παλιά καλή εποχή» της δραχμής, όπου όλα ήταν απλούστερα και φθηνότερα, μέχρι και ένα σχετικά μαζικό ρεύμα αποστροφής του ενιαίου νομίσματος, ως αιτίας των προβλημάτων.

Το ΚΚΕ παρενέβη έγκαιρα σε αυτήν τη συζήτηση. Ξεκινώντας με την ιστορική Απόφαση του 1992, σε αντίθεση με όλα τα αστικά κόμματα αποκάλυψε ποιος θα είναι ο ωφελημένος και ποιος ο χαμένος.

Τονίσαμε ότι το ενιαίο νόμισμα και η συμμετοχή στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά είχε πλεονεκτήματα για την κυρίαρχη μερίδα της αστικής τάξης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ. Εδωσε πρόσβαση στη μεγάλη κοινή αγορά, διευκόλυνε σημαντικά τη χρηματοδότηση των κερδοφόρων επενδύσεων και τη συσσώρευση του κεφαλαίου, συντέλεσε στη διόγκωση ορισμένων κλάδων της εγχώριας οικονομίας και τελικά στην ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Από την άλλη, το ενιαίο νόμισμα συμπυκνώνει τις αντιφάσεις της ίδιας της ΕΕ. Είναι μια προσπάθεια τεχνητής ενοποίησης μιας ετερόκλιτης ομάδας οικονομιών που βρίσκονταν, βρίσκονται και θα βρίσκονται σε διαφορετική φάση του οικονομικού κύκλου, αναπτύσσονταν και αναπτύσσονται ανισόμετρα, με διαφορετικό τρόπο, κυριαρχούνται από μονοπωλιακούς ομίλους με διαφορετικά συμφέροντα. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός της νομισματικής ενοποίησης, τα κράτη - μέλη της ΕΕ αφενός εκχώρησαν στην ΕΕ ένα σημαντικό κομμάτι της κυριαρχίας, που σχετίζεται με την έκδοση χρήματος, και αφετέρου συμφώνησαν στην τήρηση μιας πρόσθετης σειράς οικονομικών δεσμεύσεων, που ξεκίνησαν με το λεγόμενο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και στις οποίες προστέθηκαν επιπλέον συμφωνίες και μηχανισμοί, προκειμένου από τη μία να διασφαλίζεται ο έλεγχος του κρατικού χρέους όλων των κρατών - μελών της ΕΕ και από την άλλη να ρυθμίζεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των μονοπωλιακών ομίλων των κρατών - μελών της ΕΕ. Ετσι, προέκυψαν ρήτρες και κανόνες για τους κρατικούς προϋπολογισμούς, το ύψος του ελλείμματος, τις κατανομές των επιδοτήσεων και πολλά άλλα.

Τα περιβόητα μνημόνια στην Ελλάδα της κρίσης δεν ήταν τίποτα άλλο παρά προώθηση αυτών των δεσμεύσεων, του «στενού κορσέ» της ΕΕ για το κρατικό χρέος και τον προϋπολογισμό, ώστε να διασφαλίζεται η σταθερότητα του ενιαίου νομίσματος ως η ελάχιστη βάση. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, αντίστοιχες δεσμεύσεις και μέτρα προωθήθηκαν σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, ίσως σε διαφορετικό χρόνο.

Το ευρώ και η συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ, λοιπόν, είχαν κερδισμένους και χαμένους. Η εργατική τάξη, ο λαός βρέθηκε να πληρώνει τα μέτρα των μνημονίων, τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις και τη δημοσιονομική πειθαρχία που απαιτούνταν για να βρίσκεται η χώρα μέσα στον «σκληρό πυρήνα» της Ευρωζώνης. Από την άλλη, μια μερίδα - η κυρίαρχη - του μονοπωλιακού κεφαλαίου βρέθηκε να ισχυροποιείται απ' αυτήν την επιλογή.

Η κρίση του 2008 άλλαξε κάπως τις σχετικές ισορροπίες. Οι δεσμεύσεις για τη συμμετοχή στο ευρώ αποδείχθηκαν οδυνηρές και για ένα - μειοψηφικό - κομμάτι της αστικής τάξης. Γι' αυτό άλλωστε και την περίοδο μετά τα μνημόνια το ευρώ και οι δεσμεύσεις που απορρέουν απ' αυτό στηλιτεύτηκαν από εκείνο το κομμάτι της αστικής τάξης, εμφανίστηκαν ως η γενεσιουργός αιτία τόσο της κρίσης όσο και των μέτρων διαχείρισής της. Προβλήθηκε ως διέξοδος η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, αξιοποιώντας και τη θετική αποτίμηση που είχε - και έως έναν βαθμό συνεχίζει να έχει - ο ελληνικός λαός για τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση της δεκαετίας του 1980, συστατικό στοιχείο της οποίας ήταν το έντονα πληθωριστικό εθνικό νόμισμα και η μεγάλη επέκταση του κρατικού χρέους.

Η ανάλυση αυτή διαπράττει το ίδιο «λάθος» με την αντίθετη θέση, στην οποία υποστηρίζει ότι εναντιώνεται. Οπως οι οπαδοί του ευρώ απολυτοποιούσαν το ευρώ ως τη μαγική λύση που μπορεί να λύσει διαταξικά τα προβλήματα, έτσι και οι οπαδοί της δραχμής απολυτοποιούν το εθνικό νόμισμα. Με αυτόν τον τρόπο συγκαλύπτουν ότι όσο το κριτήριο της ανάπτυξης παραμένει η συσσώρευση του κεφαλαίου, το καπιταλιστικό κέρδος και η επένδυσή του, τα μνημονιακά μέτρα, δηλαδή τα μέτρα αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης, όπως η μείωση των κρατικών δαπανών για τους εργαζόμενους, η διασφάλιση μεγαλύτερων περιθωρίων χρηματοδότησης της καπιταλιστικής ανάπτυξης μέσα από πλεονασματικούς κρατικούς προϋπολογισμούς και η μείωση των μισθών, είναι αναγκαία για το σύστημα. Ενδεχομένως μια εθνική νομισματική διαχείριση να αξιοποιούσε ένα «χαλαρότερο» νόμισμα, με πληθωρισμό, δανεισμό και ακρίβεια. Ομως η λύση αυτή δεν βελτιώνει την κατάσταση των εργαζομένων. Αλλάζει απλά τον τρόπο σφαγής των δικαιωμάτων τους.

Το παράδειγμα της τουρκικής οικονομίας με το εθνικό νόμισμα και τα αποτελέσματα που έχει στα εργατικά - λαϊκά στρώματα, και πάνω απ' όλα η σημερινή κατάσταση στην Ευρωζώνη, που ακολουθεί επεκτατικότερη δημοσιονομική πολιτική για να χρηματοδοτήσει την «πράσινη ανάπτυξη», οδηγώντας σε πληθωρισμό, πανάκριβη Ενέργεια, ακρίβεια και διόγκωση των χρεών που θα κληθούμε να αποπληρώσουμε στο μέλλον, αποδεικνύουν ότι μια τέτοια λύση απλά θα έβρισκε ευνοημένη μια διαφορετική μερίδα της αστικής τάξης.

Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο νόμισμα, αλλά στις σχέσεις παραγωγής που υπηρετεί. Η καπιταλιστική ανάπτυξη, με ευρωπαϊκό ή με εθνικό νόμισμα, με περισσότερο περιοριστική πολιτική ή με περισσότερο επεκτατική πολιτική, όπως ακολουθεί η ΕΚΤ σήμερα, είναι από τη φύση της αντιλαϊκή, γιατί η συσσώρευση του κεφαλαίου, η ίδια η ανάπτυξη απαιτεί αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, εξαθλίωση της εργατικής τάξης. Η απάντηση για τον ελληνικό λαό, για τους λαούς της Ευρώπης, δεν βρίσκεται σε μια συζήτηση μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης, μεταξύ εθνικού ή ευρωπαϊκού νομίσματος. Βρίσκεται στον δρόμο της ρήξης με την ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη, στον δρόμο για την πραγματικά φιλολαϊκή οικονομία της εργατικής εξουσίας, τον κεντρικό σχεδιασμό της κοινωνικοποιημένης παραγωγής.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ