Η ηγεσία του διατείνεται πως «επιμένει αριστερά». Για πάνω από μια δεκαετία, ωστόσο, ακολουθεί μια πορεία που κάθε άλλο παρά αριστερή είναι. Στις αρχές της δεκαετίας ψήφισε (όπως και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ) υπέρ της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Δεν ήταν μια οποιαδήποτε Συνθήκη. Εκείνη η ψήφος ήταν ψήφος έγκρισης μιας πολιτικής που έρχεται σήμερα ο Συνασπισμός στα λόγια να καταγγείλει. Ηταν ψήφος υπέρ της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, ήταν ψήφος με διαχρονική ισχύ υπέρ των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, που έκτοτε προωθούνται και έχουν συσσωρεύσει ουκ ολίγα δεινά στις πλάτες των εργαζομένων και του ελληνικού λαού. Τα δεινά που έρχεται σήμερα ο ΣΥΝ υποκριτικά να καυτηριάσει αποδίδοντάς τα στην κακή διαχείριση μιας σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης, που έχει προσχωρήσει πολιτικά στο νεοφιλελεύθερο στρατόπεδο.
Να θυμηθούμε, ακόμα, τις φορές που ο Συνασπισμός πρόσφερε χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ; Τις φορές που έσπευδε από τους πρώτους να παρακαθίσει στα τραπέζια των στημένων κοινωνικών διαλόγων, για να διαπραγματευτεί εργασιακά δικαιώματα, συμβάλλοντας στη νομιμοποίηση τέτοιων μεθόδων στα μάτια των εργαζομένων; Τις φορές που έπαιζε το ρόλο «πυροσβεστήρα», αν όχι υπονόμευσης του λαϊκού, εργατικού ή αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, μιλώντας για «κοινωνική αναστάτωση» που πρέπει να λάβει τέλος; Τις φορές που συνεργάστηκε με το κυβερνών κόμμα, το οποίο κατά τα άλλα καταγγέλλει και κατακρίνει, όπως συνέβη πολύ πρόσφατα με την εκτεταμένη συνεργασία τους στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές;
Αυτό το κόμμα, με αυτή την πολιτική, περιφέρει σήμερα την πρόταση για «ενότητα της Αριστεράς» και την καταθέτει, λέει, και στο ΚΚΕ. Εγκαλώντας το μάλιστα γιατί δεν ανταποκρίνεται. Η υποκρισία στο αποκορύφωμά της. Ο ΣΥΝ κρύβει, εύλογο το γιατί, πως με το ΚΚΕ το χωρίζει χάσμα ιδεολογικό και πολιτικό. Οι λέξεις, άλλωστε, με τις οποίες το χαρακτηρίζει «δογματικό», «συντηρητικό», (προσφάτως ο Δ. Χατζησωκράτης μίλησε στο «ΜΕΓΚΑ», για «μια Βουλή... με ένα αυτιστικό πολιτικό κόμμα, δηλαδή το ΚΚΕ»), καταδεικνύουν πέραν του πώς αντιλαμβάνεται ο ΣΥΝ την πολιτική αντιπαράθεση και τις ιδεολογικοπολιτικές διαφορές του με το ΚΚΕ. Και εύλογα προκύπτει το ερώτημα. Ο ΣΥΝ θέλει συνεργασία με ένα κόμμα «συντηρητικό», «αυτιστικό» όπως το λέει;
Αν, ωστόσο, πιστεύουν πως ανακάλυψαν την «αχίλλειο πτέρνα» του ΚΚΕ πλανώνται. Για το ΚΚΕ οι συμμαχίες και οι συνεργασίες ήταν πάντα και παραμένουν ένα σπουδαίο ζήτημα που δεν το ευτελίζει, υποτάσσοντάς το σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων. Η προσπάθειά του να ενεργοποιήσει και να συσπειρώσει, να οικοδομήσει τη λαϊκή συμμαχία σε αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, θα συνεχιστεί με τη στήριξη όσων πιστεύουν και όσων στην πορεία θα πείθονται για την ανάγκη ριζικών ρήξεων και ανατροπών. Για το ΚΚΕ η υπόθεση αυτή είναι αδιάρρηκτα συνδεδεμένη με τον ίδιο το λαό, με το εργατικό και λαϊκό κίνημα και όχι μια υπόθεση κορυφών που θα επισφραγιστεί με μια χειραψία και δύο τζίφρες σε μια κόλλα χαρτί. Ακριβώς γιατί είναι μια υπόθεση προοπτικής, μιας προοπτικής την οποία ο ΣΥΝ αποστρέφεται. Και είναι φυσικά δικαίωμά του να διαφωνεί με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ, ακόμα και να την πολεμά, αυτό που δε δικαιούται είναι να παραπλανά τείνοντας δήθεν χείρα συνεργασίας στο ΚΚΕ, όταν στην πραγματικότητα δεν τη θέλει. Αλλωστε, στην πρόσφατη συνεδρίαση της ΚΠΕ ο χειμαρρώδης Μ. Παπαγιαννάκης, ανεβαίνοντας στο βήμα, δήλωσε: «Αυτά τα παλαιοκομμουνιστικά στην εισήγηση περί του ΚΚΕ που δε θέλει τη συνεργασία, που απομονώνεται κλπ., τα κλαψιάρικα, επιτέλους ας τα αφήσουμε... Ποιος το χ... το ΚΚΕ; Ποιος θέλει συμμαχία και συνεργασία με το ΚΚΕ;». Η απάντηση ήταν γνωστή σε όλο το Σώμα: Κανείς από την ηγεσία του ΣΥΝ. Κι αφού δεν τη θέλουν ας αφήσουν στην άκρη τα περί «απομονωτισμού» και «δογματισμού» κι ας βρουν άλλη «καραμέλα» να «πιπιλίζουν».