Αναφερόμενος στη δίκη αυτή καθαυτή ο Αρ. Οικονομίδης τη χαρακτήρισε πολιτική, σημείωσε ότι οι κατηγορούμενοι έπρεπε να δικάζονται από μεικτό ορκωτό δικαστήριο. Αναφερόμενος ειδικά στον πελάτη και στη στράτευσή του στη «17Ν» είπε ότι αυτός θεωρούσε ότι μέσα από αυτές τις πράξεις θα ξυπνούσαν οι κοιμισμένες μάζες και θα αναλάμβαναν επαναστατική δράση. Και πρόσθεσε: «Οταν με το πέρασμα του χρόνου άρχισε ο Τσελέντης να απογοητεύεται βλέποντας ότι οι μάζες δεν ξυπνούν, δεν τους πλαισιώνουν, δεν τους ακολουθούν, άρχισε να πιστεύει ότι η συνέχιση αυτού του τύπου της ανώφελης δράσης ήταν κάτι χειρότερο από έγκλημα, ήταν σφάλμα!». Τέλος, ο Αρ. Οικονομίδης αρνήθηκε ότι ο Π. Τσελέντης είναι προδότης, σημειώνοντας ότι αν ήταν προδότης θα πρόδιδε τους συντρόφους του εγκαίρως και θα έπαιρνε την παχυλή επικήρυξη. «Απλώς - είπε - έχει μεταμεληθεί, θέλει πλέον να ανακουφίσει τη συνείδησή του και θεωρεί ότι η βοήθειά του προς το έργο της Δικαιοσύνης είναι το ελάχιστο που μπορεί να κάνει προς εξιλέωσή του για τα όσα έχει διαπράξει».
Τον ίδιο ισχυρισμό περί μη προδοσίας επανέλαβε στη δική του αγόρευση και ο έτερος συνήγορος του κατηγορούμενου, Θ. Παπαγιάννης, λέγοντας μάλιστα πως ούτε ο Δ. Κουφοντίνας θεωρεί τον Τσελέντη προδότη. Η αναφορά αυτή προκάλεσε την αντίδραση του Δ. Κουφοντίνα, ο οποίος σημείωσε με νόημα πως «όσον αφορά τον πελάτη σας θα τα πω στην ώρα μου», εννοώντας προφανώς ότι στη δευτερολογία του θα αναφερθεί και στην περίπτωση του Π. Τσελέντη.