Κυριακή 22 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΔΙΕΘΝΗ
Το δέλεαρ του «μαύρου χρυσού»

Για πολλές δεκαετίες, η κυρίαρχη πολιτική ανησυχία των ιθυνόντων της Ουάσιγκτον δεν ήταν άλλη από την απεξάρτηση, όσον το δυνατόν, της ενεργειακής πολιτικής των ΗΠΑ, αναπτύσσοντας εθνικές πηγές και μειώνοντας τις εισαγωγές

Ο χάρτης του BBC, αποκαλυπτικός ως προς τη γεωστρατηγικά οικονομική σημασία του Ιράκ
Ο χάρτης του BBC, αποκαλυπτικός ως προς τη γεωστρατηγικά οικονομική σημασία του Ιράκ
Αυτός ο στόχος ήταν που τέθηκε επί τάπητος και συγκεκριμενοποιήθηκε επί διακυβέρνησης Ρίτσαρντ Νίξον, και προκάλεσε την έκρηξη των τιμών του αργού πετρελαίου και εν συνεχεία την ενεργειακή κρίση της δεκαετίας του '70. Εντούτοις, ο εκ νέου προσανατολισμός της αμερικανικής πολιτικής στη διεθνή και εγχώρια σκηνή, κατέστησε αυτή την πολιτική ...ξεθωριασμένη ανάμνηση.

Ο επαναπροσδιορισμός προκλήθηκε κατ' αρχήν με την αλλαγή του χάρτη της οικουμένης και την ανατροπή τής μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 ισορροπίας και συσχετισμού δύναμης (με την εξασθένηση της επιρροής της ΕΣΣΔ στη Μέση Ανατολή). Ακολούθως, προκλήθηκε η συρρίκνωση της δύναμης των αποκαλούμενων τότε «ριζοσπαστικών» χωρών του ΟΠΕΚ, η πλήρης εξουδετέρωση του Ιράκ με τον «Πόλεμο του Κόλπου» και η πλήρης, τελικά, υποταγή των αραβικών κρατών, και κυρίως της Σαουδικής Αραβίας στην πολιτική των ΗΠΑ.

Εξάρτηση από
το εισαγόμενο πετρέλαιο

Ο πρώην υπουργός Ενέργειας της κυβέρνησης του Τζίμι Κάρτερ, Τζέιμς Σλέσιντζερ, συνόψισε αυτή τη ριζική μεταβολή κατά τη διάρκεια του 15ου Συνεδρίου για την Ενέργεια (Σεπτέμβρης του 1992) στα εξής: «Αυτό που συγκράτησε ο αμερικανικός λαός από τον πόλεμο του Κόλπου είναι ότι είναι πιο εύκολο να κλοτσάς στον κώλο τους Μεσανατολίτες αραπάδες παρά να κάνεις θυσίες, πληρώνοντας υψηλότερες τιμές, για να περιορίσεις την εξάρτησή σου από το πετρέλαιο», προσθέτοντας πολύ χαρακτηριστικά: «Οσοι με γνωρίζουν ξέρουν πολύ καλά ότι ποτέ δε θα τολμούσα να χρησιμοποιήσω μια έκφραση σαν αυτή που μεταχειρίστηκα πριν από λίγο, εάν δεν τη χρησιμοποιούσαν τα ανώτατα κλιμάκια της κυβέρνησης».

Σταδιακά το ποσοστό εξάρτησης από το εισαγόμενο πετρέλαιο ανέβηκε ραγδαία και η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να διατηρηθεί υπό δύο βασικές προϋποθέσεις: ότι οι εξαγωγικές χώρες θα έχουν επαρκή παραγωγή, ώστε να καλύψουν την αύξηση των αναγκών σε παγκόσμιο επίπεδο και ότι οι αμερικανικές δυνάμεις θα ήταν σε θέση να εμποδίσουν σοβαρές πολιτικές ανατροπές κυρίως στη Μέση Ανατολή. Ομως, η ανατροπή εντός του ΟΠΕΚ ήρθε από τη Βενεζουέλα και οι ΗΠΑ δρομολόγησαν και εκεί εξελίξεις. Δηλαδή πραξικόπημα, αν και το πρώτο ήταν αποτυχημένο, εναντίον της κυβέρνησης του Ούγο Τσάβες.

Πάντως, ως προς το πρώτο σημείο, η παγκόσμια ζήτηση μπόρεσε να καλυφθεί για ορισμένο χρονικό διάστημα. Πλέον, μόνο η επιστροφή του ιρακινού πετρελαίου μπορεί να απομακρύνει, ενδεχομένως, τις εντάσεις στη σοβούσα παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία ξεκίνησε με την ασιατική κρίση στα χρηματιστήρια το 1997. Εδώ και καιρό βρισκόμαστε μπροστά σε μια «οικονομική έκρηξη», με απρόβλεπτες διαστάσεις.

Στόχος, τα αποθέματα
όλης της περιοχής

Ετσι, πριν καν γίνουν ολοφάνερες οι ολέθριες συνέπειες, η διέξοδος βρέθηκε. Καταρχήν τα πετρέλαια της Κεντρικής Ασίας. Η στρατιωτική επιχείρηση κατά του Αφγανιστάν είχε εκπονηθεί καιρό πριν τα καταστροφικά γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη. Ετσι, ο πόλεμος, που φάνταζε αναπόφευκτος, εξασφάλισε αυτή την οικονομικά γεωστρατηγική θέση.

Αυτή τη φορά σειρά έχει το Ιράκ. Το σκεπτικό των ιθυνόντων στην Ουάσιγκτον πηγαίνει πολύ πέρα και από το Ιράκ. Πηγαίνει συνολικά σε όλη την περιοχή καθώς και στον έλεγχο των «δρόμων του πετρελαίου», αν και το Ιράκ συνιστά καίριο στρατηγικά οικονομικό στόχο, καθώς τα αποθέματα πετρελαίου, καιρό «αχρησιμοποίητα», ίσως υπερκεράσουν και αυτά της Σαουδικής Αραβίας.

Παρά το γεγονός πως οι αναλυτές έσπευσαν να τονίσουν ότι ακόμη και η αμερικανική οικονομία είχε θετικές αντιδράσεις στην επιστολή του Ιράκ, με την οποία κάνει αποδεκτή την επιστροφή των επιθεωρητών άνευ όρων, ότι η οικονομία ανακουφίστηκε από την προοπτική απομάκρυνσης του πολέμου και κυρίως του βάρους που θα έχει το κόστος του πολέμου (μέχρι και 200 δισ. δολάρια), η πραγματικότητα τους διέψευσε.

Πριν την πραγματικότητα, που δεν ήταν άλλη από την κατακρήμνιση των διεθνών χρηματιστηρίων μετά την ολιγόωρη ανάπαυλα, είχε προστρέξει ο Αμερικανός υπουργός Οικονομίας, Πολ Ο' Νιλ, τονίζοντας ότι το κόστος είναι μηδαμινό μπροστά στα οφέλη...

Σε ανάλογο κλίμα και ο Λόρενς Λίντσεϊ, βασικός σύμβουλος του Προέδρου Μπους για οικονομικά θέματα κατά τις δηλώσεις του, στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο MSNBC, εκτίμησε μεν ότι το κόστος του πολέμου θα κυμανθεί μεταξύ του 1% και 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) των ΗΠΑ, απέρριψε δε τις ανησυχίες ότι θα οδηγήσει, ενδεχομένως, την αμερικανική οικονομία στη δίνη της ύφεσης και μιας μακράς πληθωριστικής περιόδου.

Εκτός αυτών, στη συνέντευξή του στη «Wall Street Journal», τόνισε ότι η εκδίωξη του Σαντάμ Χουσεΐν θα «ευνοήσει τις επιχειρήσεις», αφού θα προκαλέσει τεράστια ώθηση στην παγκόσμια οικονομία, καθώς «θα προστεθούν 3 έως 5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, στην παγκόσμια παραγωγή», που θα έχει ως συνέπεια τη ραγδαία πτώση της τιμής του πετρελαίου. Οπερ και την πολυπόθητη οικονομική ανάπτυξη...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ