Πέμπτη 25 Σεπτέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ: 3 ΧΡΟΝΙΑ ΙΝΤΙΦΑΝΤΑ
H δεύτερη εξέγερση του λαού της Παλαιστίνης...

Η νεολαία της Παλαιστίνης πρωταγωνιστεί στην εξέγερση και έχει και τα περισσότερα θύματα

Associated Press

Η νεολαία της Παλαιστίνης πρωταγωνιστεί στην εξέγερση και έχει και τα περισσότερα θύματα
Ηταν νωρίς το πρωί, μιας Πέμπτης, στα τέλη Σεπτέμβρη, όταν, υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, ο Αριέλ Σαρόν, τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργός, επισκέφθηκε την πλατεία του τεμένους αλ Ακσα, την περιοχή του Ορους του Ναού, στην ανατολική Ιερουσαλήμ. Ηταν η πρώτη φορά που Ισραηλινός πολιτικός προχώρησε σε τέτοια κίνηση και η πρώτη φορά που ισραηλινή κυβέρνηση επέτρεψε κάτι τέτοιο. Η τότε κυβέρνηση του Εχούντ Μπαράκ, όμως, είχε, ήδη, οψίμως ανακαλύψει την «ιερότητα» της τοποθεσίας και για το Ισραήλ, μόλις στη σύνοδο του Καμπ Ντέιβιντ, θέτοντας για πρώτη φορά στα χρονικά της ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης το ζήτημα.

Οι αντιδράσεις ήταν εξαιρετικά έντονες, όπως άλλωστε αναμενόταν, με δεδομένη τη φορτισμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε μετά την αποτυχία της συνόδου του Καμπ Ντέιβιντ. Μέσα σε λίγη ώρα, το Ορος του Ναού μετατράπηκε σε πεδίο μάχης: 24 Παλαιστίνιοι τραυματίστηκαν. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν στα παλαιστινιακά εδάφη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ. Μέσα στις πρώτες 3 ημέρες, 30 Παλαιστίνιοι ήταν, ήδη, νεκροί και 2 Ισραηλινοί. Η δεύτερη Ιντιφάντα είχε, ήδη, αρχίσει, εκείνο το πρωί, της 28ης Σεπτέμβρη του 2000, που ο Αριέλ Σαρόν προκάλεσε την έκρηξη της συσσωρευμένης παλαιστινιακής οργής.

Ψυχροί αριθμοί

Τρία χρόνια μετά, το αίμα ρέει στη Μέση Ανατολή, η Ιντιφάντα συνεχίζεται και η διαμορφωθείσα κατάσταση είναι χειρότερη για τον παλαιστινιακό λαό από ό,τι μπορούσε κανείς να φανταστεί εκείνες τις πρώτες ημέρες. Συνήθως, οι αριθμοί από μόνοι τους δε λένε πολλά πράγματα. Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, είναι ανατριχιαστικά αποκαλυπτικοί.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της παλαιστινιακής Επιτροπής Ιατρικής Ανακούφισης, τα οποία συλλέχτηκαν από τα παλαιστινιακά νοσοκομεία, από τις εκθέσεις ισραηλινών ανθρωπιστικών οργανώσεων όπως η B'tselem και από τις αναφορές των προγραμμάτων του ΟΗΕ που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, από τις 28 Σεπτέμβρη του 2000 μέχρι τις 23 Αυγούστου του 2003, 2.589 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν. Εξ αυτών οι 254 είναι στόχοι «δολοφονιών ακριβείας», ενώ περισσότεροι από το 85% είναι πολίτες. Από τους πολίτες, το 19% είναι παιδιά. Οι ισραηλινές απώλειες, συμπεριλαμβανομένων πολιτών, στρατιωτών και εποίκων, μέχρι τα μέσα του φετινού Σεπτέμβρη, έφθαναν τους 800 νεκρούς.

Νεαρός Παλαιστίνιος συμμετέχει μ' αυτό τον πρωτότυπο τρόπο σε κινητοποίηση για την απελευθέρωση των κρατουμένων

Associated Press

Νεαρός Παλαιστίνιος συμμετέχει μ' αυτό τον πρωτότυπο τρόπο σε κινητοποίηση για την απελευθέρωση των κρατουμένων
Στο ίδιο χρονικό διάστημα, και με βάση τις ίδιες πηγές, 41.000 Παλαιστίνιοι τραυματίστηκαν, εκ των οποίων οι 7.000, σύμφωνα με τη UNICEF, είναι παιδιά. Από τους τραυματίες, οι πρόχειρες υπάρχουσες εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι 2.500 έχουν μείνει μόνιμα ανάπηροι.

Την ίδια περίοδο καταγράφηκαν περίπου 1.000 επιθέσεις με αληθινά πυρά ή απαγορεύσεις μετακίνησης από τον ισραηλινό στρατό σε ασθενοφόρα ανθρωπιστικών οργανώσεων και της Ερυθράς Ημισελήνου, σε προσωπικό παροχής πρώτων βοηθειών, σε ιατρικούς εθελοντές. Επίσης, επλήγησαν, κυρίως με όλμους, νοσοκομεία στη Ραμάλα, στη Βηθλεέμ, στην Μπέιτ Τζάλα, περισσότερες από μία φορά, και εισβολές έγιναν σε όλα σχεδόν τα νοσοκομεία της Δ. Οχθης.

Αποκαλυπτικά είναι και τα ποσοστά απωλειών και τραυματισμών ανάμεσα σε δημοσιογράφους. Δώδεκα Παλαιστίνιοι δημοσιογράφοι, 1 Βρετανός και 1 Ιταλός έχουν σκοτωθεί, 295 έχουν τραυματιστεί, 167 έχουν δεχτεί επίθεση από Ισραηλινούς στρατιώτες, 94 δημοσιογραφικά ιδρύματα και συνεργεία έχουν υποστεί ζημιές. Κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ολόκληρες πόλεις, όπως η Ράφα στη Λωρίδα της Γάζας ή η Ραμάλα στη Δ. Οχθη, έχουν κηρυχτεί κλειστές στρατιωτικές ζώνες και έχει απαγορευτεί η είσοδος στα ΜΜΕ.

Οι εισβολές στις παλαιστινιακές πόλεις είναι αλλεπάλληλες και η ανακατοχή αρκετών από αυτές γεγονός. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον 2 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι έζησαν υπό πλήρη κατοχή και υπό απαγόρευση κυκλοφορίας επί 24ώρου, για περισσότερο από ένα συνεχόμενο μήνα, κυρίως στη Δ. Οχθη, μέσα στο 2002. Ο αποκλεισμός των παλαιστινιακών εδαφών, τόσο εσωτερικά από πόλη σε πόλη, όσο και εξωτερικά προς και από το Ισραήλ, είναι διαρκής, με εξαίρεση μετρημένες ημέρες τα τρία αυτά χρόνια. Μόνο από το Μάρτη του 2002 μέχρι τον Αύγουστο του 2003 είχαν συλληφθεί 15.000 Παλαιστίνιοι, εκ των οποίων οι 6.000 παραμένουν στις ισραηλινές φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που επανατέθηκαν σε λειτουργία για να καλύψουν τις «αυξανόμενες ανάγκες». Ανάμεσά τους και 350 παιδιά.

Η καταστροφή που έχουν υποστεί τα παλαιστινιακά εδάφη, σε επίπεδο υποδομών και περιουσιών, είναι, εξίσου, τρομακτική. Εκτιμάται ότι η παλαιστινιακή οικονομία έχει απώλειες μεταξύ 3,2-10 δισ. δολαρίων, εξαιρουμένων των καταστροφών σε δημόσια και ιδιωτική περιουσία. Η ανεργία στη Γάζα έχει φθάσει το 67% και στη Δ. Οχθη το 48%, με το 75% του συνόλου των Παλαιστινίων να ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, δηλαδή με λιγότερα από 2 δολάρια την ημέρα. Μόνο μέχρι τον Απρίλη του 2002 είχαν καταστραφεί ολοσχερώς 1.601 σπίτια, 2.883 προσφυγικά καταλύματα και είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές άλλα 11.563, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν πρόβλημα στέγης 96.100 άνθρωποι. Σε εκατοντάδες χιλιάδες ανέρχονται τα τετραγωνικά μέτρα καλλιεργειών που ξεριζώθηκαν και γης που κατασχέθηκε.

Ηδη από τις 26 Οκτώβρη του 2000, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ είχε κατηγορήσει το Ισραήλ για «υπέρμετρη και δυσανάλογη χρήση βίας απέναντι στους Παλαιστινίους». Εκτοτε, αλλεπάλληλες είναι οι αποφάσεις ανάλογου περιεχομένου και εκκλήσεων προς το Ισραήλ από το Συμβούλιο Ασφαλείας, την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, τους συμμετέχοντες στη Συνθήκη της Γενεύης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των βασανιστηρίων και πολλούς άλλους. Εντούτοις, καμία δε διατυπώνει δεσμευτικά αιτήματα προς την ισραηλινή ηγεσία, καθώς η Ουάσιγκτον απειλεί με άσκηση βέτο σε οποιαδήποτε τέτοια περίπτωση, ενώ συνεχίζει να εξοπλίζει και να χρηματοδοτεί γενναία τις ισραηλινές κυβερνήσεις.

«Ξαφνική» κλιμάκωση

Κανείς δεν περίμενε τις πρώτες ημέρες του Οκτώβρη του 2000 ότι η κλιμάκωση της βίας και η αιματοχυσία θα λάμβανε τέτοιες διαστάσεις. Παρ' όλα αυτά, η ισραηλινή ηγεσία και ο στρατός έδωσαν ορισμένα δείγματα γραφής που προϊδέαζαν για την κόλαση που θα ακολουθούσε. Ηδη, από το καλοκαίρι του 2000 πριν καν πραγματοποιηθεί η σύνοδος του Καμπ Ντέιβιντ, ο ισραηλινός Τύπος έβριθε από διαρροές κυβερνητικών και στρατιωτικών κλιμακίων, που υποστήριζαν ότι «ο στρατός προετοιμάζεται για μια ευρεία ανάφλεξη πιθανώς το Σεπτέμβριο» και όπως έγραφε, τότε, ο Αμίρ Ορέν στη «Χααρέτζ», «αν κριθεί αναγκαία η χρήση όπλων απέναντι στους Παλαιστινίους, θα χρησιμοποιηθούν, αυτή τη φορά, βαρέα όπλα: άρματα μάχης, ελικόπτερα».

Ο αριθμός των Παλαιστινίων νεκρών τον πρώτο μήνα της Ιντιφάντα, μέχρι τις 27 Οκτώβρη 2000, καθώς και το είδος των τραυμάτων τους επιβεβαιώνουν τα δημοσιεύματα. Χρησιμοποιούνταν, ήδη, απέναντι σε άμαχους διαδηλωτές απαγορευμένα όπλα, όπως αληθινές σφαίρες, σφαίρες υψηλής επιτάχυνσης, σφαίρες διασποράς κλπ., ενώ τα ισραηλινά στρατεύματα είχαν, ήδη, λάβει θέσεις στην περίμετρο των παλαιστινιακών πόλεων και πραγματοποιούσαν σύντομες εισβολές.

Η ισραηλινή ηγεσία διατεινόταν, ήδη, ότι «αμύνεται απέναντι στην τρομοκρατία». Οπως, όμως, υπενθυμίζει η Ισραηλινή καθηγήτρια Γλωσσολογίας και αρθρογράφος της «Γιεντότ Αχρονότ», Τάνια Ράινχαρτ, στο βιβλίο της «Ισραήλ - Παλαιστίνη, πώς να δώσουμε τέλος στον πόλεμο του 1948», η πρώτη επίθεση αυτοκτονίας εντός ισραηλινού εδάφους έγινε πολλές ημέρες αργότερα: στις 2 Νοέμβρη του 2000. Μέχρι τότε, οι όποιες ανταλλαγές πυρών ήταν σποραδικές και η κύρια έκφραση της παλαιστινιακής αντίδρασης ήταν οι μαζικές διαδηλώσεις που ονομάζονταν «έκφραση ανυπακοής» και συντονίζονταν από επιτροπή απαρτιζόμενη από εκπροσώπους όλων των παλαιστινιακών οργανώσεων που συντόνιζαν τη δράση τους. Οι νεκροί Παλαιστίνιοι, όμως, είχαν φθάσει, ήδη, τους 141 και οι τραυματίες άγγιζαν τους 7.000.

Συνολικός προσεκτικός σχεδιασμός

Ο,τι ακολούθησε την 28η Σεπτέμβρη του 2000 μοιάζει να ήταν πολύ καλά σχεδιασμένο εκ των προτέρων, ακόμη και σε γεγονότα που μοιάζουν λεπτομέρειες, όμως αποδεικνύονται εξαιρετικά κρίσιμα στη διαμόρφωση της γενικής εικόνας. Εξαρχής, ο ισραηλινός στρατός ακολούθησε ένα συγκεκριμένο τρόπο αντιμετώπισης των Παλαιστινίων. Οι εντολές προς τους Ισραηλινούς στρατιώτες ήταν σαφείς: τραυματισμοί που προκαλούν μόνιμες βλάβες, αλλά όχι πολλοί νεκροί καθημερινώς.

Χαρακτηριστικό είναι δημοσίευμα της «Τζερούσαλεμ Ποστ», τον Οκτώβρη του 2000, το οποίο υπογράφει ο Αριε Ο' Σάλιβαν. Ο Ισραηλινός δημοσιογράφος υποστηρίζει ότι από το 1999, ο ισραηλινός στρατός είχε εκπαιδεύσει «4 τάγματα για μάχες χαμηλής έντασης», με ένα ειδικά το «Ναασόν, να εξειδικεύεται στο αντάρτικο πόλεων». Στο ίδιο δημοσίευμα, ο αντισυνταγματάρχης Γιόραμ Λορέντο, διοικητής του Ναασόν, διευκρινίζει ότι «γίνεται μεγάλη προσπάθεια να μην τους σκοτώνουμε».

Το μεγάλο ποσοστό των τραυματισμών Παλαιστινίων σε συγκεκριμένα σημεία, όπως είναι τα μάτια, οι κρόταφοι ή τα γόνατα, δεν μπορεί να εξηγηθεί, απλώς και μόνο, ως «λάθος», ιδιαίτερα εφόσον είναι σαφές ότι ένα τραύμα στα συγκεκριμένα σημεία μπορεί να προκαλέσει μόνιμη αναπηρία. Αν κανείς συνδυάσει αυτά τα στοιχεία, με τη δήλωση του τότε πρωθυπουργού Εχούντ Μπαράκ, μόλις στα τέλη Οκτώβρη του 2000, που αναφέρεται επίσης στην «Τζερούσαλεμ Ποστ», σύμφωνα με την οποία «ο πρωθυπουργός εκτίμησε ότι αν μέσα σε αυτόν τον μήνα οι νεκροί δεν ήταν 140, αλλά 400, το Ισραήλ θα είχε πρόβλημα», τα συμπεράσματα είναι εύκολα. Οι τραυματίες, όμως, δε μετρούν. Ούτε κανείς αναρωτιέται ποτέ ποια είναι η τύχη, υπό τις υπάρχουσες συνθήκες εξαθλίωσης, ενός ανάπηρου νεαρού Παλαιστινίου. Ετσι, με άνεση μπορούσε, π.χ. το CNN, να αναφέρει στις 3 Νοέμβρη του 2000 ότι «επικρατεί σχετική ηρεμία», ενώ σύμφωνα με την Ερυθρά Ημισέληνο, την ίδια ημέρα τραυματίστηκαν περίπου 452 Παλαιστίνιοι.

Εξαιρετικά αποκαλυπτικό, επίσης, είναι άρθρο του αναλυτή Σράγκα Εϊλάμ, στη «Μααρίβ», τον Ιούλιο του 2001, στο οποίο παρουσιάζεται με λεπτομέρειες το σχέδιο «Πεδίο των Ακάνθων», που φέρεται να έχει προετοιμαστεί από το 1996(!) και αφορά στην ανακατάληψη παλαιστινιακών περιοχών. «Από το Καμπ Ντέιβιντ και μετά, ο ισραηλινός στρατός μετέβαλε τον εκπαιδευτικό του σχεδιασμό σε μια ολοκληρωμένη στρατιωτική αποστολή, για την οποία παρέχεται σε όλες τις μονάδες ειδική εκπαίδευση μάχης. Η κωδική ονομασία για τις μάχες χαμηλής έντασης είναι "Μαγική Μελωδία" και για τη δυσμενέστερη εκδοχή, που συμπεριλαμβάνει βίαιη κατάληψη παλαιστινιακών εδαφών και δημιουργία στρατιωτικής διακυβέρνησης, "Απόμακρος Κόσμος"». Τα επόμενα βήματα συμπεριλαμβάνουν «επιλεκτική καταστροφή υψηλής αξίας υποδομών, εκμετάλλευση του ισραηλινού ελέγχου ύδρευσης, ενέργειας, τηλεπικοινωνιών και συγκοινωνιακής πρόσβασης» και «σύλληψη αξιωματούχων Π. Αρχής, επιβολή νέας (στρατιωτικής) διακυβέρνησης και απομάκρυνση Παλαιστινίων από ευαίσθητες περιοχές».

Δεν μπορεί, λοιπόν, παρά να συμπεράνει κανείς ότι η δράση του ισραηλινού στρατού από τις 28 Σεπτέμβρη του 2000 μέχρι σήμερα είναι, ως ένα βαθμό τουλάχιστον, σχεδιασμένη και σίγουρα δε βασίζεται απλώς στην τακτική της «δράσης - αντίδρασης». Προφανώς, δεν είναι διόλου τυχαίο ότι οι πόλεις που υπέστησαν τις πρώτες εισβολές, ουδεμία σύνδεση με «εξτρεμιστικά στοιχεία» είχαν, αφού κατοικούνταν από εύπορους χριστιανούς Παλαιστινίους με καλές εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ. Οι πόλεις αυτές, όμως, βρίσκονταν στην περίμετρο της Ιερουσαλήμ ή βρίσκονται στις παρυφές των εδαφών που, σήμερα πλέον, το Ισραήλ κατάσχει για να κτίσει το διαχωριστικό τείχος, δηλαδή πέριξ των μεγάλων εποικιστικών συγκροτημάτων της Δ. Οχθης και της Ιερής Πόλης.

Οι Μπάιτ Τζάλα, Μπάιτ Σαχούρ, Βηθλεέμ, Αλ Μπίραχ (νοτίως της Ραμάλα), Χεβρώνα και Τζενίν, βορείως, έγιναν σταθερό πεδίο μάχης. Κι όμως, αν εξαιρέσει κανείς τις Χεβρώνα και Τζενίν, σε καμία από τις άλλες πόλεις δεν είχε παρατηρηθεί δράση των ενόπλων παλαιστινιακών οργανώσεων, ενώ δε σημειώθηκαν ποτέ σοβαρές συγκρούσεις, παρά τα αλλεπάλληλα ισραηλινά σφυροκοπήματα. Το γεγονός ότι μέσα στους πρώτους μήνες της δεύτερης Ιντιφάντα, 150.000 Παλαιστίνιοι, κυρίως εύποροι από αυτές ακριβώς τις πόλεις, εγκατέλειψαν τα παλαιστινιακά εδάφη προς την Ιορδανία, σκιαγραφεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον απώτερο στόχο αυτών των, κατά τα άλλα, ακατανόητων ισραηλινών επιθέσεων: «εθελούσια έξοδος».

Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν, επίσης, η τακτική των κατεδαφίσεων σπιτιών και της καταστροφής καλλιεργειών. Η δεύτερη Ιντιφάντα σηματοδοτεί την πρώτη τόσο εκτενή χρησιμοποίηση εκσκαφέων ως πολεμικό όπλο πρώτης γραμμής, με χαρακτηριστικότερο το αιματηρό παράδειγμα του προσφυγικού καταυλισμού της Τζενίν, τον Απρίλη του 2002, όπου κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε το μεγαλύτερο μέρος των κατοικιών του.

Στην οικονομική καταστροφή (αποκλεισμός, παράλυση του εμπορίου και κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας, καταστροφή των καλλιεργειών, εμπόδια στη μεταφορά φαρμάκων και τροφίμων, μόνιμη κατάσταση πολέμου) συμπληρώσει κανείς τη διάλυση κάθε δομής της Π. Αρχής κατά τη διάρκεια των ισραηλινών επιθέσεων. Αποκορύφωμα η επιχείρηση «Προστατευτική Ασπίδα» (Μάρτης -Απρίλης 2002), οπότε οι ισραηλινές δυνάμεις επανακατέλαβαν τις περισσότερες πόλεις της Δ. Οχθης ολοκληρωτικά και κατέστρεψαν ακόμη και τους ηλεκτρονικούς ληξιαρχικούς καταλόγους, «εξαλείφοντας, όπως έγραφε ο Παλαιστίνιος καθηγητής Εντουαρντ Σάιντ, το σύνολο του καταγεγραμμένου συλλογικού παλαιστινιακού βίου». Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, γίνεται ξεκάθαρο ότι οι ισχυρισμοί αναλυτών και δημοσιογράφων, όπως η Κριστίν Ες, η Τάνια Ράινχαρτ, ο Τάχερ Μασρί, ο Ραν ΧαΚοέν και πολλοί άλλοι, περί «σχεδίου σταδιακής μεταφοράς των Παλαιστινίων εκτός της γης τους» έχουν ρεαλιστική βάση.

Τα καινούρια στοιχεία

Αν κάτι καθιστά πολύ διαφορετική την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σε αυτή τη δεύτερη Ιντιφάντα από ό,τι στην πρώτη, είναι οι διεθνείς συνθήκες (αντιτρομοκρατική εκστρατεία, εισβολή και κατοχή στο Ιράκ), τις οποίες η ισραηλινή ηγεσία έχει εκμεταλλευτεί, με μεγάλη επιτυχία σε επίπεδο προπαγάνδας ομολογουμένως, καλύπτοντας κινήσεις της που, σε άλλη περίπτωση, θα ήταν αδιανόητες. Ετσι, ο μεγάλος πρωταγωνιστής της δεύτερης Ιντιφάντα, από πλευράς ισραηλινού στρατού, είναι η αεροπορία.

Ηδη, από τον Ιούλιο του 1999, ο τότε πρωθυπουργός Μπαράκ δεν έχανε ευκαιρία να εκφράζει τον ενθουσιασμό του «για την τακτική που ακολουθήθηκε στο Κόσσοβο». Ο αναλυτής Αλούφ Μπεν, της «Χααρέτζ», εκτιμούσε, το 2000, ότι ο «θαυμασμός κρύβει ένα βαθύτερο πολιτικό κίνητρο». Τον Ιούνιο του 2000, ο Αμνόν Μπαρτζιλάι, στη «Χααρέτζ», αποκάλυπτε ότι η ισραηλινή πολεμική αεροπορία είχε, ήδη, συντάξει ενδελεχή έκθεση - ανάλυση της τακτικής του Κοσσόβου και είχε υποβάλει ανάλογες προτάσεις. Τις πρώτες ημέρες της δεύτερης Ιντιφάντα, ο Νταν Χαλούτς, διοικητής της ισραηλινής αεροπορίας, τόνιζε ότι «οι κίνδυνοι της αξιοποίησης της πολεμικής αεροπορίας δεν υπερβαίνουν τα οφέλη. Με βάση τις μελέτες μας, δεν απειλείται η κατάρριψη ούτε καν ενός ελικοπτέρου».

Η εκτίμησή του ήταν και είναι ορθή, δεδομένης της παντελούς έλλειψης βαρέος οπλισμού των Παλαιστινίων. Από το Μάη του 2001, ο ισραηλινός στρατός δε χρησιμοποιεί μόνο στρατιωτικά ελικόπτερα, αλλά και μαχητικά F-16 πάνω από πυκνοκατοικημένες περιοχές, όπως είναι η πόλη της Γάζας. Ετσι, το Δεκέμβρη του 2001, ο Αλεξ Φίσμαν έγραφε στη «Γιεντότ Αχρονότ» ότι «οι αεροπορικές επιχειρήσεις έχουν γίνει ήδη ρουτίνα... ο διοικητής Νταν Χαλούτς κατάφερε να πείσει το στρατό και τους πολιτικούς ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των εκρηκτικών από αέρος και αυτών από εδάφους. Επιπλέον, τα αποτελέσματα είναι πιο αξιόπιστα και αποτελεσματικά. Και δεν πείστηκε μόνο το Ισραήλ. Ολόκληρη η υφήλιος συνήθισε, ήδη, να βλέπει την εικόνα των F-16 στους αιθέρες της Δ. Οχθης και της Λωρίδας της Γάζας». Και ουδείς «ιθύνων» αντέδρασε, θα συμπληρώναμε εμείς.

Δυσοίωνο αύριο

Η επισταμένη σταδιακή εξόντωση κάθε σημαντικής παλαιστινιακής προσωπικότητας, κυρίως από τους κόλπους των μαχητικών οργανώσεων, που θα μπορούσε να συμβάλει με τη μετριοπάθειά της σε μια αποκλιμάκωση, όπως ο Ισμαήλ Αμπού Σάναμπ της «Χαμάς» προσφάτως, έχει ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες εξεύρεσης μιας νέας λύσης «ανάγκης», όπως η εκεχειρία που πέτυχε ο πρώην Παλαιστίνιος πρωθυπουργός στις αρχές του καλοκαιριού. Η παλαιστινιακή ηγεσία κλυδωνίζεται, βιώνοντας μία από τις κρισιμότερες κρίσεις της, αρχής γενομένης της ωμής, σχεδόν, εκβιαστικής παρέμβασης του Ισραήλ και των ΗΠΑ στις εσωτερικές εξελίξεις της παλαιστινιακής πολιτικής σκηνής. Η τραγική καθημερινότητα στα παλαιστινιακά εδάφη δεν αφήνει πολλά περιθώρια απορρίψεων και ελιγμών στην κορυφή της παλαιστινιακής ιεραρχίας.

Ο ισραηλινός στρατός βρίσκεται πλέον μέσα στις παλαιστινιακές πόλεις σχεδόν μόνιμα στη Δ. Οχθη, ενώ απειλεί με εισβολή στη Λωρίδα της Γάζας. Ο παλαιστινιακός λαός υπόκειται σε απάνθρωπες και άθλιες συνθήκες διαβίωσης, ενώ ακόμη και το πρόγραμμα για τους Πρόσφυγες, του ΟΗΕ, από το οποίο εξαρτάται η επιβίωση της πλειοψηφίας του πληθυσμού, κατηγορείται από την ισραηλινή ηγεσία για «παροχή ασύλου σε τρομοκράτες» και ζητάται η διακοπή της λειτουργίας του. Από τα ισραηλινά πυρά δεν έχουν γλιτώσει υπάλληλοι ανθρωπιστικών οργανώσεων, αλλά και ξένοι φιλειρηνιστές που «βρέθηκαν σε λάθος τόπο τη λάθος ώρα». Ακόμη και αυτό, όμως, δε φαίνεται να αρκεί για να αλλάξει η πολιτική κατάφωρης αδικίας, καταπάτησης κάθε έννοιας δικαίου και εξίσωσης θύτη και θύματος που ακολουθείται από τους «ισχυρούς» πόλους με τις «ανθρωπιστικές δημοκρατικές ευαισθησίες».

Σήμερα, τρία χρόνια μετά, η Ιντιφάντα συνεχίζεται...


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ