Κυριακή 7 Μάρτη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΪΤΗ
Ενα «ώριμο φρούτο» για προτεκτοράτο

Στρατιωτικό, οικονομικό και κοινωνικό πραξικόπημα, παραγωγής ΗΠΑ και Γαλλίας, με πρωταγωνιστές το «στρατό των κανιβάλων» και τη CIA και συνεργάτες τον ΟΗΕ, τη διεθνή κοινότητα και ΜΜΕ

Η Αϊτή, το μισό της νήσου Ισπανιόλας, είναι η «καρδιά» της Καραϊβικής. Η εξέλιξή της, για άλλη μια φορά, σε προτεκτοράτο και βάση για Αμερικανούς και Γάλλους αποτελεί πλέον «ύψιστο κίνδυνο» για την αποσταθεροποίηση όλης της ευρύτερης περιοχής και της Λατινικής Αμερικής. Απέχει μόλις 90 μίλια από τις ακτές της Κούβας, ενώ την ίδια στιγμή είναι σε απόσταση αναπνοής, από τη Βενεζουέλα. Δηλαδή, τους δύο κύριους «στόχους» για ανατροπή εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης και των «συνεργών της»
Η Αϊτή, το μισό της νήσου Ισπανιόλας, είναι η «καρδιά» της Καραϊβικής. Η εξέλιξή της, για άλλη μια φορά, σε προτεκτοράτο και βάση για Αμερικανούς και Γάλλους αποτελεί πλέον «ύψιστο κίνδυνο» για την αποσταθεροποίηση όλης της ευρύτερης περιοχής και της Λατινικής Αμερικής. Απέχει μόλις 90 μίλια από τις ακτές της Κούβας, ενώ την ίδια στιγμή είναι σε απόσταση αναπνοής, από τη Βενεζουέλα. Δηλαδή, τους δύο κύριους «στόχους» για ανατροπή εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης και των «συνεργών της»
«Η Αϊτή ήταν κάτι παραπάνω από τη δεύτερη παλαιότερη δημοκρατία στο Νέο Κόσμο», παρατηρούσε ο ανθρωπολόγος Αϊρα Λόβενταλ. «Ηταν κάτι παραπάνω ακόμη και από την πρώτη δημοκρατία μαύρων στο σύγχρονο κόσμο. Η Αϊτή ήταν το πρώτο ελεύθερο έθνος ελεύθερων ανθρώπων, που αναδύθηκε μέσα από, και σε αντίθεση προς, τον αστερισμό της δυτικοευρωπαϊκής αυτοκρατορίας που πρόβαλλε στον ορίζοντα».

Ακριβώς διακόσια χρόνια μετά την 1η Γενάρη 1804, ο λαός της Αϊτής βιώνει ξανά μια τραγωδία. Την πολλοστή. Μια τραγωδία λουσμένη στο αίμα, που εμπεριέχει, τούτη τη στιγμή, σοβαρούς και πολλούς κινδύνους για την Κούβα και τη Βενεζουέλα, αλλά και για την αποσταθεροποίηση όλης της Λατινικής Αμερικής, σε μια κρίσιμη στιγμή προσπάθειας αλλαγής των συσχετισμών στην αμερικανική υποήπειρο.

Κανείς ακόμη δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τις ακριβείς συνθήκες της «αναχώρησης» του Προέδρου Ζαν Μπερτράν Αριστίντ, την περασμένη Κυριακή. Ο ίδιος, όπως και μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου, το ονομάζουν «απαγωγή υπό την απειλή όπλων». Η κυβέρνηση Μπους αρνείται μετά βδελυγμίας αυτές τις δηλώσεις, τονίζοντας ότι ο «Αριστίντ αναχώρησε οικειοθελώς» και οι ΗΠΑ «διευκόλυναν την αναχώρησή του»... Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν αποχώρησε «οικειοθελώς». Εξαναγκάστηκε.

Αλλαγή καθεστώτος διά μέσου κοινωνικής κατάρρευσης

Απλά, επρόκειτο για την τελευταία φάση της στρατηγικής, που συνήθως ακολουθούν οι ΗΠΑ, σε πολλές περιοχές, κυρίως της Λατινικής Αμερικής. Μιας στρατηγικής, που ξεδιπλώθηκε πια πλήρως στην Αϊτή, που μπορεί κάποιος να διαγνώσει τα πρώτα στάδια εκδήλωσής της στην Αργεντινή και, φυσικά, που βρίσκεται στην κορύφωση της εκδήλωσής της στη Βενεζουέλα. Ορισμένες φορές, η στρατηγική των ΗΠΑ έχει ολοκληρωθεί με το θάνατο του πρωταγωνιστή, όπως στην περίπτωση του Σαλβαδόρ Αλιέντε ή, υπό άλλες προϋποθέσεις, με την αναγκαστική και διά της βίας εξορία, όπως στην περίπτωση του Τζάκομπο Αρμπενς, στη Γουατεμάλα, το 1954. Το τρίτο σενάριο περιλαμβάνει τα «στάδια της επιμόρφωσης» ή «ανακύκλωσης», όπως στην περίπτωση του Χαν Μπερτράν Αριστίντ στην Αϊτή, ή του Μάικ Μάνλεϊ στην Τζαμάικα. Πάντα, όμως, ο στόχος παραμένει ο ίδιος: Η «εξημέρωση» ενός ηγέτη ή ενός λαϊκού κινήματος, που έχει ανέλθει στην εξουσία δία μέσου των εκλογών ή ντε φάκτο ανοιχτός πόλεμος, σε περίπτωση που η πολιτική ατζέντα είναι ένα άλλο σύστημα σίγουρα εχθρικό προς τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Η πρόσφατη ιστορία της Αϊτής είναι χαρακτηριστική και ειδικά η Βενεζουέλα φαίνεται ότι θα αντλήσει πολλά συμπεράσματα.

Από την εξέγερση των σκλάβων, το δέντρο της ελευθερίας ξεπετάχτηκε πάλι μέσα από το ποτισμένο με αίμα χώμα, το 1985, όταν ο πληθυσμός εξεγέρθηκε εναντίον του δολοφόνου δικτάτορα Ντιβαλιέ. Μετά από σκληρούς αγώνες, η λαϊκή εξέγερση οδήγησε στη συντριπτική νίκη του πρώτου ελεύθερα εκλεγμένου Προέδρου της Αϊτής, του λαϊκού ιερωμένου Ζαν Μπερτράν Αριστίντ. Λίγο περισσότερο από επτά μήνες από την ορκωμοσία του, στις 30 Σεπτέμβρη του 1991, εκδιώχθηκε από το αξίωμα, από τους στρατιωτικούς και τις επιχειρηματικές ελίτ, οι οποίες κυβερνούσαν επί 200 χρόνια και δε θα ανέχονταν να χάσουν τα παραδοσιακά τους συμφέροντα. Το ίδιο και οι ΗΠΑ, αλλά και η γαλλική πρεσβεία.

Ο Ραούλ Σέντρας ηγήθηκε του στρατιωτικού πραξικοπήματος, ενώ ανασυγκροτήθηκαν και οι Τοντόν Μακούτ, τα τρομερά τάγματα θανάτου επί βασιλείας «Παπα - Ντοκ» και «Μπέιμπι Ντοκ» Ντιβαλιέ, που άλλαξαν όνομα. FRAPH, το γαλλικό ακρωνύμιο για το Μέτωπο για την Ανάπτυξη και την Πρόοδο της Αϊτής, υπό τον Εμανουέλ Κονστάν ή Τοτό, που ήταν στο μισθολόγιο της CIA. Μόνο τις δύο πρώτες βδομάδες, είχαν δολοφονηθεί 1.000 άνθρωποι...

Ο στόχος της καταπίεσης και της τρομοκρατίας διττός: Πρώτο, να εκμηδενιστούν τα πολιτικά κέρδη που υπήρξαν με την πτώση της δυναστείας των Ντιβαλιέ. Δεύτερο, να εξασφαλιστεί ότι, οποιοδήποτε και αν είναι το πολιτικό μέλλον της Αϊτής, όλες οι δομές που θα μπορούσαν να αναπαράγουν εκείνα τα κέρδη θα έχουν καταστραφεί. Τουτέστιν, οι εργατικές και λαϊκές οργανώσεις, τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης. «Ο αχρείος όχλος πρέπει να παραμείνει διασκορπισμένος και διαλυμένος», χωρίς μέσα επικοινωνίας και πληροφόρησης.

«Ανιδιοτελής επέμβαση»

Η κυβέρνηση Κλίντον, το 1994, εξαναγκάστηκε, υπό την πίεση εσωτερικών παραγόντων των ΗΠΑ, να «εισβάλει» και να επαναφέρει την τάξη. Εθεσε όρους, όμως: Την απόλυτη συμμόρφωση με το ΔΝΤ και την Ουάσιγκτον. Ο Αριστίντ δέχτηκε. Στην πορεία όμως, φάνηκε ότι δεν ήταν πειθήνιος και τακτικός μαθητής. Ετσι, οι εκλογές του 2000, που τις κέρδισε και πάλι με το συντριπτικό ποσοστό του 90%, έγιναν η αφορμή. Παρά το γεγονός ότι 200 ξένοι παρατηρητές ανακοίνωναν, σχεδόν την ίδια στιγμή με το εκλογικό και δικαστικό πραξικόπημα στις ΗΠΑ που εξέλεξε τον Τζορτζ Ουόκερ Μπους Πρόεδρο, ότι η εκλογική διαδικασία ήταν απολύτως δίκαιη και διαφανής. Οι ΗΠΑ προχώρησαν σε εμπάργκο, μην επιτρέποντας την εκχώρηση της βοήθειας των 500 εκατ. δολαρίων από διεθνείς οργανισμούς, εμπάργκο που ισχύει μέχρι σήμερα.

Την ίδια στιγμή, αρχίζει η υπονομευτική στρατηγική. Τα προβλήματα της Αϊτής, πολλά και ορατά. Η φτώχεια, η πείνα, το εμπάργκο και ο αναλφαβητισμός, σε συνδυασμό με τα λάθη της κυβέρνησης Αριστίντ και, φυσικά, την αναβίωση εκ νέου των ταγμάτων θανάτου, του «στρατού των κανιβάλων» και την προβολή τους από τα διεθνή ΜΜΕ ως «ανταρτών» - τον Γκι Φιλίπ, που εκπαιδεύτηκε από τη CIA στο Εκουαδόρ τα χρόνια της δικτατορίας του Σέντρας και τον Λουί Ζοντέλ Σαμπλέν, Νο 2 των FRAPH - προκαλούν ένα λουτρό αίματος. Οι ΗΠΑ επεμβαίνουν, έτοιμες από καιρό.

Το ίδιο και η Γαλλία. Η Γαλλία, που ποτέ δε συγχώρεσε τους «σκυλάραπες, που μιλούν γαλλικά», όπως τους αποκαλούν για το φιάσκο που έπαθαν στα τέλη του 18ου αιώνα, το οποίο οδήγησε τον Ναπολέοντα να πουλήσει τη Λουιζιάνα στις ΗΠΑ και να απεμπολήσει το όνειρο για επέκταση της αυτοκρατορίας στο Νέο Κόσμο.

Η Αϊτή μετατρέπεται εκ νέου σε βάση και προτεκτοράτο. Στρατηγική θέση μόλις 90 μίλια από την Κούβα και με εποπτική θέση έναντι της Βενεζουέλας, στην καρδιά της Καραϊβικής.


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ