Κυριακή 22 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 34
ΔΙΕΘΝΗ
Η μάχη του πετρελαίου

Η σημασία του ελέγχου των πετρελαϊκών πηγών και οδών μεταφοράς καθίσταται για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αυτονόητη, αν σκεφθεί κανείς, αφ' ενός, την τάση εξάντλησης των γνωστών αποθεμάτων τις επόμενες δεκαετίες και, αφ' ετέρου, τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει τις καταναλωτικές ανάγκες απ' τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες των ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων ΗΠΑ, ΕΕ, Ιαπωνίας κλπ. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, στο τέλος της δεκαετίας του '90, η παραγωγή των ΗΠΑ έφθασε στους 355 Mt αργού πετρελαίου, ενώ οι εισαγωγές της στους 490 Mt. Οι εισαγωγές πετρελαίου στις ΗΠΑ υπερβαίνουν το 50% της συνολικής ποσότητας που καταναλώνει. Αντίστοιχα, η Γερμανία, που δε διαθέτει εγχώρια παραγωγή, εισήγαγε 109 Mt και η Γαλλία 90 Mt.

Η Πράσινη Βίβλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, διατυπώνει την εκτίμηση ότι, αν δε ληφθούν μέτρα, σε 20-30 χρόνια η ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ θα φτάσει στο 70%, σε σχέση με το 50% που βρίσκεται σήμερα.

Η ανατροπή της κυβέρνησης της Βαγδάτης θα εξασφαλίσει για τις ΗΠΑ πολλαπλούς στόχους:

  • Την ουσιαστική κατοχή των πλούσιων κοιτασμάτων του Βορείου Ιράκ (περιοχή Κιρκούκ - Μοσούλης), που ξεπερνούν τα 10 δισ. βαρέλια. Για το σκοπό αυτό, μεθοδεύεται η δημιουργία μιας ψευτοαυτόνομης κουρδικής περιοχής.
  • Τη θεαματική αύξηση της παραγωγής και των εξαγωγών του ιρακινού πετρελαίου (λόγω άρσης του εμπάργκο), η οποία θα επιδράσει στη μείωση της τιμής πώλησης γενικά του αργού πετρελαίου. Το γεγονός αυτό θα δώσει, αφ' ενός, ώθηση στην παγκόσμια καπιταλιστική ανάπτυξη και, αφ' ετέρου, θα αποδυναμώσει τη διαπραγματευτική ισχύ του ΟΠΕΚ. Το Ιράκ βρίσκεται στη δεύτερη θέση στον κόσμο σε βεβαιωμένα αποθέματα πετρελαίου (112 δισ. βαρέλια) μετά τη Σαουδική Αραβία. Οι εξαγωγικές του δυνατότητες είναι πράγματι σημαντικές και ιδιαίτερα περιορισμένες σήμερα λόγω του εμπάργκο. Το Ιράκ παράγει σήμερα 1,7 εκατ. βαρέλια την ημέρα, δηλαδή ένα ασήμαντο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής, που ξεπερνά τα 76 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ πιέζουν, γενικά, τον ΟΠΕΚ για μια αύξηση της παραγωγής του, που θα συμβάλει τελικά στη μείωση των ενεργειακών τους δαπανών. Ηδη, η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας (ΙΕΑ) ζήτησε απ' τον ΟΠΕΚ την αύξηση της παραγωγής του, επισημαίνοντας τη μείωση των διαθέσιμων αποθεμάτων αργού πετρελαίου στις ισχυρές καπιταλιστικές χώρες κατά 21 εκατ. βαρέλια τον Ιούλη του 2002. Αναλυτές του «Economist» και της «Wall Street Journal» υπενθυμίζουν, επίσης, τον τελευταίο καιρό ότι πριν τον προηγούμενο πόλεμο του Κόλπου, η τιμή πώλησης είχε φθάσει στα 40 δολάρια το βαρέλι, ενώ μετά τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς έπεσε για μια τετραετία κάτω από 20 δολάρια το βαρέλι, υποδεικνύοντας τη διέξοδο που πρέπει να ακολουθηθεί.
  • Τη μείωση της διαπραγματευτικής ικανότητας και του οικονομικού ρόλου των άλλων μεγάλων παραγωγών - κρατών της Σαουδικής Αραβίας, της Ρωσίας και του Ιράν. Η αμερικανική πίεση απέναντι στη σαουδαραβική μοναρχία θα ενταθεί λόγω και της αύξησης της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην περιοχή. Η κυβέρνηση του Ιράν θα λάβει, επίσης, το «μήνυμα», μετά από μια ανατροπή της κυβέρνησης της Βαγδάτης.
  • Τη μείωση της προσωρινής επιτυχίας της Ρωσίας να επιβάλλει μέχρι τώρα τους δικούς της ενεργειακούς δρόμους μεταφοράς του πετρελαίου της Κασπίας. Η αμερικανική νίκη στο Ιράκ θα καταστήσει ασφαλέστερο το αμερικανοτουρκικό σχέδιο μεταφοράς του κασπιανού πετρελαίου μέσω του αγωγού Μπακού - Τσεϊχάν (Αζερμπαϊτζάν - Γεωργία - Τουρκία), ο οποίος θα μπορούσε να πληγεί από αντάρτικες κουρδικές, αλλά και ιρακινές δυνάμεις του Β. Ιράκ.
  • Παράλληλα, θα ανατραπούν οι προνομιακές σχέσεις της Γαλλίας και της Ρωσίας με την κυβέρνηση της Βαγδάτης. Εξετάζοντας την εξέλιξη αυτών των σχέσεων, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ επισημαίνει ότι η Ρωσία, η Γαλλία και η Κίνα παραβιάζουν ήδη ανοιχτά το καθεστώς των κυρώσεων, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις πετρελαίου του Ιράκ να αυξηθούν, από 2 δισ. δολάρια το 1996, σε 16 δισ. δολάρια το 2000! Ο πρώην διευθυντής της CIA Τζέιμς Γούλσι με πρόσφατο άρθρο στην «Ουάσιγκτον Ποστ», ξεκαθαρίζει την αντίδραση των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο ζήτημα: «Η Γαλλία και η Ρωσία ενδιαφέρονται για το πετρέλαιο. Θα πρέπει να τους πούμε, λοιπόν, ότι αν στηρίξουν την εγκαθίδρυση μιας «αξιοπρεπούς» ιρακινής κυβέρνησης, τότε θα τους διαβεβαιώσουμε ότι το νέο καθεστώς και οι αμερικανικές εταιρίες θα επιδιώξουν τη συνεργασία. Αν, όμως, δεν υποστηρίξουν την ανατροπή του Σαντάμ, θα είναι δύσκολο να πείσουμε τη νέα ιρακινή κυβέρνηση να συνεργαστεί μαζί τους».
Η απάντηση στην ύφεση

Πρόσφατα, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου αναθεώρησε τα στοιχεία για το ΑΕΠ των ΗΠΑ το 2001 και ομολόγησε ότι τα τρία πρώτα τρίμηνα της προηγούμενης χρονιάς το ΑΕΠ παρουσίασε αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Αλλά και η πρόβλεψη του υπουργείου για το δεύτερο τρίμηνο του 2002 αναφέρεται σε αύξηση μόλις 1,1%, έναντι της αρχικής πρόβλεψης 2,2% των οικονομολόγων της Γουόλ Στριτ. Η πραγματική εικόνα της αμερικανικής οικονομίας είναι δύσκολο να διαπιστωθεί μετά την αποκάλυψη ότι 1.000 μεγάλες αμερικανικές εταιρίες βρίσκονται σε διαδικασία αναθεώρησης της αποτύπωσης της οικονομικής τους κατάστασης. Ο αντίκτυπος των σκανδάλων της «Enron» και της «Worldcom» οδήγησε στη συγκεκριμένη εξέλιξη.

Η αμερικανική άρχουσα τάξη βλέπει με ανησυχία τον κίνδυνο συρρίκνωσης της λαϊκής κατανάλωσης στο εσωτερικό της χώρας. Σύμφωνα με έκθεση της Φέντεραλ Ριζέρβ, για το β` τρίμηνο του 2002, το συνολικό εισόδημα των αμερικανικών νοικοκυριών μειώθηκε κατά 3,4%. Το υπουργείο Εργασίας ανακοίνωσε, επίσης, ότι στις αρχές Σεπτέμβρη ο αριθμός των Αμερικανών που προσήλθαν στο Ταμείο Ανεργίας ανήλθε στο υψηλότερο σημείο του τελευταίου εξαμήνου. Ο ίδιος ο κ. Γκρίνσπαν αναφέρθηκε πρόσφατα στους κινδύνους για την αμερικανική οικονομία απ' την πτώση των επενδυτικών δαπανών και την πτωτική πορεία των χρηματιστηριακών δεικτών.

Ταυτόχρονα, ο κ. Γκρίνσπαν ενθάρρυνε τον πόλεμο στο Ιράκ με την τοποθέτησή του στο αμερικανικό Κογκρέσο στις 12 Σεπτέμβρη. Ακόμη πιο σαφής ήταν ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, Λόρενς Λίντσεϊ, ότι το πακέτο των εξόδων του πολέμου μπορεί να φθάσει στο 2% του σημερινού αμερικανικού ΑΕΠ (περίπου 200 δισ. δολάρια) και να αναθερμάνει την καπιταλιστική ανάπτυξη.

Ο κορυφαίος σύμβουλος του Αμερικανικού Προέδρου δήλωσε επίσης χαρακτηριστικά: «Οταν αλλάξει η ηγεσία στο Ιράκ, η παραγωγή πετρελαίου θα αυξηθεί τρία με πέντε εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Η επιτυχία του πολέμου θα είναι μια πολύ καλή βοήθεια για την οικονομία». Η κυνική αυτή ομολογία δεν απαιτεί κανέναν ιδιαίτερο σχολιασμό.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ